Το 89% των Ελλήνων, σε παλιότερη έρευνα, είχε απαντήσει πως η ελληνική κουλτούρα είναι ανώτερη από τις άλλες. Μήπως αυτή ακριβώς η πεποίθηση συνέβαλε στο να φτιαχτεί το παζλ της σημερινής πραγματικότητας;
«Σε καμία άλλη γλώσσα δεν μεταφράζεται η λέξη φιλότιμο» λέει το γνωστό ρητό στο οποίο ανατρέχουν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες κάθε φορά που θέλουν να τονίσουν τη μοναδικότητα της χώρας μας.
Από το ρήμα φιλώ (αγαπώ) και την τιμή, το να έχει κανείς φιλότιμο σήμερα σημαίνει να είναι ηθικός, τίμιος και να σέβεται τους συνανθρώπους του, σε αντίθεση με την αρχική σημασία της λέξης που περιέγραφε την υπερβολική λατρεία για τη δόξα.
Πώς γίνεται, όμως, μια χώρα που λέγεται πως γέννησε την ηθική και την τιμιότητα, να βρίσκεται επανειλημμένα εν μέσω καταστάσεων που δείχνουν ότι η ευαισθησία, η αγάπη και ο σεβασμός για τους άλλους είναι ξεχασμένες έννοιες του παρελθόντος και υπονομεύονται για χάρη του ατομικισμού;
Κάποιοι κάνουν λόγο για ανωτερότητα της χώρας, και εκεί ακριβώς φαίνεται να βρίσκεται το πρόβλημα.
«Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες, εσείς τρώγατε βελανίδια στα δέντρα»
Σχεδόν 9 στους 10 Έλληνες πιστεύουν ότι η ελληνική κουλτούρα είναι ανώτερη από τις άλλες, όπως προέκυψε από έρευνα του 2018 που πρόσφατα ήρθε και πάλι στην επικαιρότητα και διαμοιράστηκε στα social media.
Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Pew Research Center συμμετείχαν 56 χιλιάδες ενήλικες από 34 ευρωπαϊκές χώρες κατά τη διάρκεια των ετών 2015-2017, οι οποίοι ρωτήθηκαν για την οπτική τους πάνω σε ζητήματα θρησκείας, εθνικής ταυτότητας, μειονοτήτων κ.α.
Οι Έλληνες ήταν εκείνοι που συμφώνησαν στην πλειοψηφία τους με την δήλωση «Ο λαός μας δεν είναι τέλειος, αλλά η κουλτούρα μας είναι ανώτερη από τις άλλες», αφού το 89% των ερωτηθέντων απάντησε θετικά, την ίδια ώρα που το μέσο δυτικοευρωπαικό ποσοστό είναι 45%.
Η έρευνα έδειξε ακόμα πως το 76% των Ελλήνων θεωρεί το θρησκευτικό στοιχείο σημαντικό κομμάτι της ελληνικής ταυτότητας, ενώ η πλειοψηφία απάντησε πως δεν θα δεχόταν άτομο μουσουλμανικής καταγωγής στην οικογένεια τους.
Όπως γράφουν οι ερευνητές, παρόλο που η Ελλάδα έχει ευθυγραμμιστεί με τη Δύση από καιρό, σε θέματα που αφορούν την θρησκεία, το νατιβισμό και τα κοινωνικά ζητήματα ταυτίζεται περισσότερο με την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Αν και τα αποτελέσματα της εν λόγω έρευνας έχουν αμφισβητηθεί από κάποιους/-ες, η αίσθηση πως ο λαός μας υπερτερεί είναι κάτι που έχουμε συναντήσει όλοι στους ανθρώπους γύρω μας ή ακόμα και στον εαυτό μας.
Δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς το γεγονός πως η Αρχαία Ελλάδα αποτέλεσε λίκνο του δυτικού πολιτισμού, με τη συμβολή της στην ανάπτυξη της Δημοκρατίας, στην τέχνη, τη φιλοσοφία, τη λογοτεχνία και την επιστήμη να είναι εξαιρετικά σημαντικά επιτεύγματα.
Η αποθέωση όμως του ελληνικού πολιτισμού, σήμερα, έρχεται συνήθως μέσα από τη σύγκριση, όπως το περασμένο καλοκαίρι, μετά την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι, όταν θυμηθήκαμε ξαφνικά την τελετή έναρξης της Αθήνας το 2004. Η συγκίνηση και η περηφάνεια ήρθε μόνο μέσα από το «εμείς το κάναμε καλύτερα».
Στην πράξη λοιπόν, και λαμβάνοντας σαν δεδομένο την Ελλάδα του σήμερα, κατά πόσο μπορούμε να μιλάμε για μια χώρα-υπόδειγμα και κατά πόσο μπορούμε να στηριζόμαστε στην αρχαία ιστορία μας, για να ξεπλύνουμε τις παθογένειες του σήμερα;
Το γεγονός ότι βρισκόμαστε στις χαμηλότερες θέσεις όσον αφορά την ελευθερία του Τύπου, στις υψηλότερες θέσεις στη διαφθορά, ενώ ακόμα ζητάμε δικαίωση για ένα έγκλημα που τελέστηκε πριν δύο χρόνια στα Τέμπη, μας περνάει τόσο απαρατήρητο;
Ελλάδα 2.0
Ένα παράδειγμα για να αντιληφθεί κανείς το σύμπλεγμα ανωτερότητας των Ελλήνων είναι η κατάσταση στους ελληνικούς δρόμους. Όλοι αναγνωρίζουν πως υπάρχει σοβαρό πρόβλημα κυκλοφοριακής συμφόρησης, κακής και επικίνδυνης οδηγικής συμπεριφοράς. Παρ’ όλα αυτά, όλοι εντοπίζουν το πρόβλημα στους άλλους οδηγούς και όχι στον εαυτό τους.
Ομοίως, κατηγορούμε τις κυβερνήσεις για την κανονικοποίηση των πολιτικών ρουσφετιών, ενώ εμείς οι ίδιοι βάζουμε μέσο για να βρούμε δουλειά, διαμαρτυρόμαστε όταν μας καταπατούν τα δικαιώματα, όμως παρκάρουμε στη θέση αναπήρων γιατί «ένα λεπτάκι θα κάνουμε». Θέλουμε το κοινό καλό, αλλά μόνο αν το «εγώ» μας είναι ικανοποιημένο.
Πρόσφατα, μια 19χρονη έγινε viral στο TikTok επειδή μοιράστηκε με τους ακολούθους της πως ακόμα και αν είχε χάσει ένα δικό της άτομο στην τραγωδία των Τεμπών, θα συνέχιζε να ψηφίζει το κόμμα που θα συνέφερε οικονομικά την οικογένεια της.
Η εξοργιστική δήλωση μπορεί να μην εκφράζει την πλειοψηφία των Ελλήνων, ένα αξιοσημείωτο ποσοστό όμως (τυχαία θα πω 41%), το εκφράζει.
Αν κάτι μας χαρακτηρίζει δεν είναι η τεμπελιά, το στερεότυπο που μας προσάπτουν εδώ και χρόνια. Η νοοτροπία του να θέλουμε να είμαστε καλύτεροι από τους άλλους είναι που μας έχει εγκλωβίσει στο ίδιο μας τον εγωισμό.
Ανωτερότητα, υπεροχή και.. εθνικισμός
Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στο αίσθημα ανωτερότητας μιας χώρας και στον ρατσισμό είναι ασαφείς, όπως είναι αναμενόμενο. Όταν για παράδειγμα ο παγκοσμίου φήμης μπασκετμπολίστας Γιάννης Αντετοκούνμπο έγραφε –και συνεχίζει να γράφει– ιστορία με κάθε επιτυχία του, εκείνοι που αμφισβητούσαν την «ελληνικότητά» του παραμόνευαν σε μόνιμη βάση.
Η περίπτωση του Γιάννη αποτελεί το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της υποκρισίας όσων θεωρούν πως τα επιτεύγματα ενός Έλληνα δεν είναι αρκετά για να μας κάνουν περήφανους/-ες, αλλά σημασία έχει το χρώμα του δέρματος.
Μπορούμε να μιλάμε για μειοψηφία όσων έχουν αυτές τις απόψεις; Δυστυχώς, η ολοένα και αυξανόμενη άνοδος της ακροδεξιάς στον παγκόσμιο πολιτικό χάρτη φανερώνει μια ιδεολογία που αποκτά όλο και μεγαλύτερο έδαφος.
Έτσι και εδώ, για κάποιους/-ες, η απειλή της εθνικής ταυτότητας είναι πρωτεύον ζήτημα, και προκειμένου να την προστατεύσουμε πρέπει να πάρουμε μέτρα. Πού βρίσκεται το φιλότιμο την ώρα που πετάμε ανθρώπους στη θάλασσα και τους αφήνουμε να πεθάνουν;
«Από τότε που βγήκε η συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο», θα πω κλείνοντας με ένα ακόμα ρητό. Βέβαια, νομίζω, πως θα μιλήσω εκ μέρους πολλών Ελληνίδων και Ελλήνων, αν πω ότι και αυτή την «εύκολη» συγνώμη, ακόμα την περιμένουμε.