Πανεπιστήμια

Στη διάβαση της Συγγρού, υπήρχαν συνθήματα, υγρασία και μετάβαση. Θυμάμαι να την περπατάω σχεδόν τρομοκρατημένη. Πρέπει να κοιτούσα σαν ψάρι στο βυθό το κτίριο του Παντείου, όταν ένα κορίτσι με πλησίασε. «Πρωτοετής;», «Ναι», «Να έρθεις στη συνέλευση». Το βλέμμα της είχε την ευγένεια της αναταραχής, χαιρέτησε με μια διπλωμένη λινάτσα στο χέρι, ήταν μόλις 2006.

Μαριέττα Γιαννάκου και Βύρωνας Πολύδωρας σε αφίσες, στένσιλ, μέχρι και σε κίτρινα μπαλάκια, απ’ αυτά που τα ζουλάς για να σου φύγουν τα νεύρα. Αφίσες κατά του νόμου-πλαισίου, της αναθεώρησης του άρθρου 16, για τις 406 καταλήψεις σχολών. O Γιάννης Πρετεντέρης, στο δελτίο των 8, έλεγε ότι: «Πρέπει να περιμένουμε να τελειώσει το συντονιστικό των ΕΑΑΚ για να δούμε τι αποφάσισαν».

Και μας περίμεναν. Άκουγαν το χειροκρότημα που συνόδευε τη λέξη «ΚΑΤΑΛΗΨΗ» κάθε Τετάρτη ή Πέμπτη, μας περίμεναν την επόμενη ημέρα στο κέντρο της πόλης. Διαβάζαμε ότι 80-100.000 φοιτητές συμμετείχαν στις μαζικότερες γενικές συνελεύσεις στην ιστορία των συλλόγων, το βλέπαμε, νιώθαμε ανίκητες και ανίκητοι. Χτυπηθήκαμε με απίστευτη αγριότητα, κάθε μας τραύμα όμως δημιούργησε ρωγμή με το κυρίαρχο.

 «Η νοσταλγία είναι παγίδα Χρύσα», μου είχε πει ένα μεσημέρι στην Καλλιθέα ο Φοίβος Δεληβοριάς, κι όμως τις τελευταίες εβδομάδες νιώθω πως γλιστράω συχνά σε αυτήν. Κλειστές σχολές και πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια ενάντια στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια και να μη μείνει καμία μάχη στη μέση, κάθε γενιά να φτάσει στο φως με τον τρόπο που της αναλογεί. «Μεταξύ ουσίας και πτώσης, μεταξύ πόθου και σκέψης», όπως έλεγε ο Τόμας Έλιοτ, μίλησα με τον καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Σεραφείμ Ι. Σεφεριάδη και τη φοιτήτρια Νομικής, Σοφία Θεοτοκά. 

Σεραφείμ Σεφεριάδης, Πανεπιστήμια

Η κουβέντα με τον καθηγητή Σεφεριάδη ξεκινά βάζοντας στο επίκεντρο τη γενικευμένη υποβάθμιση της παιδείας, που φανερώνεται πρωτίστως μέσα από τη μεγάλη υποχρηματοδότηση, μια πολιτική που αν κάποιος τη δει μεσομακροπρόθεσμα, καταλαβαίνει ότι δεν υπάρχει ενδιαφέρον για την Ανώτατη Εκπαίδευση. 

«Στο κάδρο αυτής της εγκατάλειψης, είναι αναμενόμενο να υπάρχουν αντιστάσεις. Οι κυβερνήσεις το κατανοούν αυτό, γι’ αυτό υιοθετούν τη λογική της προληπτικής καταστολής. Αρχικά, επιδιώκει να προλάβει αντιστάσεις και στη συνέχεια εγκαθιδρύει ένα κλίμα τρόμου, παραίτησης και καταπάτησης αυτού του πυρήνα δημοκρατίας που είναι οι διαδικασίες στο Πανεπιστήμιο. Το δημόσιο Πανεπιστήμιο, με όλες τις αδυναμίες που έχει, εξακολουθεί να είναι ένας χώρος στον οποίο δεν ηγεμονεύει αυτό το οποίο ηγεμονεύει αυτή τη στιγμή στο κοινοβούλιο. Μέσα, λοιπόν, από έναν συνδυασμό καταστολής και εγκατάλειψης, γίνεται μια προσπάθεια άλωσης και ακύρωσης αυτού του χώρου».

Συμφωνούμε ότι τόσο μεγάλο φοιτητικό κίνημα είχαμε πολύ καιρό να δούμε και πως η περίοδος με την οποία έχει νόημα να το συγκρίνουμε είναι του 2006-2007. «Και τότε τα ισοζύγια σε έναν πρώτο χρόνο ήταν αρνητικά, με μια κυβέρνηση και μια αντιπολίτευση που συμφωνούσαν ως προς την αλλαγή του Άρθρου 16. Τα ισοζύγια αυτά μεταβλήθηκαν. Και τώρα βρισκόμαστε σε μια παρόμοια περίοδο, όπου η κυβέρνηση εκτίμησε πως θα μπορούσε με έναν εύκολο τρόπο να προχωρήσει σε αυτή την αλλαγή, με έναν πρόδηλα αντισυνταγματικό τρόπο».

Σχολιάζω τον αλαζονικό λόγο της κυβέρνησης, προς τους φοιτητές, με τον καθηγητή να μου επισημαίνει ότι «πατάει» στη διάψευση των προσδοκιών της προηγούμενης περιόδου. «Η σκιά της κινηματικής διάψευσης εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πολύ βαριά, κάτι που επηρεάζει τις εξελίξεις. Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη πολιτική μεταβατική περίοδο. Σε αυτή τη βάση, η κυβέρνηση προβαίνει σε όλες αυτές τις προκλητικά υπεροπτικές κινήσεις. Οι κοινωνίες, όμως, ποτέ δεν σταματούν.  Η διάψευση των ελπίδων της τελευταίας περιόδου είναι σημαντική, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν διεργασίες. Ένα μικρό τεκμήριο αυτής της πραγματικότητας, είναι το κίνημα που βλέπουμε σήμερα ενάντια στα σχέδια της κυβέρνησης για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια». 

Πορείες για τα Πανεπιστήμια

Το κατασταλτικό πρόσωπο της κυβέρνησης, αν και είναι ολοφάνερο στα σώματα των φοιτητών που τη δέχονται, διαπιστώνουμε ότι προσπαθεί να αποσιωπηθεί στον επίσημο λόγο. «Δημιουργούν μια πλασματική εικόνα ότι συνομιλούν με την κοινωνία, ενώ το κατασταλτικό εγχείρημα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, κάτι που φανερώνει συστημική αδυναμία. Αυτός που ξέρει ότι δεν έχει να προσφέρει τίποτα, γνωρίζει ότι αργά ή γρήγορα θα έρθουν κοινωνικές αντιστάσεις και γι’ αυτό προετοιμάζεται. Την καταστολή πρέπει να τη διαβάζουμε σαν μια ένδειξη βαθύτερης αδυναμίας, χωρίς να υποτιμήσουμε ότι το εγχείρημα κάθε κυριαρχίας, είναι να ανεβάσει το κόστος συμμετοχής στις συλλογικές δράσεις». 

Ο προσβλητικός λόγος προς το φοιτητικό κίνημα, ανθίζει και στα μέσα ενημέρωσης, τα «μέσα εξαπάτησης» όπως τα χαρακτηρίζει ο καθηγητής. «Το αφήγημα είναι ότι φοιτητές και διδάσκοντες – γιατί στο κίνημα αυτό συμμετέχουν και οι διδάσκοντες – είναι “ληστές” για την κυβέρνηση. Το παράδοξο σε αυτό το αφήγημα, είναι ότι οι φοιτητές σήμερα υπερασπίζονται το Σύνταγμα. Αλλά κι αυτό να μη συνέβαινε, είναι υποχρέωση της κοινωνίας να αντισταθεί σε αυτή την αέναη συρρίκνωση του δημόσιου χώρου. Αν δεν αντισταθεί η κοινωνία στην ιδιωτικοποίηση της Παιδείας, της Υγείας, της Ασφάλισης, ποιος θα αντισταθεί;».

Διαπιστώνουμε ότι, δυστυχώς, έχει κυριαρχήσει η λογική της μη εναλλακτικής, με την κοινωνία διαρκώς να αμύνεται. «Σήμερα, απαιτείται η “κινηματική προσδοκία”. Σε αυτόν τον τομέα υπάρχει κενό και δεν πρέπει να επιτρέψουμε να δημιουργηθεί μια εικόνα απαισιοδοξίας. Οι φοιτητές μας δείχνουν ότι γίνονται πολλά πράγματα. Το φοιτητικό κίνημα εκδηλώθηκε με κάποια καθυστέρηση εκεί που κανείς δεν το περίμενε. Μέσα σε αυτή την αντιφατικότητα πρέπει να πλοηγήσουμε και να επαναλαμβάνουμε ότι το πρόβλημα μας είναι πολιτικό. Δεν λοβοτομήθηκε η κοινωνία, ούτε πήγε στο σπίτι της. Υπάρχει πολιτικό πρόβλημα που συνίσταται στον προσδιορισμό ενός εναλλακτικού δρόμου, σε μια διαδικασία που θα δείξει πώς οι άμεσες διεκδικήσεις μπορούν να μας φέρουν σε μια άλλη πραγματικότητα που είναι εφικτή. Αυτό έχει τραυματιστεί».  

Στο τέλος της κουβέντας μας, του ζητώ να μου σχολιάσει την απόφαση της κυβέρνησης για εξετάσεις, εξ αποστάσεως. «Ήταν ένα ακόμη κομμάτι υπεροψίας, με οσμή απολυταρχίας. Παρέβλεψαν το γεγονός ότι οι ακαδημαϊκοί είναι δημόσιοι λειτουργοί, όπως ορίζει το Σύνταγμα. Δεν μπορεί να έρχεται ο ηγεμόνας και να σου λέει πώς θα κάνεις μάθημα, καταλύοντας τη σχέση του διδάσκοντος με το κοινό του. Καταργείται το αυτοδιοίκητο, η υπόσταση του δημόσιου λειτουργού, γι’ αυτό και κατέπεσε, βέβαια, δεν τρομοκράτησε κανέναν. Ακόμα και συντηρητικοί πανεπιστημιακοί, αισθάνθηκαν βαθιά προσβολή. Έχει ενδιαφέρον πώς η κυβέρνηση προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τους καθηγητές σαν απεργοσπαστικό μηχανισμό. Αυτός ήταν ο κύριος λόγος αυτής της απαράδεκτης εντολής». 

Πορείες για τα Πανεπιστήμια

Η Σοφία Θεοτοκά βρίσκεται στο 5ο έτος της Νομικής και απέναντι σε ό,τι ετοιμάζεται να ισοπεδώσει το δημόσιο Πανεπιστήμιο. Τη μέρα που μιλήσαμε, οι καταλήψεις διένυαν την 7η εβδομάδα τους με πάνω από 150 σχολές να έχουν κατεβάσει ρολά, ανεβάζοντας πανό. 

«Η κυβέρνηση ανέκαθεν μας αντιμετώπιζε σαν εγκληματικά στοιχεία που εγκαθιδρύουν την ανομία στα Πανεπιστήμια. Η πραγματική στόχευση πίσω από αυτήν τη ρητορική, είναι να μην υπάρχουν πολιτικές διαδικασίες μέσα στους Συλλόγους, να μην υπάρχει αντίδραση. Αυτό συμβαίνει πολύ πιο έντονα τώρα που βρισκόμαστε στην 7η εβδομάδα καταλήψεων, για να αποπροσανατολίζεται η κουβέντα», μου λέει η Σοφία.

Σοφία Θεοτοκά, Πανεπιστήμια

Σε όσα μου περιγράφει, δεν μπορώ παρά να διαπιστώσω μια πιστή απεικόνιση των γεγονότων σε σχέση με τα όσα συνέβαιναν ότι βρισκόμουν πρωτοετής ακόμη στο Πάντειο. «Από τη 2η εβδομάδα που ξεκίνησαν μαζικά οι καταλήψεις, ξεκίνησαν να μιλάνε για καταλήψεις που υπονομεύουν το δημόσιο Πανεπιστήμιο και αποφασίζονται από μειοψηφίες. Στον δημόσιο διάλογο δεν επικρατούν τα κρατικά ή μη κρατικά Πανεπιστήμια, αλλά το τι θα γίνει με τις εξεταστικές, τα μαθήματα του εαρινού εξαμήνου και γιατί δεν μπαίνει η αστυνομία στα Πανεπιστήμια».

«Από το 2019, που “βγήκε” η Νέα Δημοκρατία, ο πρώτος της νόμος αφορούσε την κατάργηση του ασύλου, δείχνοντας της ατζέντα της για το πώς θέλει να αποπολιτικοποιηθούν τα Πανεπιστήμια. Έκτοτε, έχει περάσει νόμος για διαγραφές και για πανεπιστημιακή αστυνομία. Όλα αυτά, συνδέονται μεταξύ τους κι έχουν σαν παρονομαστή την καταστολή των φοιτητικών συλλόγων», μου λέει η Σοφία προσθέτοντας συγχρόνως ότι την περίοδο των σκληρών απαγορεύσεων, οι φοιτητές ήταν οι πρώτοι που κατάφεραν εν μέσω πανδημίας να ανοίξουν το δικαίωμα στη διαδήλωση και να δούμε εν μέσω Covid-19 διαδηλώσεις με 10.000 άτομα, ενάντια στην πανεπιστημιακή αστυνομία.

«Δεν εμποδίσαμε την πανεπιστημιακή αστυνομία πετώντας μπουκάλια. Ήμασταν εκεί όλη μέρα κι όλη νύχτα με τα σώματα μας, ξαγρυπνούσαμε στις πύλες. Είχαμε πει ότι εάν χρειαστεί να μπει η αστυνομία θα πρέπει να περάσει από πάνω μας. Στην ελληνική κοινωνία και ειδικά στο φοιτητικό σώμα, είναι εγκαθιδρυμένη η εικόνα ότι τα Πανεπιστήμια είναι ελεύθεροι χώροι και δεν μπορεί να υπάρξει αστυνομία». 

Πανεπιστήμια

Της ζητάω να μου σχολιάσει το επιχείρημα που θέλει τα δημόσια Πανεπιστήμια να αναβαθμίζονται μέσω της ίδρυσης των ιδιωτικών. «Πίσω από το ρήμα “αναβαθμιστούν”, βρίσκεται το ρήμα “ανταγωνιστούν” και ο ανταγωνισμός σε μια ελεύθερη αγορά και οικονομία, δεν μπορεί παρά να σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη υποβάθμιση. Για να λειτουργήσει ένα ιδιωτικό Πανεπιστήμιο, πέραν του ότι θα θέλει δίδακτρα προκειμένου κάποιος να εισαχθεί και να σπουδάσει, θα πρέπει να αντλήσει και χρηματοδότηση από το κράτος, γιατί αποδεδειγμένα σε όλα τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια του εξωτερικού δεν μπορεί να διεξαχθεί  ερευνητικό, εργαστηριακό και διδακτικό έργο, χωρίς να αντλείται χρηματοδότηση από το κράτος».

«Άρα, σε ένα ποσοστό που αφορά το 0,9% του ΑΕΠ για την Παιδεία – που πάει στα δημόσια Πανεπιστήμια – θα έρχονται τα ιδιωτικά και θα παίρνουν από αυτό το ήδη πάρα πολύ μειωμένο ποσοστό, για να μπορούν να λειτουργήσουν. Αυτό σημαίνει νέα υποβάθμιση των δημοσίων Πανεπιστημίων και μια κατάσταση που για να λειτουργήσουν θα πρέπει να αντλήσουν πόρους με έναν άλλον τρόπο. Αυτός ο τρόπος είναι δίδακτρα στους φοιτητές που βρίσκονται στα δημόσια Πανεπιστήμια και μεγαλύτερη εμπλοκή του ιδιωτικού παράγοντα σε αυτά». 

Πορεία για τα Πανεπιστήμια

Τι θα γίνεται με τα πτυχία; 

«Όταν έχουμε μια ιδιωτική δομή που παρέχει ένα εξειδικευμένο πτυχίο, δημιουργείται μια κατάσταση όπου τα πτυχία των δημοσίων Πανεπιστημίων από “γενικά” θα πρέπει να εξειδικευτούν για να μπορούν να ανταγωνιστούν αυτά που παρέχει το ιδιωτικό. Εξειδίκευση, σημαίνει εύκολα εκμεταλλεύσιμο εργατικό δυναμικό, μιας και θα γίνεται βάσει της ανάγκης που θα επικρατεί στην αγορά εργασίας εκείνη τη στιγμή. Μετά από δέκα χρόνια – που η αγορά δεν θα χρειάζεται αυτό που θα έχει το πτυχίο σου – εσύ θα πρέπει να επανειδικευτείς με δικό σου κόστος, προκειμένου να μπορείς να εργαστείς πάνω στον κλάδο σου». 

Η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, για ακόμη μια φορά, στέκεται απέναντι στις ιστορικές κινητοποιήσεις του φοιτητικού κινήματος. «Η ΔΑΠ, μπήκε στις συνελεύσεις τη 2η εβδομάδα. Αυτό που δεν υπολόγισε είναι ότι – επειδή γενικά κηρύττει τις γενικές συνελεύσεις παράνομες – όταν εμφανίστηκε, είχε διαμορφωθεί ήδη μια μεγάλη αντίδραση και μαζική συμμετοχή του κόσμου στη συζήτηση που έχει ανοίξει. Έχασε τις γενικές συνελεύσεις στη συντριπτική πλειονότητα όλων των Συλλόγων και μετά δεν μπορούσε να συνεχίσει να βρίσκεται σε αυτές, επειδή τα πλαίσια τα οποία κατέθετε δεν μίλαγαν για εναντίωση ή συμφωνία για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια και προσανατόλιζε το πλαίσιό της στην ανοιχτή σχολή.

«Όταν είδε ότι οι συνελεύσεις εξακολουθούν και “βγάζουν” καταλήψεις, έστειλε επιστολή στο Υπουργείο Παιδείας που ζήταγε τη διεξαγωγή ηλεκτρονικών εξετάσεων. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και στον κόσμο που ήθελε ανοιχτή σχολή, η στάση που είχε η ΔΑΠ μέσα στις συνελεύσεις έχει δημιουργήσει πολύ αρνητική εικόνα, μιας και την κρίσιμη δεν βρισκόταν εκεί. Εμείς, από τη δική μας πλευρά θεωρούμε ότι δεν βρισκόταν εκεί, επειδή στις συνελεύσεις που συμμετείχαν μέχρι και 1000 άτομα – όπως στο Πολυτεχνείο Κρήτης – πήρε την αναγκαία απάντηση. Δεν είχε κανένα έρεισμα αυτό που έλεγε στους φοιτητές, γιατί ήξερε ότι αν εκφραζόταν υπέρ των ιδιωτικών Πανεπιστημίων το σώμα της φοιτητικής συνέλευσης, θα καταδικαζόταν».

Πανεπιστήμια

Η Σοφία τονίζει ότι μετά και το αίτημα για τηλεξέταση, επιδίωξη της κυβέρνησης είναι να ψηφιοποιήσει με έναν τρόπο τα πράγματα που υπάρχουν στο Πανεπιστήμιο. Την ίδια ώρα, η συζήτηση έχει ανοίξει και για ψηφοφορίες από απόσταση. «Η ουσία των γενικών συνελεύσεων είναι ότι η μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου έρχεται στο αμφιθέατρο, διότι τον ενδιαφέρει το ζήτημα που έχει τεθεί, χωρίς να έχει ακόμη διαμορφωμένη άποψη. Όταν μιλάμε για μια διαδικασία που διέπεται από δημοκρατικές διαδικασίες, δεν μπορούμε να λέμε ότι αυτή θα γίνεται με ένα κλικ στον υπολογιστή. Ένα όργανο, δεν μπορεί να αποφασίζει χωρίς να έχει συνεδριάσει, μια ηλεκτρονική ψηφοφορία δεν το επιτρέπει αυτό σε καμία περίπτωση».

«Η κυβέρνηση με τόσες διεθνής καταδίκες δεν μπορεί να μιλά για παράνομες καταλήψεις, πόσο μάλλον όταν αυτές επαφίονται από θεσμικά όργανα και πλειοψηφικά».

Ρωτάω τη Σοφία αν έχει καταλάβει το μέγεθος όλου αυτού που έχουν καταφέρει. «Εδώ και επτά εβδομάδες κοιμόμαστε στις καταλήψεις, κάνουμε συνελεύσεις, κατεβαίνουμε στον δρόμο. Μας είναι πολύ δύσκολο να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει, δεν μπορούμε να το αντιληφθούμε όπως άνθρωποι που βρίσκονται έξω από αυτό. Όσο είμαστε υποκινητές αυτού του αγώνα, αυτό που βιώνουμε είναι μέρα με τη μέρα. Στο τέλος, θα δούμε τι δημιουργήσαμε κι αν θα μιλάμε για το κίνημα του 2024, όπως μιλάμε για το κίνημα του 2006-2007.

Το σημαντικό είναι να γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει ήττα σε όλο αυτό που έχει συμβεί. Το γεγονός ότι έχουμε καταφέρει και έχουμε βγει δυναμικά στον δημόσιο διάλογο, είναι κάτι που συνιστά νίκη. Ακόμη κι αν ψηφιστεί το νομοσχέδιο, έχουμε κάνει καθαρό ότι σε οποιαδήποτε κίνηση που έρχεται από πλευράς κυβέρνησης, η οποία υποβαθμίζει τις σπουδές και τις ζωές μας, θα απαντάμε με τον τρόπο που το κάνουμε και τώρα. Αυτό το νομοσχέδιο, αν γίνει νόμος, θα ανατραπεί καθολικά».

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
1
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα