kinthia

Η Κύνθια Βουκουβαλίδου είναι τρυφερή, δυναμική, σκεπτόμενη, αστεία, καλλιεργημένη, δραστήρια, αιχμηρή, ανοιχτόμυαλη, ειλικρινής. Κι αυτές είναι μόνο μερικές από τις ποιότητές της, που τις αντιλαμβάνεσαι αβίαστα όταν συζητάς μαζί της.

Η Κύνθια παρουσιάζει τον μονόλογο του Ανδρέα Φλουράκη «Αντιγόνη μου», στο Black Box του Θεάτρου 104, κάθε Κυριακή μέχρι τις 16 Μαρτίου. Με αυτή την αφορμή μιλάει για το θέατρο, το stand up comedy και για το χιούμορ που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής της.

Φωτογραφία: Βάσια Αναγνωστοπούλου

Γεννήθηκα στο Αρεταίειο με σκοπό ζωής να περάσω απέναντι στο Μέγαρο Μουσικής. Μου αρέσει να παίζω είτε μπάσκετ είτε θέατρο είτε βιολί, μου αρέσει το παιχνίδι. Η πραγματική μας βιογραφία δεν μπαίνει ποτέ στα βιογραφικά μας, δεν ξέρω αν ξέρουμε και οι ίδιοι τις απώλειες, τους έρωτες και όλα όσα αποτελούν την πορεία της ζωής μας.

Δεν έχω αλλάξει και πολύ από παιδί. Ήξερα ότι θα γίνω ηθοποιός από τριών χρονών. Έπαιζα ημι-επαγγελματικά μπάσκετ από τα οχτώ μου και στα 16 μου μου το έκοψαν γιατί με έβαλαν να επιλέξω μεταξύ βιολιού και μπάσκετ, με τη δικαιολογία ότι επιβαρύνονταν τα χέρια μου. Υπερβολή βέβαια αυτό το δίλημμα, δεν είμαι και ο Καβάκος. Το βιολί το ζήτησα επίμονα εκεί γύρω στα έξι όταν πρωτοείδα έναν παππού να παίζει λύρα και ξετρελάθηκα, αλλά οι γονείς μου μου πήραν ένα αρμόνιο, με τη λογική μάλλον ότι θα μου είναι πιο εύκολο. Όμως ήμουν από τότε εμμονική κατά κάποιο τρόπο γιατί αν θελήσω κάτι δεν μου φεύγει η επιμονή μέχρι να το πάρω. Βρέθηκα λοιπόν με βιολί και έκλαιγα κάθε χρόνο λέγοντας ότι θα το παρατήσω αλλά τελικά και μουσικό σχολείο πήγα, και τα πτυχία μου πήρα και μετά το παράτησα.

Από πολύ μικρό παιδάκι θυμάμαι ότι σκεφτόμουν τη στιγμή πριν βγεις στη σκηνή, που είσαι πίσω από την κουίντα. Πήγαινα θέατρο από νωρίς αλλά ειλικρινά αυτή την εικόνα, που είναι τα παρασκήνια στην ουσία, δεν μπορώ να καταλάβω από πού την ήξερα. Έγινα ηθοποιός αλλά δεν θυμάμαι να έχω παίξει με κουίντα, δεν υπάρχουν πια στα θέατρα.

Φωτογραφία: Βάσια Αναγνωστοπούλου

Όποτε παρουσιάζω ένα έργο, η θεματική του έρχεται στη ζωή μου από διάφορες πλευρές. Τον Ιούλιο που μας πέρασε, κι ενώ ήδη ετοιμάζαμε την «Αντιγόνη μου» ήμουν μέσα στο αυτοκίνητο και γυρνούσα από μπάνιο ακούγοντας Τρίτο Πρόγραμμα. Γινόταν λοιπόν στην εκπομπή μια αναφορά στις Αντιγόνες με αφορμή ένα άρθρο στο περιοδικό ψυχανάλυσης «Αλήθεια». Σίγουρα τα πράγματα φωτίζονται αλλιώς όταν τα ψάχνουμε. Αν δεν προετοιμαζόμουν για την παράσταση μπορεί να μην έδινα σημασία στο ότι αναφερόταν η Αντιγόνη στην εκπομπή.

Όλες μου οι φίλες πάντα μου έλεγαν ότι είμαι Αντιγόνη, δηλαδή σε πορείες που τρέχαμε, σε διαμαρτυρίες, μου έλεγαν «εσύ μπορείς να το κάνεις, το έχεις». Το πολύ περίεργο με την «Αντιγόνη μου» είναι ότι έχει κάποια πολύ δυνατά κομμάτια μέσα στο έργο για τον πατέρα. Όταν κάναμε τις πρόβες, ο πατέρας μου μπήκε στο νοσοκομείο. Ήταν πολύ δύσκολο. Αν δεν είχα την Εριφύλη Στεφανίδου, που ήταν συνεργάτης στη σκηνοθεσία, δεν ξέρω αν θα μπορούσα να τα καταφέρω γιατί κάποια στιγμή διαπραγματευόμουν αν θα μπορώ να ανεβάσω το έργο ή όχι. Ο μπαμπάς μου είχε μια πολύ δύσκολη νοσηλευτική πορεία. Αυτό ήταν για εμένα και πολύ έντονο συναισθηματικά, πράγμα που με δυσκόλεψε γιατί και ως ηθοποιός δεν μου ταιριάζει το «βαρύ ανέβασμα», αλλά από την άλλη τα λόγια που έλεγα και ενώ έτρεχε όλο αυτό δεν γινόταν να μην είναι βαριά. Η απώλεια του μπαμπά μου ήρθε εν μέσω του προγραμματισμένου διαλείμματος που κάναμε στις παραστάσεις, που πάλι με έκανε να αναρωτιέμαι πώς θα ξαναπιάσω αυτό το κείμενο.

Φωτογραφία: Βάσια Αναγνωστοπούλου

Ο Ανδρέας Φλουράκης έγραψε το έργο το 2016 και με τρελαίνει το πόσο προφητικό ήταν, ειδικά για το πόσο σημαντική είναι για τον καθένα μας η ρουτίνα μας, μια ρουτίνα που χάσαμε βίαια με τις καραντίνες. Ξέρουμε πια πώς νιώθουμε όταν κάποιος μάς κλέβει βίαια την καθημερινότητά μας.

Αν ο κόσμος δεν καταλαβαίνει ή δεν νιώθει ότι τον αφορά κάτι, μέχρι αυτό να χτυπήσει την πόρτα του τότε δεν θα προλάβει καν να συνειδητοποιήσει πώς αυτό βρέθηκε στην πόρτα του. Τότε είναι που η Αντιγόνη αισθάνεται ακόμη πιο μόνη.

Το χιούμορ υπήρχε πάντα στη ζωή μου. Δεν ξεχνώ τη φράση ενός πρώην θεραπευτή μου: «Όπου υπάρχει πολύ χιούμορ, υπάρχει και πολύς πόνος», είναι μια φράση που με διέλυε. Στο Λονδίνο ένιωθα σαν στο σπίτι μου γιατί μου ταιριάζει απόλυτα το αγγλικό χιούμορ ενώ αντίθετα στην Ιταλία δεν πέρασα τόσο καλά, παρότι μου αρέσει η χώρα και οι άνθρωποί της, γιατί οι Ιταλοί έχουν πλάκα αλλά όχι χιούμορ. Στην Αγγλία γνωρίζεις έναν παππού στη στάση του λεωφορείου και στα πέντε λεπτά μπορεί να πεθαίνετε από τα γέλια γιατί έχει ειπωθεί κάτι καυστικό, είτε αυτοσαρκαστικό είτε για κάτι άλλο.

Φωτογραφία: Βάσια Αναγνωστοπούλου

Μπορώ να κάνω χιούμορ μόνο με πράγματα που σέβομαι και αγαπώ. Εάν κάποιον δεν τον εκτιμώ, δεν μπορώ να κάνω χιούμορ μαζί του. Εάν κάποιος ηθοποιός δεν παίζει καλά τι χιούμορ να κάνω μαζί του; Αν όντως δεν παίζει καλά δεν υπάρχει περιθώριο για αστείο, δεν έχει νόημα, είναι μόνο χτύπημα για το χτύπημα.

Το χιούμορ μπορεί να είναι αιχμηρό αλλά δεν έχει κακία. Μου αρέσει να παίζω στην κόψη του ξυραφιού γιατί μπορεί να βοηθήσει να ξορκίσεις τον θυμό σου, τη λύπη σου, ακόμη και τη «ζήλια» σου για το πόσο καλός είναι κάποιος σε αυτό που κάνει.

Το ελληνικό κοινό του stand up είναι φανταστικό και εξαιρετικά γενναιόδωρο. Το κοινό μου είναι κυρίως γυναίκες ή πιο ψαγμένοι άντρες, κοινό με το οποίο μπορούμε να περάσουμε όλοι καλά με πιο ραφιναρισμένα αστεία ή με ένα punch στην πατριαρχία. Πάντως πολλοί δεν είναι έτοιμοι και άνετοι να δουν μια γυναίκα να τα λέει. Μεταξύ σοβαρού και αστείου, λέω στις γυναίκες αν θέλουν να τεστάρουν ένα ραντεβού τους στις αρχές της γνωριμίας τους, να το φέρουν σε ένα ανοιχτό line up και να δουν αν είναι ανοιχτός ή κλειστός όταν ανεβαίνει γυναίκα πάνω στη σκηνή.

Με αφορά ποιος γελάει με τα αστεία μου. Κάποια στιγμή ήθελα να κάνω ένα αστείο που αφορούσε λεσβίες και πριν το συμπεριλάβω στο πρόγραμμα ρώτησα λεσβίες φίλες μου αν ήταν οκ με αυτό ή αν το θεωρούσαν προσβλητικό. Ο σκοπός μου ήταν να τις συμπεριλάβω, όχι να κάνω punch down. Οπότε αν μου πουν ότι είναι οκ το προχωράω, αν το πάω το ίδιο αστείο στο συντηρητικό καφενείο του χωριού μου και γελάσουν θα προβληματιστώ. Εκτός κι αν με διαψεύσουν και είναι πιο προχωρημένοι από αυτό που πιστεύω εγώ, αλλά σε κάθε περίπτωση πρέπει να διερευνήσω τι ισχύει. Επίσης, πιστεύω ότι οι άνθρωποι που τους αφορά ένα αστείο πρέπει να απαντούν αν θίγονται ή όχι και όχι να θιγόμαστε εμείς για χάρη τους.

Info: «Αντιγόνη μου», μονόλογος του Ανδρέα Φλουράκη με την Κύνθια Βουκουβαλίδου στο Black Box του Θεάτρου 104.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
1
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα