Υποβρύχια περιήγηση στα νερά του Αιγαίου, με σεβασμό και συναίσθημα για τα πλάσματα ενός κόσμου που απειλείται.
«Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη. Γιατί έχει την όψη του ιδανικού. Και τ’ όνομά της είναι ένα θαυμαστικό». Με αυτούς τους στίχους ξεκινάει το ποίημα «Το εγκώμιο της Θαλάσσης» του Κώστα Καρυωτάκη, που προσπάθησε να χαθεί για πάντα μέσα της.
Αυτοί οι στίχοι μου ήρθαν στο μυαλό κοιτώντας τις υποθαλάσσιες φωτογραφίες του Γιώργου Νούνεση. Γαλήνη κυριαρχεί καθώς τα πλάσματα της θάλασσας ισορροπούν σαν να πετούν στο νερό. Όμως μέσα στην ησυχία του βυθού, η ισορροπία έχει ήδη διαταραχτεί λόγω της κλιματικής αλλαγής. Κι αν δεν ακούμε τις άηχες κραυγές των πλασμάτων της, έχουμε ανθρώπους σαν τον Γιώργο για να τις φέρει στην επιφάνεια.

Λίγα λόγια για τον φωτογράφο πριν μας αφηγηθεί το υποθαλάσσιο ταξίδι του και μας συστήσει στους κατοίκους του Αιγαίου
Ο Γιώργος Νούνεσης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1978. Μαθήτευσε στο FAMU –Faculty of Still Photography (Πράγα), στην E.S.P. -School of Photography (Αθήνα) και στο Plakas Arts Center -BTEC in Arts & Design (Αθήνα) µεταξύ 1996-2002. Μαθήτευσε και εργάστηκε στο προσωπικό εργαστήρι του Νίκου Κεσσανλή κατά το 2002-2003. Aπό το 2003 έως το 2019 εργάστηκε στο Φεστιβάλ Κινηµατογράφου και στο Φεστιβάλ Ντο-κιµαντέρ Θεσσαλονίκης. Είναι ιδρυτικό µέλος της ανεξάρτητης κινηματογραφικής οµάδας «Part of the Solution» ως παραγωγός, σεναριογράφος και line producer, που από το 2014 δηµιουργεί βίντεο για κοινωνικά ζητήµατα και παράλληλα προτείνει λύσεις/κατευθύνσεις γι αυτά. Aπό το 2022 είναι μέλος της κινηματογραφικής ομάδας «Συλλογική Μνήμη» ως οπερατέρ, μοντέρ, και color grader μιας ομάδας που έχει ως σκοπό την ανάδειξη της ιστορίας και των προφορικών μαρτυριών μέσω τεκμηριωμένης παράθεσης γεγονότων.

Ως φωτογράφος έχει συµµετάσχει σε πολλές οµαδικές εκθέσεις και έχει διακριθεί σε διεθνείς διαγωνισµούς. Το σύνολο των –πανοραµικών– φωτογραφιών µε τίτλο “Αµοργός”, βραβεύτηκε µε την 1η θέση στη κατηγορία «Τοπίο», στον διεθνή διαγωνισµό φωτογραφίας της Μόσχας (MIFA).
Στις 9-17 Αυγούστου θα πραγματοποιηθεί έκθεση με τις φωτογραφίες του στη Λόζα της Χώρας Αμοργού, στον Σύλλογο πολιτισμού & τέχνης Σημωνίδης.
«Γιατί βουτάς; Με ρωτάνε. Δεν φοβάσαι; Δεν κρυώνεις; Πόση ώρα λείπεις; Μα αλήθεια, δεν φοβάσαι; Ζώδιο; Όχι, εντάξει, αυτό δεν μου το ρωτάνε –συχνά»
Δεν ξέρω ακριβώς γιατί αγαπώ τόσο τη θάλασσα. Παιδικές αναμνήσεις διακοπών σίγουρα, πρώτοι έρωτες, πρώτες φωτογραφικές ανακαλύψεις, ησυχία και ενδοσκόπηση, κυριολεκτικά ελαφρότητα, επιστροφή στην «αρχή» όπως έλεγε ο Jacques Mayol (κορυφαίος δύτης και πηγή έμπνευσης για το «Big Blue»). Όλα είναι σίγουρα ένας τρόπος σύνδεσης, μία σχέση που χρειάζεται χρόνο, υπομονή, προσπάθεια, πίσω βήματα, ρίσκο, αγάπη και σεβασμό, για να βγει μια φωτογραφία, αλλά και μάθημα για οποιαδήποτε σχέση στη ζωή. Μια μαθητεία, λοιπόν, νιώθω την επαφή με τη φύση, που τόσο έχουμε απολέσει την εγγύτητα μαζί της, ή έστω το κάνουμε μόνο επιδερμικά πια, συμπυκνώνοντας νοηματικά οτιδήποτε βλέπουμε σε «μπλε» και σε «πράσινο», και σε μία οριακά by proxy σχέση. Δεν φοβάμαι, λοιπόν, δεν κρυώνω, όσες ώρες και να λείπω, γιατί σέβομαι τα όρια και τα δικά μου και αυτής της τεράστιας αγκαλιάς που όλα τα περιέχει.

Αυτή η χελώνα, για παράδειγμα. Κάποιος/α μπορεί να πει: «Πόσο τυχερός είσαι που την πέτυχες», η αλήθεια όμως είναι ότι βουτάω κάθε μέρα σχεδόν, για 3-4 ώρες, για βδομάδες, για μήνες, για να «πετύχω» ένα τέτοιο καρέ. Υπομονή, επιμονή, και παρατήρηση. Και ακόμα και τότε, μπορεί να κολυμπάω μαζί της, από απόσταση πάντα, για αρκετή ώρα. Δεν θέλω ούτε να την τρομάξω, ούτε να μάθει στην ανθρώπινη παρουσία και το πλησίασμα. Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι το ίδιο. Ας μην το ξεχνάμε ποτέ αυτό. Οπότε θα πλησιάσω λίγο περισσότερο, ίσα-ίσα για να βγάλω μερικά καρέ, από την γωνία που το φως θα μου αρέσει περισσότερο, και εκεί θα τελειώσει αυτή η συνάντηση. Ή για να είμαι ακριβής, πιο πολύ θα κάτσω να την θαυμάζω και να συγκινούμαι βαθιά, όπως κάθε φορά που νιώθω μικρός και ταπεινός απέναντι στη φύση (πάντα δηλαδή), παρά θα φωτογραφίζω κυνηγώντας ένα καρέ.

Άλλες φορές πάλι, όπως με τις αγαπημένες Pelagia noctiluca (η γνωστή μωβ τσούχτρα που τόσο έχει «κυνηγηθεί» τα τελευταία χρόνια), το πλησίασμα είναι απαραίτητο για να φανεί το πόσο υπέροχα όμορφη είναι, οι διαφάνειές της, τα σαν δαντέλα πλοκάμια της, η χάρη και η γλυκύτητα που έχει η κίνησή της.

Ή όπως με τη Δράκαινα, χωμένη στην άμμο, να περιμένει, να προστατεύεται, να ποζάρει, ένα με το φόντο, μόνο το βλέμμα της. Προφανώς και δεν προτρέπω σε κανέναν και σε καμία να πάρει μια μηχανή και να πάει πέντε εκατοστά από μια τσούχτρα. Είναι επικίνδυνο αν δεν υπάρχει σεβασμός, εμπειρία, όρια, και σωστός εξοπλισμός (κυρίως προστασίας).

Υπάρχουν, βέβαια, και είδη που είναι επικίνδυνα όχι μόνο για μας αλλά για όλο το οικοσύστημα της Μεσογείου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Λεοντόψαρο, ένα ξενικό είδος που ήρθε σε μας μέσω της διώρυγας του Σουέζ, δηλητηριώδες, και χωρίς θηρευτές να το κυνηγάνε στο δικό μας περιβάλλον. Κάποιοι/ες το σκοτώνουν για να προστατεύσουν τα άλλα είδη, άλλοι/ες θέλουν να το εκμεταλλευτούν εμπορικά, αλλά σίγουρα όταν μιλάνε γι αυτό, θα αναφερθούν στην άνοδο της θερμοκρασίας της Μεσογείου (παρενθετικά, η θερμοκρασία επηρεάζει και το φύλλο στα αυγά της θαλάσσιας χελώνας, οπότε σε μερικά χρόνια θα γεννιούνται μόνο θηλυκά και το είδος θα κινδυνεύσει) αλλά δεν θα πουν ξεκάθαρα για την κλιματική κρίση ή/και για την διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ, και τα δύο γεγονότα άρρηκτα συνδεδεμένα με ανθρωπογενή δραστηριότητα ή –για να το πω πιο ωμά– αποτέλεσμα ενός καπιταλιστικού συστήματος που έχει μόνο στόχο την μεγιστοποίηση των κερδών χωρίς να υπολογίζει ουσιαστικά τις επιπτώσεις στη φύση, στους ανθρώπους, στο σύνολο της ύπαρξης, ή για να το βάλω στη σωστή του διάσταση, αδιαφορώντας.

Για να επιστρέψουμε στην ησυχία του βυθού, παίρνοντας μια ανάσα, κυριολεκτικά, και μεταφορικά, μια αγαπημένη μου «άσκηση» είναι να κατεβαίνω σε ένα βάθος λιγότερο από αυτό που μπορώ πραγματικά, πιο ασφαλές δηλαδή και να κάτσω όσο μπορώ και να χαζεύω. Είναι με έναν τρόπο σαν να κάθεσαι σε ένα οποιοδήποτε τοπίο. Από κάτω χώμα, μπροστά ο ορίζοντας, η πρασινάδα ίσως που την κουνάει ο «αέρας», αν κοιτάξεις ψηλά βλέπεις τον ήλιο, και απλώς αντί για πουλιά να πετάνε, θα δεις κανά κοπάδι ψάρια να περνάνε μπροστά σου ή κάνα πιο περίεργο ψάρι να σε κοιτάει σαν χάνος (pun intended –ο χάνος είναι είδος θαλάσσιου ψαριού της οικογένειας σερανίδες).
Είναι μια μοναδική αίσθηση, εκεί μέσα στην ησυχία, σε αυτή τη βουτιά στο άγνωστο, που εγκυμονεί τόσες εκπλήξεις, τόσα μέρη να ανακαλύψεις, να βρίσκεσαι ελαφρύς, με τις σκέψεις να μην έχουν πολύ χώρο, και με το συναίσθημα να σε κατακλύζει. Και μετά, αυτή η υπέροχη άνοδος στην επιφάνεια. Που σου δίνει μια ανάσα ακόμα για να συνεχίσεις.

Γιατί βουτάς; Δεν φοβάσαι; Δεν κρυώνεις; Σχεδόν πάντα όταν γράφω ένα κείμενο γι’ αυτή την εμπειρία έχω τόσα πράγματα που θέλω να μοιραστώ, από παιδική χαρά και χαμόγελα κι ένα τεντωμένο δάχτυλο να δείχνει ένα ψάρι, μέχρι δάκρυα συγκίνησης για το πόσο όμορφος είναι ο κόσμος, πόσο σημαντικό είναι να σεβόμαστε κάθε ύπαρξη, από τον διπλανό μας άνθρωπο μέχρι το μικρότερο κομμάτι Ποσειδωνίας, πόσο σημαντική είναι η αγάπη που εκλείπει, πόσο χρειαζόμαστε μια θαρραλέα βουτιά στο άγνωστο.
Info: Στις 9-17 Αυγούστου θα πραγματοποιηθεί έκθεση με τις φωτογραφίες του Γιώργου Νούνεση στη Λόζα της Χώρας Αμοργού, στον Σύλλογο πολιτισμού & τέχνης Σημωνίδης.
Μπορείτε να βρείτε περισσότερα στοιχεία για την έκθεση εδώ.