Η Κλέλια Φατούρου πήγε και βρήκε τον Λευτέρη, τον ιδιοκτήτη του θρυλικού Movie Galaxy και μοιράζεται τις ιστορίες μαζί μας.
1999, Περιστέρι. Ένα ακόμη βράδυ που έχω τελειώσει τα Αγγλικά και βρίσκομαι μπροστά από ράφια με βιντεοκασέτες, προσπαθώντας να αποφασίσω αν θα νοικιάσω το Space Jam ή τον Εξορκιστή. Η κυρία Καίτη είναι πάντα εκεί, πίσω από τον πάγκο της, περιμένοντας να πιάσει ψιλή κουβέντα ή να μας αγριοκοιτάξει που χαζογελάμε διαβάζοντας τίτλους στην απαγορευμένη κατηγορία «Σεξ». Νομίζω ότι πέρασα εκεί μέσα τη μισή μου εφηβεία. Την υπόλοιπη τη χάρισα στο Metropolis.
Θα σου φανεί αστείο, αλλά το βιντεοκλάμπ της γειτονιάς μου με έμαθε να είμαι συνεπής στα deadlines μου και να το πληρώνω (κυριολεκτικά) όταν ξεχνιέμαι. Με έμαθε επίσης να προσέχω τις κασέτες σαν εμμονικός συλλέκτης που φοβάται μην του σπάσει η πορσελάνινη κούκλα. Μα πάνω από όλα, με έμαθε να μην μου αρκεί ο κινηματογράφος και να μπαίνω σε μαγικούς κόσμους από το σαλόνι μου. Ταινία, ποπ κορν από το περίπτερο, κλείνουμε τα φώτα και “play”.
2024, Εξάρχεια. Άλλη γειτονιά, ίδια εφηβεία και ένα βιντεοκλάμπ, στην Ιπποκράτους. «Μα πώς γίνεται να παραμένει ανοιχτό;», θα έχουν αναρωτηθεί όλοι όσοι περνούν τυχαία ή πίνουν το κρασί τους δίπλα, στην «Τανίνη». Ποιος νοικιάζει DVD όταν με μία ετήσια συνδρομή έχεις Netflix, Disney+, Hulu, Cinobo; Είναι το μοναδικό στην Αθήνα ή απλά ο celebrity για τον οποίο μιλάμε όλοι;


Ο Λευτέρης, ο ιδιοκτήτης του Movie Galaxy, μού έλυσε τις απορίες και έγινε για λίγη ώρα η κυρία Καίτη μου.
«Ανοίξαμε το 2006 εδώ, στη γειτονιά του πατέρα μου. Πριν από εμάς ήταν ένα άλλο βιντεοκλάμπ που ήθελε να πάει σε μεγαλύτερο χώρο. Είχα δουλέψει σε βιντεοκλάμπ μετά το Πανεπιστήμιο, οπότε είδα πώς γίνεται. Αυτό που μου άρεσε περισσότερο ήταν η επικοινωνία με τους πελάτες και το ότι μιλάς διαρκώς για ταινίες. Δεν είχαμε ποτέ κασέτες. Ξεκινήσαμε με DVD και τώρα πουλάμε και posters».
Η αρχή του κακού
«Ούτως ή άλλως, εγώ άνοιξα το βιντεοκλάμπ μετά το peak της εποχής του. Είχαν ήδη κλείσει κάποια μαγαζιά, ωστόσο μέχρι το 2008 ήταν η καλύτερη φάση του μαγαζιού. Η κάμψη ξεκίνησε στην οικονομική κρίση γύρω στο 2009 και μέχρι τότε είχαμε μόνο πρόβλημα με τις εφημερίδες που έδιναν αβέρτα DVD με καινούριες ταινίες, όταν εμείς τις αγοράζαμε ακριβά 3 μήνες πριν. Έρχεται λοιπόν η κρίση και ο κόσμος αρχίζει να σκέφτεται και το τελευταίο ευρώ που θα δώσει. Ταυτόχρονα, βελτιώνονται και οι ταχύτητες του Internet, οπότε καταλαβαίνεις. Όλοι «κατέβαζαν». Μέχρι να έρθει το Netflix, όσοι παραμείναμε, τα βγάζαμε πέρα. Άλλαξε τα δεδομένα σε όλη τη βιομηχανία του κινηματογράφου και μας κατάφερε ένα μεγάλο πλήγμα. Προφανώς και ο ορίζοντας δεν ήταν μεγάλος για εμάς, αλλά δεν ξέραμε πότε θα έρθει το τέλος». Το 2020, ο κορονοϊός έκανε ό,τι δεν έκανε το Netflix. «Μάς έκλεισαν τα μαγαζιά δύο φορές και οι πλατφόρμες βρήκαν το έδαφος να γιγαντωθούν».
Κανείς δεν ξέρει πόσα βιντεοκλάμπ υπάρχουν πλέον στην Ελλάδα, γιατί οι εταιρείες παραγωγής DVD σταμάτησαν να υπάρχουν.


Μα καλά, πώς και δεν έχετε κλείσει;
«Προφανώς δεν έχω κανένα πλυντήριο να ξεπλένω το καρτέλ μου, αλλά κάτι γίνεται ακόμα. Είναι δεδομένο ότι δεν υπάρχει σύγκριση με το παρελθόν αλλά βοηθά το ότι είμαστε σε κεντρικό σημείο. Όταν έχω την πόρτα ανοιχτή το καλοκαίρι, ακούω τουλάχιστον 3 φορές την ημέρα την απορία του πώς υπάρχει ακόμα βιντεοκλάμπ».
Ποιοι πηγαίνουν ακόμα σε βιντεοκλάμπ;
«Έχει από όλα. Δεν έρχονται μόνο μεγάλες ηλικίες, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι. Και παιδιά που θα νοικιάσουν μεταγλωττισμένα, και πιο νέους που δεν βρίσκουν τις ταινίες που θέλουν στις πλατφόρμες και εκείνοι που το κάνουν από άποψη. Πάντως κάτι που μου έχει στοιχίσει πελάτες είναι το bullying που τους ασκούν αυτοί που δεν πηγαίνουν. Αφού μπαίνουν άνθρωποι, χτυπά το κινητό τους και τρέμω μην τους ρωτήσουν πού είναι. Πιστεύω ότι είναι εκείνοι που δεν πήγαιναν ούτε το ‘90».
Και ενοικίαση και επικοινωνία
«Νομίζω ότι πάντα έπαιζε ρόλο το ότι ήμουν εγώ, και πιο πριν η μητέρα μου, και μιλούσαμε. Το ότι θα πιάσεις κουβέντα για τις ταινίες. Έχω φανατιστεί πολλές φορές, επειδή διαφωνούσαμε. Αυτό είναι και το ενδιαφέρον. Περίεργα συμβαίνουν πάντα. Η ανθρώπινη βλακεία είναι ακατανόητη. Έχει πέσει ξύλο, όχι για ταινία, αλλά επειδή συναντήθηκαν άνθρωποι που γνωρίζονταν από πριν. Επίσης, έχω κάνει προξενιό σε δύο παιδιά. Δεν κράτησε, αλλά δεν πειράζει».


Του κάνω την πιο κλισέ ερώτηση που μπορεί να του γίνει, αν έχει δει όλες τις ταινίες που γεμίζουν ασφυκτικά τον χώρο. «Όχι, όχι και ειδικά όταν έχω πολλή δουλειά, δεν προλαβαίνω να χαρώ μια ταινία όπως έκανα παλιά».
Τον ρωτώ όμως για το δικό του top3. Για τις ταινίες που όλοι πρέπει να δούμε σε αυτή τη ζωή, διότι δεν ξέρουμε αν θα υπάρξει και επόμενη. «Σίγουρα είναι το “Σινεμά ο Παράδεισος”, γιατί μιλά για την αγάπη για τον κινηματογράφο και αποτυπώνεται υπέροχα μία άλλη εποχή. Σε sci-fi, η αγαπημένη μου είναι το “Blade Runner”. Η ταινία που είδα πρώτη φορά μικρός, με είχε αγγίξει και παίζει ο αγαπημένος μου Daniel Day Lewis είναι το “In the name of the father, που είναι και αληθινή ιστορία. Μία ταινία που είχα προωθήσει πολύ και την πρότεινα συνέχεια ήταν το “Κορίτσι με το Τατουάζ”, στη σουηδική εκδοχή. Η ταινία όμως με τις μεγαλύτερες ενοικιάσεις είναι το Inception».
Πρόβλεψη για το μέλλον
«Κοίταξε να δεις, εμένα αυτό ήταν το μεγάλο μου άγχος από τότε που άνοιξα. Πήγαινα μια βδομάδα το καλοκαίρι για διακοπές και αναρωτιόμουν αν θα είμαστε ανοιχτοί τον επόμενο χρόνο. Μου πέρασε μετά την καραντίνα γιατί ξέρω ότι αν και αυτή η δουλειά έχει πεθάνει, είμαστε εδώ για έναν μυστήριο λόγο. Η κάθε μέρα εδώ είναι ένα δώρο από τους πελάτες μου. Ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει».

«Μήπως έχετε τη Σιωπή των Αμνών;». Ένας κύριος διακόπτει τη βουτιά μου στο παρελθόν και καταλαβαίνω ότι είναι η ώρα να φύγω.
Περπατώντας την Ιπποκράτους, κρατάω στα χέρια μου ένα μαγνητάκι Ghostbusters που μου έκανε δώρο ο Λευτέρης και έχω εκείνον τον ενθουσιασμό που είχα στα 12, όταν γυρνούσα σπίτι μου με θρίλερ, παιδικά και τις coming of age ταινίες που με έκαναν να ονειρεύομαι έρωτες. Αυτό το συναίσθημα που σου δημιουργούν οι ταινίες και οι ωραίες αναμνήσεις.
Movie Galaxy, Ιπποκράτους 91