Ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την επιβολή στρατιωτικού νόμου, επικαλούμενος την ανάγκη προστασίας της συνταγματικής τάξης και την αντιμετώπιση υποτιθέμενων «φιλοβορειοκορεατικών δυνάμεων».
Η Νότια Κορέα βρέθηκε στο επίκεντρο σοβαρής πολιτικής κρίσης, όταν ο πρόεδρος Γιουν Σουκ Γέολ ανακοίνωσε ξαφνικά εχθές (Τρίτη 3/12) την επιβολή στρατιωτικού νόμου. Ο πρόεδρος κατηγόρησε την αντιπολίτευση για «παραλύση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας» και προσπάθεια αποσταθεροποίησης της χώρας.
Ωστόσο, η απόφασή του πυροδότησε κύμα αντιδράσεων τόσο από την πολιτική σκηνή όσο και από την κοινωνία των πολιτών, οδηγώντας σε γρήγορη ανατροπή των σχεδίων του και αναστολή του στρατιωτικού νόμου μέσα σε λίγες ώρες.
Η κήρυξη του στρατιωτικού νόμου
Η ανακοίνωση του στρατιωτικού νόμου συνοδεύτηκε από δρακόντεια μέτρα, όπως η απαγόρευση πολιτικών, συνδικαλιστικών και δημοσιογραφικών δραστηριοτήτων, με τον στρατηγό Παρκ Αν-σου να αναλαμβάνει την εκτέλεση του διατάγματος. Τα μέτρα προκάλεσαν σοκ, καθώς θύμισαν την περίοδο των στρατιωτικών δικτατοριών (1961-1987), όταν τα καθεστώτα των Παρκ Τσουνγκ Χι και Τσουν Ντου Χουάν κατέστελλαν βασικές ελευθερίες και επέβαλαν έλεγχο στα μέσα ενημέρωσης.
Παράλληλα, ο πρόεδρος κατηγόρησε την αντιπολίτευση για προδοτική συμπεριφορά και προσπάθεια δημιουργίας κρίσης. Ωστόσο, στην ομιλία του δεν διευκρίνισε συγκεκριμένα μέτρα ή στρατηγική για την αντιμετώπιση της κατάστασης, γεγονός που ενίσχυσε τις υποψίες για τον πραγματικό σκοπό της κίνησής του.
Οι άμεσες αντιδράσεις
Η αντίδραση ήταν άμεση και καθολική. Εντός της Εθνοσυνέλευσης, σε μια έκτακτη συνεδρίαση που διεξήχθη υπό τη σκιά της παρουσίας στρατιωτικών δυνάμεων, 190 από τους 300 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της άρσης του στρατιωτικού νόμου. Ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, Γου Γουόν-σικ, χαρακτήρισε την απόφαση «άκυρη» και δήλωσε ότι «το κοινοβούλιο θα υπερασπιστεί τη δημοκρατία μαζί με τον λαό». Στους δρόμους της Σεούλ, χιλιάδες πολίτες διαδήλωναν ειρηνικά αλλά αποφασιστικά, ζητώντας την παραίτηση και τη σύλληψη του προέδρου. Το σύνθημα «Συλλάβετε τον Γιουν Σουκ Γέολ» κυριάρχησε στις μαζικές συγκεντρώσεις.
Η πίεση από τον λαό και το κοινοβούλιο οδήγησε τον πρόεδρο να αναγνωρίσει την ήττα του το βράδυ της Τρίτης, ανακοινώνοντας την άρση του στρατιωτικού νόμου και την απομάκρυνση των στρατευμάτων από την Εθνοσυνέλευση. Η απόφαση αυτή χαιρετίστηκε με πανηγυρισμούς από τους διαδηλωτές, παρά την προχωρημένη ώρα.
Πολιτική απομόνωση του προέδρου
Η κίνηση του Γιουν ερμηνεύεται ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης πολιτικής του απομόνωσης. Από την ανάληψη της προεδρίας το 2022, η δημοτικότητά του έχει υποστεί σημαντική πτώση, με ποσοστά έγκρισης που αγγίζουν το 20%. Αντιμετωπίζει αντιδράσεις τόσο από την αντιπολίτευση, η οποία ελέγχει την Εθνοσυνέλευση, όσο και από το εσωτερικό του συντηρητικού κόμματός του, με τον ηγέτη του κόμματος, Χαν Ντονγκ Χουν, να επικρίνει ανοιχτά την απόφαση για στρατιωτικό νόμο.
Επιπλέον, η κυβέρνησή του έχει πληγεί από σκάνδαλα, όπως κατηγορίες διαφθοράς κατά της συζύγου του, και η αδυναμία του να προωθήσει τη νομοθετική του ατζέντα έχει οδηγήσει σε πολιτική στασιμότητα.
@inyeoppp its not normal anymore… #southkorea #martiallaw ♬ original sound – Ryan
Ιστορική και διεθνής σημασία
Η κήρυξη στρατιωτικού νόμου επανέφερε μνήμες από την εποχή των δικτατοριών, ενώ ταυτόχρονα υπογράμμισε τη δύναμη της δημοκρατικής παράδοσης που καθιερώθηκε μετά το 1987. Οι μαζικές διαδηλώσεις, όπως αυτές του 2016-2017 που οδήγησαν στην καθαίρεση της Παρκ Γκέουν-χιε, δείχνουν τη δέσμευση της νοτιοκορεατικής κοινωνίας στη δημοκρατία.
Διεθνώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα και άλλες χώρες εξέφρασαν ανησυχία, ζητώντας ειρηνική επίλυση της κρίσης. Οι ΗΠΑ, συγκεκριμένα, υπογράμμισαν τη σημασία του κράτους δικαίου και την «ακλόνητη» συμμαχία τους με τη Νότια Κορέα.
Η επόμενη μέρα στη Νότια Κορέα
Η αποτυχημένη απόπειρα επιβολής στρατιωτικού νόμου έφερε την πολιτική αποτυχία του Γιουν Σουκ Γέολ στο προσκήνιο, ενώ επιβεβαίωσε την ανθεκτικότητα των θεσμών και της κοινωνίας της Νότιας Κορέας. Παρότι η κρίση δείχνει να εκτονώνεται, παραμένουν σοβαρά ερωτήματα για το μέλλον της ηγεσίας του προέδρου και τη σταθερότητα της χώρας.
.