Η κυβέρνηση ανακοίνωσε νέα, αυστηρότερα μέτρα για την ασφάλεια στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΕΙ), εντείνοντας τη ρητορική της «μηδενικής ανοχής» με μια πολιτική που φαίνεται να μετατοπίζει το βάρος από τα αίτια της βίας προς τη σκληρή καταστολή. Σε έκτακτη σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου, παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και των υπουργών Παιδείας και Προστασίας του Πολίτη, συμφωνήθηκε η εφαρμογή πολιτικών που αυξάνουν τις ποινικές, πειθαρχικές και αστικές συνέπειες για φαινόμενα βίας και φθορών στους πανεπιστημιακούς χώρους.

Αξιοσημείωτο – και ανησυχητικό για πολλούς – είναι ότι τα μέτρα δεν στρέφονται μόνο κατά δραστών, αλλά και κατά των ίδιων των πανεπιστημίων που ενδέχεται να κριθούν «μη συμμορφούμενα» με τον νόμο 4957/2022. Μάλιστα, αφήνεται ανοιχτό το ενδεχόμενο η χρηματοδότηση των ΑΕΙ να συνδεθεί με τον βαθμό πειθαρχικής συμμόρφωσης, κατά τα πρότυπα των πολιτικών της κυβέρνησης Τραμπ στις ΗΠΑ – μια προσέγγιση που εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την αυτονομία των πανεπιστημίων και τον ρόλο της δημόσιας παιδείας.

Ο Υφυπουργός Παιδείας, Νίκος Παπαϊωάννου, δήλωσε πως «δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν φθορές δημόσιας περιουσίας και απειλή ανθρώπινης ζωής και όλα αυτά να εξετάζονται χαλαρά». Ο ίδιος προανήγγειλε ποινικές, αστικές και πειθαρχικές κυρώσεις για οποιονδήποτε εμπλέκεται σε παράνομες ενέργειες, επαναλαμβάνοντας την κυβερνητική θέση περί αυστηρής επιβολής της τάξης.

Προβληματισμό προκαλεί όμως και η πρόβλεψη πειθαρχικών κυρώσεων για τις Διοικήσεις των Ιδρυμάτων σε περίπτωση που δεν εφαρμόζουν τα μέτρα, με τον υφυπουργό να δηλώνει ότι «τα μεγάλα πανεπιστήμια είναι εκείνα που φαίνεται να έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα». Αυτή η γενίκευση υπονομεύει τη σύνθετη φύση των ζητημάτων ασφάλειας και την ανάγκη για προσαρμοσμένες, θεσμικές λύσεις.

Μεταξύ των μέτρων που εξετάζονται περιλαμβάνονται:

  • Αυτόματες πειθαρχικές κυρώσεις για φοιτητές που εμπλέκονται σε επεισόδια.
  • Αστικές ευθύνες για την αποκατάσταση ζημιών.
  • Ποινικές διώξεις όταν κριθεί αναγκαίο.
  • Πειθαρχικές κυρώσεις για διοικήσεις που δεν εφαρμόζουν το νομικό πλαίσιο.
  • Πιθανή σύνδεση κρατικής χρηματοδότησης με την τήρηση των μέτρων ασφαλείας.

Στις 9 Μαΐου αναμένονται αναλυτικές παρουσιάσεις στη Σύνοδο των Πρυτάνεων.

Το ΕΚΠΑ, ένα από τα ιδρύματα που αντέδρασαν πρώτα, καταγγέλλει τη συνεχή στοχοποίηση των δημόσιων πανεπιστημίων, υπογραμμίζοντας: «Η διοίκηση των ΑΕΙ ανταποκρίνεται άμεσα στα φαινόμενα βίας, τα οποία έχουν μειωθεί δραστικά. Η παρουσία της ΕΛ.ΑΣ. είναι πλέον αυτεπάγγελτη. Δεν χρειάζονται ειδικά σώματα φύλαξης, αλλά ενίσχυση της υπάρχουσας φύλαξης και επένδυση στους θεσμούς».

Η πανεπιστημιακή κοινότητα επισημαίνει πως η κρίση ασφάλειας δεν είναι άσχετη από τις χρόνιες ελλείψεις σε προσωπικό και χρηματοδότηση. Αντιδράσεις έρχονται τόσο από μέλη ΔΕΠ όσο και από φοιτητές, που βλέπουν στα μέτρα μια ακόμα προσπάθεια περιορισμού του αυτοδιοίκητου και αποσιώπησης των πραγματικών αναγκών των ιδρυμάτων.

Η επιμονή της κυβέρνησης σε αυστηρές ποινές και ελέγχους φανερώνει μια επιστροφή σε μοντέλα καταστολής, που έχουν ήδη αποτύχει, όπως στην περίπτωση της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας – θεσμού που δεν κατάφερε ποτέ να εφαρμοστεί αποτελεσματικά λόγω της έντονης κοινωνικής αντίδρασης.

Όπως επισημαίνουν επικριτές, η κυβερνητική στρατηγική μοιάζει να προτάσσει την επικοινωνιακή διαχείριση έναντι της ουσιαστικής πολιτικής για την παιδεία, προσπαθώντας να μετατοπίσει τη δημόσια συζήτηση από:

  • Τις αποτυχίες στον σχεδιασμό πολιτικών για την ανώτατη εκπαίδευση
  • Την έλλειψη διαλόγου με τη φοιτητική και ακαδημαϊκή κοινότητα
  • Τις επιτυχίες των συλλογικών φοιτητικών κινημάτων

Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι «ασφάλεια ή ανομία», αλλά ποιες πολιτικές ανταποκρίνονται στις ανάγκες της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Μια αυταρχική προσέγγιση χωρίς επένδυση, ενίσχυση των θεσμών και ανοιχτό διάλογο δεν προσφέρει λύση – αντίθετα, δημιουργεί νέα ρήγματα.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
1
Νευρίασα
+1
1
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα