tzimou

Στην Άσπρη Αίθουσα του Θεάτρου ΔΙΠΥΛΟΝ, που ανοίγει ξανά τις πόρτες της μετά από εννέα χρόνια, η Θεοδώρα Τζήμου, στον ρόλο της καθηγήτριας Σόνια, συνεργάζεται με νέους ηθοποιούς πάνω σε ένα έργο που παίζει με τις αντιφάσεις μας. Μέσα από συγκρουσιακές καταστάσεις και καθώς η καθηγήτρια βρίσκει ένα όπλο στην τσάντα ενός από τους μαθητές και το παίρνει στα χέρια της, αναδεικνύεται όλο το αδιέξοδο της ευρωπαϊκής κοινωνίας που περηφανεύεται ότι γέννησε τον Διαφωτισμό αλλά δεν μπορεί να σεβαστεί την ελευθερία και να διαχειριστεί τα αδιέξοδα της δημοκρατίας.

Η παράσταση «Η μέρα της φούστας», σε σκηνοθεσία Ζωής Χατζηαντωνίου, είναι αφιερωμένη στην Αχού Νταριέι.

Η Θεοδώρα Τζήμου μοιράζεται μαζί μας τις σκέψεις της για τον χαρακτήρα που υποδύεται αλλά και για τις συγκρούσεις που βιώνουμε σήμερα, αναζητώντας έναν νέο δρόμο προς την ελευθερία.

Φωτογραφία: Δημήτρης Περιστέρης

«Η αφετηρία του χαρακτήρα της Σόνιας είναι ο φόβος της, πρόκειται για μια καθηγήτρια που δεν ξέρει πώς να διαχειριστεί τους μαθητές της. Σχεδόν μηχανικά παραδίδει πια το μάθημα γιατί γνωρίζει ότι έτσι κι αλλιώς δεν θα την ακούσει κανείς. Έχει μπει στην τάξη ηττημένη, κατά κάποιον τρόπο.

Η γυναίκα αυτή έχει εμμονή με όσα διδάσκει, δηλαδή με τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό, με τον Σίλερ, εμμονή που την κάνει να λέει ακόμη και ακραία πράγματα τα οποία, όμως, πιστεύει. Όταν παίρνει το όπλο από τον μαθητή της πιστεύει ότι αυτό μπορεί να γίνει το μέσο για να την ακούσουν επιτέλους.  Είναι όμως δυνατόν να κρατάει κάποιος όπλο και να μιλάει για το πώς θα μπορέσει ο άνθρωπος να διαχειρίζεται υπεύθυνα την ελευθερία του; Παλεύω κι εγώ κάθε μέρα με αυτόν τον χαρακτήρα. Είναι τρομερά αντιφατικό να θες να διδάξεις σε παιδιά Σίλερ και να κρατάς στα χέρια σου ένα όπλο».

Φωτογραφία: Δημήτρης Περιστέρης

«Ό,τι έχει συμβεί ιστορικά στην Ευρώπη, έχει συμβεί με έναν ακραία βίαιο τρόπο. Ακόμη και στο έργο του Σίλερ, οι γυναίκες υφίστανται ακραία κακοποίηση. Μοιάζουν όλα αδιέξοδα. Στον τοίχο στον οποίο φτάνουμε εδώ συζητώντας, φτάνει και ο χαρακτήρας. Κάνει και εκείνη μια διαδρομή για να καταλήξει ότι δεν γίνεται να συνεχίσει έτσι. Νιώθω ότι μέσα από την παράσταση παρακολουθούμε όλη την πορεία του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Βλέπω πια ότι η βία είναι ένα κομμάτι της ιστορίας μας και πρέπει να συμφιλιωθούμε με αυτή την παραδοχή. Μελετώντας από τις αρχαίες τραγωδίες μέχρι ιστορικά κείμενα, διαπιστώνω ότι η αλλαγή έρχεται μετά από κάποια θυσία. Δεν συμφωνώ με τη βία, την παρατηρώ όμως και ξέρω ότι υπάρχει παντού. Η βία είναι κομμάτι της ανθρώπινης φύσης, όμως το θέμα είναι πώς τη διαχειριζόμαστε. Δεν ξέρω κι εγώ, δεν έχω λύση γιατί είναι ένα τρομερά σύνθετο ζήτημα.

Αν μια γυναίκα νιώθει ελεύθερη φορώντας μια μαντίλα, αν αυτό είναι όντως επιλογή της, δεν μπορώ εγώ να της επιβάλλω κάτι διαφορετικό. Ξέρω ότι υπάρχουν και τρομερές κοινωνικές πιέσεις ως προς αυτό το θέμα, αλλά τουλάχιστον στις περιπτώσεις που είναι όντως επιλογή της γυναίκας, πρέπει να τη σεβαστώ ακόμη κι αν εγώ δεν θα τη φορούσα ποτέ. Άλλωστε γυναίκες που επιλέγουν να φορούν μαντίλα περισσότερο ως πολιτιστικό, και λιγότερο ως θρησκευτικό σύμβολο, ίσως να αισθάνονται ότι έτσι εδραιώνουν περισσότερο τη θέση τους μέσα σε ένα κοινωνικό σύνολο. Δεν ξεχνώ όμως ότι γυναίκες έχουν τραβήξει τα πάνδεινα λόγω της κοινωνικής επιβολής να καλύπτουν το σώμα τους ή ακόμη και το πρόσωπό τους. Έχει μια τρομερή βία αυτή η επιβολή».

Φωτογραφία: Δημήτρης Περιστέρης

«Παλεύω κι εγώ με τις αντιφάσεις μου αφήνοντάς τις ελεύθερες να βγουν στην επιφάνεια. Δεν ξέρω όμως αν είμαι σε θέση να συζητήσω ή να συζητήσουμε, ως κοινωνία, για τις αντιφάσεις μας. Νομίζω ότι είμαστε στο στάδιο που ονοματίζουμε τα πράγματα και βρισκόμαστε εν μέσω αυτού του κυκεώνα. Υπάρχει η ανάγκη να ονοματίζουμε τα πράγματα, αλλά από την άλλη κάθε οριοθέτηση γεννά κι έναν περιορισμό. Νομίζω ότι φτάνει η ώρα που πρέπει να ξαναγεννήσουμε λέξεις για πράγματα που μας συμβαίνουν. Είμαστε όμως ακόμη σε μεταβατικό στάδιο, βρισκόμαστε περικυκλωμένοι από τις λέξεις του παρελθόντος και του παρόντος, αλλά προσωπικά θέλω να ελπίζω ότι κάποια στιγμή θα γεννήσουμε τις λέξεις του μέλλοντος».

«Το βλέπω ως μεγάλο δώρο ότι δουλεύω με τόσο νέα παιδιά, σε αυτή την παράσταση.  Δεν θέλω να νιώθω ότι έχω κάποια απόσταση απ’ αυτά. Τουλάχιστον, σύμφωνα με τον τρόπο που δουλεύω, ο στόχος είναι να τους συμπεριλαμβάνω μέσα μου. Από τα παιδιά έμαθα να είμαι πιο θαρραλέα. Νομίζω ότι οι νέοι ηθοποιοί τώρα διεκδικούν κάτι πιο προσωπικό ενώ εγώ ανήκω σε μια γενιά που δεν είχε πολλή σχέση με αυτό. Το λέω από την άποψη τώρα ότι ακούνε περισσότερο αυτό που έχουν ανάγκη και το εκφράζουν, με οποιονδήποτε τρόπο· δεν κρίνω τον τρόπο. Η δική μου γενιά μεγάλωσε πολύ με το «μην μιλάς» και με φοβερά στερεότυπα, και μέσα στον χώρο του θεάτρου».

Φωτογραφία: Δημήτρης Περιστέρης

«Η επικαιρότητα έχει γίνει τρόπος ζωής και καταλαμβάνει μεγάλο χώρο της καθημερινότητάς μας, είτε μας αφορά, είτε όχι. Είναι πλέον τόσος ο όγκος των ειδήσεων που εγώ προσωπικά δεν μπορώ να αξιολογήσω ποιες είναι οι σημαντικότερες. Δεν μπορούμε πια να εστιάσουμε σε τίποτα, είναι τρέλα. Στο τέλος της ημέρας ξέρεις ότι πάντα κάτι γίνεται, αλλά δεν ξέρεις τι είναι αυτό. Όλα πια τα περιμένουμε, δεν μας αιφνιδιάζει κανένα νέο. Νιώθω ότι δεν ξέρω τίποτα, ότι πιο νέα γνώριζα περισσότερο τι με αφορούσε.

Αν και έχω πολλούς φίλους, είμαι μοναχική. Όσο περνάει ο καιρός κάπως κλείνομαι όλο και περισσότερο. Εγώ πολύ μεγάλη ανάγκη να διαφυλάξω κάτι προσωπικό, κάτι για εμένα. Με τον τρόπο που ζούμε είναι δύσκολο να κρατήσουμε τον εαυτό μας. Ίσως έτσι πρέπει να γίνει μέχρι να έρθει κάτι άλλο. Δεν είμαι και άνθρωπος που μιλάει πολύ, εκφράζομαι περισσότερο φαντασιακά».

Info: «Η μέρα της φούστας» του Ζ.Π.Λίλιενφελντ. Σκηνοθεσία: Ζωή Χατζηαντωνίου. Θέατρο Δίπυλον – Λευκή Αίθουσα (Σαμουήλ Καλογήρου 2)

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα