Με τους πρόσφυγες, τι γίνεται;
Από τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου η ευρωπαϊκή ήπειρος πέρασε σε μια νέα φάση. Διαψεύστηκαν (και πάλι) τα αφηγήματα περί “τέλους των πολέμων” που είχαν κυριαρχήσει την δεκαετία του 1990, μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, και ο πόλεμος επέστρεψε. Το ΝΑΤΟ συνεχώς προσπαθεί να επεκταθεί προς τα ανατολικά της Ευρώπης. Αυτός είναι ο λόγος που προσπαθεί να αυξήσει την επιρροή του στην Ουκρανία και να την ενσωματώσει.
Η Ρωσία, η οποία δεν θέλει το ΝΑΤΟ κοντά στα σύνορά της, απάντησε σε αυτήν την προσπάθεια με στρατιωτική εισβολή. Μπορεί η Ευρώπη να έχει ξεχάσει τον πόλεμο, αλλά όπως φάνηκε, αυτός δεν την έχει ξεχάσει. Επέστρεψε, και όπως πάντοτε στην ιστορία, φέρνει μαζί του δυστυχία και οδύνη. Είναι αυτονόητο πως οι περίπου 3 εκατομμύρια Ουκρανοί που έως τώρα έχουν εγκαταλείψει την χώρα για να σωθούν από τον πόλεμο, χρειάζονται την βοήθεια της Διεθνούς Κοινότητας, της Ε.Ε. και, βέβαια, της Ελλάδας.
Η περίπτωση της Ουκρανίας
Το ελληνικό κράτος έχει έως τώρα προσφέρει την βοήθεια του απλόχερα. Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα, μέχρι σήμερα, έχουν βρει καταφύγιο 10.000 Ουκρανοί πρόσφυγες. Στο πλαίσιο της ενεργοποίησης της ευρωπαϊκής Οδηγίας Προσωρινής Προστασίας, προσφέρεται στους πρόσφυγες γρήγορη και αποτελεσματική βοήθεια. Εξασφαλίζεται, δηλαδή, ότι όλοι όσοι φεύγουν από την χώρα τους λόγω πολέμου, θα μπορούν να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και στην αγορά εργασίας.
Οι ελληνικές και ευρωπαϊκές αρχές φρόντισαν με fast track διαδικασίες να υπάρξει άμεση παροχή προσωρινής προστασίας και διαμονής στην χώρα για 12 μήνες, με δυνατότητα επέκτασης για ενάμιση χρόνο ακόμα. Επίσης, τα Υπουργεία Εργασίας, Εκπαίδευσης και Υγείας προχώρησαν σε δράσεις ενσωμάτωσης των Ουκρανών προσφύγων στις ανάλογες ελληνικές δομές.
Παρέχεται βοήθεια στην διαμονή, στην εύρεση εργασίας, στην περίθαλψη και στο να μπορέσουν τα παιδιά που έφυγαν από τον πόλεμο να παρακολουθήσουν σχολικά μαθήματα σε εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Πέρα από τις ενέργειες του κράτους, και η ελληνική κοινή γνώμη είναι απόλυτα φιλική και προστατευτική απέναντι στους Ουκρανούς.
Τέλος, ο μέσος Έλληνας μοιάζει να μην ενοχλείται από την έλευση των προσφύγων και, μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, προσφέρεται να βοηθήσει στη διαμονή, στην περίθαλψη και στην ενσωμάτωσή τους.
Επίσκεψη του δημάρχου Πειραιά, Γ. Μώραλη, στους πρόσφυγες από την Ουκρανία.
Κάποιος που διαβάζει αυτά, θα θεωρήσει ότι η Ελλάδα είναι ο “επίγειος παράδεισος” για κάθε εκτοπισθέντα και πρόσφυγα. Ότι είναι μια χώρα που με ανοιχτές αγκάλες, η οποία δέχεται οποιονδήποτε αναγκάζεται να εγκαταλείψει την πατρίδα του και – χωρίς ιδιαίτερη γραφειοκρατία – προχωράει στην ενσωμάτωσή του. Ας μην έχουμε κοντή μνήμη, όμως.
Επιλεκτική αλληλεγγύη
Έχουν περάσει 7 χρόνια από το 2015, τότε που εντάθηκαν οι ήδη αυξημένες μετακινήσεις προσφύγων από χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής προς την Ελλάδα. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 2015 μόνο, στην Ελλάδα έφτασαν 856.000 πρόσφυγες, η πλειονότητα των οποίων είχε ως τελικό προορισμό άλλες χώρες της δυτικής Ευρώπης.
Μέχρι και σήμερα, οι ροές αυτές συνεχίζονται, σε μειωμένη όμως κλίμακα. Αιτία ήταν – και παραμένει – ο Συριακός εμφύλιος πόλεμος, αλλά και η κακή οικονομική και κοινωνική κατάσταση πολλών χωρών στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής.
Πώς αντιμετώπισε όμως το Ελληνικό κράτος και ευρύτερα η Ε.Ε όλους αυτούς τους ανθρώπους;
Δυστυχώς, όχι με ανοιχτές αγκάλες όπως στην περίπτωση των Ουκρανών. Δεν υπήρξε καμία οργανωμένη μέριμνα για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, την διαμονή, την εκπαίδευση και γενικά την διαβίωσή τους. Πολλοί πρόσφυγες κρατούνται ακόμα και σήμερα σε camps και δομές, στις οποίες επικρατούν απάνθρωπες συνθήκες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το camp της Μόριας, που πυρπολήθηκε το 2020. Έχουν υπάρξει ακόμα και καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων από τις ελληνικές αρχές.
Από το 2019, έπαψε να ισχύει ο ΑΜΚΑ για πρόσφυγες και μετανάστες, με αποτέλεσμα πολλά προσφυγόπουλα να μην μπορούν να αποκτήσουν τα απαραίτητα έγγραφα ώστε να πάνε στο δημόσιο σχολείο. Η κατάσταση έγινε ακόμα πιο δύσκολη, λόγω των περιορισμένων συγκοινωνιών από τα camps προς τα σχολεία και το αποτέλεσμα ουσιαστικά είναι τα παιδιά αυτά να μην έχουν πρόσβαση στο ανεκτίμητο αγαθό της εκπαίδευσης. Το κράτος εξ αρχής αντιμετώπισε αυτούς τους ανθρώπους ως ανεπιθύμητους.
Τι θα έπρεπε να κάνουμε;
Με λίγα λόγια, τόσο το Ελληνικό κράτος, όσο και η ελληνική κοινή γνώμη δημιουργούν πρόσφυγες δύο κατηγοριών με ρατσιστικά κριτήρια. Όταν πρόκειται για ευρωπαίους, λευκούς πρόσφυγες, κινητοποιούνται από αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες μέχρι η κ. Μαρία απέναντι για να βοηθήσουν.
Όταν, όμως, πρόκειται για Σύριους και Αφγανούς πρόσφυγες, αντιμετωπίζονται ως παράσιτα και ανεπιθύμητα όντα που απειλούν την ελληνική κοινωνία και τον πολιτισμό μας, ενώ η πολιτεία κλείνει τα μάτια και τα αυτιά της. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να βοηθήσουμε τους Ουκρανούς πρόσφυγες;
Φυσικά και όχι. Αλλά ας μην ξεχνάμε, ότι στη χώρα μας υπάρχουν πολλοί άλλοι άνθρωποι που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και τις πατρίδες τους λόγω πολέμων και άλλων δυσκολιών. Οφείλουμε να ευαισθητοποιηθούμε και για αυτούς. Μακάρι, λοιπόν, κάθε πρόσφυγας να αντιμετωπίζεται από όλους, κοινωνία και κράτος, όπως οι Ουκρανοί.