Senso, Θέατρο Τ

Η Δήμητρα Φάκα, η Έλμα Βλαστοπούλου και η Ζωή Λάη ενσαρκώνουν την κόμισσα Λίβια, σε μία διασκευή της νουβέλας Senso του Camillo Boito, υπό την τολμηρή σκηνοθετική ματιά του Σωτήρη Ρουμελιώτη.

Προτού μιλήσω με τους συντελεστές της παράστασης Senso, μια ανάσα πριν την επίσημη πρεμιέρα, από τις 30/09 έως τις 05/11 στο Θέατρο Τ, είχα τη χαρά και την τιμή να παρακολουθήσω ένα «πέρασμα», προκειμένου να παρακολουθήσω ιδίοις όμμασι την «τρίπτυχη» ενσάρκωση της Λίβια σε αυτή τη διασκευή, όπου οι τρεις πρωταγωνίστριες «φωτίζουν» την πολύπλευρη προσωπικότητά της. Πρόκειται για μια νεαρή γυναίκα, λυγερόκορμη και καλοβαλμένη, με εμφανή αυταρέσκεια και φιλοδοξίες για κοινωνική ανέλιξη και διασφάλιση μιας άνετης ζωής. Αξιοποιώντας τα θέλγητρά της καταφέρνει να σαγηνεύσει έναν αριστοκράτη πολύ μεγαλύτερης ηλικίας και να αποκτήσει τον τίτλο της κόμισσας Σερπιέρι.

Μέσα από την εξιστόρηση της Λίβια, έρχονται στην επιφάνεια οι επικρατούσες αντιλήψεις ως προς τη θέση της γυναίκας στη Βενετία του 1865, όπου ένας γάμος συνιστούσε το μοναδικό όπλο στη φαρέτρα των γυναικών προκειμένου να απελευθερωθούν. Υπό τις συνθήκες αφόρητης πλήξης που της προκαλεί ο έγγαμος βίος, η Λίβια αψηφά κατηγορηματικά τις νόρμες της εποχής, χαράσσοντας αγέρωχα πλώρη για έναν πόθο που της καίει τα σωθικά. Η γνωριμία της με έναν Αυστριακό αξιωματικό λειτουργεί καταλυτικά τόσο για τη δική της πορεία όσο και για τη συνολική έκβαση της ιστορίας. Οι δυο τους ξεχύνονται στην ασίγαστη φλόγα του πάθους με ολέθριες συνέπειες εκατέρωθεν.

Ιδιαιτέρο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα μοτίβα του έργου –λαμβάνοντας υπόψη ότι γράφτηκε γύρω στο 1882 και εκτυλίσσεται στο 1865– που παραμένουν επίκαιρα μέσα από μια σύγχρονη σκοπιά: Ο διαρκής αγώνας των γυναικών για διεκδίκηση, το συναίσθημα απέναντι στην ψυχρή λογική, η κοινωνική κατακραυγή στον βωμό της ελευθερίας, τα ταμπού ενάντια στη σεξουαλική απελευθέρωση, η ζωή και ο θάνατος. Επιπρόσθετα, η σκηνοθετική παρέμβαση της τριπλής πρωταγωνίστριας δίνει πνοή ζώσα σε ένα έργο που θα μπορούσε, φαινομενικά, να παρουσιαστεί ως συμβατικός μονόλογος. Σε σημεία αιχμής, ειδικά, οι συνυπάρχουσες φωνές των τριών ηθοποιών προκαλούν ρίγη και θεατρική πολυφωνία, αναδεικνύοντας συγχρόνως το παραγκωνισμένο στοιχείο της πολυδιάστατης ανθρώπινης φύσης.

Μετά την παράσταση, οι πρωταγωνίστριες με υποδέχτηκαν με ζεστασιά στο καμαρίνι τους, ενώ προσπαθούσα να συγκεντρώσω τις σκέψεις μου, ούσα ακόμα συνεπαρμένη από το προαναφερθέν «πέρασμα» του έργου. Συστηθήκαμε, συζητήσαμε για λίγο περί ανέμων και υδάτων κι έπειτα, προχωρήσαμε σε μία εκτενή κουβέντα γύρω από το Senso, τη Λίβια, τις κοινωνικές επιταγές, την εξέλιξη, τον έρωτα, την ελευθερία και τις μελλοντικές τους προσδοκίες.

Το έργο εμβαθύνει σε θέματα επιθυμίας, προδοσίας και κανόνων. Πώς προσεγγίζετε αυτά τα θέματα στην ερμηνεία της Λίβια και ποιο από αυτά σας αγγίζει περισσότερο;

Ζωή: Αρχικά, νομίζω ότι η παράσταση εμβαθύνει σε διάφορα θέματα και επειδή είμαστε τρεις ηθοποιοί, τα προσεγγίζουμε με διαφορετικό τρόπο η καθεμία. Τώρα, εμένα προσωπικά, το θέμα της επιθυμίας είναι κάτι που με ιντρίγκαρε πολύ από την αρχή που διάβασα το πρωτόλειο κείμενο, καθώς ο χαρακτήρας της Λίβια είναι πολύ ατόφιος, πολύ άγριος και δείχνει εξαρχής αυτό που είναι. Ειδικά σήμερα που τείνουμε να καταπατάμε τα θέλω, τα πάθη και τις «κακές» μας συνήθειες, βρήκα τρομερά ελκυστική την εκ βαθέων ανάλυση της επιθυμίας με τόσο ωμό τρόπο, δηλαδή κυνηγάω αυτό που ποθώ, αδιαφορώντας για τα τινά. Γενικά, υπάρχει μεγάλη υποκρισία και προσποίηση εκ μέρους μας σε όλα αυτά. Θα έλεγα ότι είναι πολύ ωφέλιμο και υποκριτικά, το να εμβαθύνεις στον ψυχισμό αυτού του ανθρώπου, παρατηρώντας εν συνεχεία τη μετάπτωσή του από το συναίσθημα στο δέον. Διότι, η Λίβια αμφιταλαντεύεται διαρκώς ανάμεσα στο πάθος και στη λογική, οπότε ενδεχομένως κάτι το ενδιάμεσο είναι αυτό που με ιντριγκάρει: Η μετάβαση από την επιθυμία στον κανόνα και στο πώς συνυπάρχουν αυτοί οι δύο άξονες.

Έλμα: Η προδοσία με αγγίζει ως έναν βαθμό, σίγουρα η επιθυμία αλλά και οι κανόνες –γιατί σαν Έλμα, προσωπικά, δεν τα πάω πολύ καλά με τους κανόνες– οπότε θεώρησα ότι θα μου ξεκλειδώσει προσωπικές και υποκριτικές πτυχές. Με εξιτάρει το γεγονός ότι η υπάρχουν στιγμές στο έργο, όπου η Λίβια καλείται να υπακούσει σε κάποιους κανόνες, για να πετύχει τους στόχους της. Είναι πολύ ενδιαφέρον γιατί, στην εποχή μας, η γενιά μας ταυτίζεται σχεδόν με αυτό το κομμάτι εκείνης της εποχής. Γιατί πια έχουμε επιστρέψει στο: «Ας μην δείξω ότι μου αρέσει ένα πρόσωπο, δεν κάνει να δείξω ότι τον επιθυμώ. Θέλω αυτό, κυνηγάω αυτό». Ειδικά ως προς τις γυναίκες, κατά πόσο είμαστε ελευθέρες να επιθυμήσουμε κάτι;

Δήμητρα: Είναι φοβερό το ότι την διακατέχει τόσο μεγάλη επιθυμία που φτάνει στα άκρα και, πραγματικά, δεν τη νοιάζει. Αψηφά τους κανόνες, απλώς κάνει αυτό που θέλει με ακραίο και ωμό τρόπο. Εγώ, επειδή ακολουθώ πολύ τους κανόνες, νιώθω ότι με απελευθέρωσε όλο αυτό, ότι με ξεκλείδωσε με έναν τρόπο.

Senso, Θέατρο Τ
Έλμα Βλαστοπούλου, Ζωή Λάη και Δήμητρα Φάκα / Credits: Χρήστος Κυριαζίδης

Η Λίβια είναι ένας πολύπλοκος χαρακτήρας που καθοδηγείται από πάθος και απόγνωση. Πώς ερμηνεύετε τα κίνητρά της, ειδικά όσον αφορά τις επιλογές της στον έρωτα και την εκδίκηση;

Έλμα: Πιστεύω ότι τα κίνητρα της Λίβια είναι ξεκάθαρα: Ο έρωτας και το πάθος, όπως εκφράζεται και από την ίδια. Επιδιώκει να ζήσει τον ελεύθερο έρωτα. Άρα, πώς θα το κάνει αυτό; Μέσω των κανόνων που διέτρεχαν την κοινωνία εκείνη την εποχή. Οπότε, μπορεί, φαινομενικά, τα κίνητρά της να εναρμονίζονται με την καλή ζωή και την οικονομική ανεξαρτησία, αλλά ενδόμυχα απώτερος σκοπός της είναι η ελευθερία. Προσωπικά, εγώ τη θαυμάζω που πάει κόντρα στα στερεότυπα της εποχής της. Επίσης, βρίσκω συγκλονιστικό το γεγονός ότι το έργο γράφτηκε γύρω στο 1882 από άντρα συγγραφέα με τη φιγούρα της Λίβια ως πρωταγωνίστρια.

Ζωή: Γνωρίζει πολύ καλά πώς να αξιοποιεί τις κοινωνικές επιταγές για να έχει το «πάνω χέρι». Ακολουθεί, δηλαδή, τις νόρμες ακροθιγώς, έχοντας όμως τον πλήρη έλεγχο και την επίγνωση των επιλογών της. Εξάλλου, στην εποχή που εκτυλίσσεται το έργο, οι γυναίκες δεν είχαν άλλο διαβατήριο ως προς τη διεκδίκηση της ελευθερίας πέρα από έναν πλούσιο γάμο. Ως κίνητρο θα επέλεγα αυτό που αναφέρει και η ίδια, ότι θέλει να αγαπήσει. Εκτός αυτού, με τον κόμη έχει κατακτήσει μια ζωή άνετη μεν, λίγο βαρετή δε. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι σε αρκετά νεαρή ηλικία, γύρω στα 20-22, επομένως εύλογα αποζητά μια σπιρτάδα, μια πρόκληση.

Δήμητρα: Κατά γενική ομολογία, σπάει τα κοινωνικά στεγανά. Αυτό που την γοητεύει στον Ρεμίτιζο (σ.σ. στον εραστή της) είναι ακριβώς το γεγονός ότι είναι σε θέση να κλείσει τα μάτια συνειδητά στους κανόνες και τους πλαστούς καθωσπρεπισμούς. Και η ίδια πράττει κατ’ αυτόν τον τρόπο, παρά τους περιορισμούς από τους οποίους καλείται να απεγκλωβιστεί ως γυναίκα.

Senso, Θέατρο Τ
Ζωή Λάη / Credits: Χρήστος Κυριαζίδης

Πρόκειται για μια ηρωίδα που αψηφά τις νόρμες και αρνείται να μπει σε καλούπια. Πόσο έχει διαφροποιηθεί, κατά τη γνώμη σας, ο αγώνας των γυναικών να αποτινάξουν μια παγιωμένη τάξη πραγμάτων από τον 19ο αιώνα μέχρι και σήμερα;

Δήμητρα: Αν μη τι άλλο, έχουν γίνει άλματα προόδου. Οι γυναίκες εκείνης της εποχής ήταν υποχρεωμένες να παντρευτούν για να εξασφαλιστούν οικονομικά, καλούνταν να αναλάβουν εξ ολοκλήρου την φροντίδα των παιδιών και της οικογενειακής στέγης. Θα έλεγα ότι τα δικαιώματα των γυναικών αποτελούσαν άγνωστες λέξεις. Η αλήθεια είναι ότι σε κλειστές και μικρές κοινωνίες συναντάμε συχνότερα αναχρονιστικές αντιλήψεις. Μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι συσπειρώνονται άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και δεν συμβαδίζουν κάπως με τις υφιστάμενες κοινωνικές ανάγκες.

Έλμα: Συμφωνώ με αυτό που λέει η Δήμητρα ότι έχει διαφοροποιηθεί πολύ από τη μια ο αγώνας, αλλά από την άλλη σε πολλά ζητήματα συνεχίζεται η διεκδίκηση, καθώς δεν έχουν κατακτηθεί πολλά κομμάτια ελευθερίας. Ας μου επιτραπεί ένα πολύ απλό παράδειγμα: Η αφίσα της παράστασής μας έχει ένα ανάποδο κεράκι και δύο γυμνά πόδια μέχρι τους γλουτούς, αλλά με καλαίσθητο, κατά τη γνώμη μου, τρόπο. Αυτή την εβδομάδα, λοιπόν, πηγαίναμε να κολλήσουμε αφίσες τριγύρω και μερικοί δεν μας άφηναν να κολλήσουμε τη συγκεκριμένη αφίσα λόγω αυτού.

Ζωή: Σε μία εποχή που υποτίθεται ότι έχουν γίνει αξιοσημείωτα βήματα υπέρ της σεξουαλικής απελευθέρωσης, ξαφνικά βρίσκουμε πόρτες κλειστές. Αν ήταν ένα ημίγυμνο αντρικό σώμα, θα υπήρχε το ίδιο πρόβλημα;

(Φέρνω στη συζήτηση μια δημοφιλή παράσταση όπου έπαιζαν γνωστοί άντρες ηθοποιοί και στην αφίσα της παράστασης πόζαραν καλύπτοντας μόνο τα γεννητικά τους όργανα με ένα καπέλο. Συμφωνούμε ότι πρόκειται για ξεκάθαρη φυλετική διάκριση στο εν λόγω ζήτημα).

Έλμα: Με αφορμή αυτό το παράδειγμα της αφίσας, μπορώ να πω με σιγουριά πως έχουμε πολλά βήματα ακόμα να διανύσουμε. Σαφώς έχουν γίνει κινήσεις, αλλά υπάρχει πάντα περιθώριο βελτίωσης.

Ζωή: Σε σχέση με το έργο, θα ήθελα να επισημάνω μια ειδοποιό διαφορά: Η Λίβια ήταν μία γυναίκα που τόλμησε να δράσει εκτός και πέραν των ασφυκτικών κανόνων. Πλέον, έχουμε αρχίσει να συσπειρωνόμαστε, γίνεται αξιόλογη, συλλογική προσπάθεια πάταξης αυτής της παγιωμένης τάξης πραγμάτων που χρειάζεται να εξελιχθεί, αλλά τουλάχιστον δεν είναι στο απόλυτο μηδέν. Ακόμα, βέβαια, υπάρχουν κάποιες συντηρητικές ομάδες με πολύ συγκεκριμένες πεποιθήσεις ή άτομα μεγαλύτερων ηλικών που εξακολουθούν να επηρεάζουν το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Κάποια στιγμή ίσως καταφέρουμε να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο, αλλά έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας.

Senso, Θέατρο Τ
H αφίσα της παράστασης

Πώς θα χαρακτηρίζατε τη σχέση της με τον σύζυγό της και πώς με τον εραστή της;

Ζωή: Θα έλεγα ότι εντοπίζω μια βασική διαφορά: Η σχέση της με τον σύζυγό της βασίζεται στη λογική και σε καθετί μετρήσιμο, προμελετημένο. Χαράσσει ένα σχέδιο για το πώς θα τον κατακτήσει και πώς θα τον παντρευτεί για να υιοθετήσει τον τίτλο της κόμισσας Σερπιέρι. Εντούτοις, όταν μπαίνει το συναίσθημα στο κάδρο, η λογική κατακερματίζεται εν μία νυκτί.

Έλμα: Συμφωνώ με τη Ζωή. Σε γενικές γραμμές, θεωρώ ότι η σχέση με το σύζυγό της είναι τυπική. Άλλωστε, είναι κι ένας άντρας πολύ μεγαλύτερός της. Δεν υπάρχει πάθος, ενδιαφέρον, αγάπη, έλξη. Τίποτα πέρα από οικονομικό συμφέρον. Αντιθέτως, στον Ρεμίτζιο συναντά έναν άνθρωπο εντελώς διαφορετικό από αυτόν που είχε συνηθίσει, μιας και δεν είχε προλάβει να γνωρίσει πολλούς άλλους άντρες. Απέναντί της έχει έναν νέο, ανεξάρτητο που αδιαφορεί πλήρως για τους κοινωνικούς περιορισμούς– όπως και η ίδια. Κάπως έτσι, τον ερωτεύεται κεραυνοβόλα και καλλιεργείται το αίσθημα του θαυμασμού. Εν κατακλείδι, η μία σχέση είναι απολύτως τυπική και η άλλη παθιασμένα συναισθηματική.

(Κάπου εδώ μπαίνει και ο σκηνοθέτης της παράστασης, Σωτήρης Ρουμελιώτης, στη συζήτησή μας).

Είναι και εξαρτητικές αυτές οι σχέσεις, πιστεύετε;

Έλμα: Ναι, και αυτό ίσως είναι το μοναδικό κοινό χαρακτηριστικό τους: Από τον άντρα της εξαρτάται οικονομικά, ενώ από τον εραστή της εξαρτάται συναισθηματικά σε ακραία, ομολογουμένως, επίπεδα.

Σωτήρης: Η διαφορά είναι ότι το ένα το κάνει από επιλογή. Επιλέγει την κοινωνική και οικονομική εξασφάλιση του γάμου της, ακολουθώντας την κοινωνική νόρμα που την συμφέρει. Έπειτα, είναι ελεύθερη να συνάψει άλλες σχέσεις.

Έλμα Βλαστοπούλου / Credits: Χρήστος Κυριαζίδης

Ποια προσέγγιση ακολουθείτε στην ενσάρκωση του χαρακτήρα; Τι συναισθήματα επιδιώκετε να αφυπνίσετε στο κοινό;

Δήμητρα: Ακολουθώ τα ένστικτά μου. Με συναρπάζει η σταδιακή της κατάρρευση, καθώς πηγαίνει σε αχαρτογράφητες περιοχές. Οι πράξεις της είναι οπωσδήποτε αλλοπρόσαλλες, λόγω του ότι χάνεται σε αυτό το ακατανίκητο πάθος που βιώνει. Ούσα απόλυτα παραδομένη σε αυτό, αδιαφορεί για οτιδήποτε άλλο. Μετά από συζητήσεις με τον Σωτήρη, αισθάνομαι ότι εξωτερικεύω μια σεξουαλική και άγρια πτυχή της Λίβια.

Σωτήρης: Νομίζω ότι υπάρχει μια ψυχρότητα. Δέχεται κάπως πιο ψυχρά όλα όσα της συμβαίνουν, όσον αφορά στην έκφραση και όχι στη θερμοκρασία του συναισθήματος. Είναι αυτή η έκφραση, η οποία παγώνει και ξαφνικά το πρόσωπο κοκαλώνει, σαν να λέει: «Οκ, τώρα. Αλήθεια;».

Έλμα: Κι εγώ, σε μεγάλο βαθμό, ενστικτωδώς προσέγγισα τη Λίβια. Ταυτίζομαι πολύ με τον συναισθηματικό της κόσμο, το πόσο πολύ ερωτεύεται, το πόσο πολύ πληγώνεται. Χωρίς, ώστοσο, να αποτυπώνεται αυτό ως θυμός, αλλά κυρίως ως στεναχώρια και πόνος. Επιπλέον, πολύ ενδιεφέρον είναι το γεγονός ότι οι τρεις μας μπορεί να έχουμε κάποιο κοινό συναίσθημα απέναντι σε αυτό που βιώνουμε, αλλά εκφράζεται τόσο διαφορετικά από την καθεμιά μας –αν αναλογιστούμε το πώς είμαστε σαν χαρακτήρες. Μάλιστα, η σκηνοθεσία του Σωτήρη και το κείμενο μας παρακίνησαν να εξερευνήσουμε στοιχεία της Λίβια, τα οποία ήταν «έξω από τα νερά μας». 

Ζωή: Θα έλεγα ότι αξιοποιήσαμε και οι τρεις κάποια χαρακτηριστικά μας –φυσιογνωμικά και μη– για να δώσουμε μια εντελώς διαφορετική απόχρωση στη Λίβια. Εμένα, φερειπείν, μου αφύπνισε κάτι το δυναμικό, παρότι δεν είμαι έτσι στην καθημερινότητά μου. Αυτό με βοήθησε πολύ και στη δική μου την προσωπική ανάπτυξη γιατί βρήκα κομμάτια της ηρωίδας μέσα μου, τα οποία καταπατούσα. Η αντιδιαστολή με τις άλλες δύο συναδέλφισσες μου φαίνεται τρομερά ενδιαφέρουσα. Διότι, δεν κινείται καμία στην ίδια ακριβώς περιοχή, αλλά βρίσκουμε έναν κοινό κώδικα και περπατάμε στον ίδιο δρόμο, αλλά από διαφορετικά μονοπάτια.

Δήμητρα Φάκα / Credits: Χρήστος Κυριαζίδης

Αναπτύσσεται ένα πολύ ισχυρό δίπολο: Η ολική παράδοση του εαυτού στο πάθος και, κατ’ επέκταση, η κυριαρχία της αισθηματικής πτυχής της ηρωίδας να συγκρούεται με την επικράτηση της ψυχρής λογικής. Στον πυρήνα του, δεν είναι πιο επίκαιρο από ποτέ αυτό το δίλημμα;

Δήμητρα: Όταν παθιαζόμαστε πάρα πολύ με κάτι και παραδινόμαστε, τότε συχνά φθίνει κάθε έννοια της κοινής λογικής. Κατά κάποιον τρόπο, μεταβάλλονται όλα μέσα μας, τα δικαιολογούμε με άλλον τρόπο. Όλα γύρω μας αποκτούν νέα χροιά: Φαντάζουν είτε ρόδινα, είτε ζοφερά. Ενδεχομένως, αυτό θα εξακολουθήσει να υφίσταται λόγω του ότι συνιστά χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης. Έτσι είναι ο άνθρωπος, έχει αισθήματα, ερωτεύεται και στεναχωριέται. Βιώνει τις καταστάσεις μέσα από ένα συγκεκριμένο πρίσμα και τις ερμηνεύει με περίεργους, νέους ή κλασικούς τρόπους.

Ζωή: Καταλυτικό ρόλο διαδραματίζει και η κοινωνία στην οποία λαμβάνει χώρα ένα γεγονός. Πιστεύω ότι δεν θα αλλάξει αυτό, γιατί πάντα θα υπάρχει αυτός ο κοινωνικός περιορισμός. Είναι δύσκολο να δομήσουμε μια κοινωνία εντελώς ελεύθερη, η οποία να δέχεται καλοπροαίρετα τα πάθη που υπερβαίνουν ή αντιβαίνουν των κανόνων, θέτοντας στο επίκεντρο την –απολύτως ατελή– ανθρώπινη υπόσταση. Σαφώς πρόκειται για διαχρονικό ζήτημα, αλλά αν μιλήσουμε για τη Λίβια, δεν θα έλεγα ότι ακροβατεί ακριβώς ανάμεσα στη λογική και στο συναίσθημα. Ακόμα και ο γάμος της είναι απότοκο των δικών της επιλογών, παρότι τον καταρρίπτει εκ των υστέρων για να υποκύψει στο πάθος.

Έλμα: Οι κοινωνίες είναι «χτισμένες» με τέτοιον τρόπο, ώστε να μην αφήνουν το συναίσθημα να δρα καθοριστικά. Αλλά το συναίσθημα είναι κάτι που όλοι βιώνουμε, δεν μπορούμε να το αποτινάξουμε. Αυτό το δίπολο θα συνεχίσει να υπάρχει, γιατί κοινωνικά «πρέπει» να είμαστε λογικοί, αλλά σαν όντα συχνά το συναίσθημα παίρνει τη σκυτάλη. Σε ένα σημείο της παράστασης λέμε ότι ο έρωτας είναι αλύπητος. Γιατί είναι αλύπητος, κατά τη γνώμη μου; Γιατί σε μεταμορφώνει είτε θετικά –δηλαδή να πετάς στα ουράνια– είτε αρνητικά –σε προσγειώνει απότομα στα Τάρταρα.

Ζωή Λάη / Credits: Χρήστος Κυριαζίδης

Πρόκειται για έναν χαρακτήρα που αφουγκράζεται τα ένστικτά του –μεταξύ άλλων και τα σεξουαλικά. Γιατί, όμως, εξακολουθεί να θεωρείται ταμπού η σεξουαλική απελευθέρωση;

Ζωή: Είναι δεδομένο ότι έχουν γίνει πολλά συλλογικά βήματα ως προς το ζήτημα της σεξουαλικής απελευθέρωσης. Πάρα ταύτα, η σεξουαλικότητα συνιστά ανθρώπινο ένστικτο και δεν καθορίζεται. Υπάρχει μέσα στο κάθε άτομο και εξωτερικεύεται με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Ομολογώ ότι αδυνατώ να αντιληφθώ γιατι εξακολουθούμε να συμβαδίζουμε με τέτοια ταμπού. Σίγουρα σχετίζεται πάντα με την εκάστοτε κοινωνία και τις αντιλήψεις που την διέπουν. Ειδικά η γυναικεία σεξουαλικότητα είναι επώδυνο θέμα συζήτησης, αν αναλογιστούμε, μάλιστα, τις αρνητικές αντιδράσεις για την αφίσα μας. Πιθανότατα, αν στην αφίσα πρωταγωνιστούσε ένας άντρας με κοιλιακούς, θα την άφηναν ως έχει, χωρίς περιστροφές.

Έλμα: Η κοινωνία που θεωρεί τη σεξουαλική απελευθέρωση ταμπού είμαστε εμείς, όλοι οι άνθρωποι –η κοινωνία δεν είναι κάτι άσχετο, είμαστε όλοι άνθρωποι μαζί. Οπότε, όταν εμείς αποφασίσουμε να αντιμετωπίσουμε ισότιμα ο ένας τον άλλον, μόνο τότε αυτό θα πάψει να θεωρείται ταμπού, γιατί έτσι θα αντιληφθούμε ότι αυτά που μας ενώνουν είναι περισσότερα από εκείνα που μας χωρίζουν: Όλοι έχουμε ανάγκες, φυσικά ένστικτα και πάθη, άρα όταν αφεθούμε απέναντι στον εαυτό μας και απέναντι στους άλλους, ίσως καταφέρουμε να ξεπεράσουμε τα ταμπού.

Σωτήρης: Ως κοινωνία, έχουμε σοβαρό θέμα, πιστεύω, το οποίο και ιστορικά δικαιολογείται. Το ότι δεν έχει περάσει Διαφωτισμό η Ελλάδα, το ότι ο ελληνικός λαός υπήρξε πόσα χρόνια υποδουλωμένος δίχως να είναι σε θέση να μορφωθεί, αυτά δεν ξεπερνιούνται εύκολα. Αυτό είναι το πρόβλημα της Ελλάδας και, δυστυχώς, πρέπει να συνεχίσουμε να πορευόμαστε με αυτό. Δεν θα λυθούν αυτά τα ζητήματα από τη μια στιγμή στην άλλη, όταν είμαστε τόσο πίσω αισθητικά και φιλοσοφικά. Αισίως, κάποιοι, με όποιον τρόπο μπορούμε, προσπαθούμε να επέλθει η πολυπόθητη εξέλιξη. Θα αναφέρω ένα τυχαίο παράδειγμα: Είχα πάει σε ένα μουσείο στη Γερμανία όπου είχαν τοποθετημένες τις πρωτομές του Goethe και του Schiller σε έναν προθάλαμο και στην κεντρική αίθουσα είχαν αφιέρωμα στην γερμανική πανκ. Συνυπήρχαν στον ίδιο χώρο οικογένειες και πανκιά. Αυτό είναι δείγμα του πολιτισμού, της συνύπαρξης και της συμπεριληπτικότητας μιας διαφορετικής κουλτούρας που συνυπάρχει δίπλα μας. Εδώ δεν μπορούμε να είμαστε έτσι. Δεν δεχόμαστε καθόλου ότι η ζωή και η κοινωνία αποτελούνται από πολύχρωμα δημιουργήματα.

Τελικά, ο έρωτας συνιστά καταστροφή ή πηγή ζωής;

Δήμητρα: Είναι πολύ όμορφο το να ερωτεύεσαι κάποιον, να αποκτάς εμπειρίες μαζί του, να δημιουργείς αναμνήσεις και να μαθαίνετε ο ένας μέσα από τον άλλον. Ακόμα κι αν οδηγήσει στην καταστροφή, πάλι κάτι αποκομίζεις. Ωριμάζεις και εξελίσσεσαι.

Έλμα: Για μένα, είναι σίγουρα πηγή ζωής. Είναι κινητήριος δύναμη για τα πάντα. Η αληθεια είναι ότι ειτε ειμαι ερωτευμενη ειτε δεν είμαι, ο έρωτας με κινητοποιεί απλά και μόνο σαν ιδέα. Πραγματικά, στα παντα μπορώ να δω τον έρωτα και ερωτεύομαι πολύ μικρά πράγματα, ακόμα κι όταν δεν είμαι ερωτευμένη με κάποιον άνθρωπο. Όπως η ζωή επιφέρει μεταπτώσεις, έτσι είναι και οι σχέσεις. Μέσα στη ζωή, είναι ο θάνατος. Μέσα στον έρωτα, είναι ο χωρισμός.

Ζωή: Πιστεύω ότι το να ερωτευτείς με ανταπόκριση, έχοντας δηλαδή το περιθώριο να το απολαύσεις, προφανώς μπορεί να σου αλλάξει άρδην τη ζωή –έστω και για εκείνο το χρονικό διάστημα που όλα είναι ρόδινα. Πάρα ταύτα, για να είναι ένας έρωτας δυνατός και διαρκής, έτσι ώστε να αποτελεί πηγή ζωής για περισσότερο από έναν μήνα, ενδεχομένως χρειάζεται να υπάρχει αυτό το ρίσκο της καταστροφής. Όταν υπάρχει ένα ρίσκο και μια επικινδυνότητα, νομίζω μετατρέπεται σε ακόμη ισχυρότερη πηγή ζωής ο έρωτας. Αποκτά μια άλλη μορφή, μετατρέπεται σε κάτι ονειρικό και, ταυτόχρονα, έχει μια αγριότητα. Διότι, αυτή είναι η πραγματική διάσταση του έρωτα: Το ενδεχόμενο να καταστραφούν τα πάντα από στιγμή σε στιγμή.

Σωτήρης: Θεωρώ τον έρωτα κινητήριο δύναμη, δεν το συζητώ. Παρόλα αυτά, για μένα, προσωπικά, λειτουργεί η απουσία του έρωτα ως κάτι τέτοιο και γι’ αυτό μου αρέσει να εμβαθύνω στην τέχνη και να υλοποιώ παραστάσεις, γιατί προσπαθώ να προσεγγίσω μέσα από αυτή την αναζήτηση κάποια συναισθήματα που έχουν την ένταση του έρωτα. Συνήθως, αυτό απαντώ στη ερώτηση «γιατί κάνω θέατρο». Δεν ξέρω αν θα το καταφέρω ποτέ, αλλά αυτό ψάχνω. Επίσης, ο έρωτας λειτουργεί ως κινητήριος δύναμη, επειδή σε βγάζει λίγο από τις υπαρξιακές σου νόρμες, είναι κάτι τόσο δυνατό που σε ταρακουνάει. Είναι σαν να παίρνεις μια έξτρα δόση ζωής και, συγχρόνως, να προσεγγίζεις, τον θάνατο, όντας ζωντανός. Γι’ αυτό, λέμε ότι υπαρχουν αυτές οι πολυ μεγάλες έννοιες: Ζωή, έρωτας, θάνατος, δηλαδή δεν είναι τυχαίο. Είναι αυτό που είπε και η Ζωή, ότι εμπεριέχει πάντα και κάτι νοσηρό.

Έλμα Βλαστοπούλου / Credits: Χρήστος Κυριαζίδης

Ποιο ήταν το σκεπτικό πίσω από την επιλογή τριών ηθοποιών (έναντι μίας) ως Λίβια;

Σωτήρης: Είχα δει τα κορίτσια σε κάποιες παρουσιάσεις και είχα κατά νου να επιλέξω τρεις γυναικείες φωνές, τρία γυναικεία σώματα, τρεις γυναικείες ενέργειες, οι οποίες όμως να έχουν κάποιες διαφορές μεταξύ τους. Οπότε, αποφάσισα να ρισκάρω, δεδομένου ότι δεν είχα ξανασυνεργαστεί με κανένα από τα κορίτσια, ήταν και δική μου ανάγκη σε αυτή τη δουλειά να συνεργαστώ με νέα πρόσωπα, όπως ο Κωστής που έχει αναλάβει τη μουσική. Έτσι, έγινε αυτό το μαγικό κλικ και –αν με ρωτάς– νιώθω κάτι παραπάνω από δικαιωμένος. Οι τρεις ηθοποιοί εξυπηρετούν μια θεατρικότητα που με ιντριγκάρει. Όταν κάνεις έναν μονόλογο με τον συμβατικό τρόπο, κλείνεις το σύστημα. Το θέμα είναι να ανοίξει λίγο πιο καθολικά, κάτι που συνδέεται άρρηκτα με την ύπαρξη τριών ατόμων –έναντι του ενός– και, ως επιστέγασμα, βλέπεις την ίδια ιστορία με μικρές –αλλά πολύτιμες– αποκλίσεις. Ξεφεύγεις έτσι από τον περιορισμό του να δεις το έργο μονοδιάστατα.

Έλμα: Είμαστε τρεις εντελώς διαφορετικές φυσιογνωμίες και προσωπικότητες. Η μία παίρνει πάρα πολλά από την άλλη, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα. Ως εκ τούτου έχουμε βγει πάρα πολύ «πλούσιες» από αυτή τη συνεργασία, προσπαθώντας να προσεγγίσουμε τρεις άνθρωποι έναν ρόλο. Ακόμη, ο Σωτήρης καταφέρνει με αυτό τον τρόπο να φέρει επί σκηνής την πολύπλευρη διάσταση της Λίβια. Ας μην ξεχνάμε ότι καθένας, καθεμία και καθένα εξ ημών έχει πολλές, διαφορετικές αποχρώσεις.

Δήμητρα: Επίσης, δεν έχουμε καμία επαφή κατά τη διάρκεια της παράστασης, αλλά χρειάζεται να πορευόμαστε με κοινή σύμπνοια, σαν να είναι η μία η ανάσα της άλλης. Παραδείγματος χάρη, στη σκηνή με τον καθρέφτη αποσαφηνίστηκε πιο έντονα αυτό μέσα μου, γιατί όντως εκεί γύρισα και κοίταξα τα κορίτσια, σαν να μιλώ σ’ εκείνες.

Ζωή: Το να πολλαπλασιάζεις μια φωνή επί τρία, είναι μια πολύ ιδιαίτερη τεχνική και δημιουργεί προσδοκίες για κάτι μεγαλύτερο στο κοινό. Το σημειωματάριο της κόμισσας Λίβια είναι αρκετά προσωποκεντρικό, η ίδια αφηγείται τι συμβαίνει μέσα από τη δική της οποτική γωνία και, παράλληλα, το ζει επί σκηνής. Έχει ιδιαίτερη σημασία η εφαρμογή αυτού του τρόπου αφήγησης, διότι εξασφαλίζει την απαραίτητη παραστατικότητα και τη ζωντάνια της παράστασης, διατηρώντας τον χαρακτήρα συγγραφής ενός ημερολογίου.

Έλμα Βλαστοπούλου, Ζωή Λάη και Δήμητρα Φάκα / Credits: Χρήστος Κυριαζίδης

Ποια στοιχεία σας ξεκλείδωσε ο συγκεκριμένος ρόλος σε υποκριτικό και προσωπικό επίπεδο; Αναστοχαστήκατε; Σκιαγραφήσατε τις μελλοντικές επαγγελματικές σας προσδοκίες;

Δήμητρα: Αισθάνομαι ότι απελευθερώθηκα πάρα πολύ. Το έργο πραγματεύεται έννοιες, όπως το πάθος και η σεξουαλικότητα –έννοιες που με ζόριζαν, καθώς είμαι πιο κλειστή– και δίσταζα να τις προσεγγίσω. Αυτή απελευθέρωση πιστεύω πως θα συντελέσει επικουρικά στον τρόπο που θα διαχειριστώ μελλοντικές συνεργασίες.

Ζώη: Εξερευνήσαμε άλλα μονοπάτια, ανοικεία. Ελπίζω και εύχομαι στο μέλλον να βρούμε εκ νέου πρόσφορο έδαφος όπου θα είμαστε σε θέση να εκφράσουμε ό,τι αποκομίσαμε από αυτή τη συνεργασία. Αυτούς τους έξι μήνες που δουλεύαμε την παράσταση, καταδυθήκαμε βαθιά στον ψυχισμό της ηρωίδας, αποκομίζοντας σπουδαία υποκριτικά και ερμηνευτικά εχέγγυα για το μέλλον. Μακάρι να εξελιχθεί αυτό πέραν των ορίων της Θεσσαλονίκης.

Έλμα: Ο Σωτήρης μας έκανε ένα σπουδαίο δώρο, βιώναμε τις πρόβες σαν μάθημα παρόλο που, κανονικά, οι πρόβες και οι παραστάσεις δεν είναι πεδία δοκιμών. Υποσυνείδητα νομίζω ότι σε μελλοντικές δουλειές θα ψάχνω τον πολύτιμο αυτό χώρο όπου θα έχω την ευκαιρία να δοκιμάσω κάτι, θα υπάρχει αυτή η ελευθερία του: «Εγώ σας λέω αυτό, αλλά μην το κάνετε» ή «Δοκιμάστε κάτι άλλο». Μπορούσαμε να προτείνουμε κάτι, να επισημάνουμε περιοχές όπου είμαστε καλές και έτσι, να συνεργαζόμαστε ομαδικά για τη βέλτιστη εκδοχή. 

Δήμητρα Φάκα / Credits: Χρήστος Κυριαζίδης

Πληροφορίες παράστασης

Ημέρες – ώρες παραστάσεων: 30 Σεπτεμβρίου – 5 Νοεμβρίου 2024, κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:30

Κείμενο: Βασισμένο στην ομότιτλη νουβέλα του Camillo Boito

Σκηνοθεσία / Δραματουργία / Φωτισμοί: Σωτήρης Ρουμελιώτης

Σκηνικά / Κοστούμια: Μαρία Καραδελόγλου

Πρωτότυπη μουσική: Κωστής Παλαιογιάννης

Βοηθός Σκηνοθέτη / Επιμέλεια Προβολών: Κατερίνα Νικολάτου

Φωτογραφίες / Trailer: Χρήστος Κυριαζίδης

Υπεύθυνη προβολής: Λία Κεσοπούλου

Οργάνωση Παραγωγής: Izveribad

Θερμές ευχαριστίες στους: Ζωή Κατσάρα (σοπράνο), Χρήστο Γούλα (βιολοντσέλο), Κωνστάντη Στρατάκη (φλάουτο) και Κωστή Παλαιογιάννη (κιθάρα, παραγωγή, μίξη) για τις ηχογραφήσεις

Παίζουν: Δήμητρα Φάκα, Έλμα Βλαστοπούλου και Ζωή Λάη

Διάρκεια παράστασης: 85’

Τιμές εισιτηρίων

Κανονικό: 15 ευρώ

Φοιτητών, ανέργων & ΑμεΑ: 12 ευρώ

Ατέλειες: 10 ευρώ (μόνο από το ταμείο του θεάτρου, εφόσον υπάρχουν διαθέσιμες θέσεις)

Τηλέφωνο κρατήσεων: 2310 854 333

Parking: Ιδιωτικός χώρος parking ακριβώς δίπλα από το Θέατρο Τ. Τιμές: 3€ η πρώτη ώρα | +1€ για κάθε επόμενη ώρα

Επιπλέον πληροφορίες:

  • Το Θέατρο Τ είναι προσβάσιμο σε αναπηρικά αμαξίδια
  • Δεν επιτρέπεται η είσοδος στο θέατρο μετά την έναρξη της παράστασης
  • Με την επίδειξη του εισιτηρίου σας, έχετε 10% έκπτωση στο ουζερί «Το Πλατανάκι» ακριβώς απέναντι από το Θέατρο Τ.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
2
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα