VoxPopuli

Ο νέος του δίσκος με τίτλο P:UNC μόλις κυκλοφόρησε και δίνει ξεκάθαρο μουσικό και πολιτικό στίγμα. Ένα mix ήχων που σε ταξιδεύει από το Detroit του ‘90, στο Bristol του garage και του drum’n’bass και φυσικά καταλήγει στην Αθήνα του 2024.

To καινούριο άλμπουμ του VoxPopuli, μόλις κυκλοφόρησε και αξίζει να ακουστεί δυνατά. Το P:UNC έχει ‘90s διάθεση και πατάει στο breakbeat και το UK garage, αλλά για πρώτη φορά ο «κάτι σαν χιπ-χοπ καλλιτέχνης», όπως αυτοπροσδιορίζεται, εξερευνεί και πιο τραπ μονοπάτια.

Στον πρώτο ελληνόφωνο δίσκο του, τώρα που δεν χρειάζεται πια να κρύβεται πίσω από τα αγγλικά, όπως λέει, ο αυτοαναφορικός, βιωματικός και ταυτόχρονα ανοιχτά πολιτικός στίχος του ξεχωρίζει και δίνει ξεκάθαρο στίγμα.

Στα δέκα κομμάτια του album, βρίσκουμε τρία feats με τον Infinik, all time classic φίλο και συνεργάτη του που μαζί τρέχουν τη Radical Breaks -ομάδα party και δισκογραφική cooperativa, από την οποία κυκλοφορεί το P:UNC, τον MC Υinka, τη Δανάη που γράφει ποίηση, η Someone Who Ιsn’t Me και το remix του Green Was Greener στη «Δανάη».

Με αφορμή το P:UNC, συναντηθήκαμε ένα μεσημέρι στην Πανόρμου και μιλήσαμε για πολιτικοποιημένη και μη μουσική, εργαζόμενους 9 με 5, όπως ο ίδιος, που προσπαθούν στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο τους να χωρέσουν όλη τους τη ζωή και να κάνουν τέχνη, την κινηματική του δράση και την επίθεση που είχε δεχτεί από αστυνομικούς το 2020 κατά τη διάρκεια αντιφασιστικής συγκέντρωσης, με την απόσταση τεσσάρων χρόνων πια.  

Μόλις κυκλοφόρησε το νέο άλμπουμ του VoxPopuli, P:UNC. Φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης

Tι να περιμένει κανείς από το P:UNC; Τι είναι για σένα αυτό το άλμπουμ;

Για αρχή, είναι το πρώτο ελληνόφωνo άλμπουμ μου. Έχω βγάλει άλλο ένα αγγλόφωνο το 2021, το οποίο τώρα που το ακούω, ως στίχος, δεν με εκφράζει. Μουσικά το γουστάρω ακόμα, ήταν αυτό που ήμουν στην καραντίνα. Όμως, μπήκα και στο στιχουργικό κομμάτι, μετά από μια μεγάλη περίοδο που έκανα instrumental, έκανα beatmaking. Στην αρχή τα Αγγλικά ήταν ένας τρόπος να ψιλοκρυφτώ, να μην εκτεθώ τόσο.

Όσο έμπαινα στον στίχο, είχα περισσότερο ανάγκη να μιλήσω κυρίως για πολιτικά ζητήματα που ούτως ή άλλως με απασχολούν, για φρίκες, φόβους, άγχη, χαρές, λύπες, ό,τι ζω τέλος πάντων. Και δεν μπορούσα αυτό να το εκφράσω στα αγγλικά με τίποτα.

Δεύτερον, αυτό το άλμπουμ είναι ό,τι πιο πολιτικοποιημένο έχω κυκλοφορήσει, μαζεμένο. Έχει και τα δύο κομμάτια μου, τα οποία έρχονταν σε αντίθεση παλιά: ένα πιο επιθετικό, σε πολλά εισαγωγικά άγριο -δεν βρίσκω την κατάλληλη λέξη- αλλά και ένα πιο εσωτερικό κομμάτι που έχει να κάνει με τη σχέση μου, το πώς βίωνα τη γειτονιά που έμενα και τις σχέσεις μου με τους φίλους μου, τους ανθρώπους γύρω μου, στη δουλειά κ.λπ.

Και αυτά περιέχουν μια πολιτική δόση, αλλά σε πιο αλληγορικό επίπεδο, όχι τόσο άμεσο. Επίσης, από θέμα μουσικής, όλο το άλμπουμ έχει βασιστεί κυρίως σε 90’s ακούσματα, είτε είναι το breakbeat, είτε είναι το UK garage, αλλά έχει και τραπ στοιχεία.

Πώς και πήγες προς την τραπ; Για ποια κομμάτια του δίσκου μιλάς;  

Βασικά, δεν έχω κάνει ποτέ ξανά τραπ κομμάτι. Όταν λέω τραπ, εννοώ κυρίως τον ρυθμό και το πώς δομείται η μουσική. Δηλαδή, δεν θα ακούσει κάποιος ακριβώς τραπ πάτημα, γιατί κατά βάση το στυλ μου είναι πιο spoken word.

Για το Mad Max και το Petaludes λέω. Κατ’ αρχάς, ακούω τραπ από τα γενοφάσκια της, δηλαδή από το 2015 που έγιναν τα πρώτα ελληνικά τραπ κομμάτια. Τότε, επίσης στα rave party μαζί με dubstep και drum’n’bass έπαιζε και μια ηλεκτρονική μορφή του τραπ, η EDM τραπ. Οπότε, πρώτη φορά ήρθα σε επαφή εκεί και το έχω λιώσει το είδος. Μου άρεσε ο A$AP Rocky, ο A$AP Ferg, η Megan Thee Stallion, η Cardi B, οι Migos. Όλο αυτό το συνάφι τέλος πάντων, αλλά ο Travis Scott είναι η βασική μου «τραπ» επιρροή.

Φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης

Κι αν ρωτούσα για επιρροές από ελληνική τραπ;

Εντάξει, όταν είχε πρωτοέρθει, τους άκουγα όλους, με εξαίρεση δηλαδή πολύ λίγους. Στην αρχή το βίωνα λίγο σαν guilty pleasure, ότι εντάξει μωρέ βλακείες, αλλά στην ουσία μου άρεσε.

Εννοείται κάνω κριτική στη λογική του νεοπλουτισμού και του hustling που προωθεί και φυσικά στον μισογυνισμό, ο οποίος είναι στο απόγειο. Για την ακρίβεια, πιστεύω ότι είναι τόσος όσος και στο υπόλοιπο hip hop, όπως αυτό δομήθηκε στην Αμερική, στην Αγγλία -και στην Ελλάδα. Ωστόσο εντάξει, στο τραπ παραγίνεται τώρα, χωρίς λόγο. Στην ουσία, όμως, μου άρεσε σαν είδος.

Γιατί P:UNC;

Είναι αρκτικόλεξο από τις λέξεις “Plebs United Nations of Creativity”. Η σκληρή αλήθεια είναι ότι μου είχε καρφωθεί η λέξη punk στο μυαλό. Κι έπρεπε κάτι να βρω για να το δομήσω. Mου έσκασε μια μέρα η λέξη «πλέμπα» και μετά το υπόλοιπο ήρθε μόνο του. Μου αρέσει και η λέξη “united” πάρα πολύ.

Στην ουσία είμαι μέρος αυτού. Eίμαι άλλος ένας εργαζόμενος 9 με 5, ο οποίος προσπαθεί στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του να χωρέσει τους φίλους του, τη ζωή του, τη σχέση του, τα γούστα του, όλα. Και μέσα σ’ αυτό το πράγμα, γουστάρω να κάνω και μουσική.

Φυσικά, δεν έχω ούτε τον χρόνο, ούτε την ενέργεια να παράξω κάτι πραγματικά. Αν είχα και τον χρόνο και το οικονομικό background θα μπορούσα να το κάνω ακριβώς όπως ήθελα. Αυτό όμως, εν τέλει, είναι και η ουσία και η ταξικότητα της μουσικής.

Και με αυτούς τους καλλιτέχνες, κατά βάση, είμαι σε επαφή και συνεργάζομαι. Όχι αποκλειστικά, ωστόσο αυτή είναι η κοινότητα στην οποία, με κάποιο τρόπο, απευθύνομαι. Σε όλους εμάς που είμαστε πλέμπες, ωστόσο έχουμε δημιουργικότητα.

Είναι και αυτός ο στίχος από το άλμπουμ σου: «Εννέα με πέντε αλλοτριώνομαι αργά και από τις πέντε με μια φλόγα στα μάτια».

Είναι αυτό ακριβώς. Όπως περιγράφει ο Μαρξ, ο Ένγκελς και όλοι οι θεωρητικοί του μαρξισμού αλλά και του αναρχισμού, η εργασία, όπως δομείται στον καπιταλισμό, είναι αλλοτρίωση. Γιατί, στην ουσία, ενώ θα έπρεπε να αφιερώνουμε κάποιες ώρες προκειμένου να παράγουμε, σύμφωνα με τις δυνατότητες μας, για τις ανάγκες όλων, έχουμε καταλήξει απλά να παράγουμε για ανθρώπους που βγάζουν το πολλαπλάσιο κέρδος από εμάς.

Και από τις πέντε και μετά, στην ουσία, προσπαθώ να κρατήσω και να χωρέσω όλα αυτά που θέλω να κάνω. Αναγκαστικά χρειάζεται φλόγα που άλλες φορές την χάνω, άλλες φορές την βρίσκω, αλλά δεν γίνεται αλλιώς.

Φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης

Σε έχει πάρει ποτέ η μπάλα του βιοπορισμού κι έχεις αφήσεις τη μουσική στην άκρη, γιατί δεν την παλεύεις;

Άπειρες φορές. Είναι ο λόγος που η τελευταία φορά που έβγαλα δίσκο ήταν αρχές του 2021 και τώρα βγάζω τον Νοέμβρη του 2024. Δεν ήταν αυστηρά επιλογή μου το να κάνω τέσσερα χρόνια να βγάλω δίσκο.

Έχει να κάνει με το ότι τις μεγαλύτερες περιόδους της ζωής μου τις σπαταλάω στον βιοπορισμό και στην αναζήτηση «έμπνευσης». Βέβαια, δεν δουλεύω με έμπνευση, κυρίως βασίζομαι στη δουλειά. Αν υπάρχει αυτό που λέμε έμπνευση έρχεται σε συγκεκριμένες στιγμές και σε βρίσκει.

Υπάρχει κάπου στον ορίζοντα το ενδεχόμενο για έναν kind of hip hop artist, όπως αποκαλείς τον εαυτό σου, να βιοποριστεί μόνο από τη μουσική;

Aπό τα 20 μέχρι τα 30, όταν δούλευα σε δουλειές όπως οι τηλεπικοινωνίες, όντως σκεφτόμουν ότι θα γούσταρα πάρα πολύ να ξυπνάω το πρωί, να πηγαίνω στο στούντιο, να γράφω μουσική όλη μέρα και σίγουρα να βιοπορίζομαι από αυτό. Τα τελευταία χρόνια που εργάζομαι στην εκπαίδευση, έχω καταλάβει ότι για αυτό είμαι φτιαγμένος κι έχω να δώσω πράγματα στον κόσμο.

Ωστόσο, αυτό που θα ήθελα να κάνω με τη μουσική θα ήταν να βγάζω τραγούδια, να βγάζω δίσκους και να έχω ένα ικανοποιητικό εισόδημα, προκειμένου να συνεχίζω και φυσικά να μπορώ, μέσα από αυτό, να κάνω κάποια έξτρα γούστα.

Αν κάποια στιγμή καταφέρω να κάνω κάποιες πωλήσεις, που θα μου επιτρέψουν να ταξιδέψω τον κόσμο, φυσικά, είναι καλοδεχούμενο. Ωστόσο, δεν διατίθεμαι αυτή τη στιγμή να ρισκάρω την καθημερινότητα που έχω φτιάξει, προκειμένου να τα ρίξω όλα στη μουσική, ούτε να κάνω side hustle στη μουσική, να αναγκάζομαι να γράφω μουσική για άλλους, ας πούμε. Αυτό δεν θα ήθελα να κάνω. Respect σε όσους το κάνουν, δεν το κρίνω σαν κάτι αρνητικό.

Σε αυτή τη φάση που βρίσκομαι, θα ήθελα να ξυπνάω και να πηγαίνω να διδάσκω Φυσική, Μαθηματικά και Πληροφορική και να φτιάχνω μουσική, χωρίς να αναγκάζομαι να κάνω πράγματα. Ό,τι θέλω και όπως θέλω.

Φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης

Είχα σημειώσει και τον στίχο: «Antifa όσο δεν πάει, γιατί κάποιος τους πονάει. Παπούτσι χοντρό, να αντέξεις Πανεπιστημίου το κυνηγητό».

Με το Agitprop, νομίζω, ότι είναι η πρώτη φορά που γράφω κάτι παντελώς προσωπικό και παντελώς αυτοαναφορικό. Δηλαδή από την αρχή μέχρι το τέλος του, είναι τόσο αυτοαναφορικό που πεθαίνω και εγώ που τα ακούω. Αλλά κάποια στιγμή έπρεπε να το κάνω και εγώ, έπρεπε να τα πω.

Και όλα αυτά που ακούγονται είναι ακριβώς πράγματα που έχω ζήσει. Δηλαδή από το πώς πολιτικοποιήθηκα μέσα από το rap στα εφηβικά μου χρόνια και μέσα από τους Stereo Nova, που ήταν ας πούμε η βασική επιρροή που μοιραζόμασταν κάποιοι από το Περιστέρι και μας ένωνε.

Μετά στο πώς μπλέχτηκα στα κινήματα των καλλιτεχνών, χωρίς να νιώθω καλλιτέχνης. Ένιωθα ότι είμαι σε ένα κίνημα -και απέξω και από μέσα- και το γούσταρα πάρα πολύ αυτό. Ήμουνα στη φάση ότι ακολουθώ, σας εμπιστεύομαι και προχωράω. Γούσταρα.

Μέχρι αυτό το πράγμα με τις πορείες, που όντως δεν θα το παίξω ούτε ότι δέρνω μπάτσους, ούτε τίποτα. Κατά βάση στην Πανεπιστημίου, τρώμε κυνήγι από την καταστολή. Οπότε ναι, καλό είναι να φοράμε καλά παπούτσια. Mέχρι το ότι φοβόμουνα/φοβόμασταν να πούμε ανοιχτά τη λέξη «συνδικαλιστής», γιατί είτε θα μας κατηγορούσαν ότι καταστρέψαμε την Ελλάδα, είτε ότι είμαστε ρεφορμιστές. Ναι, είμαι συνδικαλιστής, συνδικαλίζομαι σε όποιο κλάδο και να έχω μπλεχτεί.

Τώρα έχουν περάσει τέσσερα χρόνια και παραπάνω από εκείνο το περιστατικό με την επίθεση που είχες δεχτεί από αστυνομικούς. Ήθελα να σε ρωτήσω πώς τη βλέπεις εκείνη την περίοδο, από απόσταση πια;

Θα χρησιμοποιήσω τη φράση που είχε πει και σε μια άλλη συνέντευξη ο Άλεξ Τιτκώβ, ότι ήμουν άλλη μια στατιστική. Αυτή τη στιγμή, μιλάμε για μια περίοδο καταστολής στην οποία εκατοντάδες σύντροφοι και συντρόφισσες αντιμετωπίζουν τον μισό ποινικό κώδικα από το ελληνικό κράτος, που σκοτώνει ανθρώπους στα σύνορα, σκοτώνει Ρoμά, έχει φέρει όλους τους φασίστες και έχουν γίνει μπάτσοι. Έχει βγάλει τους φασίστες στην αφρόκρεμα και τους έχει δώσει όλα τα απαραίτητα εργαλεία προκειμένου να μπορέσουν να κάνουν πολιτική.

Ταυτόχρονα, πάει ενάντια σε όποιον αντιστέκεται. Οπότε, είμαι ακριβώς άλλη μια στατιστική. Αυτό που εκτιμώ και δεν ξεχνάω ποτέ είναι το πόσο τυχερός ήμουν που απλά έτυχε να βγει το βίντεο και να γίνει viral, πράγμα που βοήθησε και στο δικαστήριο. Από τη μία, το έχω αναγνωρίσει και από την άλλη νιώθω μια ενοχή που εγώ το είχα αυτό το προνόμιο, ενώ άλλοι όχι.

Γι’ αυτό και είναι προτεραιότητα να δείξω την αλληλεγγύη μου, πηγαίνοντας πιο συχνά δικαστήρια από ότι πήγαινα, ανεβάζοντας περισσότερες καταγγελίες αστυνομικής αυθαιρεσίας. Τώρα εντάξει, πέρα από κάποια εμπόδια που έχουν μπει κυρίως σε επαγγελματικό επίπεδο, όταν είσαι οργανωμένος πολιτικά πολλά χρόνια, κατεβαίνεις στον δρόμο, είναι στατιστική ότι κάποια στιγμή μπορεί να συμβεί.

Φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης

Με το δικαστήριο τώρα σε τι φάση είσαι;

Είμαι σε φάση πλημμελήματος, περιμένω να γίνει το Πλημμελειοδικείο. Έχουν φύγει τα κακουργήματα, αλλά δεν έχει οριστεί ακόμα δικάσιμος. Και εγώ και ο Αλέξανδρος είχαμε κάποιες κακουργηματικού τύπου κατηγορίες, ωστόσο αυτές έπεσαν με τον καιρό. Οι περιοριστικοί όροι έφυγαν γρήγορα, μέσα σε περίοδο ενός χρόνου.

Τώρα απλά περιμένω τη δικάσιμο. Άντε να γίνει να τελειώνουμε, δεν υπάρχει λόγος. Δηλαδή ακόμα και αυτοί οι μπάτσοι που με μου είχαν συλλάβει, τώρα θα είναι πέντε χρόνια μεγαλύτεροι.

Πιστεύεις καθόλου ότι το virality που πήρε εκείνο το περιστατικό μπορεί να βοήθησε τη μουσική σου περσόνα; Σε ρωτάω επειδή πιστεύω ότι μια μερίδα κόσμου μπορεί να το σκεφτεί. 

Μπορείς να το δεις από πολλές σκοπιές. Αν μιλήσουμε αντικειμενικά, υπήρξαν όντως άνθρωποι που με ανακάλυψαν από αυτή την ιστορία και με άκουγαν ή με ακούν ακόμα. Ωστόσο, δεν το έπαιξα με τέτοιο τρόπο, δεν βασίστηκα σε αυτό για να πάω σε κάτι παραπάνω. Φαίνεται και από τα νούμερα, αντικειμενικά μιλώντας.

Από εκεί και πέρα, όντως κάποιοι με άκουσαν λόγω αυτού αλλά είναι τελείως διαφορετικό ο άλλος να σε έχει ακούσει πρώτα από τη μουσική σου από το να σε έχει στο μυαλό του σαν συλληφθέντα, σαν θύμα αστυνομικής βίας που κάνει και μουσική, οπότε ταυτίζεται μέσα από αυτό.

Θα στο πω χύμα: δεν νέρωσα τη μουσική μου με τέτοιο τρόπο, για να χτυπήσει τα κινηματικά virality, όπως τότε δομούνταν. Aν είχα φτιάξει τη μουσική μου τότε, με σκοπό το virality, μπορεί να ανέβαιναν τα νούμερα. Όμως, καθαρά λόγω πολιτικής κουλτούρας, δεν το επέλεξα αυτό το πράγμα, γιατί δεν ήθελα κιόλας να ενισχυθεί και να μείνει στο μυαλό το περιστατικό σαν περιστατικό και το θύμα αστυνομικής βίας.

Από την άποψη ότι είμαι ένας οργανωμένος πολιτικά άνθρωπος, όπως τόσοι άλλοι που αντιμετωπίζουν κατηγορίες στο ελληνικό κράτος. Θα μου πεις τι πιο σύνηθες να συμβεί; Δεν είμαι ούτε κάτι παραπάνω, ούτε κάτι λιγότερο, είμαι άλλος ένας από αυτούς.

Άλλαξε καθόλου η σχέση σου με την κινηματική δράση μετά από αυτό;

Δεν άλλαξε ακριβώς η σχέση μου, αλλά ωστόσο η αλληλεγγύη που έδειξαν όλα τα κομμάτια του κινήματος από άκρη σ’ άκρη, και από την αριστερά και από την αναρχία, με έκανε να βγω λίγο από το καβούκι των πολιτικών μου αντιλήψεων και να καταλάβω ότι είναι πιο συνολικό το πράγμα.

Ούτως ή άλλως, μπορώ να πω ότι ήταν και ένα σημείο καμπής εκείνη η περίοδος για την καταστολή, όπου άλλαξε τις αντιλήψεις όλων πάνω σ’ αυτό. Σε θέμα δράσης, παρέμεινα στην οργάνωση που ήμουνα, πάνω-κάτω τα ίδια πράγματα κάνω που έκανα.

Φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης

Άλλος ένας στίχος που μου έμεινε: «Ως straight άντρας λευκός, έχω όλα τα προνόμια κι ας είμαι φτωχός. Θα με τσούξει αν τα χάσω, αλλά γουστάρω να πεθάνω λίγο πιο ελεύθερος». Ειλικρινές το θα με τσούξει αν τα χάσω.

Το έγραψα έτσι ώστε να έχει δύο αναγνώσεις. Από τη μία, απαντάω σε ένα κομμάτι του κινήματος, το οποίο μπορεί να μην αναγνωρίζει καν την πατριαρχία, μπορεί να μην αναγνωρίζει καν προνόμια. Θεωρεί ότι δεν υπάρχουν διπλές καταπιέσεις, ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο πέρα από την ταξική καταπίεση.

Μέσα από αυτό το κομμάτι, τους καλώ να μην κλείνουν τα μάτια και να δουν ότι υπάρχει και το έμφυλο ζήτημα, είτε το δέχονται, είτε όχι. Όσο περνάει ο καιρός, αναδεικνύεται από το φεμινιστικό κίνημα, με περισσότερη ένταση και δυναμική, οπότε έρχεσαι αντιμέτωπος μαζί του. Το να κλείνεις απλά τα μάτια σου σ’ αυτό το πράγμα είναι μια πολιτική στάση που εγώ δεν θέλω να έχω.

Απ’ την άλλη όμως, έχω υπάρξει, χωρίς να μου αναλογεί πάρα πολύ υπέρμαχος του φεμινισμού και του όλου αυτού του κινήματος, χωρίς να έχω την απαραίτητη μόρφωση και τα εργαλεία για να το κάνω και να είναι πιο αληθινό. Όμως, με είχε συνεπάρει η δυναμικότητα.

Με κάποιο τρόπο, αυτό που λέω είναι ότι οκ, έχω τα προνόμια, το αναγνωρίζω. Λέω ότι είμαι φτωχός για να θυμίσω ότι υπάρχει και το ταξικό ζήτημα μέσα σε αυτό το πράγμα, ότι δεν είναι μόνο έμφυλοι ρόλοι, ούτε όλα γυρίζουν από το έμφυλο, ούτε δέχομαι τη μεταμοντέρνα εκδοχή ότι δεν υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα, παρά μόνο υποκειμενισμοί.

Θέλω να διαχωρίσω τη θέση μου από αυτό. Όμως, ο φεμινισμός με έχει βοηθήσει και προσωπικά. Έχω αναγνωρίσει πράγματα και συμπεριφορές, τα οποία δεν έβλεπα. Έχει παίξει ρόλο μέσα μου και έχω καταφέρει να διαχειριστώ κάποια πράγματα. Όμως, κυρίως λέω ότι ποτέ κανείς δεν έχει ξεπεράσει τίποτα.

Όποιον λέει ότι έχει ξεπεράσει όλα τα πατριαρχικά του σύνδρομα, δεν τον πιστεύω. Αυτό εκφράζω με το κομμάτι. Δεν θα χρησιμοποιήσω τη λέξη «κατάλοιπα», που σημαίνει ότι τα έχω ξεπεράσει, αλλά κάτι λίγο έχει μείνει. Για μένα όχι. Είμαι 34, έχω γεννηθεί το ‘90, είμαι σε μια γενιά που μεγαλώσαμε μέσα στα πατριαρχικά σκατά.

Μέσα σ’ αυτό, προσπαθώ να διαχειριστώ κάποια πράγματα, χωρίς να υπόσχομαι ότι θα μπορέσω να τα διαχειριστώ όλα. Όντως, όταν βλέπω, ρε παιδί μου, ότι κάποια πράγματα φεύγουν, εκείνη την ώρα συναισθηματικά, με τσούζει. Αλλά σαν πολιτικοποιημένο άτομο και σαν μεγάλος και ώριμος άνθρωπος, καλούμαι αυτά τα πράγματα να τα αντιμετωπίσω.

Κυρίως παίρνω απόσταση από τον φιλελέ φεμινισμό, που το μόνο που θέλει είναι απλά να διαχωρίσει κόσμο και να αλλάξει τον συσχετισμό εξουσιών. Και τάσσομαι με τον φεμινισμό των γυναικών που είναι από την πλευρά της εργασίας, όχι του κεφαλαίου, οι οποίες παλεύουν για έναν καλύτερο κόσμο, χωρίς σεξισμό, χωρίς ομοφοβία και χωρίς πατριαρχία. Και από εκεί και πέρα, όλα είναι υπο συζήτηση.

Το εξώφυλλο του P:UNC που κυκλοφορεί από τη Radical Breaks έχει επιμεληθεί ο Kanellos Cob

Πάμε πίσω στο άλμπουμ και στο παιχνίδι με τους στίχους των νέων κομματιών. Πόσο σε σκοτώνει η Αθήνα και πόσο σε πορώνει;

Και τα δύο ταυτόχρονα, σε άλλες χρονικές στιγμές. Σε κάθε χρονική περίοδο της ζωής μου, συνυπάρχουν με τελείως διαφορετικές μορφές. Αλλιώς γινόταν το σκότωμα και η πόρωση, όταν ήμουν φοιτητής, διαφορετικά όταν ήμουνα ανειδίκευτος εργαζόμενος, διαφορετικά τώρα που είμαι εργαζόμενος με εξειδίκευση Αντίστοιχα, διαφορετικά με χτυπάει σαν Θωμά στη σχέση μου, και διαφορετικά με χτυπάει μουσικά.

Την Αθήνα δεν την νοηματοδοτώ ως κάτι περισσότερο απ’ ό,τι είναι. Δεν θέλω ούτε να την αισθητικοποιήσω, ούτε να της ασκήσω δριμεία κριτική και να πω ότι «οι πόλεις μας ρουφάνε» και όλα αυτά τα δήθεν ποιητικά που μπορεί να μας τα γράψει και το ChatGPT. Η Αθήνα είναι πόλη με μεγάλη δημιουργικότητα. Όντως, υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που ασχολούνται με τέχνη, που παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες με πολύ μυαλό κ.λπ.

Ταυτόχρονα όμως, είναι η πόλη του gentrification, είναι η πόλη της καταστολής, είναι η πόλη του Airbnb και των τουριστών και επίσης είναι η πόλη που κάνει ότι τα προάστιά της δεν υπάρχουν. Εγώ μεγάλωσα στο Μπουρνάζι, άλλος έχει μεγαλώσει στην Καλλιθέα, άλλος έχει μεγαλώσει οπουδήποτε, το κέντρο πάντα μεσουρανεί και βρίσκεται στο κέντρο των εξελίξεων. Στα προάστια πεθαίνει η εργατική τάξη.

Τώρα, σε σχέση με τη μουσική και τα social media, μπήκες ποτέ στον πειρασμό να προσπαθήσεις να κατασκευάσεις ένα hit, που είναι φτιαγμένο για να γίνει viral;

Υπάρχουν δύο ηλεκτρικές δίοδοι στον εγκέφαλό μου αυτή τη στιγμή.

Έχεις δύο λύκους μέσα σου;

Έτσι (γελάει). Ο ένας, λοιπόν, έχει την ανάγκη αποδοχής και αναγνώρισης. Και απ’ την άλλη, υπάρχει ένα πολύ εγωιστικό και «ναρκισσιστικό» κομμάτι, πίσω από το οποίο οχυρώνεται το «εγώ» μου και το ποιος είμαι μουσικά και στην υπόλοιπη ζωή μου. Τα social έρχονται και μου τριγκάρουν πάντα αυτή την αντίθεση, μπερδεύουν το ρεύμα, ως προς το πού θα πάει.

Πάντα βρίσκομαι σε αντιμέτωπος με το γεγονός ότι όταν νιώθω ότι είμαι περισσότερο ο εαυτός μου δεν πουλάει στα social. Όσες φορές, δοκιμαστικά, πάω να παίξω σε μια λογική του να χτίσω μια περισσόνα, βλέπω ότι αρχίζει και πηγαίνει περισσότερο.

Ωστόσο, δεν έχω αφήσει ποτέ τον εαυτό μου να πάει προς τα εκεί. Γιατί κυρίως δεν θέλει να με πάρει η μπάλα και θέλω, αν υπάρξει αυτό που λέμε αναγνώριση, virality ή αν υπάρξει ακόμα καλύτερα ένα κοινό το οποίο ακούει στοχευμένα και συνειδητά VoxPopuli, θέλω αυτό να έρθει, επειδή ήμουν ακριβώς ο εαυτός μου. Θέλω, δηλαδή, όταν ακούς τον VoxPopuli στον δίσκο, να τον συναντάς και στη δουλειά, στην πορεία, για καφέ και να μην νιώθεις διαφορά.

Δηλαδή δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου σοσιαλμιντιακά να έχει μια εικόνα και μετά να με γνωρίζει κάποιος και να είμαι κάτι άλλο. Γι’ αυτό έγραψα το κομμάτι «Δεν βρίσκεται εδώ». Κάποια στιγμή που είχε υπάρξει αυτό το virality για ένα διάστημα, παρατήρησα ότι έρχονταν άνθρωποι που έχουν χτίσει ολόκληρη θεατρική παράσταση για το τι θα πω, πώς θα συμπεριφερθώ, πώς θα προχωρήσω μαζί τους κ.λπ.

Οπότε, όταν το συνειδητοποίησα αυτό, μου πήρε καιρό να επανέλθω ακριβώς από αυτό το σοκ. Τότε, είπα «μέχρι εκεί». Είχαν φτιάξει το σενάριο και το σκηνικό, άλλα σκέφτονταν, άλλο μπορεί να είμαι εγώ. Πραγματικά, σου λέω, με τριβελίζει πάρα πολύ καιρό και είχα μπει ψυχολογικά σε πολύ dark κομμάτι με αυτό.

Επειδή μιλάμε για social media, το cancel το φοβάσαι;

Και το φοβάμαι και δεν το φοβάμαι. Να μιλήσουμε ξεκάθαρα για το τι εννοούμε cancel. Αν για παράδειγμα, με κάνουν ή κάνω κάποιον cancel για κακοποιητική συμπεριφορά, τότε ρε φίλε, και το αξίζω και το αξίζει. Δεν το συζητάμε. Για παράδειγμα, κάποια στιγμή στο παρελθόν, είχα φωτογραφηθεί βαμμένος ως queer άτομο, και δέχτηκα δριμεία κριτική.

Την έφαγα την κριτική και ήταν και πάρα πολύ σωστή. Τότε, δεν το κατάλαβα, γιατί θεωρούσα ότι το κάνω εξωτερικά σαν στήριξη, αλλά όντως άνθρωποι που έχουν διπλές και τριπλές καταπιέσεις δεν έχουν ανάγκη από μια performative στήριξη, αλλά από μια έμπρακτη στήριξη. Εκεί πέρα καλώς έκανα και έφαγα την κριτική μου και προχώρησα.

Αν για παράδειγμα, δεν χρησιμοποιήσω στον δημόσιο λόγο μου πλήρως τις αντωνυμίες, τα ουδέτερα κ.λπ.; Τη στιγμή που νιώθω ότι είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος δεν το έχω κατακτήσει αυτό το πράγμα, δεν το έχω χωνέψει, και να το χρησιμοποιήσω θα είναι σκέτο performance. Οπότε, αν φάω cancel για αυτό το πράγμα, οκ, ας το φάω.

Από εκεί και πέρα τι άλλα cancel υπάρχουν; Να φάω cancel από φασίστες, να φάω cancel από φιλελέ; Το έχω φάει ήδη. Τι να κάνουμε;


Μπορείτε να ακούσετε το P:UNC του VoxPopuli που κυκλοφορεί από τη Radical Breaks σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
1
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα