Ο ηθοποιός Jesse Eisenberg κερδίζει το στοίχημα του σεναρίου και της σκηνοθεσίας μιας ταινίας-πορτραίτου του πόνου σε όλες τις κλίμακες, από τα προσωπικά δράματα μέχρι την τραγωδία του Ολοκαυτώματος. Ο σαρωτικός Kieran Culkin θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για το Όσκαρ Β΄Ανδρικού Ρόλου.

Βγαίνοντας από το σινεμά, τα αυτοκίνητα στην Κηφισίας, οι δυσδιάκριτες ομιλίες των περαστικών, ακόμα και ο ήχος του αέρα, όλα έγιναν πιο έντονα, σαν κάτι να αποκρυσταλλώθηκε. Ή μάλλον εγώ τους έδωσα τη σημασία που δεν τους έδινα πριν, γιατί ήμουν εντελώς μες στο κεφάλι μου, όπως ο David της ταινίας του Jesse Eisenberg, «Αληθινός Πόνος», που τον υποδύεται ο ίδιος.

Η χαμηλόφωνη δραμεντί που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Αμερικανός ηθοποιός, πολωνο-εβραϊκής καταγωγής, είναι μια -παραδόξως κωμική- σπουδή πάνω στην ανθρώπινη οδύνη, τη δυσφορία, την ενόχληση· ένα πορτραίτο του πόνου σε όλες τις κλίμακες, από τα προσωπικά μικρά και μεγάλα δράματα, πιεστικά για τον καθένα από εμάς στον δικό του μικρόκοσμο, μέχρι την απόλυτη τραγωδία του Ολοκαυτώματος.

Αν η γιαγιά σου έχει επιβιώσει από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Πολωνίας, εσύ έχεις δικαίωμα να είσαι σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση και να χαραμίζεις τη ζωή σου (σύμφωνα πάντα με τα κοινωνικά πρότυπα), ζώντας μέχρι τα 30+ στο υπόγειο της μητέρας σου, όπως ο παράξενα γοητευτικός, αλλά αλλοπρόσαλλος ξάδερφος του David, Benji, τον οποίο υποδύεται αριστοτεχνικά ο Kieran Culkin του “Succession”; Ο ηθοποιός, αν και πρωταγωνιστής της ταινίας μαζί με τον Eisenberg, είναι ένα από τα φαβορί για το Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου.

Από την άλλη, ο ενοχικός και αμήχανος χαρακτήρας που ενσαρκώνει σαν δεύτερη φύση του, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας, Jesse Eisenberg είναι θεωρητικά επιτυχημένος στη δουλειά του, πατέρας ενός μικρού αγοριού κι έχει έναν ευτυχισμένο γάμο.

Οι δύο φαινομενικά αταίριαστοι ξάδερφοι, που υπονοείται ότι έχουν μεγαλώσει σαν αδέρφια, επανενώνονται μετά από καιρό, για να κάνουν ένα οργανωμένο ταξίδι στην Πολωνία με γκρουπ και να επισκεφθούν το σπίτι και το στρατόπεδο συγκέντρωσης, απ’ το οποίο επέζησε η προσφάτως θανούσα γιαγιά τους, πριν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ.

Τα προσωπικά τους βάσανα και αδιέξοδα, καθώς και η γεμάτη αναταράξεις σχέση τους φωτίζονται διαφορετικά, όταν επισκέπτονται για πρώτη φορά την Πολωνία, την πατρίδα ενός τεράστιου συλλογικού τραύματος της ανθρωπότητας. Οι χαρακτήρες του Eisenberg και του Culkin κάνουν ένα κυριολεκτικό ταξίδι επιστροφής στον πυρήνα του πόνου και του διαγενεακού τραύματος, ως δύο weird, ταλαιπωρημένοι Αμερικάνοι της ηλικίας τους, που θέλουν να τιμήσουν τη μνήμη της γιαγιάς τους.

Μια ταινία στο βάθος της οποίας βλέπουμε το Ολοκαύτωμα μπορεί να είναι και κωμωδία; Σίγουρα ναι, απαντάει ο δημιουργός της Jesse Eisenberg, στη δεύτερη μεγάλου μήκους του, μετά το “When You Finish Saving the World” (2022) που πέρασε στα ψιλά.

Το “A Real Pain” είναι ανακουφιστικά αστείο, σε πολλές στιγμές. Το κωμικό του πράγματος έγκειται στους εκ διαμέτρου αντίθετους χαρακτήρες του πρωταγωνιστικού διδύμου: ο κρατημένος και αγέλαστος David (Eisenberg) παλεύει να βγάλει τον εαυτό του προς τα έξω, ενώ ο ασταθής και κυκλοθυμικός Benji (Culkin) είναι -στην επιφάνεια- πιο εξωστρεφής απ’ όσο αντέχουν οι περισσότεροι.

Ο Benji, βέβαια, στην πραγματικότητα δεν αποκαλύπτει τίποτα για τον εαυτό του σε αντίθεση με τον εσωστρεφή David που σε έναν οδυνηρά απολαυστικό, γρήγορο μονόλογο λέει τα πάντα για τη ζωή του σε ένα λεπτό, όταν τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ σχολιάζουν το πόσο ισορροπημένος φαίνεται ο ίδιος σε σχέση με τον προβληματικό ξάδερφό του. Ο αγχώδης και self-conscious David, παρά το ότι έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία, ζηλεύει κρυφά τον σαρωτικό Benji.

Ο κοινωνικά αποτυχημένος ξάδερφος, χωρίς κανένα πλάνο για τη ζωή του, θρηνεί απενοχοποιημένα για τη γιαγιά του, τον «αγαπημένο του άνθρωπο στον κόσμο». Δεν φοβάται να είναι ο εκρηκτικός εαυτός του, ενοχλεί, αλλά στο τέλος γίνεται αξιαγάπητος –σε αντίθεση με τον David που περνάει ως αξιόπιστος, αλλά άχρωμος και άοσμος, και ζητάει συνεχώς συγγνώμη. Οι δύο ηθοποιοί παίζουν τον τύπο του χαρακτήρα που τους έχει καθιερώσει και σε υποκριτικό επίπεδο, όλα μοιάζουν απολύτως φυσικά.

Το σενάριο είναι εντέχνως κρυπτικό. Δεν μαθαίνουμε γιατί ο Benji βρίσκεται καθηλωμένος σ’ αυτό το limbo του ενήλικα-εφήβου, ούτε πώς και αν θα συνεχίσει τη ζωή του. Την απάντηση δεν την έχει βρει ούτε ο ίδιος, και όπως όλα δείχνουν δεν θα αφήσει τον David να τον βοηθήσει. Ο ρυθμός που ακολουθεί το φιλμ, το timing και το delivery των αστείων λειτουργούν εξαιρετικά, όπως και η εναλλαγή βάρους και ελαφράδας. Δεν υπάρχει τίποτα διδακτικό στην ιστορία, ούτε καμία προσπάθεια για εύκολο εντυπωσιασμό.

Οι δύο χαρακτήρες είναι λες και υπήρχαν πριν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν, μετά το ιδιότυπο road trip, του οποίου -παρεμπιπτόντως- γίναμε μάρτυρες. Η διάρκεια των 90 λεπτών, που τελευταία την έχουμε ξεχάσει με τις περισσότερες ταινίες να διαρκούν κατά μέσο όρο δύο ώρες, μοιάζει ιδανική.

Με την επιστροφή των δύο πρωταγωνιστών σε αμερικανικό έδαφος, όλα φωτίζονται αλλιώς. Κυρίως, επειδή η αλληλοσυμπληρούμενη, «εφηβική» δυάδα σπάει και η πραγματικότητα δεν συγχωρεί χαρακτήρες, όπως του Culkin, που δεν την εμπεριέχουν. Όσο βλέπουμε τον David να γυρίζει στη γυναίκα του και το παιδί του στη Νέα Υόρκη, ανακουφισμένος από την «κανονικότητα» της επιλογής του, αναρωτιόμαστε:

Και ο Benji; Ο χαρακτήρας που αρνείται να μπει στην «ενήλικη ζωή», δεν μπορεί να πάει παρακάτω και σωματοποιεί τη διαγενεακή κληρονομιά του Αληθινού Πόνου; Δικαιούμαστε να μην θέλουμε να ζήσουμε, όταν χιλιάδες μικρά θαύματα έσωσαν τους προγόνους μας; Ο Jesse Eisenberg, με αυτό το χαμηλών τόνων διαμαντάκι, μοιάζει να απαντάει «ναι», τίποτα το ανθρώπινο δεν μπορεί να μας είναι ξένο.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
1
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα