Μιλήσαμε με μέλη της κοινωνικής τραπεζαρίας που δεν αποδέχονται ως κανονικότητα το να τρώνε οι άνθρωποι στα πεζοδρόμια, αναζητώντας διαρκώς τρόπους να κάτσουν όλοι μαζί με αξιοπρέπεια γύρω από ένα τραπέζι.
Στον Σταθμό Λαρίσης, έχει χαλάσει το GPS μου και κάνω άβολες σβούρες γύρω απ’ τον εαυτό μου. Ακινητοποιούμαι με διάφορα ευχολόγια μέχρι να «συνέλθει» και τελικά ξεκινάω προς την οδό Χαρίσσης. «Στο 6», τα παντζούρια είναι ανοιχτά, κοιτάω το ρολόι, έχω φτάσει νωρίτερα κι έτσι χαζεύω μέσα απ’ το τζάμι το πολύχρωμο χριστουγεννιάτικο δέντρο που αναβοσβήνει δίπλα σε ανθρώπους που τρώνε αντικριστά ο ένας με τον άλλον, μιλάνε και γελάνε. Όταν τελικά μπαίνω, αγκαλιάζω τον αγαπημένο μου Τάσσο Σμετόπουλο και κάθομαι στην αυλή με τη Χρύσα Καλογεράκη και τη Μαρία Αλεξανδροπούλου.
Η Χρύσα, ψυχολόγος και μέλος του Steps ξεκινά να μου μιλά για το πώς το να τρώνε οι άνθρωποι στα πεζοδρόμια τείνει να γίνει κανονικότητα.
«Ως Steps, μοιράζουμε πολλά χρόνια φαγητό στον δρόμο, έτσι κι αλλιώς ήταν το μόνο που υπήρχε σαν επιλογή για τους ανθρώπους που είναι άστεγοι. Αυτό μας φέρνει αντιμέτωπους κι αντιμέτωπες με μια καθημερινότητα βαρβαρότητας. Οι άνθρωποι αυτοί βιώνουν διαρκώς περιφρόνηση, εκδιώχνονται από ενοίκους και αστυνομία, με βρισιές και χλευασμό».
«Εδώ, θα ήθελα να αναφερθώ και στον τρόπο που ο Δήμος Αθηναίων φροντίζει για τη σίτιση των ανθρώπων στον δρόμο, επειδή έχω υπάρξει αρκετές φορές μάρτυρας. Το να βγαίνεις από ένα βαν με κάποιες -λίγες- μπλε σακούλες με φαγητό που δεν τρώγεται και να τις παρατάς όλες μαζί στην άκρη του δρόμου κι όποιος προλάβει, πρόλαβε, είναι αναξιοπρεπές. Κάποιες φορές μάλιστα ανοίγουν την πόρτα και τις πετάνε μέσα απ’ το αυτοκίνητο.
Οι συνθήκες αυτές, έκαναν όλο και πιο έντονη την ανάγκη για τη δημιουργία ενός χώρου που θα παρέχει ασφάλεια και οικειότητα στους ανθρώπους τη στιγμή που γευματίζουν. Έτσι, δημιουργήθηκε η κοινωνική τραπεζαρία στην οποία συμμετέχουν δύο οργανώσεις, το Steps και το Tol Eressëa. Ξεκινήσαμε στις 14 Σεπτεμβρίου. Την πρώτη ημέρα ήρθαν 15 άτομα. Μέσα σε μια εβδομάδα έγιναν 30 και σήμερα είναι περίπου 190».
Η Μαρία, κοινωνιολόγος και ιδρύτρια του Tol Eressëa μαζί με τον Παναγιώτη Κοκκότη, που είναι και μέλη της αλληλέγγυας κουζίνας Mano Aperta, μου λέει ότι την ιδέα αυτήν τη συζήτησε πρώτη φορά με τον Τάσσο, τον περασμένο Φλεβάρη.
«Το να τρως στον δρόμο, είναι μια αγχωτική κατάσταση. Αρχικά, νιώθουμε τυχεροί γιατί συνεργαζόμαστε με πολύ καλές κουζίνες –Project Armonia, Saffron kitchen και τις Κυριακές με τη Mano Aperta- που μας παρέχουν ζεστό και υγιεινό φαγητό, όμως κακά τα ψέματα, δεν αρκεί. Οι άνθρωποι πρέπει να κάθονται σε μια καρέκλα, να ακουμπάνε σε ένα τραπέζι, να έχουν ένα ποτήρι νερό και καθαρά μαχαιροπίρουνα. Αυτό που θέλουμε «Στο 6», είναι να δημιουργήσουμε μια συνθήκη, όπως αυτή που έχουμε κι εμείς στα σπίτια μας. Οι άνθρωποι που έρχονται εδώ, θέλουμε να τρώνε με αξιοπρέπεια, καλύπτοντας παράλληλα και την ανάγκη τους για κοινωνικοποίηση, να μπορούν δηλαδή να μοιραστούν μια σκέψη τους, να γελάσουν, να ακούσουν μουσική, να νιώσουν ότι έχουν κάποιον να τους φροντίζει στα ζεστά. Επίσης, δεν θέλουμε να υπάρχει ουρά, δεν είναι συσσίτιο εδώ πέρα. Πάντα θα υπάρχει μια διαθέσιμη καρέκλα γι’ αυτόν που θέλει να καθίσει, χωρίς βιασύνη ή άγχος. Δεν είναι προνόμιο αυτό που περιγράφω, είναι δικαίωμα».
Η Χρύσα, αναφέρει ότι υπάρχει ακόμη μια τραπεζαρία, μιας οργάνωσης που συνεργάζεται με τον Δήμο της Αθήνας, στην οποία για να μπεις να φας, χρειάζονται ένα σωρό χαρτιά.
«Με τον τρόπο αυτό, όπως καταλαβαίνεις, αποκλείεται ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων. Εδώ, δεν υπάρχει καμία διάκριση κι απαίτηση για να φάει ένας άνθρωπος ένα πιάτο φαΐ. Έρχονται παιδιά πρόσφυγες που ήταν σε δομές ασυνόδευτων ανηλίκων, και μόλις έγιναν 18 τα πέταξαν στον δρόμο. Τις μέρες που ανοίγαμε, τα βλέπαμε να πίνουν νερό απ’ το ρολόι στο πεζοδρόμιο. Οι άνθρωπο αυτοί δεν έχουν πού να πάνε, δεν μιλάνε ελληνικά, είναι αποκλεισμένοι και τους ζητάς και χαρτιά από πάνω για μια μερίδα φαγητό;
Εδώ, κανείς δεν ρωτάει εδώ από πού είσαι, ποιος είσαι, αν έχεις χαρτιά. Τις πρώτες ημέρες έρχονταν με χαρτιά αποφυλάκισης, τους εξηγούσαμε ότι δεν μας αφορά.
Θέλω να τονίσω ότι όλο αυτό το εγχείρημα το βλέπουμε και λειτουργεί στην πράξη, χωρίς να απομονώνεται κανένας άνθρωπος. Κι αν το καταφέραμε εμείς, λίγοι άνθρωποι δηλαδή, ίσως μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για την πολιτεία ώστε να το εφαρμόσει σε μεγαλύτερη κλίμακα».
Η Μαρία, ξεκαθαρίζει ότι όποιος κι όποια μπαίνει στην τραπεζαρία απολαμβάνει την έννοια της ισότητας, της ευγένειας και του σεβασμού.
«Οι άνθρωποι στην αστεγία ή στην κρυφή αστεγία -που διαμένουν σε ένα σπίτι χωρίς ρεύμα ή νερό-, δεν σημαίνει ότι είναι όλοι καλοί ή όλοι κακοί. Δεν υπάρχουν γενικεύσεις. Ένας άνθρωπος μπορεί να είναι φτωχός αλλά παράλληλα μπορεί να είναι αγενής ή ρατσιστής. Αυτό δεν το δεχόμαστε, δεν είναι αποδεκτό. Θέλουμε να νιώθουν όλοι κι όλες ασφαλείς. Τις πρώτες εβδομάδες παρατηρήσαμε ότι δεν έρχονταν γυναίκες, τώρα έρχονται ακόμη και μόνες τους, γιατί νιώθουν ασφαλείς».
Η κοινωνική τραπεζαρία «Στο 6», λειτουργεί έξι ημέρες την εβδομάδα, 16:00 – 20:00 το απόγευμα.
«Δεν είμαστε πολλά άτομα, χρειαζόμαστε βοήθεια και τη στήριξη των ανθρώπων» λέει η Μαρία. «Θέλουμε να έρθει ο κόσμος να γνωριστούμε, να δουν τον χώρο, να κάνουν μια βάρδια μαζί μας. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε ανάγκη από άτομα που να μπορούν να δεσμευτούν τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα».
Την ώρα της κουβέντας μας, ο Τάσσος ρωτάει βιαστικά για μια ημερομηνία, αν είναι διαθέσιμος ο χώρος για party. Γελάμε και τα κορίτσια εξηγούν.
«Το εγχείρημα αυτό έπρεπε να γίνει οικονομικά βιώσιμο. Τα έξοδα ήταν πολλά περισσότερα απ’ όσα υπολογίζαμε κι έτσι αποφασίσαμε να διαθέτουμε δωρεάν τις Παρασκευές και τα Σάββατα τον χώρο της τραπεζαρίας για party και εκδηλώσεις, για την οικονομική ενίσχυση του social dining project. Είμαστε χαρούμενες και χαρούμενοι που ο κόσμος έχει ανταποκριθεί τόσο πολύ σε αυτή την ιδέα.
Ελπίζουμε και παλεύουμε μια μέρα η τραπεζαρία αυτή να γίνει κάτι ακόμη πιο μεγάλο, που να καλύπτει περισσότερες ανάγκες του κόσμου».