Ο κωμικός που κάνει ακραία αστεία με τον πιο woke τρόπο και δεν ανεβάζει πια βίντεο γιατί φοβάται την επιτυχία
Με το που συστηνόμαστε στην είσοδο στο Πεδίον του Άρεως, από την πλευρά της Σπύρου Τρικούπη, του ξεκαθαρίζω ότι είναι ο αγαπημένος μου κωμικός. «Χαίρομαι που λες ότι είμαι ο αγαπημένος σου, αλλά όχι ο καλύτερος», μου λέει και δεν μπορώ να είμαι σίγουρη για το αν μιλά σοβαρά ή όχι.
Την πρώτη φορά που τον είδα ήταν στο «Σόλο Τιτκώβ» στο θέατρο Άβατον, που συνεχίζει και φέτος, ακολούθησε η εμφάνισή του στη «Μέντα» στην Κηφισιά μαζί με τον Μιχάλη Σεβαστέρη, που θα γίνει μηνιαία συνάντηση, και αυτή η γνωριμία κατέληξε σε ένα quiz night που συνδιοργανώνει με την Κατσαρίδα Υπονόμου (από την αυτοεκδοτική Katsarida Press) κάθε Δευτέρα στο “Bonco” του Περιστερίου, και από την οποία έφυγα νικήτρια, με μία κανάτα μπύρα.

photo credits: Δημήτρης Καπάνταης
Ο πολύς κόσμος γνωρίζει πολύ καλά τον Άλεξ Τιτκώβ εδώ και αρκετά χρόνια, όταν ξεκίνησε να ανεβάζει τα κωμικά βίντεο NightpowerGR, σε μία εποχή που δεν το έκανε κανείς. Πώς και αποφάσισε να κάνει κωμωδία ενώ ήταν μόλις 19 χρονών; «Ρωτάμε πάντα πώς ξεκινά κάτι και όχι γιατί συνεχίζει. Είναι σαν τις σχέσεις. Το πρώτο ραντεβού είναι το εύκολο, το θέμα είναι αν θα φτάσεις στο εκατοστό. Και γερμανικά έχω ξεκινήσει, και στίβο έχω ξεκινήσει, αλλά τα παράτησα», με αποστόμωσε με το καλημέρα σας.
Η πηγή έμπνευσης για να ξεκινήσει ήταν ο Sacha Baron Cohen και το σόου “Ali G”. «Ωστόσο δεν του συγχωρώ αυτό που έκανε με τον Borat και το Καζακστάν, γιατί πήγα και μου άρεσε. Αφού είσαι πλούσιος Εβραίος, μπορώ να καταλάβω γιατί είσαι με το Ισραήλ. Αλλά γιατί τόσο μίσος για το Καζακστάν; Πολύ αμερικάνικο εκ μέρους του».
Αν και είμαι πολύ μεγάλη fan του, παραδέχομαι ότι ανακάλυψα τα βίντεό του, “Market Man”, μόλις δύο μέρες πριν τη συνέντευξη. «Χαίρομαι που είναι ακόμα επίκαιρα», μου λέει και τον ρωτάω πού είναι τα υπόλοιπα, εφόσον έχει να ανέβει χρόνια κάτι καινούριο. «Γύρισα 6 βίντεο σε μία μέρα και αυτό ήταν. Με ρωτάς γιατί δεν κάνω τίποτα; Γιατί έτσι. Γιατί έχω φόβο επιτυχίας, το εντόπισα με την ψυχολόγο μου. Είναι κατάθλιψη; Δεν έχω όρεξη;».

photo credits: Δημήτρης Καπάνταης
Μένουμε στην ψυχοθεραπεία, γιατί ενώ του λέω ότι κάνει τόσα πράγματα μαζί, και κυρίως καλά, επιμένει ότι θα μπορούσε και καλύτερα. Ωστόσο, δεν πτοείται αν δεν γελάσει το κοινό. «Καταρχάς, αν έρθει κόσμος, αυτό σημαίνει ότι πληρωνόμαστε. Αν δεν γελάσουν, κάπως θα τους βρεις μωρέ. Αυτό που έχω καταλάβει είναι ότι γελάνε σίγουρα με το αστείο της στιγμής, το λεγόμενο crowd work. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι μοναδικό και ανήκει και στο κοινό. Φαίνεται ότι είναι αυθόρμητο. Δηλαδή συγγνώμη, τζάμπα κάθομαι και γράφω;».
Ο Άλεξ Τιτκώβ είναι ένας κωμικός που σχολιάζει θέματα που κάνουν «τζιζ». Αστυνομική βία, πολιτική, ναρκωτικά, squirting. Γελάει το κοινό που θα τον δει πρώτη φορά; «Ναι, γιατί δεν χρειάζεται να ταυτίζεσαι με αυτό που βλέπεις. Δεν χρειάζεται να είσαι μαύρος Έλληνας προκειμένου να καταλάβεις την εμπειρία του. Έχω κάνει δηλαδή ένα τραβηγμένο αστείο για ναρκωτικά στην ύπαιθρο, και να γελάσουν γιατί είχε πλάκα το αστείο. Γελάς γιατί καταναλώνεις κάτι που δεν είσαι εσύ. Αλλά το άλλο που συμβαίνει είναι όταν δεν παίζεις σε μεγάλη πόλη, κάποιοι δεν γελούν για να μην φανεί ότι κατάλαβαν το αστείο. Γιατί γέλασες Κλέλια με το strapon; Μήπως έχεις στο σπίτι; Ενώ στην Αθήνα θα ρωτήσεις πόσα κορίτσια έχουν κάνει squirting και θα χειροκροτήσουν 10».

photo credits: Δημήτρης Καπάνταης
Ένα αγαπημένο θέμα στην κωμωδία του Άλεξ είναι ο χλευασμός των straight ανδρών. «Εμένα με ενδιαφέρει να την πω στους Αριστερούς από την Αριστερά και στους Δεξιούς από τη Δεξιά, να χρησιμοποιήσω επιχειρήματα που είναι αυτοαναιρούμενα για την κάθε ιδεολογία. Όταν τραβάς τα όρια σε κάθε πράγμα, καταρρέει». Του υπενθυμίζω βέβαια ότι αν και δεν φοβάται τα άκρα, παραμένει woke (που για εμένα είναι κομπλιμέντο). «Σε ευχαριστώ. Δεν είναι σκοπός μου να υποστηρίξω, αλλά ξέρω αυτή τη γλώσσα και αυτές είναι οι θέσεις μου. Γενικά, έχει πλάκα η αντιστροφή, το να κάνεις τα πράγματα ανάποδα. Να νικά ο underdog και να χάνει η εξουσία».

photo credits: Δημήτρης Καπάνταης
Καλό αστείο ή καλό delivery; Είναι η ερώτηση που έχω κάνει σε κάθε συνέντευξη με κωμικό. Η πλειοψηφία δίνει πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα στα αστεία και λιγότερο στον τρόπο με τον οποίο θα ειπωθούν και θα περάσουν στο κοινό. Εγώ πάντως βρίσκω πολύ πιο κωμικό τον τρόπο, τη φωνή, τις παύσεις, την κινησιολογία. Ο Άλεξ Τιτκώβ είναι η απόδειξη αυτού που λέω, γιατί μπορεί να σε κάνει να ξεκαρδιστείς ακόμα και με αστείο για αέρια. «Σύμφωνα με τους ίδιους τους κωμικούς, όποιον κωμικό και να πάρεις, ακόμα και αν έχει τα καλύτερα αστεία, αλλά τρέμει και δεν μπορεί να μιλήσει, θα εκτιμηθεί, ακόμα κι αν δεν γελάσει το κοινό. Αλλά για το κοινό, ναι, είναι πιο σημαντικό το delivery, αφού πρέπει να τους τραβήξεις την προσοχή.
Το πρόβλημα που έχουμε στην Ελλάδα είναι ότι δεν υπάρχουν άνθρωποι να γράφουν μόνο. Οι σεναριογράφοι στο Bojack Horseman, για παράδειγμα, είναι άγνωστοι και δεν κάνουν stand up. Είναι όμως εξαιρετικοί στο γράψιμο. Επίσης, έχουμε πολύ λίγους κωμικούς και χρειαζόμαστε κι άλλους. Ο αγαπημένος μου κωμικός είναι ο Στέφανος Γιδάρης και δυστυχώς έχει σταματήσει το stand up. Το λέω μπας και γυρίσει. Είναι τρομερός».
Οι υπόλοιποι τον μάθαμε όταν υπέστη σκληρή αστυνομική βία στην ΑΣΟΕΕ, κατά τη διάρκεια αντιρατσιστικής συγκέντρωσης. Αφότου συνελήφθη, του απαγορεύτηκε η είσοδος στα Εξάρχεια, για τουλάχιστον 6 μήνες. «Ήταν στην αρχή της καραντίνας και επίσης δεν μου αρέσουν τα Εξάρχεια, γιατί δεν υπάρχουν πια αραγματικές περατζάδες. Πέρα από την πλάκα, ήταν στημένο. Η διαφορά μεταξύ του δικού μου περιστατικού και άλλων, είναι ότι εγώ είχα τη στήριξη των συναδέλφων. Και τώρα που συνέλαβαν μία συνάδελφο στη Θεσσαλονίκη στις 6 Δεκεμβρίου, βγάλαμε μία ανακοίνωση. Είμαστε λίγοι, αλλά υπάρχει στήριξη, ανεξαρτήτως ιδεολογίας».
Αν θες να δεις τον Άλεξ να κάνει stand up, το «Σόλο Τιτκώβ» συνεχίζει για δεύτερη χρονιά στο θέατρο Άβατον, κάθε Τετάρτη, και θα ολοκληρωθεί στο τέλος Ιανουαρίου, ενώ στον ίδιο χώρο φιλοξενείται μία φορά τον μήνα και η παράσταση “Raw”, με 7 κωμικούς που παρουσιάζουν τα «χειρότερα» και πιο «δύσκολα» κείμενά τους, που σπάνε κάθε όριο και φραγμό.