Από την ανικανότητα προστασίας της ανθρώπινης ζωής, στην αδυναμία να προσφέρει αίσθημα δικαίωσης στους συγγενείς των θυμάτων.
Πρόκειται για μία από εκείνες τις ημέρες που θα μείνουν ανεξίτηλα στη μνήμη όλων μας. Ήταν η 23η Ιουλίου του 2018, όταν μέσα σε ελάχιστα λεπτά ο οικισμός Μάτι της Αττικής μετατράπηκε από έναν ήσυχο τόπο ξεκούρασης και ηρεμίας σε τόπο καταστροφής με γιγαντιαίες φλόγες να καλύπτουν τη γύρω δασική περιοχή και να εισέρχονται μέσα στον οικιστικό ιστό πριν ο κρατικός μηχανισμός προλάβει να αντιδράσει. Για την ακρίβεια, πριν καν καταλάβει τι συμβαίνει.
Οι πρώτες αναφορές, βλέπετε, μιλούσαν για έναν καπνό μικρής έκτασης στο Νταού Πεντέλης. Λόγω μίας φωτιάς που είχε προηγηθεί στην Κινέτα, υπήρξε μία σύγχυση: Πολλοί και πολλές θεώρησαν ότι επρόκειτο για μία αναζωπύρωση εκείνου του μετώπου. Η πραγματικότητα έμελλε όμως να είναι διαφορετική. Δυστυχώς.
Δεν χρειάζεται να πει κανείς πολλά πράγματα, προκειμένου να καταδείξει το μέγεθος της καταστροφής: 104 νεκροί και άλλοι 147 τραυματίες και εγκαυματίες. Ζωές που χάθηκαν, οικογένειες που διαλύθηκαν, περιουσίες μίας ζωής που καταστράφηκαν και προφανώς μία πολύ μεγάλη φυσική καταστροφή στη γύρω περιοχή. To Mάτι έγινε συνώνυμο του πόνου.
Μέσα στα έξι χρόνια που έχουν μεσολαβήσει, αυτό το ακραίο φυσικό φαινόμενο ήταν το πρώτο που κατέδειξε αυτό που λέμε «χρόνιες αδυναμίες» του ελληνικού κράτους. Δυστυχώς τις δείχνει ακόμα. Σε κάθε επίπεδο, το ελληνικό κράτος έδειξε ότι απλά δεν μπορεί ή αδιαφορεί για τους πολίτες του.
Οι… χρόνιες ανεπάρκειες του ελληνικού κράτους
Προφανώς, μιλάμε για μία πυρκαγιά η οποία δημιουργήθηκε και επεκτάθηκε σε ελάχιστα λεπτά λόγω του συνδυασμού πολύ υψηλών θερμοκρασιών με πολύ ισχυρούς ανέμους. Συνθήκες πρωτόγνωρες και δύσκολα αντιμετωπίσιμες. Αυτό βέβαια δεν μπορεί να αποτελέσει συγχωροχάρτι για έναν κρατικό μηχανισμό που αιφνιδιάστηκε πλήρως χωρίς τελικά να καταφέρει να κάνει τίποτα παρά να παρακολουθεί ως θεατής.
Τα επόμενα χρόνια, όταν βγήκαν στη δημοσιότητα οι απομαγνητοφωνήσεις εκείνης της ημέρας, είδαμε πυροσβεστική, αστυνομία και τους διάφορους μηχανισμούς δασοπυρόσβεσης να βρίσκονται σε μία απόλυτη σύγχυση χωρίς να μπορούν να φτιάξουν το παραμικρό πλάνο με το μπαλάκι των ευθυνών να πηγαίνει από τη μία στην άλλη. Είναι χαρακτηριστικές οι μαρτυρίες πολλών ανθρώπων, πολλοί εκ των οποίων δεν είδαν ούτε έναν πυροσβέστη, αλλά αφέθηκαν μόνοι τους να γλυτώσουν τους εαυτούς τους.
Το ίδιο βράδυ, το Μέγαρο Μαξίμου προσπαθούσε να διαχειριστεί επικοινωνιακά μία τραγωδία κάνοντάς τα όλα πολύ χειρότερα. Η πλήρης απουσία ενός συντονιστικού φορέα ο οποίος θα αναλάμβανε να διαχειριστεί την κρίση εν πολλοίς ήταν γενεσιουργός αιτία μίας τραγωδίας. Φάνηκε αργότερα από το συνταρακτικό πόρισμα της επιτροπής Γκολντάμερ το οποίο, αν διαβάσει κανείς, θα καταλάβει όλη τη γύμνια του ελληνικού κρατικού μηχανισμού.
Εκτός βέβαια από τις ευθύνες της τότε κυβέρνησης, ήρθε μία άνευ προηγουμένου προσπάθεια εκμετάλλευσης της τραγωδίας από την αντιπολίτευση. Για ένα χρονικό διάστημα είχαμε δύο αντίπαλες παρατάξεις να διαγωνίζονται σε μία μάχη σύγκρισης αριθμού νεκρών και του ποιος είχε τους περισσότερους στη βάρδια του. Ποτέ μα ποτέ δεν ακούστηκε στα σοβαρά μία επιχειρηματολογία σχετικά με τα αίτια της τραγωδίας αλλά και το πώς θα αποφευχθεί στο μέλλον κάτι αντίστοιχο. Τα πάντα έμειναν στον ορίζοντα πολιτικού κόστους/οφέλους.
Αν δεν έφταναν όλα αυτά, η δικαιοσύνη ήρθε να βάλει τη δική της υπογραφή μέσω της πρωτόδικης απόφασης στη δίκη που θεωρητικά τουλάχιστον θα έψαχνε τις ευθύνες ανάμεσα στους φορείς. Από τους 21 κατηγορούμενους συνολικά, μόλις έξι καταδικάστηκαν. Οι πέντε ήταν πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής και ο έκτος ήταν ένας ηλικιωμένος που φέρεται να έκαιγε ξερόχορτα στην περιοχή που λίγο αργότερα ξεκίνησε η πυρκαγιά. Οι ποινές έμοιαζαν με χάδι.
Τώρα, οι συγγενείς περιμένουν τι θα βγάλει και η απόφαση του εφετείου όπου βρισκόμαστε ακόμα σε πρώιμο στάδιο. Να το πούμε με άλλα λόγια; Κλείνουν σήμερα έξι ολόκληρα χρόνια και οι συγγενείς δεν έχουν βρει την παραμικρή δικαίωση. Ίσα-ίσα αυτό που πήραν ήταν ταλαιπωρία, καθυστερήσεις και φυσικά μεγάλες απογοητεύσεις στην προσπάθεια να απαλύνουν λίγο τον πόνο τους.
Το ξεγύμνωμα μίας ολόκληρης χώρας
Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν ότι το Μάτι δεν ήταν μόνο μία τραγωδία. Μία ακραία φυσική καταστροφή ξεγύμνωσε τον τρόπο λειτουργίας μία ολόκληρης χώρας: Από την κάκιστη πολεοδομία στην πλήρη αδυναμία αντιμετώπισης μίας κρίσης, στον πολύ χαμηλού επιπέδου πολιτικό διάλογο και τελικά στις καθυστερήσεις και στην ατιμωρησία που βγαίνει ούτως ή άλλως από τις δικαστικές αίθουσες.
Το «ποτέ ξανά» που λέγαμε, κλασικά ως ευχή, τις επόμενες ημέρες της ασύλληπτης τραγωδίας δυστυχώς έμοιαζε με ένα ευχολόγιο χωρίς κανένα περιεχόμενο.
Τα πρόσωπα άλλαξαν, το ελληνικό κράτος συνεχίζει να μοιάζει το ίδιο ανίκανο να προστατεύσει τους πολίτες του.