Μύθοι και αλήθειες για την 28η Οκτωβρίου, την επέτειο και τους εορτασμούς μνήμης για όσους αγωνίστηκαν εναντίον του φασισμού.
Η 25η Μαρτίου και η σύμπτωση του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου είναι η πιο βασική εθνική γιορτή της χώρας, η επέτειος που το νέο ελληνικό κράτος γιορτάζει την ίδια την ίδρυσή του, μέσα από τις ιστορίες των αγωνιστών του 1821. Ωστόσο, πάντοτε, η 28η Οκτωβρίου είχε ως επέτειος μία δική της ξεχωριστή θέση στο εθνικό αφήγημα, ως η συμμετοχή της χώρας στην οικουμενική μάχη κατά του φασισμού.
Εκτός όμως από την εορταστική διάθεση του «Έπους του 1940», η συμμετοχή της Ελλάδας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο -και ο συνεπακόλουθος Εμφύλιος Πόλεμος– φέρνουν μαζί τους πληθώρα από άβολες αλήθειες, θριάμβους, ηρωικές στιγμές και συλλογικά τραύματα, τα οποία φτάνουν μέχρι την εποχή μας. Σε αυτό το άρθρο θα δούμε μερικά από αυτά, με αφορμή την 28η Οκτωβρίου.
Το «ΟΧΙ» του Ιωάννη Μεταξά ήταν αναγκαστικό
Η ιδεολογική σύγκρουση είναι γνωστή. Στο σχολείο μαθαίναμε για το «ΟΧΙ» του Μεταξά ή τέλος πάντων για το περίφημο “alors, c’est la guerre” που απάντησε στο περίφημο τελεσίγραφο της φασιστικής κυβέρνησης του Μουσολίνι. Ως απάντηση σε αυτή τη μυθολογία που ηρωοποιεί έναν στυγνό δικτάτορα, η αριστερά μιλάει για το πραγματικό «ΟΧΙ» που είπε ο ελληνικός λαός.
Προφανώς, ο ελληνικός λαός στην αρχή ειδικά του πολέμου υπήρξε ενθουσιώδης στην προσπάθειά του να κρατήσει την ελευθερία και την ανεξαρτησία του. Προφανώς, επίσης, το «ΟΧΙ» ήρθε πράγματι ως στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης του Μεταξά.
Στην πραγματικότητα, όμως, τα περιθώρια ελιγμών του τελευταίου ήταν ελάχιστα. Η Ελλάδα, ο ίδιος ο Μεταξάς και η αστική τάξη που τον στήριζε ήταν παραδοσιακή σύμμαχος της Μεγάλης Βρετανίας. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το πώς είχαν διαμορφωθεί τα δύο στρατόπεδα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθιστούσε τρομερά δύσκολη οποιαδήποτε άλλη απάντηση στο τελεσίγραφο της Ιταλίας.
Είναι, λοιπόν, πιο ακριβές να πούμε ότι ο Μεταξάς έκανε μία στρατηγική επιλογή στον άξονα της ελληνικής διπλωματίας και όχι μία συναισθηματική, ηρωική στάση στο όνομα της ελευθερίας της Ελλάδας, την οποία ούτως ή άλλως ο ίδιος και το καθεστώς της 4ης Αυγούστου είχαν φροντίσει να καταστείλουν ήδη από το 1936.
Ο μύθος των αδιάφορων Ιταλών και των άτακτων αλλά ψυχωμένων Ελλήνων
Στις λαϊκές αφηγήσεις έχει επικρατήσει ο μύθος πως οι Ιταλοί στρατιώτες ήταν αδιάφοροι και υπερόπτες, ώστε, εν πολλοίς, η αντίθεση με τους ψυχωμένους Έλληνες ήταν αυτή που γέννησε το έπος του 1940, μέχρι να έρθει η ανυπέρβλητη γερμανική πολεμική μηχανή.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι Ιταλοί πολέμησαν σκληρά, παρά τις πολύ δύσκολες συνθήκες που αντιμετώπισαν και οι ίδιοι, όπως φυσικά και οι Έλληνες. Ταυτόχρονα, οι Έλληνες δεν ήταν ένας στρατός που πολέμησε με την ψυχή του και με πρωτόγονα μέσα.
Η χώρα είχε σχετικά πρόσφατα εμπλακεί σε πολλές πολεμικές συρράξεις, υπήρχε δηλαδή έμπειρο στρατιωτικό προσωπικό, ενώ είχαν δαπανηθεί αρκετά χρήματα και πόροι για την προετοιμασία της Ελλάδας απέναντι σε έναν πόλεμο που φαινόταν αναπόφευκτος ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1930.
Ένα πολύ μεγάλο μέρος των Ελλήνων συνεργάστηκε με τον κατακτητή
Πρόκειται για ένα ζήτημα-ταμπού που απασχολεί πολύ μέχρι και σήμερα την ελληνική κοινωνία. Έχει σχηματιστεί, λοιπόν, η εικόνα ότι οι συνεργάτες των κατακτητών ήταν ελάχιστοι και δακτυλοδεικτούμενοι σε μία κοινωνία, που στη συντριπτική της πλειοψηφία ήταν από την πρώτη στιγμή στην ένοπλη ή μη αντίσταση.
Η πραγματικότητα είναι βέβαια πού διαφορετική. Η έκταση της συνεργασίας με τον κατακτητή, ειδικά τα πρώτα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής, είναι πολύ μεγάλη. Την καταδεικνύει, μάλιστα, και ο ιστορικός Μενέλαος Χαραλαμπίδης στο πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο Οι Δωσίλογοι: Ένοπλη, πολιτική και οικονομική συνεργασία στα χρόνια της Κατοχής (εκδ. Αλεξάνδρεια).
Αυτή η συνεργασία, βέβαια, δεν γινόταν κάθε φορά με τον ίδιο τρόπο. Υπήρχαν πράγματι πολλοί πρόθυμοι να συνεργαστούν με τους Γερμανούς για ίδιον συμφέρον ή ακόμα και γιατί μοιράζονταν κοινές ιδεολογικές βάσεις. Τις περισσότερες φορές όμως αυτό γινόταν κατόπιν καταναγκασμού ή για λόγους επιβίωσης.
Ξέρουμε εξάλλου, ότι και στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες κατακτημένες χώρες, οι κοινωνίες λιμοκτονούσαν και αυτό ήταν ένα όπλο των Γερμανών προκειμένου να επιτύχουν πιο εύκολα τη συνεργασία των ανθρώπων μαζί τους.
… και δεν τιμωρήθηκαν ποτέ
Μία σκληρή πραγματικότητα είναι ότι για βαθιά πολιτικούς λόγους που ξεκινούν από τα Δεκεμβριανά και τη σύγκρουση του ΕΑΜικού με το αντι-ΕΑΜικό στρατόπεδο, οι συνεργάτες των κατακτητών πολλοί από τους οποίους ήταν πιο σκληροί και από τους ίδιος τους Γερμανούς, δεν τιμωρήθηκαν ποτέ.
Αντιθέτως, είχαμε μια Δικαιοσύνη σε εντεταλμένη υπηρεσία από το βαθύ κράτος της εθνικοφροσύνης να αθώωσει ή να απαλλάξει μαζικά ανθρώπους οι οποίοι είχαν πολεμήσει στο πλευρό των Γερμανών, εναντίον των αντιστασιακών και των κομμουνιστών, ήδη από την Κατοχή.
Όπως είπαμε προηγουμένως, ο αριθμός των ανθρώπων που συνεργάστηκαν με τον Κατακτητή ήταν πολύ μεγάλος. Από την άλλη, αυτοί που καταδικάστηκαν ήταν ελάχιστοι και, ακόμα και αυτοί, μέσα στα επόμενα χρόνια αποφυλακίστηκαν με ειδικές διαδικασίες, όπως η χάρη από τον βασιλιά.
Το γεγονός ότι τόσοι συνεργάτες των Γερμανών, άνθρωποι που συνεργάστηκαν με τους ναζί εις βάρος άλλων που αντιστάθηκαν, δεν τιμωρήθηκαν ποτέ αποτέλεσε και αποτελεί ακόμα ένα πλήγμα στα βάθη της ελληνικής κοινωνίας.
Ο ελληνικός λαός πράγματι αντιστάθηκε ηρωικά
Μερικές από τις παραπάνω αλήθειες δεν πρέπει να φανούν, φυσικά, ως ένας τρόπος να αποδομηθεί ο πυρήνας της ιστορικής αλήθειας που είναι ότι ο ελληνικός λαός αντιστάθηκε, πολλές φορές ηρωικά, απέναντι στον κατακτητή.
Όχι βέβαια με τον ίδιο τρόπο και σίγουρα όχι το ίδιο μαζικά στον πόλεμο, στην αρχή και στο τέλος της Κατοχής.
Σίγουρα όμως, πλάι στα παραδείγματα δοσίλογων που δεν τιμωρήθηκαν ποτέ, υπάρχουν άλλοι που έδωσαν και τη ζωή τους για την ελευθερία και τη μάχη κατά του ναζισμού.
Η 28η Οκτωβρίου, η επέτειος και οι εορτασμοί της αφορούν -ή τουλάχιστον θα έπρεπε να αφορούν- μόνο εκείνους.