Η διεθνής σκηνοθέτις Έλλη Παπακωνσταντίνου μιλά στην Ντιάννα Βασιλείου για την παράσταση “The Kindly Ones” που θα παρουσιαστεί σε πρώην στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αυστρία, το τραύμα που την κινητοποιεί και τον μεγάλο κίνδυνο της εποχής: την αποπολιτικοποίηση του ανθρώπου μέσα από μια πολιτική ορθότητα μόνο στα λόγια.
Η Έλλη Παπακωνσταντίνου, με δικά της λόγια, «κατοικεί στις ρωγμές». Και ακριβώς αυτές τις ρωγμές αναζήτησε για να μπορέσει να διεισδύσει στο σύστημα και να της δοθεί το δικαίωμα να ακουστεί, σε μια ελληνική θεατρική πραγματικότητα εχθρική για τις νεαρές σκηνοθέτιδες, όταν εκείνη ξεκινούσε αρκετά χρόνια πριν. Η ίδια είναι από τους δημιουργούς που από πολύ νωρίς απευθύνθηκαν στην παγκόσμια θεατρική σκηνή και βρήκαν την αναγνώριση που αξίζει στους καλλιτέχνες με στέρεη προσωπική αφηγηματική γλώσσα.
Η Έλλη Παπακωνσταντίνου αμφισβητεί τις συμβάσεις του παραδοσιακού θεάτρου και φτιάχνει πολυμεσικές performances που παντρεύουν τα εικαστικά, τη μουσική, το θέατρο τον χορό, την τεχνολογία και τους αρχαίους ελληνικούς μύθους, πάντα με ουσιαστική πολιτική χροιά, χωρίς ποτέ να μιλάμε για μανιφέστο.
Η παράστασή της “The Kindly Ones”, μια διεθνής συμπαραγωγή βασισμένη στις Ευμενίδες του Αισχύλου και σε ανέκδοτα κείμενα του Ιάκωβου Καμπανέλλη παρουσιάζεται in situ σε πρώην στρατόπεδα συγκέντρωσης ανά την Ευρώπη. Η παράσταση που είχε κάνει πρεμιέρα στο μνημείο του στρατοπέδου συγκέντρωσης Mauthausen το 2019 θα παιχτεί ξανά αυτό το καλοκαίρι στο πρώην στρατόπεδο συγκέντρωσης Liebenau-Graz και πάλι στην Αυστρία.
Όσο μιλάμε για την παράσταση αυτή, ένα μεσημέρι στο άλσος Νέας Σμύρνης, δεν μπορώ να μην σκεφτώ τη συγκλονιστική ταινία «Ζώνη Ενδιαφέροντος» του Jonathan Glazer, που έδειχνε τη ζωή να συνεχίζεται κανονικά στην άλλη πλευρά του τείχους της φρίκης. Στην παράσταση “The Kindly Ones” συμμετέχει και μια χορωδία υπερήλικων αντρών, οι οποίοι ήταν τα παιδιά της εποχής που ζούσαν γύρω από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όταν το θέατρο απεμπολεί κάθε διδακτισμό και γίνεται μια αυθεντικά πολιτική πράξη.
Η σκηνοθέτις, αυτή τη στιγμή, γράφει ένα καινούριο έργο που θα παρουσιαστεί αρχικά στο εξωτερικό το 2025, ένα φεμινιστικό καμπαρέ, όπως λέει. Παράλληλα, κάνει αλλαγές στο κείμενο του “The Kindly Ones”, για να αφορά την πραγματικότητα της Ευρώπης λίγο πριν τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου και ετοιμάζεται ξανά να αφήσει το σπίτι της, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για έναν άνθρωπο που βρίσκεται συνεχώς σε κίνηση, και να ταξιδέψει με τη δουλειά της.
«Μου αρέσει να γνωρίζω καινούργιους τόπους και να δουλεύω σε άλλα μέρη. Η αλήθεια είναι ότι μεγαλώνοντας, το να έχω συμπαραγωγούς από το εξωτερικό που στηρίζουν την δουλειά μου, ήταν ο μόνος τρόπος για να μπορώ να κάνω παραγωγές. Νομίζω ότι στην Ελλάδα είναι ακόμα δύσκολο για μια γυναίκα να παρουσιάσει γυναικεία ή queer θέματα και να βρει χρηματοδότηση. Έξω είναι πιο εύκολο».
Αισθάνεσαι ότι έχεις ρίζες σε έναν τόπο; Νιώθεις ότι κάπου είναι το σπίτι σου;
Επειδή ασχολούμαι πολύ με την ελληνική μυθολογία, εκεί βρίσκω τις ρίζες μου. Αυτός ο κόσμος υπάρχει και δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Τον αναζητώ όπου βρίσκομαι. Νιώθω πολύ μέσα στο μύθο, διότι ο μύθος είναι η οικογένεια όλων.
Δηλαδή, αισθάνομαι ότι αντλώντας από τον ελληνικό μύθο, ίσως κι επειδή έζησα τόσα πολλά χρόνια στο εξωτερικό, μπορώ να πάω στις ρίζες του θέματος. Μιλάμε για ένα αφήγημα πατριαρχικό, που ουσιαστικά ορίζει όλο τον δυτικό πολιτισμό και ολόκληρη τη δυτική σκέψη. Γι’ αυτό μου αρέσει πολύ να ξαναγράφω αυτό το αφήγημα. Προσωπικά, είμαι ανέστια, νιώθω ότι κατοικώ στις ρωγμές.
Αν με ρωτάς πού μένω, ζω στην Αθήνα, εδώ είναι η βάση μου. Μου αρέσει πάρα πολύ η ζωή στην πόλη αυτή. Με όλες τις δυσκολίες και τα προβλήματα που υπάρχουν, έχει την ομορφιά της. Αγαπώ το χάος.
Ο τρόπος ζωής σου σήμερα, το ότι ταξιδεύεις με τη δουλειά σου, ζεις σε άλλα μέρη, αλλά έχεις τη βάση σου στην Ελλάδα, ήταν αυτό που ονειρευόσουν από μικρή;
Ήταν αυτό που ονειρευόμουν, ναι. Βέβαια, όπως κάθε όνειρο που πραγματώνεται, έχει πάρα πολλή δουλειά και πολλές δυσκολίες. Δεν είναι ο αυτονόητος εύκολος δρόμος. Ίσως ήταν πιο εύκολο να παραμείνω στην Ελλάδα και να σκηνοθετώ εδώ, κάθε σεζόν. Ωστόσο, μου αρέσουν οι προκλήσεις και μου αρέσει να ανανεώνομαι και να ανανεώνεται και η δουλειά μου. Επίσης, με ενδιαφέρουν διαφορετικά φορμάτ και γλώσσες.
Πάνω σε τι δουλεύεις αυτό το διάστημα;
Τώρα ετοιμάζω μια καινούρια δουλειά. Κάθε φορά, μου παίρνει έναν με ενάμιση χρόνο η προετοιμασία, γιατί πρέπει να γίνει η παραγωγή, να βρεθούν οι συμπαραγωγοί και αυτό είναι μια διαδικασία. Ετοιμάζω ένα νέο φεμινιστικό καμπαρέ γυναικών. Ένα βαριετέ γυναικών, λοιπόν, που θα το παρουσιάσω αρχικά στο Φεστιβάλ της Ολλανδίας και μετά στην Όπερα του Βερολίνου. Θέλω πάρα πολύ να ανέβει στην Ελλάδα, γιατί συμμετέχουν και κάποιες Ελληνίδες.
Αυτή τη στιγμή, είμαι σε διαδικασία που το γράφω. Με ενδιαφέρουν πολύ οι γυναικείοι μύθοι που δεν είναι τόσο γνωστοί, ιδωμένοι κυρίως μέσα από έναν επαναλαμβανόμενο μηχανισμό αφήγησης, όπου οι γυναίκες και τα θηλυκά στοιχεία διώκονται για να βιαστούν από τους άντρες και μεταμορφώνονται σε ζώα, δέντρα ή φυτά για να γλιτώσουν. Με ενδιαφέρει αυτό το στοιχείο της μεταμόρφωσης, η ροή και η δυνατότητα αλλαγής και απαγκίστρωσης από την ταυτότητα, αλλά και με ένα αρνητικό πρόσημο. Θέλω να διαλευκάνω το θέμα δηλαδή, είναι λίγο σαν θρίλερ όλο αυτό.
Επίσης, συνεχίζουμε την τουρνέ με το έργο “The Kindly Ones”. Αυτό θα το παρουσιάσουμε το καλοκαίρι σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, στην Αυστρία. Είναι μια συνάντηση με την τοπική κοινωνία και τις διάφορες κοινότητες. Επίσης, αποτελεί μια δυνατότητα ενεργοποίησης αυτών των χώρων που πρέπει να πούμε ότι είναι πολύ ιδιαίτεροι.
The Kindly Ones by Elli Papakonstantinou | Trailer from Elli Papakonstantinou/ODC on Vimeo.
Όλα αυτά τα πρώην στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως και στη Γαλλία που είχαμε παίξει στο πλαίσιο του Φεστιβάλ της Αβινιόν, είναι χώροι στην κόψη του ξυραφιού. Υπάρχει μια επικινδυνότητα, γιατί μιλάμε για περιοχές που παραδοσιακά ψηφίζουν ακροδεξιούς πολιτικούς. Επίσης, με ενδιαφέρει πάρα πολύ το πώς διαχειρίζονται οι τοπικές κοινωνίες το συλλογικό τραύμα. Κάθε φορά στην παράσταση συμμετέχει μια χορωδία υπερηλίκων αντρών που ήταν τα παιδιά που ζούσαν γύρω από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Μένουν ακόμα εκεί, γιατί σε αυτά τα χωριά δεν υπάρχει ιδιαίτερη κινητικότητα. Είναι πολύ απομονωμένα μέρη. Με ενδιαφέρει πολύ αυτή η συνάντηση, δεδομένου ότι η ακροδεξιά, ο φασισμός ανεβαίνει στην Ευρώπη. Δυστυχώς, είναι ένα πολύ επίκαιρο θέμα για να συναντηθούμε ξανά και να το θίξουμε.
Σημαντικό σημειολογικά που θα ανέβει μετά τις ευρωεκλογές.
Ακριβώς. Το κείμενο ανανεώνεται. Εμπλουτίζεται και με νέα δεδομένα.
Η παράσταση μιλάει για την άνοδο της ακροδεξιάς. Στην Ελλάδα, αυτό το φαινόμενο πώς το κρίνεις τα τελευταία χρόνια;
Τραγικό. Τι να πω; Έχουμε βιώσει τη Χρυσή Αυγή στους δρόμους, έχουμε ζήσει πολύ ακραία πράγματα και την περίοδο της κρίσης. Υπάρχει ένα παράδοξο στην εποχή μας. Από τη μία πλευρά, βλέπω ότι έχει ανοίξει η ατζέντα για τα δικαιώματα των θηλυκοτήτων στον δημόσιο διάλογο, πράγμα που με χαροποιεί φυσικά, γιατί μια ολόκληρη ζωή πάλευα για τα δικαιώματά μας, μέσα από τη δουλειά μου και μέσα από την προσωπική μου ζωή. Ταυτόχρονα όμως, η πολιτική ορθότητα, θεωρώ, έχει επικεντρωθεί τόσο πολύ στο θέμα φύλου που σχεδόν αποπολιτικοποιεί τον άνθρωπο.
Πιστεύω ότι υπάρχει ένας κίνδυνος στην εποχή μας να πούμε ότι εντάξει, είμαστε politically correct, δεν κάνουμε διακρίσεις φύλου κλπ -που γίνονται φυσικά άπειρες. Αυτό μένει στην επιφάνεια, στα λόγια. Ο αγώνας μας τώρα επικεντρώνεται κυρίως στην έκφραση, στην ομιλία, αν θα χρησιμοποιήσουμε αυτή ή την άλλη λέξη. Και αυτό είναι εξαιρετικά προβληματικό και για τα θέματα φύλου.
Γιατί δεν προχωράμε, απλώς διορθώνουμε τις λέξεις μας και επίσης είναι ζήτημα το τι κάνουμε και με τα άλλα μεγάλα θέματα, τις ταξικές διαφορές, τις πολιτικές διαφορές. Εκεί νομίζω έγκειται ο μεγάλος κίνδυνος της εποχής.
Εσύ πού πιστεύεις ότι θα έπρεπε να τοποθετηθεί το κέντρο βάρους, για να μην δίνεται σημασία αποκλειστικά στην έκφραση, όπως λες;
Στα έργα. Στην Ελλάδα, έχουμε μείνει πίσω σε κάποια τέτοια θέματα, για παράδειγμα δεν υπάρχει ποσόστωση στον χώρο της τέχνης. Γενικά, δεν υπάρχει αντιπροσωπευτικότητα στον βαθμό που θα έπρεπε να υπάρχει. Δεν μπορεί, ας πούμε στις δραματικές σχολές, το 70-80% να είναι γυναίκες και το ίδιο στις σχολές σκηνοθεσίας, και μετά στη δουλειά να βλέπεις τραγικές στατιστικές στην εκπροσώπηση των φύλων, που αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει συνολικά γυναικείος σκηνοθετικός λόγος, παρά μόνο σε πολύ μεμονωμένες περιπτώσεις. Γνωρίζω και αγαπώ πάρα πολύ αυτές τις γυναίκες που αγωνίζονται για να υπάρξουν.
Έχω δει αυτές τις διακρίσεις φύλου καθαρότατα. Δεν θεωρώ ότι συνάδελφος άντρας θα ανέβαζε Οιδίποδα στο BAM στη Νέα Υόρκη και τον επόμενο χρόνο δεν θα του έκανε πρόταση το Εθνικό. Θα γινόταν άμεσα. Θεωρώ όμως ότι δεν είναι μόνο θέμα φύλου, είναι και θέμα περιεχομένου και πιο πρωτοποριακής γλώσσας.
«Αυτό που με κινητοποιεί είναι ένα τραύμα. Είναι το “δεν ανήκω πουθενά”, δεν με κινητοποιεί το “πάω να κάνω μια επόμενη επιτυχία”»
Οι ποσοστώσεις στους θεσμούς και στα κρατικά θέατρα, για μένα, θα βοηθούσαν πάρα πολύ την κατάσταση στην Ελλάδα –κάποιες σκηνοθέτιδες και συγγραφείς θα διαφοροποιηθούν σίγουρα. Η γυναικεία αφήγηση πρέπει να ακούγεται και σε επίπεδο αντιπροσωπευτικότητας είναι πάρα πολύ σημαντικό να υπάρχει πληθυσμιακή αντιστοιχία στην τέχνη.
Αν ανοίξει αυτός ο ασκός του Αιόλου με τις γυναίκες, φυσικά μπορεί να αρχίσει να ισχύει ποσόστωση και για άλλες ομάδες πληθυσμού, δηλαδή την queer κοινότητα, τις τρανς γυναίκες και άντρες που δεν εκπροσωπούνται καθόλου. Η έλλειψη εκπροσώπησης έχει πάρα πολύ να κάνει με το πώς εμείς ως Έλληνες αντιλαμβανόμαστε την ταυτότητά μας. Είμαστε μια συντηρητική χώρα και υπάρχει ένας αποκλεισμός –σε κάποιες ομάδες τεράστιος. Δεν αρκεί με τυμπανοκρουσίες να γίνεται ένα queer φεστιβάλ. Πρέπει πραγματικά η τέχνη να αντιπροσωπεύει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Όταν αναφέρονται σε σένα ως «η διεθνής σκηνοθέτις θεάτρου», ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι; Νιώθεις μια «δικαίωση» ίσως για την απόφασή σου να απευθυνθείς στο εξωτερικό τόσο νωρίς;
Δεν αισθάνομαι δικαίωση, γιατί είναι η πραγματικότητά μου. Έτσι δουλεύω. Κάθε φορά που δημιουργώ ένα έργο, έχω στο μυαλό μου ένα κοινό που δεν είναι το ελληνικό. Δεν ξέρω ακριβώς τι σημαίνει το «διεθνής», δεν μπορώ να το ερμηνεύσω με τα μάτια του εδώ. Είναι απλά αυτό που είναι.
Αν δεν κάνω λάθος, είχες φύγει στο εξωτερικό στα 19 σου.
Ναι, είχα φύγει με ανταλλαγή φοιτητών με το πρόγραμμα Erasmus. Από την Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης, είχα πάει στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και μετά έμεινα εκεί, έκανα μεταπτυχιακό και έζησα για δέκα χρόνια στο Λονδίνο. Γενικά, έχω ζήσει και στο Βερολίνο πολύ καιρό και στη Νέα Υόρκη, έχω μείνει στο εξωτερικό αρκετά.
«Όταν είχα έρθει από την Αγγλία να σκηνοθετήσω εδώ, με κοίταζαν οι ηθοποιοί στο στήθος, την ώρα που μιλούσα. Έχω ζήσει τέτοια πράγματα. Στην πρώτη μου δουλειά πριν πολλά χρόνια, ντύθηκα ως άντρας, χωρίς να καταλάβω γιατί»
Δεν παθαίνω κρίσεις χαράς και δεν νιώθω ότι η ματαιοδοξία μου καλύπτεται από τον χαρακτηρισμό «διεθνής», γιατί αυτό που με κινητοποιεί είναι ένα τραύμα. Είναι το «δεν ανήκω πουθενά», δεν με κινητοποιεί το «πάω να κάνω μια επόμενη επιτυχία». Δεν το έχω αυτό. Ίσως, επειδή έφυγα από το σπίτι μου μικρή, λόγω πολλών προβλημάτων. Γενικά, αγωνίστηκα αρκετά για να μπορώ να έχω το δικαίωμα να ακουστώ.
Αυτό το τραύμα που είπες ότι σε κινητοποιεί, πώς ορίζεται;
Ορίζεται μέσα από τον σεξισμό, μέσα από το «τι είναι τώρα αυτή», είναι «παράξενη, τρελή», το «κοριτσάκι». Όλα αυτά τα στερεοτυπικά, τα οποία ήταν πολύ πιο έντονα, τις προηγούμενες δεκαετίες. Όταν είχα έρθει από την Αγγλία να σκηνοθετήσω εδώ, με κοίταζαν οι ηθοποιοί στο στήθος, την ώρα που μιλούσα. Έχω ζήσει τέτοια πράγματα. Στην πρώτη μου δουλειά στην Ελλάδα πριν πολλά χρόνια, ντύθηκα ως άντρας, χωρίς να καταλάβω γιατί. Έβαλα γραβάτα, αντρικό κοστούμι και πήγα στην πρόβα. Μετά το ξανασκέφτηκα και λέω «μα, τι κάνεις;».
Όλα αυτά έχουν εγγραφεί, κατά κάποιον τρόπο, μέσα μου. Ήταν ένας δρόμος που πάντοτε έπρεπε να υπερβάλλω για να αποδείξω ότι μπορώ να διαχειριστώ ένα υλικό και να φέρω εις πέρας ένα έργο. Κατάλαβα στην πορεία τους λόγους. Όταν ήμουνα πιο μικρή δεν καταλάβαινα γιατί γίνεται όλο αυτό, δεν μπορούσα να το επεξεργαστώ καθόλου κι έτσι ξαναγύρισα στην Αγγλία κάποια στιγμή.
Στην Ελλάδα, ένιωθα ότι δεν υπήρχε μια ειλικρινής τοποθέτηση απέναντι στο παραγόμενο έργο. Ο διάλογος δεν είχε ανοίξει επί της ουσίας, είχε ανοίξει για το τι είμαι γυναίκα, είμαι μικρή, είμαι κοριτσάκι και αυτό δεν το καταλάβαινα. Μου πήρε πάρα πολλά χρόνια να δω ότι κάποιες διακρίσεις που υφίσταμαι, δεν έχουν να κάνουν με την αξία μου, αλλά έχουν να κάνουν με τη διαφορετικότητά μου.
Γι’ αυτό και στηρίζω πάρα πολύ τις γυναίκες, ειδικά τις νεότερες, που προσπαθούν και παλεύουν. Τώρα, βέβαια, έχουν αλλάξει τα πράγματα. Σήμερα, το πρόβλημα έχει αρθρωθεί, τότε δεν υπήρχε καν χώρος στον δημόσιο λόγο, για να διατυπωθεί. Γίνονται πάρα πολλές ζυμώσεις και αυτό είναι πολύ καλό. Βρισκόμαστε σε μία μετάβαση.
Τι θα έλεγες σήμερα σε ένα κορίτσι, σε ένα queer άτομο που σπουδάζει σκηνοθεσία;
Θα έλεγα κάτι που ανακάλυψα μέσα στα χρόνια, κάνοντας πάρα πολλές δοκιμές και πολλές φορές αφήνοντας τον εαυτό μου, για να δώσω αυτό που καταλάβαινα ότι πρέπει να δώσω. Κάποια στιγμή, επειδή έφτασα στο σημείο να χάσω τον εαυτό μου, έκανα ένα άλμα πίστης κι έπεσα στην αγκαλιά του εαυτού μου.
Αυτό που θα έλεγα λοιπόν είναι να παραμείνουν οι εαυτοί τους και να κάνουν αυτό που πραγματικά τους/τις εκφράζει· να επιμείνουν, να βρουν στο σύστημα ρωγμές, για να μπορέσουν να ακουστούν. Γιατί το σύστημα δεν ανοίγει, δεν δίνει αυτές τις δυνατότητες, αλλά υπάρχουν ρωγμές και θέλει ιδιαίτερη επιμονή, για να υπάρξεις, όπως και στη ζωή βέβαια, όχι μόνο στην τέχνη.
«Μου πήρε πάρα πολλά χρόνια να δω ότι κάποιες διακρίσεις που συμβαίνουν δεν έχουν να κάνουν με την αξία μου, αλλά με τη διαφορετικότητά μου»
Επίσης, θα μιλούσα για εξωστρέφεια και αλληλοϋποστήριξη των θηλυκοτήτων μεταξύ τους, πράγμα που στην Ελλάδα τώρα έχει αρχίσει να δημιουργείται. Πολλά θέματα δεν έχουν ακόμα ειπωθεί, ενώ οι γυναίκες του χώρου τα ξέρουμε. Υπάρχει φόβος, ευτυχώς (σ.σ. από την πλευρά αυτών που έχουν κακοποιητικές συμπεριφορές) και κρατιούνται κάπως τα πράγματα.
Έχουν περάσει τρία χρόνια από την πυροδότηση του ελληνικού #MeToo στο θέατρο. Εσύ πώς το αποτιμάς;
Πιστεύω ότι είναι καλύτερα τα πράγματα. Οι ηθοποιοί γνωρίζουν περισσότερο τα δικαιώματά τους. Έχει δημιουργηθεί θεσμικά μια δυνατότητα καταγγελίας σε περίπτωση σεξουαλικής ή άλλης κακοποίησης στον εργασιακό χώρο και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Έχουμε, όμως, ακόμα πολλή δουλειά. Εννοώ ότι μια γυναίκα θα φτάσει να καταγγείλει κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά ακραίο, π.χ. να την κυνηγάει κάποιος στο καμαρίνι της. Ξέρω περίπτωση γυναίκας που έπαθε ατύχημα στον εργασιακό χώρο, λόγω παρενόχλησης. Αυτό δεν έχει καταγγελθεί και ούτε πρόκειται.
Πώς πιστεύεις ότι σε βλέπουν οι ομότεχνοί σου στην Ελλάδα;
Δεν το γνωρίζω αυτό. Μήπως ξέρεις εσύ να μου πεις (γέλια); Ξέρω ότι υπάρχουν άνθρωποι που με στηρίζουν, όπως κι εγώ στηρίζω καλλιτέχνες που αγαπάω. Μου κάνει εντύπωση που διαβάζω Virginia Woolf και ταυτίζομαι ακόμα (γέλια). Αναρωτιέμαι τι έχει συμβεί, όλα αυτά τα χρόνια τι καταφέραμε.
Είναι μια στροφή προς τον εαυτό η τέχνη. Δεν πρέπει να μπερδεύουμε την αποδοχή των άλλων με την ικανοποίηση του να βρεις μια πηγή έμπνευσης και να μπορέσεις να εκφραστείς. Αυτή από μόνη της είναι η μεγαλύτερη ευλογία: το να έχεις φωνή και να μπορείς να μιλήσεις, αφού φυσικά την έχεις βρει τη φωνή σου, πράγμα καθόλου αυτονόητο.
Ποια είναι σήμερα μια εικόνα ευτυχίας για σένα;
Μου έρχονται δύο εικόνες, να περπατάω μόνη μου στην έρημο γιατί το έζησα πρόσφατα στη Σαχάρα και ήταν μια τρομερή εμπειρία και μια αντίθετη εικόνα -έτσι είμαι κι εγώ- να υπάρχει αποδοχή για το έργο επί της ουσίας, να αισθάνομαι ότι έχει κινητοποιηθεί κάτι στο κοινό. Δύο πολύ διαφορετικές στιγμές, εγώ με τον εαυτό μου κι εγώ στο πλήθος. Είμαι και πολύ μοναχική, ιδίως όταν γράφω, και με αρκετό κόσμο, σε άλλες στιγμές.