Τι μνήμες μπορείτε να ανακαλέσετε από την εφηβεία σας; Υπήρχαν νεανικές συμμορίες στη γειτονιά σας; Ήσαστε αυτόπτης μάρτυρας περιστατικού bullying στο σχολείο (και ας μην μιλούσαμε τότε με αυτούς τους όρους); Είναι διαφορετικοί οι σύγχρονοι έφηβοι ή μήπως φορούν απλώς τα «ρούχα» της εποχής μας;
Η τάση αύξησης της εφηβικής βίας, που μονοπωλεί τον τελευταίο καιρό τον ενδιαφέρον των media, μας έχει φέρει αντιμέτωπους με την έξαρση ενός φαινομένου, μπροστά στο οποίο οι θεσμοί εμφανίζονται μουδιασμένοι σαν να μη ξέρουν ούτε πώς να το αποκωδικοποιήσουν ούτε πως να το διαχειριστούν, την ώρα που εμείς το συζητάμε σαν να είναι κάτι πρωτόγνωρο.
Είναι τόσο διαφορετική η εφηβική βία σήμερα;
Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα; Είναι τόσο διαφορετικοί οι σύγχρονοι έφηβοι; Ή μήπως φορούν απλώς τα «ρούχα» της εποχής μας;
Η κύρια διαφορά που εντοπίζεται με βεβαιότητα από τους κοινωνικούς επιστήμονες είναι πως ολοένα και μικρότερα παιδιά, από την ηλικία των 12 και 13 των, γίνονται μέλη συμμοριών στις γειτονιές, πρωταγωνιστούν σε περιστατικά εκφοβισμού και γίνονται εκφραστές μιας πρωτόγνωρης επιθετικότητας, για την ηλικία τους.
Ήδη από τα 14, έχουμε την εμπλοκή ανήλικων σε περιστατικά οπαδικής βίας και σε περιστατικά εκδικητικής πορνογραφίας. Καθημερινά, όλο και νεαρότερα παιδιά γίνονται αποδέκτες ή πομποί ταπείνωσης, βίας και χλευασμού. Αδυνατούν να επικοινωνήσουν και να «μεταβολίσουν» τον εκφοβισμό που δέχονται ή την οργή που νιώθουν, καθώς βιώνουν ταυτόχρονα «τη ρήξη της εφηβείας».
Αυτό είναι διαχρονικό. Όπως, διαχρονικά, η εικόνα του εφήβου για τον εαυτό του και το σώμα του είναι ασταθής. Ο έφηβος αναρωτιέται σε σχέση με την ταυτότητά του, σε σχέση με την αγάπη του Άλλου για εκείνον, σε σχέση με τη θέση του στον κόσμο.
Αυτά τα ερωτήματα- όπως σημειώνει και ο ψυχίατρος- ψυχαναλυτής Νίκος Σιδέρης– αποκτούν εκρηκτικές διαστάσεις και αλλάζουν μορφή κάθε δεύτερη μέρα, καθώς διαπλέκονται με καθρεφτίσματα, ταυτίσεις, προσωρινές εκδοχές Ιδεώδους Εγώ και ρευστές έως και διαφεύγουσες εκδοχές του Ιδεώδους Εγώ.
Τι έχει μεταβληθεί στον ψυχισμό των σημερινών εφήβων;
Τι κρύβεται πίσω από το τοπίο της σύγχρονης νεανικής παραβατικότητας; Αυτό που μοιάζει να έχει αλλάξει είναι η διαδικασία υποκειμενικοποίησης των εφήβων, η οποία γίνεται μέσω διαδικτύου. Τα παιδιά μεγαλώνουν πιο γρήγορα μέσα στις ναρκισσιστικές «κοινωνίες» της οθόνης. Ακόμα και στην πρώιμη εφηβεία θυμίζουν συχνά ενήλικες –τόσο όσον αφορά στην έκφραση θυμού όσο και στη σεξουαλική έκφραση.
Αντίθετα παλαιότερα, οι εφηβικές εκρήξεις της libido ήταν πιο παιδικόμορφες. Σήμερα το διαδίκτυο επενδύεται ψυχικά με έναν ιδιαίτερο τρόπο από τους έφηβους χρήστες, σε σημείο που συχνά υιοθετούν ταυτότητες με χαρακτηριστικά διαφορετικά από εκείνα που εκφράζουν στην πραγματική ζωή.
Κάποιοι γίνονται επιθετικοί μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή αναπτύσσουν σχετικά ψυχοπαθολογίες ναρκισσιστικού τύπου. Η εφηβική ψυχή είναι, συνεπώς, από πιο νωρίς επιρρεπής στην απόλαυση που γεννά η ίδια η άσκηση της βίας. Η παραβατικότητα μοιάζει να έχει γίνει η κυρίαρχη γλώσσα επικοινωνίας. Όσο περισσότερο δυσφορεί ένα παιδί, τόσο περισσότερο αναζητά την απόλαυση που γεννά η εμπειρία άσκησης της βίας, είτε σε συνειδητό είτε σε ασυνείδητο επίπεδο.
Η βίαιη πράξη γίνεται η δική του απάντηση σε ένα περιβάλλον –οικογενειακό, σχολικό ή κοινωνικό που δεν του δίνει αγάπη και ασφάλεια και που δεν του «κάνει νόημα». Και φυσικά δεν μιλάμε απαραίτητα για οικογένειες διαλυμένες, με ενδοοικογενειακή βία ή με κάποια βαριά ψυχοπαθολογία.
Παράλληλα, η πλατεία δείχνει να έχει λάβει τη θέση της οικογενειακής εστίας και οι αρχηγοί των εφηβικών συμμοριών φαίνεται να ασκούν ένα είδος πατρικής λειτουργίας. Εξάλλου, η εφηβεία εμπεριέχει εξ ορισμού μια ερωτοτροπία με τον θάνατο, η οποία συνδέεται με έναν «συμβολικό φόνο», τον φόνο των γονεϊκών μορφοειδώλων, δηλαδή των γονεϊκών αναπαράστασεων που έχουν δημιουργηθεί ήδη από την παιδική ηλικία και στη συνέχεια, έχουν εσωτερικευτεί.
Έτσι, ο έφηβος χάνει μέρος της ταυτότητάς του, καθώς μετατοπίζει τη libido του σε εκ διαμέτρου αντίθετα από τους γονείς πρότυπα. Η απώλεια μέρους του εαυτού οδηγεί σε ψυχική αποδιοργάνωση.
Για να κατακτηθεί μια ομαλή ψυχική ενηλικίωση, θα πρέπει ο έφηβος θα μεγαλώνει με γονείς ή κηδεμόνες που έχουν μια ψυχοσυναισθηματική ωριμότητα να στηρίξουν αυτή την εγκατάλειψη των γονιών ως πρωταρχικών αντικειμένων αγάπης. Θα πρέπει να βοηθήσουν τον έφηβο να διαχειριστεί κάθε απώλεια και απόρριψη, να βρει τις δικές του συντεταγμένες, και να χτίσει υγιείς σχέσεις εκτός της οικογένειας.
Το ερώτημα, συνεπώς, που προκύπτει είναι κατά πόσο έχουμε έναν πολιτισμό ικανό να γίνει το «αυτοάνοσο» της ενόρμησης της καταστροφής και κατά πόσο έχουμε θωρακίσει τα σχολεία, ώστε να διορθώσουν την όποια πολιτισμική αποστέρηση που έχει τις ρίζες της στο οικογενειακό περιβάλλον.
Σε ποιο βαθμό η πολιτεία είναι σε θέση να διαχειριστεί επιτυχώς αυτή την εφηβική ενόρμηση που εκδηλώνεται μέσα από την καταφυγή σε παραβατικές ομάδες, ώστε να καταστεί ικανός και πρόθυμος ο έφηβος να συγκατατεθεί με τον κοινωνικό δεσμό χωρίς «βίαια περάσματα στην πράξη»;
.