Δώρα Χρυσικού

«Είναι σαν να έχει καταλάβει όλη μου την ύπαρξη. Για μένα, αυτός δεν είναι ένας ακόμα ρόλος. Είναι ένα κομμάτι της Δώρας», μας λέει η ηθοποιός λίγο πριν ερμηνεύσει τον μονόλογο «18/9», για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τη Χρυσή Αυγή.

«Είχα πει ότι ακόμα και τίποτα άλλο να μην κάνω στο θέατρο, από τη στιγμή που έκανα αυτήν την παράσταση, με τη συνείδησή μου και με τον εαυτό μου είμαι εντάξει. Και με την Ιστορία είμαι εντάξει και ίσως γι’ αυτό το πάλεψα τόσο για να γίνει», θα μου πει η αληθινά συγκινημένη Δώρα Χρυσικού προς το τέλος της συζήτησής μας, που κράτησε περίπου μια ώρα, με αφορμή την παράσταση «18/9» στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, που επικεντρώνεται στην εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής, τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και την εμβληματική δίκη για τη ναζιστική οργάνωση.

Είμαι σίγουρη ότι άνθρωποι σαν τη Χρυσικού απεχθάνονται τους συναισθηματισμούς, γιατί είναι ολόκληροι από την κορυφή του κεφαλιού τους μέχρι τα πέλματά τους ένα συναίσθημα που πάλλεται, ικανό να (συν)κινήσει θεατές και τυχερούς συνομιλητές.

«Ο Παύλος ήταν ένας άγνωστος άνθρωπος που μέσα σε αυτά τα 11 χρόνια έχει γίνει κομμάτι του εαυτού μου, έχει γίνει ο πιο δικός μου ξένος (σ.σ. συγκινείται). Είναι σαν να έχει καταλάβει όλη μου την ύπαρξη. Για μένα, αυτός δεν είναι ένας ακόμα ρόλος. Είναι ένα κομμάτι της Δώρας». Δεν συμβαίνει συχνά σε μια συνέντευξη να ανατριχιάζεις με την αλήθεια και τη συγκινησιακή φόρτιση που φέρει ο/η απέναντί σου· τις φορές που γίνεται, είναι δώρο.

Από όλα τα λεγόμενά της, είναι έκδηλο πόσο προσπάθησε η ίδια για να γίνει πραγματικότητα αυτή η παράσταση που βασίζεται σε μια δικής της ιδέα. Ο μονόλογος που έγραψε η δημοσιογράφος Μαρία Λούκα και ο σκηνοθέτης της παράστασης, Κοραής Δαμάτης, αντλεί στοιχεία από τις πραγματικές καταθέσεις των δύο φοιτητριών, της Δήμητρας Ζώρζου και της Παρασκευής Καραγιαννίδου, που άθελά τους έγιναν αυτόπτες μάρτυρες στη στυγνή δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Η Δώρα Χρυσικού ερμηνεύει έναν μέσο άνθρωπο που γίνεται υποκείμενο της Ιστορίας

Πραγματικά περιστατικά που συγκλόνισαν την Ελλάδα μπλέκονται μέσα από τη μυθοπλασία με το ψυχογράφημα ενός καθημερινού κοριτσιού που βρέθηκε τυχαία μπροστά σε ένα ιστορικό γεγονός και παρά τον τεράστιο φόβο και τις απειλές που δέχτηκε για τη ζωή του (όπως συνέβη και στην πραγματικότητα με τις δύο φοιτήτριες), πήρε θέση, καταθέτοντας στο δικαστήριο όσα είδε. Η Χρυσικού επιτέλους θα πει την ιστορία του δολοφονημένου από τη Χ.Α. Παύλου Φύσσα με τον τρόπο που εκείνη ξέρει να λέει ιστορίες. «Πάνω στο σανίδι».

Δώρα Χρυσικού
Η ηθοποιός Δώρα Χρυσικού. Όλες οι φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης

Υπάρχει κάποια φράση από το έργο που «κοιμάσαι» με αυτήν το τελευταίο διάστημα;

Θα σου πω κάτι. «Κοιμάμαι» με όλο το κείμενο. Τον τελευταίο καιρό, πριν πέσω για ύπνο αρχίζει και μου μιλάει η ηρωίδα, η «Δάφνη» και κοιμάμαι στις τρεις το πρωί. Λέω συνέχεια τα λόγια της. Υπάρχουν πάρα πολλές φράσεις από το έργο που αγαπώ και τις αρθρώνω πάντα με πολύ μεγάλη αίσθηση ευθύνης και συγκίνηση.

Όταν λέει η ηρωίδα ότι:

«Πήγα στο αστυνομικό τμήμα. Με ρώτησαν αν μπορώ να αναγνωρίσω τον δολοφόνο. Και βέβαια μπορούσα. Δεν είχε τίποτα το παράξενο στην όψη του. Ένας συνηθισμένος άνθρωπος σαν όλους αυτούς που πηγαίνουν τα παιδιά τους στο σχολείο, που ψωνίζουν στο σούπερ μάρκετ, που τρώνε στο διπλανό τραπέζι και ένα βράδυ εκεί που βλέπουν τηλεόραση με τη γυναίκα τους, βγάζουν τις παντόφλες τους, πιάνουν ένα μαχαίρι, συναντάνε τους υπόλοιπους στα σκοτεινά και βγαίνουν για κυνήγι. Έτσι είναι αυτοί. Δεν τους ξεχωρίζεις. Δεν έχουν σημάδι στο μέτωπο».

Νομίζω ότι αυτό είναι ο εκφασισμός του μέσου ανθρώπου. Αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι έγιναν δολοφόνοι, δολοφονικές μηχανές, ήταν κάποιοι άνθρωποι σαν όλους εμάς. Βρίσκονται εδώ τριγύρω. Είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Αυτή ακριβώς είναι «η κοινοτοπία του κακού» που λέει η Hannah Arendt.

Αυτό ακριβώς είναι o φασισμός και αυτό είναι και αυτοί που τους ψήφισαν. Δεν είναι δηλαδή τα πρωτοπαλίκαρα, δεν είναι οι ινστρούκτορες του φασισμού, που ήταν ο Παππάς κι ο Μιχαλολιάκος. Είναι κάτι ανθρωπίδια που δεν μπορούσαν να βάλουν στη σκέψη τους έναν ειρμό και να πουν μια φράση με στοιχειώδες υποκείμενο ρήμα, αντικείμενο, κι έσπειραν το κακό, τον φόβο και τον τρόμο και σκότωναν και κακοποιούσαν και δολοφονούσαν και χτυπούσαν.

Και λες πώς είναι δυνατόν; Σε αυτή την παράγραφο που σου είπα, συμπυκνώνεται όλη η ιστορία του φασισμού, αλλά και όλη η ιστορία της Χρυσής Αυγής. Πήραν κάτι ανθρωπάκια, τα οποία με την πλύση εγκεφάλου, ένα πιστόλι, ένα μαχαίρι, κάτι παντελόνια παραλλαγής και κάποια συνθήματα βαρύγδουπα, θεώρησαν ότι είναι κάτι παραπάνω από μυρμήγκια. Αυτό. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο.

Δώρα Χρυσικού
Η ηθοποιός Δώρα Χρυσικού. Όλες οι φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης

Ήθελα να σε ρωτήσω πώς μπήκε ο πρώτος σπόρος για την παράσταση, για αυτό που έγινε τελικά το «18/9»;

Ήταν σε μία συνεδρίαση στο Εφετείο, όπου είχαν συμπληρωθεί έξι χρόνια από τη δολοφονία του Παύλου και η κυρία Μάγδα (σ.σ. Φύσσα) μας έδωσε κάποια τετράδια, τα οποία είχε φτιάξει η ίδια -ή κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας του Παύλου, δεν είμαι σίγουρη.

Είχαν τη μορφή του Παύλου με το μικρόφωνο στο εξώφυλλο κι έγραφαν «Έξι χρόνια Παύλος Φύσσας. Σιγά μη φοβηθώ». Έχω μια πολύ καλή φίλη, τη Μαρία Παρέντη, η οποία είναι δικηγόρος και αγαπημένο πλάσμα δικό μου και της κυρίας Μάγδας. Η Μαρία μόλις είχε γεννήσει την κόρη της και η κυρία Μάγδα μού έδωσε άλλα δύο τετραδιάκια και μου είπε «δώσε και στη Μαρία ένα να γράψει την ιστορία του Παύλου και να την πει κάποια στιγμή στην κόρη της».

Αυτοί οι άνθρωποι, που έγιναν δολοφονικές μηχανές, ήταν κάποιοι άνθρωποι σαν όλους εμάς. Είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Αυτή ακριβώς είναι «η κοινοτοπία του κακού»

Και έτσι τότε, μάλλον υποσυνείδητα, μπήκε ο σπόρος για την παράσταση. Μετά από καιρό, είχα στο κεφάλι μου την ιδέα ότι πρέπει να καταγράψω -σαν μια μαρτυρία μνήμης– κάτι σχετικό με τη δολοφονία του Παύλου.

Προφανώς, αυτό δεν ήταν απόλυτα μορφοποιημένο. Ήταν, όμως, η πρώτη αναλαμπή: η ιστορία του δολοφονημένου αυτού ανθρώπου, θα ήθελα να ειπωθεί, με τον τρόπο που ξέρω εγώ να λέω ιστορίες, πάνω στο σανίδι, γιατί είμαι ηθοποιός.

Είσαι προετοιμασμένη και για τυχόν αντιδράσεις που μπορεί να υπάρξουν, ακόμα και απειλές που μπορεί να δεχθείς;

Ω βέβαια! Είμαι απόλυτα προετοιμασμένη και ετοιμοπόλεμη. Και αυτές τις περιμένω και ακονίζω τα νύχια μου. Είμαι ένας άνθρωπος που δεν μασάω πολύ από αυτά. Δεν φοβάμαι. Δεν έχω φοβηθεί ούτε στο παρελθόν, παρά μόνο μέσα σε κάποια πλαίσια ρεαλιστικά.

Όμως, προφανώς ούτε εγώ, ούτε το θέατρο, ούτε ο αντιφασιστικός κόσμος θα αφήσουμε την παράσταση απροστάτευτη και χωρίς επιτήρηση. Εννοείται αυτό.

Φαίνεσαι ένας άνθρωπος, στο μυαλό του οποίου ο φόβος για την αντίδραση των άλλων δεν μπαίνει καν στην εξίσωση του να κάνει ή να μην κάνει κάτι.

Όχι, όχι, σε καμία περίπτωση. Γενικά, ο φόβος πια είναι μια πολύ βασική συνθήκη της ζωής μου, μετά τον καρκίνο. Είναι σαν παίζουμε με τον φόβο κυνηγητό, κρυφτό, σκάκι, με νικάει στα σημεία, τον νικάω στα σημεία. Οπότε, είμαι πολύ εξοικειωμένη με τον φόβο. Μπορεί να με λυγίζει, αλλά δεν πρόκειται ποτέ να με καταρρακώσει και να με ρίξει κάτω. Όπως συμβαίνει στο ρινγκ, στα δέκα δευτερόλεπτα, θα σηκώνομαι πάλι.

Ξέρεις τι; Δεν μπορεί να είναι ο φόβος ανασταλτικός παράγοντας, μονίμως, για κάτι που θέλεις να κάνεις. Κάνεις αυτό που θέλεις να κάνεις. Ο φόβος προφανώς ελλοχεύει και κάπου υπάρχει και όταν κάνει την εμφάνισή του, αποφασίζεις πώς θα τον διαχειριστείς.

Δεν μπορεί να μας αποτρέπει ο φόβος, γιατί τότε δεν θα κάναμε τίποτα, δεν θα βγαίναμε από το σπίτι μας. Και εγώ αρνούμαι να του εκχωρήσω τα θέλω μου και όλη μου την ύπαρξη. Σε καμία περίπτωση.

Δώρα Χρυσικού

Αυτό είναι ένα σημείο που φαίνεται να μοιάζεις στις ηρωίδες σου.

Ακριβώς. Γι’ αυτό νομίζω ότι μορφοποιήθηκε με αυτόν τον τρόπο και το τι πραγματεύεται ο μονόλογος, σχεδόν υποσυνείδητα. Επειδή ο φόβος είναι μια θεματική που με ενδιαφέρει πάρα πολύ, γιατί ακριβώς περνάει και μέσα σε ένα βίωμα που έχω τα τελευταία 3,5 χρόνια.

Και ίσως επειδή εγώ ήμουν ένα παιδί πάρα πολύ ατρόμητο, ήρθε ο φόβος για να φέρει τα πράγματα σε έναν περίεργο συσχετισμό. Και το ατρόμητο ενέχει μια αλαζονεία. Σαν να ήρθε ο φόβος να μου πει «ώπα, φίλη μου, για να δούμε τώρα πώς θα επαναπροσδιοριστούν οι ισορροπίες».

Ο καρκίνος μού έμαθε ότι είμαστε μια αστραπή που λέει και ο Καζαντζάκης, ότι η ζωή είναι πολύ εύθραυστη.

Ο φόβος, λοιπόν, είναι μια θεματική πάρα πολύ οικεία. Αυτά που βιώνω εγώ -όχι με τον ίδιο τύπο φόβου, αλλά ο φόβος είναι ένα πράγμα πολύ ευρύ και χωράει πολλά πράγματα μέσα- το ίδιο πράγμα περνάει και η ηρωίδα, η «Δάφνη». Το εκπεφρασμένο του φόβου, τα συμπτώματα του φόβου, είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους.

Και οι διεργασίες για να κάνεις το βήμα και να αφήσεις την ανησυχία κάπου στην άκρη είναι κοινές.

Στον μονόλογο, κάποιες φορές, μιλάει η ηρωίδα στον εαυτό της και ακούγεται μια φωνή που της δίνει εντολές τι να κάνει και πού να πάει. Το ίδιο κάνω και εγώ. Όταν περιμένω εξετάσεις, μιλάω στον εαυτό μου και λέω «όλα καλά θα είναι. Δεν πρέπει να ανησυχείς. Τι λόγο έχεις να ανησυχείς;».

Είναι αυτή η εσωτερική φωνή που μιλάς στον εαυτό σου, για να μπορέσεις να καθησυχαστείς και να ηρεμήσεις. Είναι το ίδιο πράγμα.

Αυτός ο φόβος θανάτου, που είναι εγγενής σε όλους τους ανθρώπους, έχει γίνει πιο ορατός, στην καθημερινότητά σου, μετά τον καρκίνο;

Ναι, γίνεται πιο ορατός, σαν σκεπτομορφή ένα πράγμα. Έχεις σκιτσάρει ένα πράγμα και το βλέπεις μπροστά σου. Κοίτα, στην καθημερινότητά μου, έχω καταφέρει μετά από τρεισήμισι χρόνια και πάρα πολλή προσπάθεια, να μην τον φέρνω πολύ στο επίκεντρο.

Δεν του βάζω του φόβου πιάτο στο τραπέζι. Όταν είναι περίοδος εξετάσεων, αρχίζει και μου χτυπάει πιο συχνά την πόρτα, αλλά γενικά πια του δίνω πολύ λίγο χώρο και χρόνο στη ζωή μου.

Είναι κλισέ ερώτηση, αν θέλεις την απαντάς. Ο καρκίνος τι σου έμαθε;

Ότι είμαστε μια αστραπή που λέει και ο Καζαντζάκης, ότι η ζωή είναι πολύ εύθραυστη, ότι η επιστήμη είναι η κορωνίδα των ανθρώπινων επιτευγμάτων και της ανθρώπινης νόησης, κι ότι όλοι το ίδιο πράγμα θέλουμε: να ζούμε, να δημιουργούμε, να αγαπάμε. Και επίσης ότι ο χρόνος είναι μια συνθήκη, ένα μέγεθος πολύ σχετικό.

Θα ήταν σημαντικό για σένα αυτή η παράσταση να απευθυνθεί σε άτομα από όλους τους κομματικούς χώρους;

Απόλυτα. Αυτός είναι ο στόχος μου και αυτή θα ήταν και η ικανοποίησή μου. Θα ήθελα σε αυτή την παράσταση να μπορέσουν να προσέλθουν άνθρωποι με ανοιχτό μυαλό και ανοιχτή καρδιά, που αυτοπροσδιορίζονται ως δημοκράτες, που δεν μπορούν να ανεχτούν στο ελληνικό κοινοβούλιο να υπάρχουν φασίστες, που δεν μπορούν να ανεχτούν να δολοφονείται ένας άνθρωπος εν ψυχρώ κατ’ αυτόν τον τρόπο, που θεωρούν ότι ανήκουν στο δημοκρατικό τόξο. Και αυτοί οι άνθρωποι μπορεί να έχουν ψηφίσει και τη Δεξιά, κάποια στιγμή.

Για μένα, είναι σημαντικό να έρθουν και να δουν αυτή την παράσταση, όπως σου είπα, με ανοιχτή ψυχή, για να μπορέσουν να διαχωρίσουν τους εαυτούς τους από την ακροδεξιά -από το ακροδεξιό ακροατήριο ενός δεξιού κόμματος. Εγώ τους προσκαλώ.

Ο Παύλος ανήκε στους ελεύθερους ανθρώπους. Πρωτίστως, ήθελε να είναι ελεύθερος στη γειτονιά του και να μην φοβάται.

Το να έρθει ο αριστερός κόσμος και ο αναρχικός κόσμος στην παράσταση είναι και λίγο-πολύ δεδομένο. Είναι ένα κοινό που ούτως ή άλλως σε κάθε τέτοια παράσταση, βλέπουμε ότι βάζει πλάτη -είναι ο κόσμος στον οποίο ανήκω και εγώ. Ο κόσμος από το αριστερό και κεντροαριστερό τόξο ήδη στηρίζει.

Πραγματικά θα ήταν για μένα κέρδος και ικανοποίηση να έρθει ένας κόσμος που θα δει αυτό το πράγμα και θα πει «για να τα ξαναπάρουμε λίγο τα πράγματα από την αρχή». Ο Παύλος ανήκε στους ελεύθερους ανθρώπους. Ο Παύλος, πρωτίστως, ήθελε να είναι ελεύθερος στη γειτονιά του και να μην φοβάται. Ήταν βαθιά δημοκράτης.

Ό,τι πρεσβεύει η δημοκρατία, το έκανε πράξη. Έκανε φεστιβάλ, το Rap Monsters, αγαπούσε πολύ τη μουσική, τη γειτονιά του, τους αδικημένους και αυτό το πράγμα ήταν μια πρακτική ζωής. Όσους ανθρώπους μπορούν μπορούν να δουν τους εαυτούς τους έτσι, εγώ πραγματικά θα τους υποδεχτώ με ανοιχτές αγκάλες στην παράσταση.

Μετά τις πρόβες, πόσο εύκολο είναι να βγεις από όλη αυτή την ιστορία του Παύλου και να επιστρέψεις στην καθημερινότητά σου;

Όταν πρωτοξεκίνησα να κάνω θέατρο το 1998, μου ήταν πάρα πολύ δύσκολο να κάνω αυτή την αποσυμπίεση από τους ρόλους. Τώρα, που η εμπειρία έχει έρθει και η τεχνική έχει ωριμάσει, μου είναι πολύ πιο εύκολο. Η αποφόρτιση γίνεται πάρα πολύ εύκολα. Όμως, σε αυτήν εδώ την ιστορία, αυτός δεν είναι ακόμα ένας ρόλος για μένα, συμπυκνώνει όλο μου το είναι αυτή η παράσταση.

Γιατί μπλέκει δύο πολύ ταυτοτικά πράγματα, δικά μου. Το ένα είναι η ιδιότητά μου ως ηθοποιού και το άλλο το γεγονός ότι είμαι ένα πολιτικό ον. Δηλαδή, συμπυκνώνει όλη μου την ενασχόληση με τα κοινά, με τον κόσμο που εγώ θέλω να φτιάξω και να βλέπω σε αυτό το σύμπαν, όλες μου τις ανησυχίες, τη σχέση με τη χώρα, μέσα στην οποία ζω.

Οπότε, η παράσταση «18/09» ενώνει το πολιτικό ον με τον καλλιτέχνη και λέει και την ιστορία του Παύλου, που τα τελευταία 11 χρόνια έχει γίνει ένα πολύ δικό μου κομμάτι, κομμάτι του εαυτού μου -και συγκινησιακά και νοητικά και ψυχικά και ό,τι μπορείς να φανταστείς.

Πώς επιλέχθηκε η ηρωίδα που ενσαρκώνεις να είναι ένα κράμα των δύο φοιτητριών, των δύο αυτοπτών μαρτύρων; Πώς επιλέχθηκαν αυτές οι δύο γυναίκες ως οι ηρωίδες σου;

Η τελική μορφή σχηματίστηκε λιγότερο συνειδητά και περισσότερο εξ ανάγκης. Η αρχική ιδέα που είχα εγώ και την οποία τη μοιράστηκα με τη Μαρία Λούκα αρχικά -και η Μαρία με τη Χρύσα Λύκου (σ.σ. συμμετέχει στην πρώτη γραφή του δικαστικού κειμένου)- ήταν ότι ήθελα στην αρχή να έχω δυο παράλληλους μονολόγους, της αντιφασίστριας και του φασίστα. Δεν ήθελα, όμως, αυτοί οι άνθρωποι, ούτε συμβολικά, ούτε πραγματικά, να έχουν επαφή.

Ήθελα μέσα από τους δύο παράλληλους μονολόγους να συνθέτονται δύο ανθρώπινα προφίλ, δύο κόσμοι: ο κόσμος του φωτός και της αλληλεγγύης και ο άλλος που είναι βουτηγμένος στα σκατά, στον βόθρο. Όταν, όμως, κάναμε την πρώτη μας απόπειρα για να βρούμε χρηματοδότηση από το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, και τελικά μας απέρριψε, τότε σκεφτήκαμε ότι ενδεχομένως η απόρριψη να σχετίζεται και με το μπάτζετ για δύο ηθοποιούς. Οπότε αναγκαστήκαμε να πετάξουμε τον ρόλο του φασίστα, γιατί είδαμε ότι δεν τον χρειαζόμαστε κιόλας και να συνθέσουμε μία ηρωίδα, την αντιφασίστρια.

Συμπυκνώνει όλο μου το είναι αυτή η παράσταση, γιατί μπλέκει δύο πολύ ταυτοτικά πράγματα, δικά μου. Το ένα είναι η ιδιότητά μου ως ηθοποιού και το άλλο το γεγονός ότι είμαι ένα πολιτικό ον.

Σκεφτήκαμε ότι θα θέλαμε, τιμώντας τα κορίτσια που ήταν αυτόπτες μάρτυρες, η ηρωίδα μας να είναι ένα κράμα αυτών των δύο μέσων ανθρώπων, οι οποίοι βρέθηκαν σε ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός και πήραν θέση, επέλεξαν πλευρά.

Καθώς ξεκαθάριζε το τι θέλουμε να πούμε με αυτήν την παράσταση, ποιον κόσμο θέλουμε να φέρουμε στο προσκήνιο, δημιουργούνταν η «Δάφνη», η οποία δίνει φωνή στις πραγματικές μαρτυρίες της Δήμητρας Ζώρζου και της Παρασκευής Καραγιαννίδου, μαζί με το κομμάτι της μυθοπλασίας, που υπάρχει πάντα στο θέατρο.

Έχουν μοιραστεί κάποια πράγματα μαζί σου αυτά τα δύο κορίτσια για το πώς αισθάνονται που θα αφηγηθείς την ιστορία τους; Αν νιώθουν δικαιωμένες με έναν τρόπο;

Με τη Δήμητρα είμαστε κοντά. Τη γνώρισα πολύ πριν αποφασίσω να κάνω την παράσταση, γιατί το ήθελα πάρα πολύ. Στη δική μου τη συνείδηση και στη δική μου την ψυχή, αυτό που έκαναν είναι ένα τεράστιο δώρο, μια πράξη πολύ σπουδαία. Πραγματικά, δεν μπορώ απόλυτα να αποτυπώσω με λέξεις πώς τις κουβαλάω αυτές τις δύο κοπέλες μέσα μου και πόσα πολλά τους χρωστάω, πόσα πολλά τους χρωστάμε όλοι.

Πριν κάποιες μέρες, στην πορεία για τον Παύλο, ρωτούσα τη Δήμητρα αν έχει καταλάβει τι είναι για όλους εμάς. Και η Δήμητρα, με τη συστολή και τη σεμνότητα που την διακατέχει, μου έλεγε «όχι». Της απάντησα «μακάρι να μπορούσες να δεις τον εαυτό σου, μέσα από τα μάτια τα δικά μας. Πόσος κόσμος σε έχει αγκαλιάσει, πόσος κόσμος σε αγαπάει. Σε πόσο κόσμο έχεις εγγραφεί στο συνειδητό του ως μια προσωπικότητα πολύ αξιοζήλευτη και αγαπητή». Με την Παρασκευή δεν έχω μιλήσει. Είπα στη Δήμητρα «αν είσαι σε επαφή με την Παρασκευή, θα θελα πολύ να παρευρεθεί κι εκείνη στην πρεμιέρα». Θα ήταν μεγάλη τιμή για μένα.

Αυτά τα δύο κορίτσια -και αυτό είναι το μεγαλειώδες της πράξης τους– δεν νομίζω ότι συνειδητοποιούσαν εκείνη τη στιγμή τι έκαναν. Δεν το έκαναν με μία ύστερη σκέψη  «ουάου, να γίνουμε ηρωίδες». Ούτε καν. Ήταν μια πολύ αυθόρμητη πράξη, όπως είναι αυθόρμητο κάθε τι που ενέχει ήθος.

Υπήρχε πολύς κόσμος στα μαγαζιά, στα μπαλκόνια, άνθρωποι που είχαν βγει στην περιοχή, υπήρχαν κάμερες· άνθρωποι που είπαν «το φάγαν το παλικάρι», απλά δεν προσήλθαν ως μάρτυρες.

Μετά κατάλαβαν και οι ίδιες και όλοι μας τι συνέβη εκείνη τη στιγμή με την κατάθεσή τους. Οπότε, δεν ξέρω αν νιώθουν δικαίωση ή τι νιώθουν. Σίγουρα, το γεγονός ότι πάνω στις καταθέσεις τους βασίστηκε κατά πολύ η ακροαματική διαδικασία και ήταν καταλυτικές, ελπίζω και εύχομαι να τους δίνει μια ηθική δικαίωση. Μην ξεχνάμε ότι αυτά τα κορίτσια έζησαν πολύ μεγάλο φόβο και δέχθηκαν πολλές απειλές.

Δεν ήταν ούτε αναίμακτη, ούτε χαλαρή ή χωρίς κόστος η απόφασή τους να πουν ότι είδαν μια εν ψυχρώ δολοφονία μπροστά στα μάτια τους. Ελπίζω να νιώθουν την αγάπη, τη στήριξη και την αλληλεγγύη όλων ημών των υπολοίπων, σε σχέση με αυτό που κάνανε.

Πραγματικά, σε μια παράλληλη πραγματικότητα, θα μπορούσαν να είχαν φοβηθεί και να σιωπήσουν.

Ναι, όπως έκανε και όλος ο υπόλοιπος κόσμος που ήταν παρών εκεί πέρα, γιατί δεν ήταν μόνο τα δύο κορίτσια στο σημείο. Όποιος νομίζει ότι απλά ήταν δύο φοιτήτριες παρούσες, δεν είναι έτσι. Υπήρχε πολύς κόσμος στα μαγαζιά, στα μπαλκόνια, άνθρωποι που είχαν βγει στην περιοχή, υπήρχαν κάμερες· άνθρωποι που είπαν «το φάγαν το παλικάρι», απλά δεν προσήλθαν. Όταν ζητήθηκαν μάρτυρες από την αστυνομία, προσήλθαν αυτές οι δύο.

Σε ευχαριστώ πάρα πολύ που τα μοιράστηκες αυτά. Θέλεις να κλείσουμε με έναν στίχο του Killa P;

Nομίζω o πιο αγαπημένος μου στίχος που ήταν και προφητικός είναι το:

«Μια τέτοια μέρα είναι ωραία να πεθαίνεις όμορφα και όρθιος σε δημόσια θέα. Με λένε Παύλο Φύσσα από τον Περαία».


Η παράσταση «18/09» ανεβαίνει στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, από τις 10 Οκτωβρίου 2024 έως τις 3 Νοεμβρίου 2024, για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων.

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη, Παρασκευή 20.30/ Σάββατο 18.30 & 20.30/ Κυριακή 19.30 (μετά την παράσταση ακολουθεί συζήτηση με το κοινό), Διάρκεια : 70 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)

Ταυτότητα παράστασης 18/9

Ιδέα: Δώρα Χρυσικού

Κείμενο: Μαρία Λούκα, Κοραής Δαμάτης

Συμμετοχή στην α’ γραφή του δικαστικού κειμένου: Χρύσα Λύκου

Σκηνοθεσία-δραματουργική επεξεργασία: Κοραής Δαμάτης

Δημιουργία σκηνικού χώρου: Αρετή Μουστάκα

Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα

Βίντεο παράστασης: Πηγή Δημητρακοπούλου

Μουσική επιμέλεια: Παύλος Ιωάννου

Σχεδιασμός φωτισμών: Νίκος Βλασσόπουλος

Εκφώνηση δελτίου ειδήσεων: Νατάσα Γιάμαλη

Φωνή μητέρας: Ασπασία Κράλλη

Ερμηνεύει η Δώρα Χρυσικού

Παραγωγή: Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα