Όπως ανέφερε, «Κάποιοι από αυτούς είναι τόσο επικίνδυνοι που δεν εμπιστευόμαστε καν τις χώρες προέλευσής τους να τους κρατήσουν».
Ο Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε, χτες, Τετάρτη (29/1), εκτελεστικό διάταγμα για την ίδρυση ενός νέου κέντρου κράτησης στο Γκουαντάναμο, το οποίο, όπως δήλωσε, θα έχει τη δυνατότητα να φιλοξενήσει έως 30.000 μετανάστες που θα απελαύνονται από τις ΗΠΑ.
Ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος ανακοίνωσε την απόφαση αυτή την Τετάρτη, εξηγώντας ότι θα δώσει εντολή στο Πεντάγωνο και το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας να δημιουργήσουν ένα κέντρο για να «κρατήσουν τους χειρότερους εγκληματίες, παράνομους αλλοδαπούς που απειλούν τον αμερικανικό λαό». Όπως ανέφερε, «Κάποιοι από αυτούς είναι τόσο επικίνδυνοι που δεν εμπιστευόμαστε καν τις χώρες προέλευσής τους να τους κρατήσουν». Πρόσθεσε επίσης: «Έτσι, θα τους στείλουμε στο Γκουαντάναμο. Αυτό θα διπλασιάσει άμεσα τη χωρητικότητά μας.»
Η αμερικανική ναυτική βάση στο Γκουαντάναμο, στην νοτιοανατολική Κούβα, ήδη διαθέτει μια εγκατάσταση για την κράτηση μεταναστών που εντοπίζονται στη θάλασσα. Η εγκατάσταση αυτή είναι διαχωρισμένη από τη φυλακή υψίστης ασφαλείας, όπου κρατούνται ύποπτοι για τρομοκρατία, που δημιουργήθηκε μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου από την Αλ Κάιντα.
Ωστόσο, η συγκεκριμένη μυστική εγκατάσταση κράτησης μεταναστών δεν εμφανίζεται σε δημόσιες κυβερνητικές αναφορές και μόλις πρόσφατα ήρθαν στο φως ανησυχητικές λεπτομέρειες για τις συνθήκες κράτησης.
Ο Τραμπ ανακοίνωσε το διάταγμα του, υπογράφοντας τον Νόμο Laken Riley, που αφορά τη σύλληψη και κράτηση μεταναστών κατηγορούμενων για κλοπές και συναφή αδικήματα, λαμβάνοντας το όνομά του από τη 22χρονη φοιτήτρια νοσηλευτικής από την Τζόρτζια, η οποία δολοφονήθηκε το 2023 από έναν μετανάστη χωρίς έγγραφα από τη Βενεζουέλα.
Αργότερα την ίδια ημέρα, ο Τραμπ υπέγραψε το εκτελεστικό διάταγμα για το Γκουαντάναμο, δηλώνοντας: «Δίνω εντολή στον Υπουργό Άμυνας και στον Υπουργό Εσωτερικής Ασφάλειας να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την επέκταση του Κέντρου Μεταναστευτικών Επιχειρήσεων στη Ναυτική Βάση του Γκουαντάναμο ώστε να φτάσει στη μέγιστη χωρητικότητά του, προκειμένου να παρέχει επιπλέον χώρο κράτησης για εγκληματίες παράνομους αλλοδαπούς υψηλής προτεραιότητας που βρίσκονται παράνομα στις Ηνωμένες Πολιτείες.»
Το διάταγμα προσθέτει: «Αυτή η απόφαση λαμβάνεται για να σταματήσει η εισβολή στα σύνορα, να διαλυθούν τα εγκληματικά καρτέλ και να αποκατασταθεί η εθνική κυριαρχία.»
Η απόφαση αυτή προκάλεσε άμεσες αντιδράσεις από κυβερνητικούς αξιωματούχους της Κούβας. Ο υπουργός Εξωτερικών, Μπρούνο Ροδρίγκες Παρίγια, χαρακτήρισε την απόφαση «περιφρόνηση προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και το διεθνές δίκαιο». Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ (πρώην Twitter), καταδίκασε «την απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να φυλακίσει μετανάστες στη Ναυτική Βάση του Γκουαντάναμο, σε μια περιοχή όπου έχουν δημιουργήσει κέντρα βασανιστηρίων και αόριστης κράτησης».
Με την ίδια ένταση, ο πρόεδρος της Κούβας, Μιγκέλ Ντίας-Κανέλ, χαρακτήρισε το σχέδιο του Τραμπ “πράξη βαρβαρότητας”.
Η Διεθνής Αμνηστία καταδίκασε επίσης την απόφαση, σημειώνοντας ότι το Γκουαντάναμο «υπήρξε χώρος βασανιστηρίων, αόριστης κράτησης χωρίς κατηγορίες ή δίκη και άλλων παράνομων πρακτικών», και τονίζοντας ότι ο Τραμπ «θα έπρεπε να χρησιμοποιεί την εξουσία του για να κλείσει τη φυλακή, όχι να τη μετατρέψει σε offshore κέντρο κράτησης μεταναστών.»
Σύμφωνα με ενημέρωση του Πενταγώνου από τις 6 Ιανουαρίου, στο Γκουαντάναμο παραμένουν 15 κρατούμενοι, ο χαμηλότερος αριθμός από την ίδρυση της φυλακής πριν από 22 χρόνια. Στις τελευταίες εβδομάδες της προεδρίας του, ο Τζο Μπάιντεν είχε επιταχύνει τις μεταφορές κρατουμένων σε τρίτες χώρες.