Η εκλογή Trump αλλάζει τη ρητορική των ΗΠΑ απέναντι στη Ρωσία. Και αυτό δεν είναι μόνο ζήτημα συμπάθειας.
Η εισβολή της Ρωσίας του Vladimir Putin στην Ουκρανία υπήρξε ένα γεγονός καθοριστικό με ιδιαίτερα μεγάλη σημασία, καθώς ήρθε ως αποκορύφωμα ενός διαρκώς αυξανόμενου ανταγωνισμού μεταξύ Δύσης και Ρωσίας. Είχε βέβαια και συμβολικό βάρος καθώς έφερε, μετά από πολλά χρόνια, τον πόλεμο στην Ευρώπη.
Πέρα, βέβαια, από τους συμβολισμούς, οι σχέσεις μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, πολλές φορές, γέννησαν διεθνή ανησυχία για εκτεταμένη σύρραξη, σε περίπτωση άμεσης εμπλοκής μίας τρίτης χώρας υπέρ της Ουκρανίας στον πόλεμο. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη -προς το παρόν- χωρίς βέβαια κανείς να μπορεί να προδικάσει το μέλλον.
Πάντως, ο ανταγωνισμός μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ μπορεί να μην έχει γεννήσει εικόνες απόλυτης καταστροφής, αλλά έχει επηρεάσει τις ζωές όλων μας σε επίπεδο οικονομικό, εμπορικό, στους τομείς της ενέργειας, ακόμα και στον τουρισμό και τον αθλητισμό. Aπό τον Ιανουάριο του 2025, η συνθήκη μοιάζει πια να αλλάζει.

Ο Trump αλλάζει τους συσχετισμούς
Σε αντίθεση με το 2016, η εκλογή Trump δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντιμετωπιστεί ως έκπληξη. Αντιθέτως, φαινόταν ως το αποτέλεσμα μιας προδιαγεγραμμένης πορείας που εν μέρει προέκυψε και από την αποτυχία της διακυβέρνησης Biden να βελτιώσει τις ζωές των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων στις ΗΠΑ.
Παρότι όμως δεν ήταν έκπληξη, η συμμαχία Trump και Silicon Valley στον Λευκό Οίκο, δημιούργησε ανατροπές στον τρόπο που λειτουργεί ο πλανήτης σε επίπεδο γεωπολιτικής και ανταγωνισμών. Προφανώς, αυτό φαίνεται να συμβαίνει και στον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και ευρύτερα, στις σχέσεις μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας.
Ήδη, πριν εκλεγεί, ο Trump έβαζε στη βιτρίνα της πολιτικής του καμπάνιας τη σχέση αμοιβαίας εκτίμησης που έχει με τον Putin. Αυτή η αμοιβαία εκτίμηση είχε διαφανεί ήδη από την πρώτη προεδρία Trump, αλλά και από την περίφημη εμπλοκή της Ρωσίας -υπέρ της εκλογής Trump- στις εκλογές του 2016.
Μάλιστα, ο Trump στη Σύνοδο Κορυφής στο Ελσίνκι, το 2018, εμφανίστηκε να αποδέχεται τις διαβεβαιώσεις του Putin ότι η Ρωσία δεν είχε παρέμβει στις αμερικανικές εκλογές, αμφισβητώντας τις εκτιμήσεις των δικών του υπηρεσιών πληροφοριών.
Τι τελευταίες ημέρες, πολύς λόγος γίνεται για την απελευθέρωση κρατουμένων μετά από συμφωνία Ρωσίας και ΗΠΑ, η οποία οδήγησε σε σημαντική αποκλιμάκωση στις σχέσεις των δύο κρατών. Oι τηλεφωνικές επικοινωνίες μεταξύ Trump και Putin δίνουν και παίρνουν και όλοι μιλούν για το τέλος του πολέμου της Ουκρανίας. Με τις ευλογίες βέβαια και της Κίνας.
Γιατί, όμως, όλη αυτή η αγάπη;
Ο Donald Trump κινείται προφανώς -σε επίπεδο ρητορικής, τουλάχιστον- σε έναν άξονα διαπροσωπικών σχέσεων που δήθεν καθορίζουν τις πολιτικές του αποφάσεις στη συνέχεια. Δείχνει να δημιουργεί φίλους και εχθρούς και να στήνει γεωπολιτικές στρατηγικές, με βάση την προσωπική του συμπάθεια ή αντιπάθεια.
Έτσι, με τον Vladimir Putin έχει δημιουργήσει επικοινωνιακά ένα απαγορευμένο bromance μεταξύ δύο ισχυρών και χαλύβδινων ηγετών που τα βρίσκουν, ενώ ο πλανήτης τους λέει ότι θα έπρεπε να είναι εχθροί. Σε επίπεδο reality, μια χαρά σενάριο. Σε επίπεδο realpolitik, όχι και τόσο.
Βλέπετε, ανεξάρτητα από την προσωπική συμπάθεια και εκτίμηση που συχνά-πυκνά δηλώνουν ότι έχουν ο ένας για τον άλλο, υπάρχει και μία γεωστρατηγική επιλογή, για την οποία κανείς δεν μπορεί να κλείσει απλά τα μάτια και κρύβει πολλά περισσότερα από ένα bromance.
Η διοίκηση Trump είναι φανερό, ήδη, από τις πρώτες ημέρες της διακυβέρνησής του ότι βλέπει ως νούμερο ένα ανταγωνιστή την Κίνα. Σε επίπεδο εμπορίου, τεχνολογίας και ζωνών επιρροής, ίσως και να μην έχει άδικο. Για τον λόγο αυτό, ήδη, χρησιμοποιεί τον μπαμπούλα των δασμών, ενώ κάνει πόλεμο και στο TikTok.
Πέραν όμως του εμπορικού και οικονομικού ανταγωνισμού, υπάρχει πάντοτε η ανησυχία για την Ταϊβάν, η οποία θα μπορούσε να γεννήσει άμεσα μία πολεμική σύρραξη όπου πραγματικά θα δημιουργήσει κινδύνους για συνθήκες Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι ΗΠΑ προετοιμάζονται εδώ και πολύ καιρό για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Η Ρωσία του Putin ως ρυθμιστικός παράγοντας
Η διοίκηση Trump αντιμετωπίζει το παρόν πλαίσιο των διεθνών σχέσεων ως μια ψυχροπολεμική συνθήκη. Με άλλα λόγια, ο πολυπολικός κόσμος γίνεται διπολικός και ο μόνος πραγματικός αντίπαλος πρέπει να θεωρείται η διαρκώς αναδυόμενη Κίνα.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Trump φαίνεται να βάζει σε δεύτερη μοίρα τους ανταγωνισμούς με τη Ρωσία. Υπάρχουν, ούτως ή άλλως, διάφορες θεωρίες που απορρίπτουν τη σκληρή πολιτική εις βάρος του Putin, καθώς θεωρούν ότι μια τέτοια διαχείριση σπρώχνει ουσιαστικά τη Ρωσία, που θα αποτελεί έναν ρυθμιστικό παράγοντα, στην αγκαλιά της Κίνας, δημιουργώντας έναν νέο συσχετισμό δυνάμεων.
Αντιθέτως, το πλάνο είναι να χτιστούν γέφυρες φιλίας με τον Putin, όπως ακριβώς έκαναν οι ΗΠΑ με την Κίνα, κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Το ζήτημα είναι κατά πόσο οι ΗΠΑ προτίθενται να χάσουν την Ουκρανία από τη ζώνη επιρροής τους και τελικά να χαλάσουν τις σχέσεις τους με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Προς το παρόν, δεν δείχνουν να έχουν και τρομερό πρόβλημα με αυτή τη συνθήκη.
Πάντως, τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές φαίνεται ότι συνέβη κάτι αδιανόητο. Από την έναρξη των συνομιλιών μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ θα αποκλειστεί η Ουκρανία, η οποία θα παρακολουθεί από μακριά τις εξελίξεις σχετικά με την ειρηνευτική διαδικασία.
Τελικά;
Ένα από τα λίγα πράγματα στα οποία πιστεύαμε ότι δεν θα φέρει νέα αναταραχή η εκλογή Trump είναι ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Η σκληρή στάση της διακυβέρνησης Biden, διακηρυκτικά, αποτελεί πια παρελθόν. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι μια κίνηση για την εδραίωση της ειρήνης.
Σημαίνει, απλώς, μία αλλαγή κατεύθυνσης και ένα νέο μέτωπο με την Κίνα, ένα μέτωπο που μπορεί να γεννήσει ακόμα μεγαλύτερες αναταράξεις στην οικονομία, το εμπόριο και τη βιομηχανία.