Σκηνοθετεί δύο θεατρικές παραστάσεις, πρωταγωνιστεί στην τηλεόραση, ανεβαίνει στη σκηνή με τους Polkar και αναζητά την ελπίδα στον ορίζοντα.
Ο Γιώργος Παπαγεωργίου βρίσκεται σε οργασμό δημιουργίας. Πολύ πρόσφατα έκαναν πρεμιέρα οι δύο θεατρικές παραστάσεις που σκηνοθετεί -το «Κανόνια και Τρομπέτες» στο Εμπορικόν και η «Αμφιβολία» στο θέατρο Δημήτρης Χορν- ενώ παράλληλα πρωταγωνιστεί στη τηλεοπτική σειρά «Μάγισσα-Φλεγόμενη Καρδιά» που προβάλλεται από τη συχνότητα του Ant1.
Βρισκόμαστε Κυριακή απόγευμα, στο «Σκάζη», σε απόσταση αναπνοής από την πλατεία Βαρνάβα, δηλαδή στη γειτονιά του. Αν και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη, έχει στενούς δεσμούς με τη συγκεκριμένη αθηναϊκή συνοικία από την παιδική του κιόλας ηλικία, αφού εδώ ζούσε η γιαγιά του. Καθώς βολευόμαστε στον αναπαυτικό καναπέ, η συζήτηση αναπόφευκτα ξεκινά από το Παγκράτι, μιας και είναι η γειτονιά και των δυο μας.
Φωτ. Δημήτρης Καπάνταης
Το Παγκράτι είναι μια λαϊκή συνοικία, δεν είναι Κολωνάκι, εννοώ, κι αγαπώ αυτή του τη λαϊκότητα, που εκφράζεται με φιλόξενη διάθεση από ωραίους ανθρώπους. Η αλήθεια είναι ότι πια δεν μπορώ να σκεφτώ τον εαυτό μου να ζει εκτός Παγκρατίου, παρότι είμαι Σαλονικιός. Ξέρω ότι δεν είναι η πιο όμορφη γειτονιά του κόσμου, αλλά είναι η γειτονιά μου.
Είναι πολύ τιμητικό ότι ο συγγραφέας Γιάννης Τσίρος, μου ανέθεσε ο ίδιος το νέο του έργο, το «Κανόνια και Τρομπέτες». Όταν συμβαίνει αυτό, ξεκινάς με μια μικρή νίκη, με την έννοια ότι έχεις ήδη την εμπιστοσύνη του ανθρώπου που πονάει όσο κανείς άλλος το έργο.
Tο «Κανόνια και Τρομπέτες» εμπεριέχει διάφορα θεατρικά είδη. Ξεκινά ως καθαρόαιμη κωμωδία, προς τα μισά του έργου γίνεται φάρσα, ύστερα θρίλερ και καταλήγει στο να είναι ένα πολιτικό έργο. Αποφάσισα να μην επικεντρωθώ στον ρεαλισμό που υπάρχει στα έργα του Τσίρου, αλλά σε κάποια υπερρεαλιστικά στοιχεία του κειμένου και ταυτοχρόνως στο πολιτικό του σχόλιο. Επέλεξα να κλείσω την παράσταση με ένα φινάλε που δεν είναι του έργου, αλλά με ένα ηχητικό ντοκουμέντο που αποτελεί σχόλιο για το τραπεζικό σύστημα στη χώρα μας.
Φωτ. Δημήτρης Καπάνταης
Η κωμωδία είναι σαν τη μουσική και γι’ αυτό πιστεύω ότι βασιλιάς σε αυτήν, είναι το timing. Πέρα από αυτό, θεωρώ ότι πρέπει να έχει και αισθητική, όμως πολλές φορές πέφτει σε φτήνιες και ταλαιπωρείται ως έννοια. Η κωμωδία είναι πιο δύσκολο είδος από το δράμα, δεν είναι «χαχαχα» και αστειάκια της παρέας. Η σάτιρα δεν είναι ευκολία· όταν ο Αριστοφάνης ή ο Γκόγκολ έγραφαν τα έργα τους, ήξεραν ότι όλο αυτό θα τους κόστιζε γιατί ήταν άνθρωποι που τα έβαζαν με την εξουσία και την ανώτερη τάξη. Πρέπει να αντιμετωπίζουμε σοβαρά την κωμωδία. Κριτζάρω μέχρι το μεδούλι διαβάζοντας διάφορα χιουμοριστικά ποστάκια στο Instagram ή στο Facebook. Βλέπω κάποιους σοσιαλμιντιάδες και τα αστεία που ανεβάζουν και νιώθω ότι με χωρίζει μια άβυσσος από αυτή την αισθητική. Στο θέατρο, όταν οι θεατές ανταποκρίνονται θετικά στον τρόπο που επιλέγω να παρουσιάζω την κωμωδία νιώθω ότι συνδεθήκαμε, ότι γίναμε μια παρέα, ότι είναι φίλοι μου. Είμαι, άλλωστε, ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς χιούμορ.
Δεν ξέρω τι γίνεται μετά θάνατον, αλλά ξέρω ότι αυτή η ζωή είναι πιο σύντομη απ’ όσο νομίζουμε. Ας σταματήσουμε, λοιπόν, να σκεφτόμαστε με ματαιοδοξία και με την αίσθηση ότι πρέπει να αφήσουμε το πιο σημαντικό ίχνος μας σε αυτό τον πλανήτη, ας καταλάβουμε την ασημαντότητά και ας προσπαθήσουμε να συνδεθούμε με το παρόν, έχοντας στο μυαλό αυτό που λέει και ο Ρίκι Τζερβέις: «Είναι απλώς ένα αστείο».
Η τοξικότητα της εποχής δεν με ενοχλεί προσωπικά, αλλά με προβληματίζει σε πολιτικό επίπεδο. Βλέπω, δηλαδή, ότι οι άνθρωποι αντί να θυμώνουν και να διεκδικούν ουσιαστικά -στον δρόμο, σε μια πορεία, έξω από ένα υπουργείο- έχουν αποχαυνωθεί και στρογγυλοκάθονται στον καναπέ, που έχει πια κάνει κούρμπα από το πολύ καθισιό, και είναι όλη μέρα στο πληκτρολόγιο βγάζοντας φλύκταινες και νεύρα, ούτε καν προς την κατεύθυνση που θα είχε κάποιο νόημα. Θεωρώ ότι όλο αυτό είναι πολύ θλιβερό.
Φωτ. Δημήτρης Καπάνταης
Ζούμε σε ένα ακραία νεοφιλελεύθερο σύστημα που στερείται ανθρωπιάς. Τώρα πια όλα είναι «ο θάνατός σου, η ζωή μου». Νομίζω ότι η σημερινή εποχή είναι χειρότερη από εκείνη της κρίσης, χωρίς βέβαια να παραβλέπω ότι υπήρξαν μέχρι και αυτοκτονίες από την ακραία φτωχοποίηση, γιατί τότε ένιωθες ότι υπήρχε αλληλεγγύη. Στη σημερινή εποχή, βλέπω πως οτιδήποτε έρχεται να ταχθεί πολιτικά ενάντια σε αυτή την απανθρωπίλα που υπάρχει, το απαξιώνουν ως κάτι που θυμίζει την κακή εποχή των μνημονίων, την οποία υποτίθεται ξεπεράσαμε. Θεωρώ ότι σύντομα θα γίνει ξανά κραχ. Πιστεύω ότι, από την μια πλευρά, βρίσκεται μια ελίτ που έχει καραπλουτίσει και καβατζωθεί -έτσι ώστε να μην κινδυνεύει- για μια ζωή και από την άλλη, μια όλο και μεγαλύτερη μερίδα κόσμου που συνεχώς φτωχοποιείται· κι ενώ συμβαίνει όλο αυτό δεν υπάρχει, πλέον, καμία ελπίδα στον ορίζοντα. Η Αριστερά είναι διαλυμένη και για μένα, το μόνο κόμμα που έχει μείνει όρθιο και εξακολουθεί να αρθρώνει λόγο και να υπερασπίζεται μια ιδεολογία είναι το ΚΚΕ.
Στην «Αμφιβολία» εμπεριέχεται μια πολύ ωραία τοποθέτηση η οποία λέει ότι υπερασπιζόμαστε με πομπώδη λόγια μια ακραία ή μη θέση ο καθένας, αλλά στ’ αλήθεια αρνούμαστε να παραδεχθούμε ότι στη βάση μας δεν ξέρουμε τίποτα, ότι αμφιβάλουμε για όλα. Το έργο μας καλεί να καταλάβουμε ότι αυτή η αμφιβολία είναι κοινή και ότι μας ενώνει. Ας επιτρέψουμε, λοιπόν, στους εαυτούς μας να αμφιβάλουμε και να συνδεθούμε χάρη σε αυτό. Είμαστε πέντε, δέκα, χίλοι, ένα εκατομμύριο άνθρωποι που σκουντουφλώντας προσπαθούμε να βρούμε τον δρόμο μας στη ζωή και στην αλήθεια. Αυτή η διαδικασία μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα από την αμφιβολία, μέσα από την παραδοχή ότι δεν ξέρουμε τίποτα.
Φωτ. Δημήτρης Καπάνταης
Η «Μάγισσα – Φλεγόμενη Καρδιά» είναι μια δουλειά σπάνια για την ελληνική τηλεόραση, γιατί είναι δύσκολο να τολμήσει και να επενδύσει κανείς σε μια τέτοια σειρά. Οι δημιουργοί των «Άγριων Μελισσών» -που είναι και οι δημιουργοί της «Μάγισσας»- έχουν βάλει ως στόχο κάθε φορά να παρουσιάζουν κάτι διαφορετικό, να κάνουν μια πρόταση που μετά οι άλλοι θα την ακολουθούν· γι’ αυτό τον λόγο κατάφεραν με τις «Άγριες Μέλισσες» να ηγηθούν μιας τάσης. Το κοινό που απευθύνεται η «Μάγισσα – Φλεγόμενη Καρδιά» είναι το κοινό που γουστάρει το fantasy και επιτέλους μπορεί να δει ένα fantasy ελληνικής δραματουργίας, που υπογραμμίζω ότι δεν βασίζεται σε ξένη φόρμα. Η «Φλεγόμενη Καρδιά» είναι πρίκουελ της «Μάγισσας», που έπαιξε πέρυσι, αλλά μπορεί κανείς να τη δει και ανεξάρτητα -ενώ ως σειρά είναι πιο σκοτεινή και με περισσότερα στοιχεία από τον κόσμο της μαγείας. Είναι μια δουλειά που την κάνω με τους όρους που θέλω να κάνω δουλειές, κι αυτό σπανίζει στην ελληνική τηλεόραση. Ως ηθοποιοί δεν θέλουμε τον ουρανό με τ’ άστρα, θέλουμε κάποιες βασικές προϋποθέσεις για να δουλεύουμε με σωστούς, επαγγελματικούς όρους.
Οι Polkar είναι, για μένα, μια επιστροφή στην εφηβεία. Ως έφηβος, μου άρεσε η μουσική και το σινεμά. Θυμάμαι ένα περιστατικό, όταν ήμουν πιτσιρικάς στη Θεσσαλονίκη. Ήμουν 18-19 χρονών, είχα βγει για ποτό σε ένα μπαρ και μαζί με έναν φίλο μου συζητούσαμε για κάποια σεμινάρια σκηνοθεσίας κινηματογράφου που έκανα τότε. Για να με ενθαρρύνει μου λέει κάποια στιγμή: «Άντε, άντε! Και σκηνοθέτης» και ένα ζευγάρι με κοίταξε υποτιμητικά, τύπου ότι ένας άνδρας -που έχει χαρακτηριστεί ως ωραίος- δεν μπορεί ταυτόχρονα να είναι και σκηνοθέτης. Αν το καλοσκεφτείς, είναι τόσο στερεοτυπικό και άδικο. Υπάρχουν άνθρωποι που λειτουργούν τόσο πολύ με κλισέ, που πείθονται ότι κάποιος είναι καλλιτέχνης αρκεί να περιφέρει μια μιζέρια παντού, ακόμη κι αν αυτή είναι επιτηδευμένη. Προσωπικά, θεωρώ μεγάλη απάτη το να προβάλλει κανείς ένα ταλαιπωρημένο στιλ -ενώ κατά βάθος μέσα του να είναι μια ψωνάρα του ελέους. Είμαι ο ίδιος άνθρωπος είτε σκηνοθετώ ηθοποιούς μιας παράστασης είτε ανεβαίνω στη σκηνή ως frontman των Polkar· απλώς στους Polkar είμαι πιο λαμέ.
Info: «Κανόνια και Τρομπέτες» στο θέατρο Εμπορικόν (Σαρρή 11) μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου και «Αμφιβολία» στο θέατρο Δημήτρης Χορν (Αμερικής 10) μέχρι τις 17 Δεκεμβρίου. Ο Γιώργος Παπαγεωργίου και οι Polkar για μία μοναδική συναυλία στο Κύτταρο (Ηπείρου 48), Παρασκευή 15 Νοεμβρίου