Η ηθοποιός μίλησε για την έπαρση που ποτέ δεν είχε, τη λογοκρισία στην Τέχνη, τη δύναμη της ψυχοθεραπείας καθώς και για το πώς αισθάνεται για τους ανθρώπους που διώκονται για τις ιδέες τους.
Είναι άξιος παρατήρησης ο τρόπος που συνδεόμαστε με τους ανθρώπους στο πέρασμα του χρόνου. Οι δεσμοί εκτίμησης που αναπτύσσουμε μεταξύ μας, όχι μέσω της καθημερινής τριβής, αλλά των στιγμών που συναντιόμαστε τυχαία σε μέρη που φανερώνουν τον κοινό αξιακό μας κώδικα και που κάθε φορά σφίγγουν και πιο πολύ τις αγκαλιές μας.
Με την Έλλη Τρίγγου, βρεθήκαμε σούρουπο στο κέντρο της Αθήνας. Τυλίξαμε σφιχτά στα χέρια μας η μία γύρω από την άλλη και θυμηθήκαμε ότι την τελευταία φορά που βρεθήκαμε για μια κουβέντα που θα μοιραστούμε δημόσια, ήταν στο μακρινό και παράλληλα τόσο κοντινό 2022, εκεί που οι δρόμοι ακόμη ερήμωναν κατά διαστήματα. Αναρωτιέμαι πόσα άλλαξαν από τότε…
«Ιδανικά, θα ήθελα να μπορούμε να μην είμαστε ίδιοι άνθρωποι με το όποιο ‘τότε’ αναπολούμε κάθε φορά. Ο χρόνος κυλά αδιάκοπα, διαπιστώνοντας ότι με επίμονη προσωπική δουλειά μπορώ να βρω πιο εύκολα τη γαλήνη που έχω στερηθεί, μια εσωτερική ειρήνη που μου γίνεται όλο και πιο φανερό ότι αποτελεί ζητούμενο στη ζωή μου. Ξέρεις, οι άνθρωποι θέλουμε διαρκώς να δραπετεύουμε σε βουνά και θάλασσες, παραβλέποντας ότι ο «χαμένος» μας εαυτός μάς ακολουθεί παντού, σε κάθε κορυφή ή κύμα. Πρέπει να αναζητήσουμε εκείνον τον τόπο μέσα μας, που να χωρά τις τάσεις φυγής μας. Πρέπει να μπορούμε να υπάρξουμε και να μας βρούμε μέσα στο χάος. Η φασαρία στο κεφάλι μας δεν θα σταματήσει ούτε μπροστά στο πιο μαγικό τοπίο, αν δεν βρούμε τρόπο να τη μετριάσουμε μέσα στο τσιμέντο, τη βρώμα, τη φτώχεια, την αδικία και την πίκρα που ζούμε».
Ένα απορριμματοφόρο έχει σταματήσει για ώρα δίπλα μας σε κατάσταση αναμονής, μια κοπέλα μιλά δυνατά στο κινητό της, ενώ ένα αγόρι χαζεύει με ακουστικά στα αυτιά, σκουντουφλά όμως δεν πέφτει.
«Προσπαθούμε να επιβιώσουμε μέσα σε μια ασταμάτητη πληροφορία, που σε περνά από χιλιάδες συναισθήματα μέσα σε μόλις λίγα δευτερόλεπτα. Ανοίγεις το κινητό σου και εκεί που χαζεύεις ένα βίντεο με παπάκια, εμφανίζονται κομμένα χέρια στη Γάζα, η επόμενη γυναικοκτονία που έχουμε χάσει πια το μέτρημα, εύκολες συνταγές μαγειρέματος και ο άντρας της ζωής σου. Ο εγκέφαλός μας απλά ακολουθεί αυτό το τρεχαλητό.

Credits: Δημήτρης Καπάνταης
Χρειάζεται να τεστάρουμε διαρκώς τα αντανακλαστικά της συνείδησής μας και να απομακρυνόμαστε όσο μπορούμε απ’ αυτό το χάος. Ο κόσμος πάει κατά διαόλου, δεν είναι κάποιο μυστικό που αποκαλύπτω εγώ. Επιλέγω να μην ζω στα σύννεφα, ούτε όμως και στον πάτο. Δεν γίνεται να αφήνουμε αφιλτράριστα τα πάντα να μπαίνουν μέσα μας και να διαλυόμαστε, ούτε να είμαστε αναίσθητοι. Θέλει ισορροπία, να είμαστε σε άμεση σχέση με τα πάντα, ενώ ταυτόχρονα να κρατάμε τον εαυτό μας όσο πιο φωτεινό γίνεται.
Χρειαζόμαστε περισσότερες μικρές επαναστατικές πράξεις στην καθημερινότητά μας, κινήσεις που στέκονται απέναντι στην παράνοια. Να μην ξεχνάμε να ζούμε διαρκώς όχι σαν άβουλα, αλλά ως πολιτικά όντα».
Μιλάμε για τον θυμό που χαράκτηκε στη γενιά μας και καθόρισε πολλά στον τρόπο που ακουμπάμε το βλέμμα μας στην κοινωνία μέχρι και σήμερα.
«Μόλις είχα τελειώσει το σχολείο, όταν συνέβη η δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Ένιωσα να πέφτουν όλα πάνω στο κεφάλι μου. Άρχισα να αναρωτιέμαι, να αμφισβητώ, να μιλάω και να ακούω, να νομίζω ότι ξέρω τα πάντα και να μην ξέρω τίποτα.
Ο θυμός, είναι κρίσιμο εργαλείο, σε βάζει σε κίνηση. Όλες οι εξεγέρσεις έγιναν γιατί κάποιος δεν άντεξε άλλο, είπε το «ως εδώ». Αυτός είναι ο ένας τρόπος. Παράλληλα, πρέπει και το μυαλό να μπαίνει σε κίνηση κι αυτό έχει άλλο κόπο και δυσκολία, πιο βαθιές ρίζες».

Μιλώντας για τον Δεκέμβρη του 2008, συνειδητοποιήσαμε ότι την τελευταία φορά που συναντήθηκα με την Έλλη Τρίγγου ήταν στην αντανακλαστική συγκέντρωση που καλέστηκε για τη φυλάκιση του Νίκου Ρωμανού, λίγο πριν αλλάξει η χρονιά.
«Μου κόβονται τα πόδια στη συνειδητοποίηση ότι ακόμη και σήμερα άνθρωποι διώκονται για την πολιτική τους ιδεολογία. Για μια στιγμή κατάφερα να σκεφτώ αυτό που συμβαίνει σήμερα στον Νίκο Ρωμανό και πώς μπορεί να αισθάνεται και διαλύθηκα. Δεν μπορώ να διανοηθώ πώς είναι να γυρνάς στη φυλακή για ένα δαχτυλικό αποτύπωμα σε μια σακούλα. Κάθε άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του και την ανθρώπινη ζωή γενικότερα, θα έπρεπε να νιώθει αφάνταστη δυσφορία με αυτή την εξέλιξη. Καταστρέφονται ζωές χωρίς λόγο, αυτό είναι φασισμός. Να μην ξεχνάμε όμως ότι εμείς έχουμε την αλληλεγγύη, την αυτοοργάνωση, την επίγνωση. Δεν επιτρέπεται η άγνοια σήμερα, όλες κι όλοι έχουμε πρόσβαση στην πληροφορία, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία πια για να μην στεκόμαστε ολόψυχα δίπλα στο δίκιο».
Επιστρέφουμε στο θέατρο και στην τηλεόραση, χώροι στους οποίους η Έλλη έχει σημειώσει μεγάλη επιτυχία. Τη ρωτάω αν ένιωσε ποτέ να αιωρείται πάνω απ’ την επιτυχία αυτή.
«Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα ποτέ αυτό που λέμε “μεγάλη ιδέα για το εαυτό μου”. Κάτι μέσα μου παραμένει κλειστό και τρομαγμένο, που δεν επιτρέπει την όποια έπαρση. Πιο πολύ θα έλεγα ότι αναγνωρίζω τα πράγματα που κάνω και είναι μετρήσιμα. Ξέρω δηλαδή να σου πω για τις ώρες που δούλεψα για το κάθε τι, για τους ανθρώπους που συμβουλεύτηκα, για τη συνέπειά μου στις πρόβες, για τον χώρο που δίνω να ακούσω τις παρατηρήσεις ανθρώπων που η γνώμη τους βαραίνει μέσα μου. Μελετάω για να βελτιώνομαι και προσπαθώ να μαθαίνω απ’ τα λάθη μου.

Μπορώ να σου πω για μια σημαντική στιγμή τόσο στην προσωπική όσο και στην καλλιτεχνική μου εξέλιξη. Όταν ανεβάσαμε την Αντιγόνη στην Επίδαυρο, είχε γίνει χαμός από αρνητικά σχόλια. Ήταν η πρώτη φορά που ήρθα αντιμέτωπη με κάτι τέτοιο και αποδείχθηκε φοβερά χρήσιμο σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα θετικά λόγια που άκουσα. Μετά δηλαδή τον πρώτο πανικό που έπαθα, είδα ότι μια χαρά μπορώ να ζήσω, να προχωρήσω και να αντλήσω δύναμη απ’ αυτό. Λειτούργησε εντελώς απελευθερωτικά για εμένα. Δεν μπορούμε να αρέσουμε σε όλους και αυτό είναι υπέροχο, μπορούμε όμως να βελτιωνόμαστε συνεχώς και δεν μπορεί και μια κακή κριτική να υπερισχύσει της άποψης που έχουμε εμείς για τον εαυτό μας».
Συζητάμε για το πόσες ώρες προσωπικής δουλειάς χρειάζεται για μία μόνο απ’ αυτές τις διαπιστώσεις και πόσο καθοριστικό ρόλο παίζει η ψυχοθεραπεία σε μια δυσβάσταχτη καθημερινότητα όπως αυτή που ζούμε.
«Ας ξεκαθαρίσουμε, επειδή πολλές φορές ακούγεται, ότι η Τέχνη είναι καταφύγιο, δεν είναι όμως θεραπεία. Ενεργοποιεί την ψυχή, τη φαντασία, το συλλογικό ασυνείδητο, αλλά δεν θεραπεύει. Ίσα ίσα, αν μπεις βαθιά σε αυτήν, επειδή είναι ένας άλλος κόσμος, κάθεσαι εκεί μέσα και δημιουργείς πλασματικές καταστάσεις που δεν έχουν να κάνουν με την πραγματική ίαση της ψυχής. Αυτό το κάνει η θεραπεία, η επαφή με τον εαυτό, η σκληρή και καθόλου βολική δουλειά.
Χαίρομαι για την εξέλιξη που υπάρχει στο πώς αντιμετωπίζεται σήμερα η ψυχική υγεία και που σταματήσαμε επιτέλους να μιλάμε για τρελογιατρούς. Βέβαια, διαπιστώνω ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων που γνωρίζω και κάνουν ψυχοθεραπεία είναι γυναίκες και ΛΟΑΤΚΙ άτομα. Θα ήθελα να «ανοίξει» περισσότερο αυτή η αντίληψη και στους straight άντρες, αγκαλιάζοντας περισσότερο την ευαλωτότητά τους. Το να παραδεχτείς ότι είσαι εύθραυστος είναι η μεγαλύτερη εκτόνωση, σπάμε τον τρόπο που έχουμε μάθει να υπηρετούμε τον ρόλο του δυνατού».

Η Έλλη Τρίγγου πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Κανόνια και τρομπέτες» του Γιάννη Τσίρου που, μεταξύ άλλων, διαπραγματεύεται και σχέσεις μεταξύ των Ρομά.
«Για εμένα είναι αρκετά οικεία η συνθήκη αυτή, μιας και είχα συγγενείς που ζούσαν στο Μενίδι, οπότε όταν πήγαινα να τους δω μπορούσα να παίζω και να περνάω υπέροχα με τα τσιγγανάκια που ζούσαν εκεί. Ταυτόχρονα με τη χαρά που ένιωθα, έπρεπε ως παιδί να κατανοήσω τον λόγο που άκουγα κατά καιρούς ατάκες όπως “αν δεν φας το φαγητό σου θα το φάει ο γύφτος'” Μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι όλο αυτό το εξωτικό, μαγικό και βαθιά ελεύθερο που έχω εγώ στο μυαλό μου γι’ αυτούς τους ανθρώπους, είναι μια πλευρά της ιστορίας. Συνειδητοποίησα δηλαδή ότι οι άνθρωποι αυτοί, λόγω των δικών τους καταβολών, έχουν διαμορφώσει μια ζωή εκτός κοινωνίας όπου ένα μέρος αποτελεί δική τους επιθυμία και το άλλο -το μεγαλύτερο- είναι μια απόφαση της κοινωνίας που εξυπηρετεί να έχει ένα μαύρο πρόβατο, υπεύθυνο για όσα συμβαίνουν. Κανείς δεν αντιδρά στις δολοφονίες των Ρομά γιατί οριακά είναι “εντάξει” να είσαι ρατσιστής μαζί τους».

Μην έχοντας απομακρυνθεί πολύ απ’ το γιορτινό κλίμα των Χριστουγέννων, συζητάμε για το πόσο ενοχλεί μια παλαιστινιακή μαντίλα στη σκηνή της πλατείας Συντάγματος.
«Αρχικά, αναρωτιέμαι, γιατί δεν προβλήθηκε η συγκεκριμένη συναυλία από κανένα
τηλεοπτικό κανάλι. Η λογοκρισία μπορεί να φέρει πολύ άσχημα αποτελέσματα, να μας γυρίσει σε σκοτεινούς καιρούς. Η Τέχνη δεν μπορεί να μένει ανεπηρέαστη απ΄ όσα συμβαίνουν, γι’ αυτό και δεν το κάνει. Αντίθετα, το να μην ασχολούμασταν θα ήταν εξαιρετικά ύποπτο. Καμαρώνω τη γενναιότητα όσων παρεμβαίνουν δημόσια για το δίκιο και απ’ την άλλη νιώθω τόσο μικρούς όσους προσπαθούν να τους μειώσουν.
Κάτι δεν πάει καλά σήμερα. Δεν υπάρχει ροή, μόνο εκτροπές. Κοιτάζουμε τα πάντα μεσα
από έναν παραμορφωτικό καθρέφτη που τα διαστρεβλώνει. Δεν θα φουντάρουμε όμως , η
ζωή ειναι σπουδαίο δώρο. Επιλέγουμε τη συνείδηση και την προσωπική ευθύνη. Δεν
ξεχνάμε πόσο πολύτιμοι αλλά και πόσο ασήμαντοι είμαστε μέσα στο σύμπαν. Αυτοί κάνουν
αυτό που ξέρουν κι εμείς αυτό που νιώθουμε.
Όσο για την αφορμή που έφερε όλα αυτά τα σχόλια, έχω να πω ότι μπορεί κάποιοι να θεωρούν ότι παρακολουθούμε μια γενοκτονία κάνοντας σαν να μην υπάρχει, αυτή η αφήγηση όμως έρχεται από συγκεκριμένα Μέσα που κρατάνε συγκεκριμένη στάση.
Δυστυχώς, είμαστε πολίτες μια χώρας που υποστηρίζει τον αφανισμό ενός ολόκληρου λαού, χωρίς να συναινούμε σε αυτό. Η πλειοψηφία των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, σε αντίθεση με τους κυβερνώντες, νιώθουν αποτροπιασμό για την τραγωδία που διεξάγεται αυτήν τη στιγμή στην Παλαιστίνη, και το μόνο που θέλουν είναι να τη δουν ελεύθερη».