Σε ηλικία 100 ετών έφυγε ο Μίμης Πλέσσας, θρύλος της ελληνικής μουσικής που άφησε τη σφραγίδα του στο ελληνικό θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Άφησε πίσω του μια διαχρονική πολιτιστική κληρονομιά.
Ο Μίμης Πλέσσας, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 100 ετών, υπήρξε μια από τις πιο επιδραστικές μορφές της ελληνικής μουσικής. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου 1924 και από νεαρή ηλικία ξεχώρισε για το ταλέντο και τη δημιουργικότητά του. Η καριέρα του ως μουσικός, συνθέτης, πιανίστας και διευθυντής ορχήστρας είχε παγκόσμια διάσταση, με δεκάδες διακρίσεις και αμέτρητους χρυσούς και πλατινένιους δίσκους στο ενεργητικό του.
Το έργο του, πλούσιο και πολυδιάστατο, καλύπτει όλους τους τομείς της μουσικής: το θέατρο, τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, αλλά και την κλασική και τζαζ μουσική, με μεγάλο αριθμό τραγουδιών που αγαπήθηκαν από το κοινό και αποτελούν σήμερα κομμάτι της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Ο Πλέσσας σπούδασε Χημεία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στις ΗΠΑ, όπου διακρίθηκε σε διαγωνισμούς πιάνου και σύνθεσης. Παρότι η αρχική του κατεύθυνση ήταν οι επιστήμες, η αγάπη του για τη μουσική τον οδήγησε στην απόφαση να αφιερωθεί πλήρως στη σύνθεση και τη διεύθυνση ορχήστρας. Έγινε ο πρώτος σολίστ πιάνου στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας και στα 28 του κέρδισε το πρώτο βραβείο μουσικής του Πανεπιστημίου της Μινεσότα. Παράλληλα, απέκτησε διδακτορικό στη Χημεία από το Cornell University, συνδυάζοντας έτσι τις δύο μεγάλες του αγάπες: την επιστήμη και τη μουσική.
Η συνθετική και καλλιτεχνική του δραστηριότητα ήταν εξαιρετικά ευρεία. Συνεργάστηκε με πολλούς κορυφαίους Έλληνες τραγουδιστές, πολλοί από τους οποίους ανέδειξε μέσα από τα τραγούδια του. Επιπλέον, συνέθεσε μουσική για 104 ταινίες και 70 θεατρικές παραστάσεις, ενώ έγραψε και τη μουσική για τη δημοφιλή τηλεοπτική σειρά “Τα παιδιά της Νιόβης”. Ο Πλέσσας διηύθυνε ορισμένες από τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου και διακρίθηκε σε διεθνές επίπεδο, λαμβάνοντας σημαντικά βραβεία για τη θεατρική του συνεισφορά στο Παρίσι το 1958 και για την κινηματογραφική του στο Εδιμβούργο και τις ΗΠΑ το 1964 και 1965 αντίστοιχα. Η καριέρα του συνοδεύτηκε από πολλές ακόμα ελληνικές και διεθνείς διακρίσεις.
Στον κινηματογράφο, η συνεισφορά του ήταν καθοριστική. Έγραψε μουσική για περισσότερες από 100 ελληνικές και 11 ξένες ταινίες. Η συνεργασία του με τη Φίνος Φιλμ ξεκίνησε το 1960, όταν συνέθεσε τη μουσική για την ταινία “Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες”, ανοίγοντας έναν νέο δημιουργικό κύκλο που θα καθόριζε τη χρυσή εποχή των ελληνικών μιούζικαλ. Αν και του προτάθηκε επταετές συμβόλαιο από την United Artists στις ΗΠΑ, ο Πλέσσας επέλεξε να παραμείνει στην Ελλάδα, συνεχίζοντας να συνεισφέρει στη Φίνος Φιλμ και στον ελληνικό κινηματογράφο. Οι συνθέσεις του έντυσαν μουσικά εμβληματικές ταινίες, όπως “Οι Κληρονόμοι”, “Η Χαρτοπαίχτρα”, “Μια Τρελλή Τρελλή Οικογένεια”, και “Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο”. Τα τραγούδια του, όπως “Καμαρούλα μια Σταλιά” και “Θα Πιώ Απόψε το Φεγγάρι”, παραμένουν μέχρι σήμερα διαχρονικές επιτυχίες.
Η συμβολή του στον ελληνικό κινηματογράφο ήταν επίσης καθοριστική στην εποχή των μιούζικαλ. Αν και αρχικά ο Φιλοποίμην Φίνος τον θεωρούσε “πολύ μοντέρνο”, ο Πλέσσας, με επιμονή και σκληρή δουλειά, απέδειξε τη μοναδική ικανότητά του να συνδυάζει διαφορετικά είδη μουσικής, όπως η τζαζ, τα μπλουζ και οι λάτιν ρυθμοί, δημιουργώντας αξεπέραστες συνθέσεις που έδωσαν νέα πνοή στις ταινίες της εποχής. Εκτός από τη μουσική, ο Πλέσσας υπήρξε και παραγωγός της ιστορικής ραδιοφωνικής εκπομπής “Σε 30 δευτερόλεπτα” κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, που βράβευε τους ακροατές με γνώση και πνευματικά δώρα.
Στο θέατρο, η πρώτη του σύνθεση ήταν για την παράσταση “Ρομανσέρο” το 1959-60. Συνέχισε να συνθέτει μουσική για πολλές παραστάσεις, μερικές από τις οποίες έχουν μείνει κλασικές, όπως το “Χτυποκάρδια στο Θρανίο” και “Μαριχουάνα Στοπ”. Η πορεία του συνεχίστηκε αμείωτη μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες, όταν το 2016 παρουσίασε το τελευταίο πλήρες έργο του, “Διάφανος σταυρός”, που έγινε πλατινένιος.
Ο Μίμης Πλέσσας υπήρξε τρεις φορές παντρεμένος και απέκτησε δύο παιδιά, συνεχίζοντας την καλλιτεχνική παράδοση με τον γιο του, Αντώνη Πλέσσα. Η ζωή και το έργο του τιμήθηκαν με πολλές διακρίσεις, όπως το Χρυσό Μετάλλιο της Πόλεως των Αθηνών το 2000, ο Χρυσός Σταυρός του Τάγματος του Φοίνικος το 2001, και ο Μεγαλόσταυρος του Αγίου Ανδρέου από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο το 2007. Το 2016, η Ακαδημία Αθηνών τον τίμησε για το σύνολο της προσφοράς του στην ελληνική μουσική.

Η παρακαταθήκη του Μίμη Πλέσσα παραμένει ανεκτίμητη. Με τη συνθετική του ευφυΐα και την αυθεντική του προσέγγιση στη μουσική, άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στην ελληνική τέχνη, χαρίζοντας τραγούδια και μουσικές που θα συνοδεύουν για πάντα τις αναμνήσεις μας.