Η αυτοπεποίθηση αναφέρεται στη συνολική αίσθηση του ατόμου για τις ικανότητες του. Μπορεί να θεωρηθεί ένα είδος μέτρησης του πόσο ένα άτομο εκτιμά, εγκρίνει, επιβραβεύει τον εαυτό του.
Περιγράφοντας την αυτοπεποίθηση
Πρόκειται ουσιαστικά για το χαρακτηριστικό εκείνο που επιτρέπει στο άτομο να αισθάνεται ότι μπορεί να ενεργήσει προς την πραγματοποίηση των αναγκών και επιθυμιών του. Αν και είναι αλληλένδετη με την έννοια της αυτοεκτίμησης, οι δύο αυτές λέξεις δεν είναι ταυτόσημες, καθώς η αυτοπεποίθηση απαντά στα ερωτήματα: «Τι μπορώ να κάνω»; «Πόσο με εμπιστεύομαι;», ενώ η αυτοεκτίμηση σχετίζεται περισσότερο με τον ρόλο. Απαντά δηλαδή στο ερώτημα του «ποι@ είμαι».
Είναι, επομένως, το γνώρισμα εκείνο που μας επιτρέπει να σχηματίσουμε μια, όσο το δυνατόν, πιο ρεαλιστική εικόνα γύρω από τις ικανότητες και την αποτελεσματικότητά μας. Αυτό που πολλοί ξεχνάμε και αξίζει να τονιστεί, είναι το γεγονός ότι η αυτοπεποίθηση δεν είναι κάτι που διαθέτουμε «a priori». Αντιθέτως, είναι ένα αναπτυξιακό χαρακτηριστικό που χτίζεται σταδιακά όσο το άτομο μεγαλώνει. Αυτό ακριβώς είναι που καθιστά τον ρόλο των γονέων τόσο σπουδαίο για την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού.
Ανακαλύπτοντας τη «διαφοροποίηση»: Ο ρόλος της οικογένειας
Σημαντική διαδικασία για την κατάκτηση της αυτοπεποίθησης, είναι η έννοια της «διαφοροποίησης» (self-differentiation). Υπάρχουν δύο πτυχές της διαφοροποίησης: Η ενδοψυχική διαφοροποίηση και η διαπροσωπική διαφοροποίηση. Η ενδοψυχική διαφοροποίηση είναι όταν μπορούμε να ξεχωρίσουμε τις σκέψεις μας από τα συναισθήματά μας. Με άλλα λόγια, είναι αυτογνωσία. Από την άλλη πλευρά, η διαπροσωπική διαφοροποίηση είναι όταν μπορούμε να διακρίνουμε την εμπειρία μας από την εμπειρία των ανθρώπων με τους οποίους είμαστε συνδεδεμένοι.
Και οι δύο πτυχές της διαφοροποίησης είναι σημαντικές, καθώς μας δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίσουμε και να αναγνωρίσουμε την τρέχουσα κατάστασή μας και την επιρροή διαφορετικών αλληλεπιδράσεων και περιβαλλόντων στην κατάστασή μας, ώστε να μπορούμε να αναλάβουμε δράση. Δεν υπάρχουμε απομονωμένοι, ούτε είμαστε άτρωτοι από τις αλληλεπιδράσεις και τα συναισθήματα των ανθρώπων γύρω μας. Αντίθετα, τα συναισθήματά μας και η αίσθηση του εαυτού μας διαμορφώνονται και αποτελούν μέρος ενός συναισθηματικού συστήματος που δημιουργείται από την οικογένεια.
Έτσι, η διαφοροποίηση είναι εκείνη που μας βοηθά να εμπεριέχουμε το εγώ μας μέσα στο εμείς, χωρίς να το ένα να λειτουργεί εις βάρος του άλλου. Ενθαρρύνοντας τη διαδικασία της διαφοροποίησης, οι γονείς δείχνουν ότι αποδέχονται την ατομικότητα του παιδιού τους, την ικανότητα του να λάβει πρωτοβουλίες, ακόμα και αν η απόφαση ή επιλογή μοιάζει λανθασμένη.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Από την άλλη, τα παιδιά που μεγαλώνουν σε οικογένειες με υψηλές και συνεχόμενες απαιτήσεις από αυτά, με απορριπτικές ή υπερπροστατευτικές δικλείδες. Σε αυτές τις συνθήκες παρατηρείται καταπίεση του “Εγώ” του παιδιού και διόγκωση του “Υπερεγώ”, της εσωτερικευμένης δηλαδή φωνής που υπαγορεύει τον κανόνα και το «πρέπει» και όχι το «θέλω» ή το « χρειάζομαι». Ως εκ τούτου, τα όρια καταλήγουν να είναι θολά ανάμεσα στο άτομο και σε κάποιον άλλον, κατάσταση που συχνά προάγει την αμφισβήτηση προς τον εαυτό και φτάνοντας σε ένα σημείο όπου το παιδί νιώθει ακρωτηριασμένο και σχεδόν ανήμπορο να δει τις ικανότητες του, φοβισμένο στο να δοκιμάσει τις δεξιότητες του και να ανίκανο να εμπιστευτεί τον εαυτό του.
Σύμφωνα, άλλωστε, με τη θεωρία του κοινωνιομέτρου, οι άνθρωποι αγωνίζονται για την σύνδεση ενώ παράλληλα λαχταρούν τη σχέση. Όταν ένα άτομο βιώνει την απόρριψη, η αυτοεκτίμηση μειώνεται, γεγονός που παρακινεί το άτομο να αλλάξει τη συμπεριφορά τ@ με σκοπό να ανακτήσει την κοινωνική αποδοχή. Η αυτοπεποίθηση είναι – όπως θα έλεγε κανείς – το όχημα προς την (κοινωνική) αναγνώριση.
Gaining Self – Confidence
Τα παιδιά αποκτούν αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση σιγά σιγά με την πάροδο του χρόνου. Πιο συγκεκριμένα, η αυτοπεποίθηση ξεκινά να αναπτύσσεται, όταν ένα παιδί αισθάνεται ασφαλές, αγαπητό και αποδεκτό από την οικογένεια και τον περίγυρο του. Η πιο σημαντική συμβουλή για την καλλιέργεια της αυτοπεποίθησης, είναι να υπενθυμίζεται στα παιδιά σας ότι είναι απολύτως εντάξει να αποτύχουν σε κάτι και ότι μπορούν να είναι ατελή. Οι καλύτερες εμπειρίες μάθησης συμβαίνουν μέσα από τις αποτυχίες μας. Κάντε κανόνα να μιλάτε για τις προκλήσεις και τις αποτυχίες σε τακτική βάση, επαναπροσδιορίζοντας τις και νοηματοδοτώντας τις θετικά.
Mαίρη Μαθιουδάκη – Ψυχολόγος, Msc/Ειδικευόμενη Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια