Είναι πλέον μια γενική αλήθεια πως τα μεγαλύτερα προβλήματα και τα κακώς κείμενα της κοινωνίας, σε έναν εξαιρετικά υψηλό βαθμό, πηγάζουν από την παιδική ηλικία των ανθρώπων που την απαρτίζουν. 

Μάστιγες όπως αυτή των ναρκωτικών, του αλκοολισμού, τα προβλήματα ενδοοικογενειακής βίας, του χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, των αστέγων, φαίνεται να εξαρτώνται από τις εμπειρίες και τις προσλαμβάνουσες που έχουν οι άνθρωποι από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής τους. 

Τα 2-3 πρώτα, μάλιστα, είναι αυτά κατά τα οποία αναπτύσσεται, με ταχύτατους ρυθμούς, το παιδί και λειτουργούν εξαιρετικά καθοριστικά για την εξέλιξή του ως ενήλικα. Κατά το διάστημα αυτό, αναπτύσσεται ο εγκέφαλος και η κοινωνικότητά του και καταγράφονται  δεδομένα μέσω της συναναστροφής, του τρόπου επικοινωνίας και του δεσίματος με τους γονείς ή τους φροντιστές, τα οποία σε ένα μεγάλο βαθμό καθορίζουν τον τρόπο ανάπτυξης των μετέπειτα σχέσεων.

Τα κρίσιμα αυτά πρώτα χρόνια, θεωρούνται στάδιο ταχείας ανάπτυξης.

Σε ηλικίες (0-5 ετών) τυχόν τραύματα από οποιασδήποτε φύσης κακοποιητική συμπεριφορά, προκαλούν σημάδια που χαράσσονται βαθιά και μένουν ανεξίτηλα.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εργασίας του Αυστριακού ηθολόγου και βραβευμένου με βραβείο Νόμπελ Ιατρικής και Φυσιολογίας το 1973, Konrad Lorenz. Ο ίδιος παρατήρησε ότι τα παπάκια, αμέσως μετά τη γέννησή τους, ακολουθούσαν οτιδήποτε, ζωντανό ή μη, θεωρώντας πως είναι η μητέρα τους. Η εργασία του Lorenz έδειξε ότι κατά τη διάρκεια κρίσιμων περιόδων, όπως αυτό της βρεφικής ηλικίας, τα ερεθίσματα είναι απαραίτητο να είναι συγκεκριμένα και σωστά για την ομαλή ανάπτυξη. 

Κάθε παιδί έχει δικαίωμα να μεγαλώσει σε ένα υποστηρικτικό και ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον και κάθε κοινωνία χρειάζεται αυτή τη συνθήκη, καθώς είναι ο μόνος δρόμος για την ομαλή λειτουργία της. Έτσι, αντιλαμβανομαστε την αναγκαιότητα της κατάλληλοτητας του εκάστοτε φροντιστή και την κρισιμότητα του ρόλου του.

Σωστός φροντιστής θεωρείται ο άνθρωπος που θα παρέχει στο παιδί ασφάλεια, χρόνο, σταθερότητα, στοργή, τάξη, όρια, βοήθεια και ποιότητα ζωής. 

Τα στατιστικά που επιβεβαιώνουν την τρομακτική κατάσταση με τις κακοποιήσεις παιδιών.

Ωστόσο, με βάση τα στατιστικά Κακοποίησης του Οργανισμού «Το Χαμόγελο του Παιδιού», μόνο το πρώτο δεκάμηνο του 2022 η Γραμμή SOS 1056 διαχειρίστηκε 178.485 κλήσεις και καταγράφηκε αύξηση 8.38% στις ανώνυμες και επώνυμες αναφορές και αύξηση 38,57% στον αριθμό παιδιών.

Η Ευρωπαϊκή Γραμμή Υποστήριξης Παιδιών και Εφήβων 116111 διαχειρίστηκε 3. 084 κλήσεις και 514 μηνύματα μέσω CHAT 1056 ενώ έλαβε 1.112 επώνυμες και ανώνυμες αναφορές κακοποίησης και παραμέλησης για 1.854 παιδιά. Από αυτά τα 1.854 παιδιά – μόνο τα 37 – αφορούσαν περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης.

Τρομακτικά είναι και τα δεδομένα από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Σύμφωνα με αυτά, 1 στα 5 κορίτσια και 1 στα 13 αγόρια πέφτει θύμα σεξουαλικής ή άλλης μορφής κακοποίησης ή εκμετάλλευσης από 0 έως 17 ετών. 

Σύμφωνα πάλι με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, σχεδόν 3 στα 4 παιδιά από 2 έως 4 ετών (300 εκατομμύρια παιδιά), αντιμετωπίζουν σωματική και ψυχολογική βία, από τιμωρίες στα χέρια των γονιών και των φροντιστών τους.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα και λόγω των εγγενών προβλημάτων της κοινωνίας μας, πολλοί γονείς καθίστανται ακατάλληλοι και πολλά παιδιά καταλήγουν σε δομές και ιδρύματα ως εναλλακτική για ένα καλύτερο επίπεδο ζωής. 

Σύμφωνα μάλιστα με τα στοιχεία της UNICEF, υπολογίζεται πως 2,7 εκατομμύρια παιδιά ανά τον κόσμο, ζουν σε ιδρύματα. Ο πραγματικός αριθμός δε, εκτιμάται ότι είναι και ακόμη μεγαλύτερος. Συχνά, δυστυχώς, μαθαίνουμε για κακώς κείμενα στον χώρο με πολλά από αυτά τα ιδρύματα να θεωρούνται εξαιρετικά ακατάλληλα.

Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, τα παιδιά που καταλήγουν σε ιδρύματα, υπόκεινται σε αναγκαστική συμβίωση με μεγάλο αριθμό αγνώστων, στα ίδια, προσώπων και η ρουτίνα τους δεν είναι προσαρμοσμένη σε ατομικές ανάγκες αλλά οργανωμένη απρόσωπα και διεκπεραιωτικά. Επίσης στερούνται πρωτοβουλίας και επιλογών.

Το πρόβλημα δυστυχώς όμως δε σταματάει εκεί

Τα στοιχεία που προκύπτουν καθιστούν τα ιδρύματα, στις περισσότερες περιπτώσεις μια περαιτέρω βλαπτική μορφή προστασίας. 

Η πλειοψηφία των παιδιών σε ορφανοτροφεία, δεν είναι ορφανά, αλλά παιδιά που απομακρύνθηκαν από το οικογενειακό τους περιβάλλον όταν αυτό κρίθηκε ακατάλληλο. Έτσι, σύμφωνα πάντα με την UNICEF το 85% των παιδιών, πέρα από την πιθανότητα να κακοποιηθεί από το προσωπικό ή οποιονδήποτε άλλο παράγοντα του εκάστοτε ιδρύματος, θα κακοποιηθεί εκ νέου και από τα άλλα παιδιά, τα οποία είναι κι αυτά με τη σειρά τους τραυματισμένα από ανάλογες καταστάσεις και δεν έχουν συναισθηματικούς δεσμούς με τα υπόλοιπα, άγνωστα σε αυτά, παιδιά. 

Σύμφωνα πάλι με τη UNICEF, 1 στα 4 παιδιά υφίσταται σεξουαλική βία κατά τη διάρκεια της διαβίωσής του σε συνθήκες κοινωνικής φροντίδας. 

Διαβάζοντας όλα τα παραπάνω είναι κάτι περισσότερο από αγχωτικό και ίσως φαντάζει ως αδιέξοδο για το αν υπάρχει τελικά τρόπος να σταματήσει ο φαύλος αυτός κύκλος και η μεταφορά παιδιών από το ένα τοξικό περιβάλλον το επόμενο. 

Πώς συνδέεται η παιδική κακοποίηση με τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα;

Το μόνο σίγουρο είναιι πως δε μπορεί να ρυθμιστεί η γέννηση παιδιών σε ακατάλληλα περιβάλλοντα καθώς, δυστυχώς, τις περισσότερες φορές οι άνθρωποι που φέρνουν αυτά τα παιδιά στον κόσμο τυχαίνει να είναι απλώς γόνιμοι και όχι γονείς. 

Υπάρχει, όμως, μια πόρτα που είναι επιμελώς κλειστή και μια ομάδα ανθρώπων στους οποίους απαγορεύεται να αγαπήσουν, να μεγαλώσουν και να αποκτήσουν ένα παιδί καθώς δεν έχουν τη βιολογική αυτή ικανότητα. 

Όλη η παραφιλολογία, ο σκοταδισμός και ο φόβος γύρω από τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, έχει οδηγήσει τα ομόφυλα ζευγάρια στην απομόνωση σχεδόν σε όλους τους τομείς της ζωής τους. 

Όσο σημαντική και να είναι η προσπάθεια των τελευταίων ετών, όμως, και όσο μεγάλο το άλμα από το σκότος των προηγούμενων ετών, το θέμα της υιοθεσίας παιδιών από αυτούς παραμένει ξεχασμένο, αφορισμένο και αρκετό να εγείρει ενστάσεις και ηθικολογίες.

Πώς κρίνεται η καταλληλότητα ενός οικογενειακού περιβάλλοντος;

Εδώ αξίζει να αναφέρουμε τους σημαντικότερους παράγοντες που καθιστούν ένα περιβάλλον κατάλληλο για την ανατροφή ενός παιδιού. Πρώτον, η ποιότητα των σχέσεων γονέα-παιδιού, δεύτερον, η ποιότητα των σχέσεων μεταξύ των ενηλίκων στο περιβάλλον του παιδιού και τρίτον, η δυνατότητα παροχής ενός αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου στο παιδί. Όλοι οι παραπάνω παράγοντες είναι αξιοσημείωτο πως είναι ανεξάρτητοι από τον σεξουαλικό προσανατολισμό των γονέων – φροντιστών. 

Όλα τα παιδιά έχουν το δικαίωμα να έχουν ένα σπίτι και μια οικογένεια που τους χαρίζει ασφάλεια και αγάπη και όλοι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα τα αποκτήσουν τη δική τους οικογένεια. 

Ωστόσο, κι ενώ ένα μεγάλο μέρος του δυτικού κόσμου έχει αναγνωρίσει τη νόμιμη υιοθεσία από ζευγάρια του ιδίου φύλου (η κοινή υιοθεσία από τα ζευγάρια του ίδιου φύλου είναι νόμιμη σε 26 χώρες και σε ορισμένες ομοσπονδιακές περιφέρειες – επιπλέον, άλλες 5 χώρες έχουν νομιμοποιήσει κάποια μορφή υιοθέτησης παιδιού), η ελληνική κοινωνία, παρά τον μιμητισμό που τη διακατέχει σε σχέση με τον δυτικό τρόπο ζωής γενικότερα, αρνείται να ρυθμίσει νομικά το συγκεκριμένο θέμα καθιστώντας αμφισβητήσιμο τον ουσιαστικό ρόλο της στη συμμετοχή στο μοντέλο ενός φιλελεύθερου δυτικού κόσμου. 

Στη χώρα μας, παρόλα αυτά, υπάρχει ένας πολύ μεγάλος αριθμός οικογενειών τέτοιας μορφής παρά την μηδενική ύπαρξη ενός νομικού πλαισίου. Το αποτέλεσμα είναι να καθίστανται εκατοντάδες παιδιά εκτεθειμένα σε θέματα περίθαλψης και ασφάλειας, καθώς είναι δηλωμένα ως «αγνώστου πατρός» ή «ανύπαρκτης μητρός», κι ας έχουν επί της ουσίας δύο γονείς και γιατί δεν τους παράσχονται ιθαγένειες και υπηκοότητες. 

Όλα αυτά είναι το αποτέλεσμα της έλλειψης ενημέρωσης, της άρνησης αποδοχής και της άγνοιας γύρω από τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου και είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ να αναθεωρήσουμε. 

Από που κι ως που κρίνονται a priori μερικοί άνθρωποι ως “κακοί γονείς” βάσει της σεξουαλικής τους ταυτότητας;

Σήμερα, υπάρχουν στη διάθεσή μας πολλά στοιχεία μελετών για την εξαγωγή σωστότερων συμπερασμάτων από τον καθένα μας αλλά και από φορείς, που είναι παραπάνω από αρκετά για την αναθεώρηση του ζητήματος αυτού.

Παρόλα αυτά, η επίμονη πρόσκληση σε θεοκρατικά και ξεπερασμένα καθεστώτα, βλάπτουν σοβαρά αθώες παιδικές ψυχές καθώς προτιμάται η επανειλημμένη έκθεσή τους σε τοξικά περιβάλλοντα και κακοποίηση από κάτι καινούριο. 

“Δεν υπάρχει καμία επιστημονική τεκμηρίωση για τον ισχυρισμό ότι η ανεπάρκεια κατάλληλης διαπαιδαγώγησης ενός παιδιού στην οικογένεια σχετίζεται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου του γονέα”, αναφέρει η αναφορά της Αμερικανικής Εταιρείας Ψυχιατρικής για το θέμα το 2020. 

Επίσης, μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Population Research and Policy Review το 2015, αναφέρει πως τα παιδιά τέτοιων οικογενειών δεν παρουσιάζουν καμία διαφορά με παιδιά που μεγαλώνουν με ετερόφυλους γονείς, σε επίπεδο νοητικής και ψυχολογικής ανάπτυξης, ακαδημαϊκής επίδοσης, σεξουαλικού προσανατολισμού και κοινωνικής συμπεριφοράς, εξετάζοντας δεδομένα δεκαετίας από 40 διαφορετικές δημοσιευμένες μελέτες.

Πλέον, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Η τεχνολογική ανάπτυξη έχει φέρει στα χέρια μας έναν τεράστιο όγκο πληροφορίας, η νέα εποχή επιτάσσει αλλαγή και εκ του αποτελέσματος η πεπατημένη δεν ωφέλησε ιδιαίτερα το κοινωνικό σύνολο. Όταν αντιληφθούμε πως τα παιδιά του σήμερα είναι οι ενήλικες του αύριο που θα αναλάβουν την ευθύνη, όταν συνειδητοποιήσουμε πως το συμφέρον των λίγων κάνει κακό στους πολλούς και όταν αντικρίσουμε κατάματα το πρόβλημα, μόνο τότε έρθει η αλλαγή. 

Είμαστε όλοι υπόλογοι σε όλες τις παιδικές ψυχές που κακοποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο και κάποια στιγμή θα κληθούμε να λογοδοτήσουμε.  

Ο φόβος σπρώχνει τα παιδιά στις κακοποιητικές συμπεριφορές

Θα ήθελα ειλικρινά να ακούσω την Πολιτεία, την Εκκλησία και όλους τους υπεύθυνους φορείς να λένε στα παιδιά πως τους στέρησαν κάθε δικαίωμα στην ευτυχία και την προστασία για να εξυπηρετήσουν ορισμένα συμφέροντα και πώς προτίμησαν να καταστρέψουν την παιδική τους ψυχή από το να δώσουν ελευθερία σε κάτι που φοβούνται. 

Όλα αυτά ενώ ανθρωποι πλημμυρισμένοι από αγάπη, άνθρωποι δυνατοί και τολμηροί να ζήσουν κόντρα στις ηθικολογίες, άνθρωποι που έχουν δουλέψει τρομερά πολύ με τον εαυτό τους για να αποδεχτούν κάθε τους πλευρά, που βίωναν για χρόνια στο πετσί τους την κοινωνική περιθωριοποίηση, που καταφέρνουν και επιζούν, μάλλον καλύτερα να ζουν ευτυχισμένα, κόντρα σε στερεότυπα, δεν μπορούν να δώσουν στα παιδιά αυτά ό,τι τους στέρησε η ζωή γιατί δεν θεωρούνται «φυσιολογικοί».

Ίσως πρέπει να αντιληφθούμε όλοι πως είναι προτιμότερο ένα παιδί να μην έχει και τα δύο φύλα σαν πρότυπο μεγαλώνοντας, όταν αυτό το πρότυπο είναι μαύρο, σκοτεινό, τρομακτικό και επικίνδυνο. Ίσως ήρθε η στιγμή να παραδεχτούμε πως μια οικογένεια θεωρείται λειτουργική ή δυσλειτουργική, άσχετα με το φύλο των γονιών. 

Για τα παιδιά. 

Το αύριο. 

Το χθες.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα