Ένα σχόλιο πάνω στο casting ακόμη μιας διασκευής του “Wuthering Heights” και της λευκότητας που δεν λέει να αποβάλει το Hollywood, ακόμα και εις βάρος της ακρίβειας των διασκευασμένων σεναρίων του.
Τα νέα κάνουν εδώ και αρκετές ημέρες τον γύρο του διαδικτύου. Μετά τον περσινό θρίαμβο του “Saltburn” –που έκανε παγκοσμίως γνωστό τον «ασχημόμορφο» Barry Keoghan και στάθηκε ως αφορμή ώστε το “Murder on the Dancefloor” να γίνει ξανά relevant μέσα από τα TikTok trends– η Emerald Fennell ετοιμάζεται για το ηχηρό comeback της με τη διασκευή του βιβλίου «Ανεμοδαρμένη Ύψη».
Και τι πιο ηχηρό μετά το blockbuster “Saltburn”, αλλά και το οσκαρικό “Promising Young Woman” του 2020, από τη διασκευή ενός κλασικού λογοτεχνικού βιβλίου, που λατρεύτηκε (και διασκευάστηκε) όσο λίγα. Τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη» της Emily Brontë έρχονται ξανά στη μεγάλη οθόνη, με μια νέα παραγωγή, η οποία φαίνεται πως βρίσκεται στα σκαριά και έχει ήδη βρει το glossy casting της.
Ένα casting όμως που ήδη έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις του κοινού, μιας που οι επιλογές των ηθοποιών φαντάζουν εκτός τόπου και χρόνου όταν μιλάμε για παραγωγές του 2024. Ας δούμε όμως αναλυτικά τι ακριβώς συμβαίνει με τη νέα διασκευή του “Wuthering Heights”.
Ο λόγος για τον οποίο η επερχόμενη ταινία βρίσκεται ήδη στο στόχαστρο κοινού αλλά και κριτικών κινηματογράφου έγκριτων μέσων δεν είναι άλλος από την επιλογή των πρωταγωνιστών της, που δεν είναι άλλοι από την Margot Robbie και τον Jacob Elordi. Και οι δύο Αυστραλοί, άκρως επιτυχημένοι από νεαρή ηλικία στον χώρο του θεάματος και σίγουρα way past της εφηβικής ηλικίας στην οποία βρίσκονται σύμφωνα με το βιβλίο.
Η ηλικία, όμως, των ηθοποιών είναι μάλλον ήσσονος σημασίας, αν σκεφτεί κανείς ότι σύμφωνα με το εμβληματικό μυθιστόρημα της Brontë, ο Heathcliff που αναμένεται να ερμηνεύσει ο Elordi είναι ξεκάθαρα ένας έγχρωμος νεαρός άνδρας: είτε αφρικανικής ή νοτιο-ασιατικής καταγωγής, είτε τσιγγάνος της περιόδου, σε κάθε περίπτωση μακριά από τα φυλετικά πρότυπα της Αγγλίας του 1847 και του γοτθικού setting του βιβλίου. Μιλάμε για ένα ταυτοτικό στοιχείο του ήρωα, που μάλιστα επαναλαμβάνεται πολλάκις κατά την εξέλιξη της πλοκής και που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ιστορία (ο Heathcliff ως παιδί εύχεται άλλωστε να διέθετε ανοιχτόχρωμα μαλλιά και επιδερμίδα).
Μπορεί λοιπόν η 34χρονη Robbie να παίρνει υπό προϋποθέσεις την έγκριση του σινεφίλ κοινού ώστε να ερμηνεύσει μια έφηβη Catherine, είναι όμως ΟΚ στη δεκαετία του inclusivity και του diversity ένας έγχρωμος χαρακτήρας να ερμηνεύεται από έναν λευκό ηθοποιό, μόνο και μόνο εξαιτίας της δημοφιλίας του;
«Ανεμοδαρμένα Ύψη»: Οι ηθοποιοί που έχουν ενσαρκώσει τον Heathcliff
Στην περίπτωση της νέας διασκευής για τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη», ο δικηγόρος του διαβόλου θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η Fennell δεν κάνει τίποτα διαφορετικό από ό,τι έκανε διαχρονικά το Hollywood στη διασκευή του κλασικού μυθιστορήματος (και σε δεκάδες άλλες περιπτώσεις), αναθέτοντας διαχρονικά σε λευκούς ηθοποιούς τον ρόλο του Heathcliff.
Ο Laurence Olivier διένυε άλλωστε την τέταρτη δεκαετία της ζωής του, όταν θα ερμήνευε τον εν λόγω ρόλο στην ταινία του 1939, ενώ το ίδιο θα συνέβαινε και με τους Richard Burton, Timothy Dalton, Tom Hardy και Ralph Fiennes.
Όμως το 2011, ο James Howson αποτέλεσε τον πρώτο ηθοποιό αφρικανικής καταγωγής που ερμήνευσε τον ρόλο στην ομώνυμη κινηματογραφική διασκευή της Andrea Arnold, ενώ δέκα χρόνια μετά θα συνέβαινε το ίδιο στο ανέβασμα της ομώνυμης παράστασης από το Εθνικό Θέατρο του Ηνωμένου Βασιλείου, με ηθοποιό μικτής καταγωγής. Γεγονότα που μαρτυρούν το εξής απλό: όταν οι casting directors το επιθυμούν πραγματικά, οι ρόλοι μπορούν όντως να αποδίδονται στους ανθρώπους που φέρουν τα απαραίτητα χαρακτηριστικά για την ακριβή ερμηνεία τους.
Η σημασία του casting με ακρίβεια ως προς τη φυλετική καταγωγή
Όταν, όμως, ένας λευκός ηθοποιός που πρόκειται να ερμηνεύσει έναν έγχρωμο χαρακτήρα διαθέτει το απαραίτητο ταλέντο, γιατί ακριβώς μας πειράζει μια μικρή «ποιητική αδεία» ως προς την απόδοση του σεναρίου, ιδιαίτερα όταν αυτός αποτελεί ένα υποκριτικό next big thing; Ο λόγος φυσικά έγκειται στα φυλετικά φορτισμένα βιώματα και χαρακτηριστικά που φέρει ένας τέτοιος ρόλος, τα οποία ουσιαστικά διαγράφονται αριστοτεχνικά με κάθε whitewashing κίνηση μιας χολυγουντιανής ή μη παραγωγής.
Ένας λευκός Heathcliff μπορεί άραγε να αναδείξει την επιρροή της original ιστορίας από μια τοπική οικογένεια του Yorkshire, τους Sills, που ζούσε χάρη στις φυτείες ζάχαρης της στη Τζαμάικα και διέθετε 30 Αφρικανούς σκλάβους που εξυπηρετούσαν τις καθημερινές τους ανάγκες; Μπορεί άραγε να αποδώσει τις επιδράσεις του φυλετικού ρατσισμού πάνω σε ένα υποκείμενο, το οποίο ως παιδί σχολιάζεται ως «σκουρόχρωμος τσιγγάνος» ή «little Lascar» και που σταδιακά φτάνει να βασανίζει κουτάβια ή να κακοποιεί μικρά παιδιά; Σίγουρα όχι.
Κι αν δεν πείθουν τα παραπάνω, τότε πώς θα σχολιαζόταν αν σήμερα βλέπαμε έναν trans χαρακτήρα να ερμηνεύεται σε μια παραγωγή οποιουδήποτε budget από ένα cis straight υποκείμενο, σε μια περίοδο που το απόθεμα openly trans ηθοποιών όλο και αυξάνεται; Προβληματικό, δεν νομίζετε; Ακόμα κι αν η Emerald Fennell σκοπεύει να δημιουργήσει μια παραγωγή με το θεατρικό και εκκεντρικό στοιχείο που αγαπήθηκε στο (μέτριο κατά τη γράφουσα) Saltburn, κάποια πράγματα απλώς δεν συγχωρούνται.