Ο Νυχτερινός Εκφωνητής είναι η ερωτική επιστολή του Ρένου Χαραλαμπίδη στο νεανικό έρωτα και την Αθήνα 

Η Ναταλία Πετρίτη παρακολούθησε τη νέα ταινία του Ρένου Χαραλαμπίδη και μεταφέρει τις εντυπώσεις της, θεωρώντας ότι σε σημεία πνίγεται στη φλυαρία και την αυταρέσκεια του δημιουργού της.

Τη βραδιά που συμπληρώνει τα 50 του χρόνια, ένας νυχτερινός ραδιοφωνικός εκφωνητής αποφασίζει πως με τη νιότη να έχει κάνει για τον ίδιο πλέον φτερά, είναι η κατάλληλη στιγμή να αναμετρηθεί με το παρελθόν μοιράζοντας αναμνήσεις και στιγμές με τους σταθερούς εδώ και 30 χρόνια ακροατές του. Ανάμεσα σε μουσικές, σκέψεις και παύσεις με νόημα, ο ίδιος θα επιχειρήσει να αναζητήσει έναν παλιό έρωτα που χάθηκε στη δίνη του χρόνου, βγάζοντας στον αέρα μια σειρά από ηχογραφημένα μηνύματα του τηλεφωνητή του από τη δεκαετία του ’90. Θα βρεθεί η γυναίκα στην οποία φέρθηκε κάποτε με τη χαρακτηριστική επιπολαιότητα της νεανικής ηλικίας, ή όπως η πόλη της Αθήνας που υπήρξε φόντο του έρωτά τους θα έχει κι εκείνη εξαφανιστεί δεκαετίες μετά την τελευταία τους συνάντηση;

Σχεδόν 15 χρόνια μετά τα 4 Μαύρα Κοστούμια, ο Ρένος Χαραλαμπίδης επιστρέφει με την πέμπτη κινηματογραφική του απόπειρα στο τιμόνι του σκηνοθέτη, πρωταγωνιστώντας παράλληλα στον ρόλο του νυχτερινού εκφωνητή που δεν ξεχνά την υπόσχεση επανασύνδεσης που κάποτε έδωσε με τη γυναίκα που τον σημάδεψε στα νιάτα του (χωρίς ωστόσο να το καταλάβει). Ενός νυχτερινού εκφωνητή που με τη συμπλήρωση μισού αιώνα ζωής αποφασίζει να βγει στον αέρα με μια εκπομπή-ερωτική επιστολή προς όλα εκείνα που συγκρότησαν το ποιος είναι σήμερα: το μαγικό κόσμο των μεταμεσονύκτιων ερτζιανών, την Αθήνα που κάποτε δεν κοιμόταν ποτέ, τους θυελλώδεις έρωτες, αλλά και το αίσθημα της νιότης που αφελώς πίστευε ότι θα κρατήσει για πάντα. 

Μπορεί όλα τα παραπάνω να μοιάζουν ιδανικό υλικό για μια καλώς εννοούμενη νοσταλγική και ενδιαφέρουσα ιστορία, όμως ο Χαραλαμπίδης πέφτει (ξανά) στην παγίδα της αυτοαναφορικότητας που σύντομα μετατρέπεται σε αυταρέσκεια, παρουσιάζοντας ένα φιλμ μεγάλου μήκους που θα έπρεπε, ωστόσο, ιδανικά να είναι μικρής διάρκειας. Ο ίδιος αρκείται χωρίς ιδιαίτερη σκέψη στον πρωταγωνιστικό του χαρακτήρα για την παρουσίαση της ιστορίας, χρησιμοποιώντας μονάχα το τέχνασμα των σύντομων flashback για την παρουσίαση των ηχητικών μηνυμάτων και του χαρακτήρα της μυστηριώδους γυναίκας, το πρόσωπο της οποίας δεν αποκαλύπτεται ποτέ. Αυτή εμφανίζεται πάντα πλάτη, μέσα σε έναν old-school τηλεφωνικό θάλαμο και με μια ενοχλητικά στερεοτυπική, μονοδιάστατη προσέγγιση, ως απόλυτα προβλέψιμο, ίσως και «υστερικό» πλάσμα

Τα πάντα στο Νυχτερινό Εκφωνητή έχουν να κάνουν με τον ίδιο το νυχτερινό εκφωνητή, ή μάλλον με τον Ρένο Χαραλαμπίδη, που όπως και σε προηγούμενα φιλμ του σαν τα Φτηνά Τσιγάρα, προσπαθεί διακαώς να παρουσιάσει επί της ουσίας τον εαυτό του ως την πιο ενδιαφέρουσα και ποιητική φιγούρα που έχει περάσει ποτέ από τη μεγάλη οθόνη.

Στην προσπάθειά του για τα παραπάνω, ο ίδιος θα επιχειρήσει να ενισχύσει αυτή του την κινηματογραφική περσόνα μέσα από ιδιαίτερα ναρκισσιστικά τσιτάτα που αγγίζουν τα όρια του cringe, επενδύοντας μάλιστα σε μια ανορθολογική παρελθοντολαγνεία με μοναδικό στόχο τον κενό νοήματος εντυπωσιασμό. Πώς αλλιώς μπορεί άλλωστε να χαρακτηριστεί η εμμονή του χαρακτήρα στη χρήση ενός πικάπ ή ενός γραμμόφωνου για τη μετάδοση μουσικής, όταν η εκπομπή του εκπέμπει από ένα κατά τ’ άλλα υπερσύγχρονο στούντιο του σήμερα;

Η έλλειψη περαιτέρω χαρακτήρων και η «εγκληματική» απόκρυψη της πάλαι ποτέ συντρόφου του οδηγεί σε μια φλυαρία πλάνων-fillers της Αθήνας, η οποία παρουσιάζεται πιο polished από όσο χρειάζεται και από όσο πραγματικά ήταν τις δεκαετίες που μας πέρασαν, ένα προβλέψιμο τέχνασμα παραλληλισμού με την απώλεια της νεανικότητας του πρωταγωνιστή. Όμως η ταινία παραπέμπει εν τέλει περισσότερο σε επιτυχημένο σποτ προώθησης του τουρισμού στην πρωτεύουσα, με την Ακρόπολη, το Παναθηναϊκό Στάδιο, το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη και την Πύλη του Αδριανού να επανέρχονται διαρκώς σε πρώτο πλάνο και με τον Χαραλαμπίδη να ποζάρει ανάμεσα σε αρχαία αγάλματα, σαν άλλος Paolo Sorrentino σε αναζήτηση της Grande Bellezza

Τι είναι τελικά ο Νυχτερινός Εκφωνητής; Μια χαμένη ευκαιρία ίσως, μιας κατά τα άλλα καλής ιδέας που χάνεται στην εκτέλεσή της και παρουσιάζεται ως ξαναζεσταμένο φαγητό ενός δημιουργού που επιμένει στα ίδια και τα ίδια, χωρίς αυτοκριτική. Μια ταινία κακώς εννοούμενης νοσταλγίας, φτιαγμένη με συνταγή-στανταράκι για εύκολα εισιτήρια στα θερινά σινεμά του κέντρου.

Χρειαζόμαστε όμως κάτι τέτοιο;

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
1
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα