Πώς ο ακραίος πολωτικός λόγος του Ρεπουμπλικανού Donald Trump έπεισε έναντι των identity politics που επιστράτευσε η υποψήφια των Δημοκρατικών Kamala Harris;
Ο Donald Trump επέστρεψε στη θέση του προέδρου. Οι φετινές αμερικανικές εκλογές ήταν ένα θρίλερ που μέχρι την τελευταία στιγμή κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει με ακρίβεια πώς θα ψηφίσουν οι πολίτες. Αν και η Kamala Harris ήλπιζε μέχρι τέλους πως κάποιες πολιτείες θα της δώσουν το κλειδί για τον Λευκό Οίκο. Το αποτέλεσμα ήταν να καταγράψει μία σημαντική ήττα, χάνοντας όχι μόνη την προεδρία, αλλά και τον έλεγχο της Γερουσίας.
Ποιοι επικοινωνιακοί παράγοντες έπαιξαν ρόλο για το εν λόγω αποτέλεσμα;
Οι δύο Αμερικές
Ο τρόπος με τον οποίο διενεργήθηκε η πολιτική επικοινωνία των δύο υποψηφίων, αλλά και το κλίμα φόβου στο οποίο διεξήχθησαν οι εκλογές, αποκαλύπτουν πώς η Αμερική είναι χωρισμένη -περισσότερο από ποτέ- στα δύο.
Παραπληροφόρηση, fake news, deep fakes μέσω AI, ακραίος πολωτικός λόγος, καθώς και η σκιά της ανοργάνωτης πολιτικής βίας από εξτρεμιστικές συντηρητικές ομάδες δημιούργησαν ένα κλίμα ανασφάλειας και μια αίσθηση επικείμενης κατάρρευσης στο εσωτερικό της χώρας.
Το γεγονός πως την ημέρα των εκλογών, 15 πολιτείες κινητοποίησαν την εθνοφρουρά για να εγγυηθούν την ασφάλεια της όλης διαδικασίας, αποδεικνύει πως στο εσωτερικό της Αμερικής υπάρχουν σημαντικά ρήγματα. Όπως φάνηκε από το αποτέλεσμα, η πλευρά του Donald Trump κατέγραψε καλύτερα αυτές τις κοινωνικές τομές και εστίασε την επικοινωνία στην ικανοποίηση των συγκεκριμένων αιτημάτων με δύο βασικά αφηγήματα τα οποία διασφαλίζουν σε κάθε άνθρωπο και κάθε στιγμή την ευημερία, την οικονομία και την ασφάλεια.
Το μικρό χρονικό διάστημα και η ρεπουμπλικανική ατζέντα
Η Kamala Harris δεν ήταν η πρώτη επιλογή των Δημοκρατικών. Προτού το εκλογικό σώμα βιώσει το θρίλερ της 5ης Νοεμβρίου, είχε έρθει αντιμέτωπο με το θρίλερ της υποψηφιότητας των Δημοκρατικών.
Ο απερχόμενος Πρόεδρος της Αμερικής Joe Biden, παρά τα σημαντικά προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει και τα οποία αρνείται δημοσίως, ήλπιζε στην ανανέωση της θητείας του. Οι έντονες πιέσεις από το εσωτερικό του κόμματός, όμως, τον οδήγησαν την 21η Ιουλίου 2024 να αποσύρει την υποψηφιότητά του.
Η Kamala Harris ήταν περισσότερο αποτέλεσμα συναίνεσης, παρά οικοδόμησης ενός ηγετικού προφίλ και ομαλής διαδοχής. Στην πράξη, ως επίσημη υποψήφια των Δημοκρατικών, είχε μόλις περίπου 100 ημέρες για να διενεργήσει μία καμπάνια που θα της έφερνε τη νίκη.
Σημείο-κλειδί για την ήττα της ήταν το γεγονός πως δεν κατάφερε σε όλο αυτό το διάστημα να επιβάλει την δική της ατζέντα. Αντιθέτως επένδυσε σε έναν αντι-τραμπικό λόγο, δείχνοντας πως με αυτό τον τρόπο δεν φέρνει ουσιαστικές προτάσεις, αλλά αντιτίθεται στη ρεπουμπλικανική ατζέντα. Αυτό σε επίπεδο πολιτικής επικοινωνίας αποτελεί σημαντική ήττα, καθώς ένας υποψήφιος οφείλει να ορίζει ο ίδιος τα θέματα και όχι να καθορίζεται από τους αντιπάλους του.
Μεταναστευτικό
Το μεταναστευτικό είναι ένα διαρκές ζήτημα για την Αμερική και οι Δημοκρατικοί απέτυχαν να πείσουν το ευρύ κοινό πως μπορούν να το διαχειριστούν.
Σε αυτό το κοινό δεν ανήκουν μόνο οι λευκοί ψηφοφόροι με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, αλλά και η εργατική τάξη Αφροαμερικανών και Λατίνων με δικαίωμα ψήφου, που βιώνουν διαρκή διακινδύνευση και επιζητούν περισσότερη εργασιακή ασφάλεια και όχι ανταγωνισμό. Έτσι, μπορεί να γίνει κατανοητό πώς ομάδες -πρακτικά στόχοι του λευκού ρατσισμού-, εν τέλει κατέληξαν να υποστηρίξουν την υποψηφιότητα του Donald Trump.
Οι επικοινωνιακές πρακτικές του, το να ντύνεται υπάλληλος στα McDonald’s και να σερβίρει γεύματα στον κόσμο ή να φοράει γιλέκο εργάτη καθαριότητας σε προεκλογική ομιλία του, στόχευαν στο να δημιουργηθούν οι απαραίτητες συσχετίσεις και ταυτίσεις με το σύγχρονο εργατικό σώμα των ΗΠΑ, στο οποίο ανήκουν πολλοί έγχρωμοι ψηφοφόροι. Με αυτόν τον τρόπο ο ακραίος ρατσιστικός λόγος και το επιχείρημα του «όχι άλλοι ξένοι» λειτούργησε ως ένας προστατευτισμός των κεκτημένων για τους συγκεκριμένους ψηφοφόρους. Το μεταναστευτικό ζήτημα, εν τέλει, συνδέθηκε με την ίδια την οικονομία, πέραν της ασφάλειας, και εκεί ήταν η μεγάλη νίκη του Donald Trump.
Τα νέα celebrity politics
Στις αμερικανικές εκλογές συχνά κυριαρχούν δύο κατηγορίες πολιτικών συσχετίσεων: τα celebrity politics και τα identity politics. Τα πρώτα σχετίζονται με τα δημόσια πρόσωπα που παίρνουν θέση και στηρίζουν ανοιχτά έναν υποψήφιο. Τα δεύτερα με τον τρόπο που οι διάφορες ταυτοτικές διεκδικήσεις αναδύονται ως κυρίαρχα θέματα στη δημόσια σφαίρα.
Ως προς τα celebrity politics, η Kamala Harris είχε σαφή υποστήριξη από τον καλλιτεχνικό κόσμο της Αμερικής. Η Taylor Swift, η Oprah Winfrey, η Lady Gaga, η Katy Perry, η Christina Aguilera, ο Mick Jagger, ο Will.I.Am και πάρα πολλοί άλλοι στάθηκαν στο πλευρό της. Εδώ, να σημειωθεί πως ακριβώς αυτή η σχέση ήταν αρκετή για να της δημιουργήσει και περισσότερα προβλήματα. Υπήρξαν αρκετές θεωρίες συνωμοσίας που προσπάθησαν να τη συνδέσουν άμεσα με τον Sean Combs, γνωστό και ως “Diddy”, ο οποίος εμπλέκεται ως εγκέφαλος σε ένα τεράστιο σκάνδαλο σεξουαλικής κακοποίησης, trafficking, ενώ κατηγορείται για εκβιασμούς και συμβόλαια θανάτου.
Έτσι, endorsements προς το πρόσωπο της Kamala Harris από celebrities, όπως η Beyoncé που διατηρούσε για χρόνια δεσμούς φιλίας και συνεργασία με τον Combs, λειτούργησαν ανασταλτικά για ένα σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος.
Από την άλλη πλευρά, ο Donald Trump είχε την έμπρακτη στήριξη του Elon Musk, αλλά και αρκετών άλλων ισχυρών επιχειρηματιών όπως του Jeff Bezos, ο οποίος ζήτησε η Washington Post να μην στηρίξει την υποψηφιότητα των Δημοκρατικών. Αρκετοί μιλούν για το πόσο σημαντική ήταν η 3ωρη παρουσία του Donald Trump στο podcast του Joe Rogan. Με αυτό τον τρόπο επαναπροσδιορίζονται τα celebrity politics, αλλά και η δύναμη του Hollywood.
Η αποτυχία των identity politics
Τώρα ως προς τα identity politics, η Kamala Harris έπαιξε αρκετά το χαρτί της πρώτης έγχρωμης γυναίκας Προέδρου, αλλά και της διασφάλισης του δικαιώματος στην άμβλωση για τις γυναίκες.
Η προσπάθειά της να συνδεθεί με κινήματα μαύρων, Λατίνων, ΛΟΑΤΚΙ+ και άλλων ομάδων, με διεκδικήσεις κοινωνικής δικαιοσύνης στην πραγματικότητα την απομάκρυνε από τη λευκή συντηρητική ψήφο.
Αν και η στήριξή της από τις γυναίκες ήταν σημαντική, όπως όλα έδειξαν δεν ήταν αρκετή. Οι ρεπουμπλικανικές καταγγελίες για woke πολιτική τελικά υπερίσχυσαν και την τοποθέτησαν στο περιθώριο. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί πως οι έμφυλες διεκδικήσεις είναι ένα εργαλείο, το οποίο χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή από τους υποψηφίους.
Η σοβαρότητα, οι ολοκληρωμένες λύσεις, η κατανόηση των διαφορετικών κοινών, αλλά και η εξατομικευμένη επικοινωνία προς αυτά είναι τα σημεία για να καταστήσουν αξιοποιήσιμη και ουσιαστική την ατζέντα κοινωνικής δικαιοσύνης. Η Kamala Harris ρίχνοντας μεγαλύτερο βάρος σε αυτά τα ζητήματα έδωσε την αίσθηση πως αγνοεί τα καθημερινά ζητήματα, δηλαδή του πληθωρισμού και της ακρίβειας που απασχολούν τον μέσο Αμερικανό.
Επιπλέον, δεν είναι μικρό το ποσοστό των Αμερικανών που νιώθουν πως η οικογένεια και οι φυλετικές ταυτότητες, όπως εκείνοι τις γνωρίζουν είναι σε φάση κρίσης. Αυτό τους δημιουργεί αρκετό άγχος για το μέλλον, καθώς οι απλές αυτές συσχετίσεις είναι βασικές στο γνωστικό σχήμα που έχουν για τον κόσμο. Η αίσθηση πως η οικογένεια και τα φύλα βρίσκονται σε ρευστότητα τους οδηγεί στο να ανησυχούν για το πόσο γρήγορα μεταβάλλεται το περιβάλλον στο οποίο ζουν και να έχουν την αίσθηση της κατάρρευσης.
Το αποτέλεσμα είναι να ενεργοποιούνται τα συντηρητικά αντανακλαστικά και να οδηγούνται στην ανάγκη διατήρησης της φόρμας και της οικείας πραγματικότητας. Ο σεξισμός, η ομοφοβία, η τρανσφοβία βρήκαν πρόσφορο έδαφος σε μία κοινωνία που μαστίζεται κυρίως από οικονομικά προβλήματα και θεωρήθηκαν ως «λύσεις» για τον έλεγχο ενός κόσμου που μεταβάλλεται εξαιρετικά γρήγορα.