Μία συμπαραγωγή μεταξύ Ελλάδας, Ιταλίας, Κοσόβου και Καναδά που θα προβάλλεται στο Άστορ (Σταδίου 28) στις 10, 11, 17, 18, 24 και 25 Μάρτη, με αγγλικούς υπότιτλους.
Σε κάποια πόλη, η μεγάλη λεωφόρος κυλά σαν ποτάμι, χωρίζοντας τους ανθρώπους σε δύο διαφορετικούς κόσμους. Ο κύριος Μάκης, ερχόμενος από τον κόσμο της «προόδου», θα συναντήσει τυχαία στην άκρη της πόλης, τον ξεχασμένο κόσμο της Μαρίας.
Θα γνωριστούν μέσα από ένα τροχαίο. Οι δυο τους θα συνδεθούν δοκιμάζοντας τις οργασμικές γεύσεις των φαστ φουντ, χορεύοντας σάλσα και μαθαίνοντας να ξεχωρίζουν τα σκουπίδια. Όμως αυτό που ο κύριος Μάκης αποκαλεί «πρόοδο», είναι απειλή για τους ανθρώπους της.
«Το Ποτάμι» είναι μια μαύρη κωμωδία, για δυο ανθρώπους που προσπαθούν να βρουν τον εαυτό τους και την θέση τους στον κόσμο. Ένα σύγχρονο παραμύθι για έναν απροσδόκητο έρωτα, σε έναν επίπλαστο κόσμο με τον οποίο έρχονται σε σύγκρουση», σημειώνει ο σκηνοθέτης Χάρης Ραφτογιάννης, που μας έχει δώσει βραβευμένες ταινίες μικρού μήκους και το ντοκιμαντέρ «Αεραλάνδη».
Ο Μάκης Παπαδημητρίου και η Στεφανία Σωτηροπούλου συναντιούνται στη μεγάλη οθόνη, δημιουργώντας μία ετερόκλητη χημεία που «σπάει» το τζάμι της οθόνης. Ο Χάρης Φραγκούλης, η Ilire Vinca, ο Adrian Frieling, ο Χρήστος Κοντογεώργης, ο Αλέκος Πάγκαλος και ο Βασίλης Καραμπούλας συμπληρώνουν το cast με έναν μοναδικό τρόπο και η ταινία καταφέρνει, μέσα σε 94 λεπτά, να σε προβληματίσει για τις κοινωνικές ανισότητες, για τον έρωτα που μπορεί να ανθίσει ακόμα και στα πιο άγονα εδάφη, για τον πόνο της απώλειας. Η πρωταγωνίστρια της ταινίας, που μοιάζει τρομακτικά με την Juliette Lewis, εμφανισιακά και υποκριτικά, (αν και δεν συμφωνεί μαζί μου όταν της το λέω) μας μιλά για το «Ποτάμι» που είναι ουσιαστικά η πρώτη μεγάλη δουλειά της, για τον έρωτα και για το αν μας επιτρέπεται ακόμα να ονειρευόμαστε.

Πώς μπήκε στη ζωή σου η υποκριτική; Ποιο ήταν το ερέθισμα;
Όταν μετακόμισα από την Πάτρα στην Αθήνα, ξεκίνησα να βλέπω σχεδόν κάθε μέρα κάποια ταινία ή παράσταση. Στο μέρος που μεγάλωσα είχα πολύ συγκεκριμένα ερεθίσματα, οπότε ερχόμενη στην Αθήνα είχα μεγάλη λαχτάρα να μάθω και να δω όσα περισσότερα μπορούσα, όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Παρακολούθησα παραστάσεις και ταινίες που με συγκίνησαν βαθιά. Αυτή η συγκίνηση ήταν ένας από τους λόγους που άρχισα να επεξεργάζομαι την ιδέα να σπουδάσω πάνω σ’ αυτό και να ανακαλύψω με ποιον τρόπο θα μπορούσα να γίνω μέρος του.
Μεγάλωσες στην Πάτρα, αλλά ζεις στην Αθήνα.
Ναι, μένω στα Εξάρχεια, εκτός από την περίοδο Covid όπου ήμουν κυρίως στη Θεσσαλονίκη για τις σπουδές μου στο ΚΘΒΕ. Ενώ δυσκολεύτηκα όταν έπρεπε να φύγω από την Αθήνα, τώρα πια μου λείπει πολύ η Θεσσαλονίκη και οι ρυθμοί της. Έμενα στη Ρωμαϊκή Αγορά, στην Ολύμπου. Κατέβαινα μια ευθεία και ήμουν στη θάλασσα. Έχει αυτό το ανακουφιστικό κομμάτι στο σχέδιο πόλης της, όπου όλα καταλήγουν στο νερό. Πολύ σημαντικό.
Ποια ήταν η πρώτη μεγάλη επαγγελματική δουλειά σου;
Το Ποτάμι, με την έννοια ότι είχα μεγαλύτερη ευθύνη. Ωστόσο, επειδή έχω δουλέψει ελάχιστα στον χώρο, όλες οι δουλειές που έχω κάνει είναι εξίσου σημαντικές για μένα, διότι έμαθα πολλά στην πράξη.

Πώς ήταν η συνεργασία και η συνολική εμπειρία;
Ζήσαμε κάποιες έντονες στιγμές τις οποίες κρατάω μέσα μου με χιούμορ. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν μέσα στον καύσωνα του Ιουλίου. Είχε αφόρητη ζέστη εκείνη την περίοδο και άπειρη σκόνη. Τα μάτια μας ήταν κόκκινα και δακρυσμένα. Είχε γίνει κάτι μαγικό, το τοπίο είχε επιδράσει τόσο έντονα πάνω μας που σιγά σιγά ήταν σαν να βγαίναμε όλοι από το κόσμο της Μαρίας.
Υποδύεσαι ένα πολύ ιδιαίτερο πρόσωπο, ένα αγρίμι. Πόσο άγγιξε κομμάτια του δικού σου εαυτού;
Ταυτίζομαι σε σημεία. Κατανοώ τον θυμό και την απελπισία της. Όσο και να προσπαθώ να μείνω ψύχραιμη δεν τα καταφέρνω, διότι ζω σε μια χώρα, όπου συνεχώς διακυβεύονται αξίες. Και ξέρω πως ο μόνος τρόπος για να ανταπεξέλθω είναι διατηρώντας κάποιες σταθερές. Αυτό προσπαθεί να κάνει και η Μαρία προστατεύοντας τους ανθρώπους και τον τόπο της.
Εσύ και ο Μάκης είστε δύο πρόσωπα πολύ ετερόκλητα. Πιστεύεις ότι ο έρωτας μπορεί να προκύψει μεταξύ δύο τόσο διαφορετικών ατόμων;
Κυρίως μεταξύ διαφορετικών ατόμων προκύπτει ο έρωτας. Βγαίνεις από σένα και συναντάς τον Άλλον, το μη όμοιο. Ο ναρκισσισμός μας, μας έχει μπερδέψει σε τέτοιο επίπεδο που αναζητάμε το όμοιο παντού. Ψάχνουμε τον εαυτό μας παντού. Από φόβο για το άγνωστο. Γι’ αυτό με συγκίνησε εξαρχής το σενάριο. Γιατί επαναφέρει αυτό το άγνωστο μονοπάτι που οφείλει να διανύσει το άτομο για να βρεθεί με τον Άλλον.

Ποια ήταν τα δικά σου πρότυπα μεγαλώνοντας;
Ό,τι πρότυπα είχα, στην πορεία με απογοήτευσαν, οπότε μετά από ένα σημείο σταμάτησα να έχω. Σίγουρα όμως ήταν έντονη η επιρροή που άσκησε πάνω μου ο τόπος που μεγάλωσα και εν γένει η επαρχία και οι άνθρωποι της. Είναι σημείο αναφοράς η επαρχία για μένα. Κυρίως οι συνήθειες που απέκτησα μέσα από αυτόν τον τρόπο ζωής. Υπάρχει πιο φανερά το τελετουργικό στοιχείο που χρειάζομαι και συνεχώς αποζητώ. Εκεί επιστρέφω και εκεί ψάχνω τον εαυτό μου όταν χάνομαι.
Ποιες είναι οι συνεργασίες που ονειρεύεσαι; Βασικά, θεωρείς ότι ζούμε σε μία εποχή και κοινωνία που σου επιτρέπει να ονειρεύεσαι;
Κυρίως ελπίζω σε Συναντήσεις. Αυτές πιστεύω και αυτές προσδοκώ. Η κοινωνία, πάντα θα προσπαθεί να μας αποσυντονίσει και να μας ωθήσει στην απομόνωση. Και ο μόνος τρόπος να αντισταθούμε σε αυτή τη ναρκισσιστική εσωτερίκευση είναι να βγούμε από εμάς για να βρούμε τον Άλλον. Μέσα από τις Συναντήσεις καταφέρνουμε και φτιάχνουμε μικρές κοινότητες που μας ενδυναμώνουν και ζεσταίνουν το μέσα μας, ώστε να μπορούμε να ονειρευόμαστε.
Η ταινία «Το Ποτάμι», μια συμπαραγωγή μεταξύ Ελλάδας, Ιταλίας, Κοσόβου και Καναδά, θα προβάλλεται στο Άστορ (Σταδίου 28) στις 10 & 11, 17 & 18, 24 & 25 Μάρτη, με αγγλικούς υπότιτλους.