thekla

Δεν θυμάμαι πότε ακριβώς γνώρισα τη Θέκλα Τσελεπή, αν ήταν σε κάποια παρουσίαση βιβλίου, σε κάποιο μαγαζί που έπαιζε μουσική ή σε κάποιο γλέντι στην κάποτε ολόδική μας πλατεία Εξαρχείων. Θυμάμαι όμως κρυστάλλινα τον τρόπο που ανοίγει την αγκαλιά της στους ανθρώπους, κρατώντας τους μέσα σε αυτήν, κοιτώντας τους ευθεία στα μάτια. Η Θέκλα Τσελεπή, είναι ολόκληρη αγάπη και η φωνή που εδώ και δεκαετίες μαλακώνει τα βράδια μας, ανοίγοντας το ραδιόφωνο.

Γι’ αυτήν τη μεγάλη αγάπη κουβεντιάσαμε ένα βροχερό απόγευμα, που συγκυριακά έπρεπε να μιλήσουμε απ’ το τηλέφωνο και έτσι είχα την τύχη να νιώσω ότι για μια ώρα, αυτή η «εκπομπή» ήταν μόνο δική μας.

«Ξεκίνησα το ραδιόφωνο το 1980, στο τέταρτο πρόγραμμα της ΕΡΤ. Η πρώτη μου εκπομπή λεγόταν “Το πάρτι του Σαββάτου” και έπαιζε ζωντανά μια φορά την εβδομάδα, 8 με 10 το βράδυ. Ήταν η εποχή που το ραδιόφωνο “άνοιγε” περισσότερο στην ξένη μουσική και δεν υπήρχε αρκετός κόσμος που να έχει δισκοθήκη, ενώ παράλληλα μπορούσε να πει και δύο λόγια στο μικρόφωνο. Προσωπικά, είχα μια σχετική πείρα. Είχα τελειώσει τη δραματική της Χατζίκου, συμμετείχα σε κάποια θεατρικά της ΕΡΤ και την ίδια χρονιά ξεκίνησα να εργάζομαι σαν DJ.

Σημαντικό ρόλο έπαιξε και το ότι ζούσα ήδη περίπου δύο χρόνια με τον Δημήτρη Πουλικάκο, ο οποίος την περίοδο εκείνη έκανε καθημερινά ραδιόφωνο. Έτσι, τον παρακολουθούσα με πόση επιμέλεια ετοίμαζε την εκπομπή του, πώς χρονομετρούσε τα κομμάτια που, ενώ τα γνώριζε, τα άκουγε ξανά και ξανά μαζεύοντας διαρκώς πληροφορίες για τον σκελετό της εκπομπής. Όλο αυτό μού άσκησε φοβερή γοητεία.

Ένιωσα απ’ την αρχή οικεία, κατάλαβα ότι είναι αυτό που μου ταιριάζει. Τώρα πια στο στούντιο νιώθω σαν να βρίσκομαι σπίτι μου. Αυτή την οικειότητα θέλω να τη μεταδίδω και στους καλεσμένους μου, οι οποίοι μπορεί να μην έχουν ξανακάνει ραδιόφωνο και να είναι αγχωμένοι, με το που μπαίνουμε όμως στο στούντιο, τους μεταδίδω μια ηρεμία και αυτός είναι ο τρόπος να ευχαριστιόμαστε και εκείνοι και εγώ την εκπομπή. Όταν οι άνθρωποι πίσω απ’ το μικρόφωνο είναι ευχαριστημένοι, ευχαριστιούνται και αυτοί που τους ακούν».

Credits: Δημήτρης Καπάνταης

«Με μεγάλο πείσμα αντιστέκομαι στο να μην κάνω ζωντανή μετάδοση απ’ το στούντιο. Είναι κάτι που απεχθάνομαι, δεν μου ταιριάζει. Αν κάποιος πιστεύει ότι το να τον βλέπει ο άλλος την ώρα που μιλάει στο μικρόφωνο, προσθέτει κάτι στο συνολικό αφήγημα της ιστορίας του, καλώς. Εγώ θέλω να βάλω τον ακροατή στο παραμύθι, στη ιστορία, στο ταξίδι, μόνο με τους ήχους, τη μουσική και τον λόγο. Η εικόνα έχει μια βία, σε καθηλώνει, σε αντίθεση με τον ήχο που σε ταξιδεύει.

Σκέψου ότι μπορείς να έχεις το ραδιόφωνο ανοιχτό και να σηκωθείς από τον καναπέ σου, απ’ το γραφείο σου, την καρέκλα σου και να πας στο διπλανό δωμάτιο. Ακούς τον ήχο να απομακρύνεται και αυτό είναι μαγικό, σαν σκηνή από κινηματογράφο. Προχωράς, ακούς κάτι που σε ενδιαφέρει, επιστρέφεις γρήγορα, λες: “Αχ τι είπε; Δεν τον πρόλαβα”. Δεν πειράζει όμως που δεν το πρόλαβες, το πήρε ο αέρας, έφυγε. Θα ακούσεις κάτι άλλο. Μου λένε αρκετοί, γιατί δεν “ανεβάζω” τις εκπομπές μου… Μα, η μαγεία του ραδιοφώνου είναι η παροδικότητα. Δεν πειράζει αυτό που δεν πρόλαβες να ακούσεις, έτσι κι αλλιώς δεν μπορούμε να κρατήσουμε τίποτα. Όποιοι νομίζουν ότι μπορούν να συγκρατήσουν τον χρόνο που περνά, πλανώνται πλάνην οικτράν.

Είναι και το άλλο. Ακούς ένα τραγουδάκι που διάλεξε ο παραγωγός και δεν σου πολυαρέσει. Ούτε αυτό πειράζει. Σε τρία λεπτά θα τελειώσει και θα παίξει κάτι άλλο, που δεν θα ξέρεις τι θα είναι. Ούτε τις playlists μου “ανεβάζω”. Τι νόημα έχει αν ο άλλος ξέρει τι θα ακούσει; Το ζητούμενο είναι η έκπληξη, να φτιάξεις μια ιστορία με μουσικές που να μην έχει σημασία να ξέρει ο άλλος, αλλά να τον συγκινήσει η ατμόσφαιρα. Δεν χρειάζεται να εξηγούνται όλα αναλυτικά. Δεν προχωράμε στη ζωή, στην Τέχνη και στην ομορφιά με εγχειρίδιο χρήσης. Αυτά είναι για τα super market. Σημασία έχει το όλον. Κατακερματισμένοι δεν μπορούμε να πάμε πουθενά και αυτή η εποχή μάς βασανίζει, μας αφήνει μετέωρους, διαλύει και ξεγυμνώνει τα πάντα από κάθε γοητεία, μαγεία και σημασία».

Credits: Δημήτρης Καπάνταης

«Οι εκπομπές μου, είναι το οξυγόνο μου. Αυτές οι μικρές ιστορίες που σκαρώνω κάθε βράδυ είναι εκείνη η συνθήκη που μας επιτρέπει να βγούμε απ’ τον εαυτό μας και να συναντηθούμε μαζί με τους άλλους. Ο πλούτος είναι στο “μαζί“. Αυτό είναι η παρακαταθήκη μας, μόνο με αυτό μπορούμε να προχωρήσουμε. Αν κάτι έχω καταλάβει καλά, είναι ότι όσο πιο πολύ μιλάς για εσένα, τόσο πιο πολύ απομακρύνεσαι από εσένα. Είναι παγίδα να μιλάμε για εμάς. Τον εαυτό μας τον βρίσκουμε όταν σπάμε το κέλυφος και βγαίνουμε απ’ αυτόν, για να συναντηθούμε με τους άλλους.

Τίποτα δεν χάνεται και τίποτα καινούριο δεν υπάρχει στο σύμπαν, όλα υπάρχουν από πάντα και στροβιλίζονται, με εμάς κάθε τόσο να απλώνουμε το χέρι πιάνοντας κάτι διαφορετικό. Μας καλλιεργούν τον ατομισμό, την ηττοπάθεια, τον φόβο, πράγματα αντικοινωνικά. Όταν ο άνθρωπος νιώθει ηττημένος δεν πάει να συναντηθεί ειλικρινά, δεν πάει να ανοίξει την καρδιά του».

Credits: Δημήτρης Καπάνταης

«Φυσικά και το ραδιόφωνο έχει πέσει στην παγίδα της εποχής, που δεν είναι άλλη από αυτή της ταχύτητας, του γρήγορου και του εύκολου. Γρήγορα, εύκολα και ακόπιαστα μόνο μπούρδες γίνονται. Τίποτα όμορφο δεν μπορεί να γίνει και χωρίς κόπο. Δεν γίνεται να κατεβάσω δέκα κομμάτια που δεν τα ξέρω, να μπω στη Wikipedia να δω δύο πληροφορίες ή να κλέψω απ’ το διαδίκτυο κείμενα ανθρώπων που έχουν κοπιάσει έχοντας αφιερώσει χρόνο και χρήμα για να τα βρουν, και να τα παρουσιάσω για δικά μου. Όποιος κάνει τέτοια πράγματα, έρχεται η στιγμή που προδίδεται. Όταν κάτι δεν το γνωρίζεις, δεν το έχεις κατακτημένο μέσα σου και είναι απλά μια αρπαγή, αργά ή γρήγορα θα εκτεθείς.

Το ραδιόφωνο όπως και όλα τα Μέσα, παίζει έναν ρόλο διαμόρφωσης της συνείδησης. Από το πώς χρησιμοποιείς τη γλώσσα, την αξιοπιστία των πληροφορίων, από τι επιλέγεις να παρουσιάσεις, διαμορφώνεται ένα επίπεδο, ένα κοινό γούστο.

Αρκεί να δεις τις εκπομπές στην τηλεόραση. Απ’ το πρωί παίζουν σκυλάδικα. Μια χαρά είναι το σκυλάδικο, αλλά όταν παίζει παντού, παύει να είναι ωραίο. Και την πιο υψηλού επιπέδου μουσική να ακούς, άμα παίζει απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ παντού, χάνει τη γοητεία της. Ο ήχος είναι χειρίστης ποιότητας. Εκπαιδεύουν τα νέα αυτιά σε μια ηχητική και μουσική κακοφωνία».

Credits: Δημήτρης Καπάνταης

«Στη μουσική, όσο ψάχνεις βρίσκεις. Η μαγεία είναι ότι δεν βρίσκεις μόνο αυτά που γίνονται τώρα, αλλά και πράγματα που μπορεί να συνέβησαν 30 χρόνια πριν. Όσο και να έχεις ψάξει κι ακούσει, πάντα θα ανακαλύπτεις τόσο αυτό που βγήκε χθες, όσο και κάτι που μπορεί να βγήκε πριν χρόνια αλλά δεν είχε πέσει στην αντίληψή σου και μπορεί να είναι ένα διαμάντι. Το νέο δεν σχετίζεται αποκλειστικά με τον χρόνο, είναι στάση ζωής που θέλει να αναδείξει την ελευθερία των ανθρώπων, την επικοινωνία στις σχέσεις, έξω απ’ τα πλαίσια εντολών».

«Κάτι τέτοιο θα ήταν άνισο και τέτοιες μαγκιές δεν κάνω.  Η μόνη που εξαιρείται είναι η εξουσία όπου και επιβάλλεται να ασκούμε κριτική, να κάνουμε χοντρό χιούμορ, τα λέμε όλα. Το ραδιόφωνο, κάτι κρατάει ακόμη προς αυτή την κατεύθυνση σε σχέση με την τηλεόραση που έχει μετατραπεί σε ένα τσίρκο φρικαλεοτήτων. Απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ μια ένταση άνευ λόγου. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να μιλήσουν ήρεμα, είναι στην τσίτα ακόμη κι αν μιλάνε για φαγητό ή κουτσομπολιό. Αυτή η ένταση διατρέχει όλη την κοινωνία, βγαίνεις στον δρόμο και είναι σαν να μπαίνεις στον πόλεμο.

Σχολιάζουν αρνητικά αρκετοί την “τυπική ευγένεια”. Εγώ την προτιμώ σε σχέση με την αυθόρμητη καφρίλα. Έχουμε μπερδέψει τις έννοιες. Το να είσαι ο εαυτός σου ανάμεσα σε άλλους, σε κάνει μέλος της κοινωνίας, δεν χρειάζεται να δυσκολεύεις τους γύρω σου».

Credits: Δημήτρης Καπάνταης

«Ό,τι έγινα, έγινα χάρη στις παρέες και τους φίλους μου. Στη γενιά μου, δεν αποζητούσαμε την αποδοχή. Λέγαμε πως θα ζήσουμε ελεύθερα, δεν μας ενδιέφερε ποιος κι αν θα μας αποδεχτεί. Εξ ου και το περιθώριο που σήμερα πλέον δεν το ακούς σαν έννοια. Τώρα ακούγεται περισσότερο η αποδοχή και η ορατότητα. Εμείς δεν το είχαμε αυτό, λέγαμε “Δεν με θες μια; Δεν σε θέλω εκτομία. Άστο να πάει να γαμηθεί, με το ζόρι δεν γίνεται τίποτα. Ζήσε όπως θες και με αυτούς που δεν σε ταλαιπωρούν».

«Ακόμη κι όταν δεν ακούω κανονικά μουσική, τη νιώθω μέσα το μυαλό μου. Δεν θα με δεις με ακουστικά στον δρόμο, θέλω να ακούω τι γίνεται στην πόλη. Όπου πάω όμως τραγουδάω από μέσα μου. Και τον θόρυβο μπορείς να τον κάνεις μουσική ή να εμπλουτίσεις τη μουσική με αυτούς τους θορύβους.

Το θέμα είναι να κρατήσουμε ανοιχτές τις χαραμάδες και τις ρωγμές για να παίρνουμε ανάσα. Το χαρακτηριστικό της εποχής είναι το μπάζωμα. Όπου δουν ότι από κάπου μπαίνει δροσερό αεράκι, πάνε και το μπαζώνουν. Να κρατήσουμε ανοιχτές τις ρωγμές λοιπόν, αλλιώς θα πεθάνουμε από ασφυξία».

Γνωμούλα;
+1
1
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
13
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα