σεξ στην Αθήνα του Μεσοπολέμου

Την Εύα Γανίδου και τον Τάσο Θεοφίλου, τους συνάντησα ένα απόγευμα που η Κυψέλη την είχε, οριακά, γλιτώσει από την Αφρικανική σκόνη κι όλα έμοιαζαν καθαρά και ξάστερα για να μοιραστούμε ιστορίες γύρω από το σεξ απ’ τον –όχι και τόσο μακρινό, τελικά– Μεσοπόλεμο. Ο αφηγηματικός χάρτης της Εύας και του Τάσου έχει τίτλο: «Που έκαναν σεξ στην Αθήνα του Μεσοπολέμου;» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νέοι Καιροί», έτοιμος για σκανάρισμα κι ένα ταξίδι στον χωροχρόνο.

«Πρόσφατα διαπιστώσαμε με τον Τάσο το κοινό μας ενδιαφέρον για την ερευνητική περιήγηση στα φύλλα των μεσοπολεμικών εφημερίδων. Εγώ, αναζητούσα τα μυθιστορήματα που δημοσιεύονταν σε αυτές εκείνη την εποχή, ενώ ο Τάσος, αντίστοιχα, έψαχνε σε αθηναϊκές και κάποιες επαρχιακές μεσοπολεμικές εφημερίδες, θέματα που κυρίως σχετίζονταν με το αστυνομικό και δικαστικό ρεπορτάζ. Χαρακτηριστική ιδιαιτερότητα της μεσοπολεμικής εφημερίδας ήταν ο τρόπος που επικοινωνούν μεταξύ τους οι δύο αυτές αναζητήσεις μας, είτε γιατί μπορεί να προέρχονταν από τα ίδια πρόσωπα (δημοσιογράφοι ή μυθιστοριογράφοι), είτε γιατί κάποια θέματα των ρεπορτάζ, αρδεύοντας από μυθιστορήματα, φιλοξενούνταν στις εφημερίδες της εποχής. Άλλωστε, η δημοσιογραφία εκείνης της εποχής έχει αφηγηματικά στοιχεία που παραπέμπουν στη λογοτεχνία», ξεκινά να μου λέει η Εύα.  

σεξ Αθήνα του Μεσοπολέμου

Ο Τάσος, θεωρεί ότι υπήρξε και «καθαρόαιμο» ρεπορτάζ την εποχή εκείνη 

«Αυτό που παρατηρώ όμως είναι, ότι μετά το 1926, αναπτύσσεται περισσότερο αυτό που λέμε “λογοτεχνικό ρεπορτάζ” ή “νέα δημοσιογραφία” στις αθηναϊκές εφημερίδες, με τα κείμενα να συντάσσονται από δημοσιογράφους –όχι σαν λογοτεχνικά, αλλά δημοσιογραφικά. Είναι ρεπορτάζ που διανθίζονται από παραθέσεις περιγραφών των συνεντευξιαζόμενων, σε πλάγιο λόγο με τον δημοσιογράφο να μπαίνει και ο ίδιος σταδιακά στην αφήγηση με θέση και άποψη». 

Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος αποτελεί τομή στο πεδίο των εφημερίδων, με την Εύα να εξηγεί ότι πρόκειται για μια εποχή που εγκαινιάζεται μετά το τέλος του πολέμου στην Ελλάδα. «Πρακτικά, οι αλλαγές που φέρνει αυτό το γεγονός εμπεδώνονται μετά τα μέσα της πρώτης μεσοπολεμικής δεκαετίας (1925-1926) που βλέπουμε μια πραγματική αλλαγή εποχής να διαπερνά το κομμάτι της κοινωνικής παρατήρησης στις εφημερίδες, προσπαθώντας να δουν και να αποτυπώσουν ποια είναι, τελικά, αυτή η μεταπολεμική εποχή. Όποιος ασχολείται με τη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία του Μεσοπολέμου, ακόμη κι αν πρόκειται για ξεχωριστούς ερευνητές, αναπόφευκτα θα συναντηθούν γιατί αυτό “επιβάλλει” η εφημερίδα μιας κι όσα συμβαίνουν δεν είναι γεγονότα ξεκομμένα μεταξύ τους. Αυτό που εμείς θέλαμε να αναδείξουμε, ήταν μια pop διάσταση του Μεσοπολέμου, που φανερώνει ότι δεν πρόκειται για μια παλιά και βαρετή εποχή». 

Ο Τάσος, μου αναφέρει πως τυχαία ανακάλυψε τη μεσοπολεμική εφημερίδα και κόλλησε

«Το ενδιαφέρον είναι ότι πρόκειται για έναν πολιτισμό που κόπηκε απότομα. Εκεί, δηλαδή, που η Ελλάδα αναπτυσσόταν, μεσολάβησε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, κάνοντας τα πράγματα να πάνε 40 χρόνια πίσω. Έτσι, ο Μεσοπόλεμος έχει τη γοητεία ενός χαμένου πολιτισμού, μιας χαμένης Ατλαντίδας. Σε αυτό το διάστημα, συναντάμε μια σεξουαλική απελευθέρωση και το δεύτερο φεμινιστικό κύμα, καλλιτεχνικά κινήματα, καθώς και το κομμουνιστικό κίνημα με πιο μοντέρνους όρους για την εποχή. Όλα μοιάζουν να αναπτύσσονται με φοβερές δυναμικές εκείνη την περίοδο».

Κάποιες από τις ιστορίες που αναφέρονται στον αφηγηματικό χάρτη, ο Τάσος και η Εύα τις είχαν εντοπίσει πριν αποφασίσουν να κάνουν αυτή την έρευνα. «H πρώτη που βρήκαμε, με πληροφορίες του αστυνομικού ρεπορτάζ, ήταν για μια πυρκαγιά που πήραν τα σεπαρέ στο κινηματοθέατρο “Στάδιο”, με τα ζευγαράκια που ήταν κρυμμένα να βγαίνουν και να τρέχουν για να σωθούν». 

Τους ρωτάω τι συνέβαινε με το εξωσυζυγικό σεξ στην Αθήνα του Μεσοπολέμου. «Χαρακτηριστικό αυτού του γεγονότος ήταν ότι διώκονταν απ’ το Τμήμα Ηθών, κάτι που έχει να κάνει αφενός, με την έξαρση των αφροδίσιων νοσημάτων και αφετέρου, υπήρχαν πολλές περιπτώσεις διαφθοράς κοριτσιών που οδηγούνται στην πορνεία. Έχουμε πολλές φτωχές κι ορφανές κοπέλες που εκβιάστηκαν για να ακολουθήσουν αυτό τον δρόμο», αναφέρει η Εύα.

σεξ Αθήνα του Μεσοπολέμου

«Η φτωχή γυναίκα του Μεσοπολέμου που έχανε την παρθενιά της, έχανε και την αξία της στο “χρηματιστήριο του γάμου”, με αποτέλεσμα, το να οδηγηθεί στην πορνεία, να μοιάζει με μονόδρομο. Αντιθέτως, κάτι τέτοιο δεν ίσχυε για τις πλούσιες γυναίκες, οι οποίες ήταν σεξουαλικά απελευθερωμένες χωρίς συνέπειες αν κάτι γίνει δημόσια γνωστό. Η πρώτη μου σκέψη όταν ξεκίνησα αυτή την έρευνα, ήταν να αναδειχθεί κάτι σε σχέση με την πορνεία και το trafficking της εποχής. Διαβάζοντας, όμως, όλα αυτά τα κείμενα, κατάλαβα ότι δεν μιλάνε μόνο για πορνεία, αλλά γενικά για το σεξ εκτός γάμου κι έτσι οδηγηθήκαμε εδώ. Προσπαθήσαμε να διαχωρίσουμε πότε μιλάμε για εξωγαμιέο σεξ και πότε για πορνεία, κάτι που δεν ήταν πολύ εύκολο», συμπληρώνει ο Τάσος.

σεξ Αθήνα του Μεσοπολέμου

Και οι δύο συμφωνούν ότι δεν εντόπισαν πουθενά γυναικείο αντίλογο σε όσα αποτυπώνοντας την περίοδο εκείνη

«Είναι καλό να αναφέρουμε τη Λιλίκα Νάκου, μια γαλλοθρεμένη αστή που δούλευε ως δημοσιογράφος και συγγραφέας, η οποία κατάφερε να μπει μέσα στα Βούρλα –κρατικό μπουρδέλο στον Πειραιά– με φυλακισμένες γυναίκες που εκδίδονταν. Στις συνεντεύξεις που έκανε με τις γυναίκες αυτές, η ματιά της είναι πολύ πιο συμπαθής πάνω τους χωρίς αυστηρότητα, κάτι πολύ ριζοσπαστικό για τις εφημερίδες της εποχής. 

Επίσης, ο Σπύρος Μελάς –αν και πολύ συντηρητικός κι έχοντας πολλές διαφωνίες μαζί του–,  βάζει στα χρονογραφήματα του τον ταξικό παράγοντα όσον αφορά το ζήτημα που είχε προκύψει με τις γκαρσονιέρες που νοικιάζονταν με την ώρα και τις αποκαλούσαν «διαφθορεία». Ανέδειξε, δηλαδή, τον παράγοντα ότι αν είσαι πλούσιος, μπορείς να αγοράσεις τη δική σου γκαρσονιέρα και κανείς δεν σου λέει τίποτα για το τι κάνεις σε αυτήν, ενώ αν είσαι φτωχός και έχεις μόνο τη δυνατότητα να νοικιάσεις, τότε είναι «διαφθορείο». 

«Αυτό δεν είναι το σύνηθες στη ματιά του μεσοπολεμικού δημοσιογράφου, ειδικά απέναντι στις γυναίκες», εξηγεί η Εύα. 

Τους ρωτάω πού, τελικά, έκαναν σεξ οι άνθρωποι στην Αθήνα του Μεσοπολέμου

«Χαρακτηριστικό του μεσοπολέμου όσον αφορά το σεξ, είναι όπως είπαμε και πιο πάνω, η γκαρσονιέρα. Οι εφημερίδες της εποχής, μάλιστα, κάνουν λόγο για πανγκαρσονιερισμό, αναδεικνύοντας ότι είχε δημιουργηθεί ζήτημα αντίστοιχο του Airbnb σήμερα. Αν, δηλαδή, ήσουν εργαζόμενος/-η ή φοιτητής/-τρια, δεν μπορούσες να βρεις σπίτι στο κέντρο της Αθήνας. Έλεγαν, μάλιστα, ότι αν δεν ήσουν ερωτευμένος, είχες κίνδυνο να μείνει ανέστιος. Άλλο μέρος συνεύρεσης ήταν τα σεπαρέ, τα οποία, στην Αθήνα των προηγούμενων δεκαετιών, ήταν ξεχωριστοί χώροι –σαν μικρά δωμάτια– που μια οικογένεια μπορούσε εκεί να δειπνήσει χωρίς να βλέπουν οι άντρες θαμώνες τα θηλυκά μέλη της».

«Τα σεπαρέ τον 19ο αιώνα λεγόντουσαν αίθουσες δ’ οικογενείας και υπήρχαν σε όλα τα εστιατόρια της Αθήνας και γύρω απ’ αυτήν. Σε κάποια σατιρικά κείμενα περιγράφονταν σαν αίθουσες για όρθιους, γιατί ήταν πολύ στενά και φανέρωναν τον τρόπο που έκαναν οι άνθρωποι σεξ μέσα σε αυτά», αναφέρει η Εύα με τον Τάσο να συμπληρώνει πως τα δωμάτια αυτά, εν τέλει, ξέμειναν στα μαγαζιά κι έτσι άρχισαν να παραχωρούνταν για σεξ. «Οι δημοσιογράφοι της εποχής ειρωνεύονταν κι έγραφαν ότι μάλλον λέγονταν έτσι, γιατί μπαίνοντας σε αυτό, έβγαινες με οικογένεια». 

«Επίσης, υπήρχαν και τα ταξί-σεπαρέ που είχαν ξεμείνει από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα οποία προσέφεραν διακινούμενο σεξ, μιας και υπήρχε και η βόλτα. Ο οδηγός απομονωνόταν με τζάμι ή κουρτίνα, το ζευγάρι έριχνε τα καθίσματα κι έκανε σεξ ενώ τους πήγαινε βόλτα στην Αθήνα. Μια χαρακτηριστική πιάτσα που υπήρχε γι’ αυτά τα ταξί ήταν στα Προπύλαια. Να αναφέρουμε και τα παραθαλάσσια κέντρα, τα οποία χρησιμοποιούσαν σαν σεπαρέ τα αποδυτήρια που ήταν για να αλλάξεις τα ρούχα και το μαγιό σου, όπως υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Τέλος, έχουμε και το υπαίθριο κομμάτι, που είναι τα παγκάκια του Ζαππείου, αλλά και οι τουαλέτες του Εθνικού Κήπου, οι οποίες είναι στο ίδιο σημείο που ήταν και στον Μεσοπόλεμο και γινόταν περισσότερο γκέι σεξ εκεί», λέει η Εύα.

Ο Τάσος διευκρινίζει ότι από τα ρεπορτάζ την εποχής προκύπτει ότι το Ηθών έκανε αρκετά «ντου», αλλά όχι όπου να ‘ναι. «Έκανε σε μαγαζιά που απασχολούσαν περισσότερο σε σχέση με τη διαφθορά και την πορνεία, δεν τους ένοιαζε τόσο το σεξ σαν σεξ, έτσι κι αλλιώς ήταν αδύνατο να ελεγχθεί».

σεξ Αθήνα του Μεσοπολέμου

Τους ρωτάω για τις εκδόσεις «Νέοι Καιροί», την ιστορία τους και πώς κατέληξαν σε αυτό το όνομα

Ο Τάσος μου λέει ότι οι «Νέοι καιροί» ήταν αρχικά μια επαρχιακή εφημερίδα του Πειραιά που την έχει ιδρύσει ο Νίκος Μαράκης με τον Δημήτρη Πιτσάκη. «Ο Νίκος Μαράκης, είναι μια σπουδαία και παραγνωρισμένη προσωπικότητα της δημοσιογραφίας του Μεσοπολέμου και απ’ τους πρώτους που εισάγουν απ’ το Παρίσι τις νέες μεθόδους δημοσιογραφίας. Πρόκειται για έναν μορφωμένο και παράλληλα άνθρωπο της πιάτσας, που κάνει ρεπορτάζ στα καταγώγια του λιμανιού, μπαίνει στις φυλακές, μιλάει με τους κρατούμενους. Ίδρυσε την εφημερίδα “Νέοι Καιροί”, η οποία είχε πολλά λογοτεχνικά ρεπορτάζ για τη ζωή στον Πειραιά». 

«Τόσο εγώ, όσο και η Εύα ενθουσιαστήκαμε μαζί του κι έτσι, πριν τα Χριστούγεννα, επανεκδώσαμε  το βιβλίο: “Οι άνθρωποι της κοκαΐνης”, ένα διήγημα το οποίο είχε δημοσιευθεί σε συνέχειες στην εφημερίδα και μετά τυπώθηκε σε βιβλίο. Επειδή, λοιπόν, θέλουμε να υπάρχει μια σύνδεση με τον Μεσοπόλεμο, αλλά και μια σαφής αναφορά στο ότι κάνουμε κάτι καινούργιο και σύγχρονο, είπαμε να ονομάσουμε τις εκδόσεις μας “Νέοι Καιροί”». 

Εικόνες από το ΔΤ και το βιβλίο.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
2
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα