αντιρρησίας συνείδησης

Ήταν μόλις το 1985, όταν καθιερώθηκε η Διεθνής Ημέρα Αντιρρησιών Συνείδησης, προσπαθώντας να δώσει ορατότητα στη δυνατότητα ενός άλλου δρόμου, αυτού που δεν σε κλείνει σε ένα στρατόπεδο ενορχηστρώνοντας μεθοδικά και βάναυσα τη διαμόρφωση της συνείδησής σου, σε ένα ανελεύθερο και καταπιεστικό πλαίσιο που ορίζει ο κρατικός μηχανισμός. 

Ο αντιρρησίας συνείδησης είναι το άτομο εκείνο που για λόγους ιδεολογικούς, θρησκευτικούς ή πολιτικούς αρνείται να εκτελέσει τη στρατιωτική του θητεία. Στην Ελλάδα, οι αντιρρησίες συνείδησης αντιμετωπίστηκαν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου µε εκτελέσεις, πολυετείς φυλακίσεις και βασανιστήρια τις δεκαετίες του ‘50, ‘60 και ‘70 και µε συντομότερες φυλακίσεις, πολλαπλές διώξεις, διακρίσεις και περιορισμούς των πολιτικών και ατομικών τους δικαιωμάτων τις δεκαετίες του ‘80 και ‘90. Ο αγώνας των Ελλήνων αντιρρησιών συνείδησης, η συνεχής πίεση των διεθνών οργανισμών που καταδίκασαν επανειληµµένα «την πρακτική της Ελλάδος να συμπεριφέρεται στους αντιρρησίες συνείδησης σαν να είναι εγκληματίες» και η µακροχρόνια δράση των οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώµατα, επέφεραν, έστω και καθυστερημένα, τη θέσπιση της «εναλλακτικής πολιτικής κοινωνικής υπηρεσίας» µε το νόµο 2510/97 που τέθηκε σε ισχύ το 1998.

«Το δικαίωμα στην αντίρρηση συνείδησης είναι διεθνώς αναγνωρισμένο δικαίωμα που, δυστυχώς, παρά τις περιορισμένες προόδους τις τελευταίες δεκαετίες, συνεχίζει να παραβιάζεται με πολλούς τρόπους στην Ελλάδα», έχει δηλώσει στο παρελθόν ο Γιώργος Κοσμόπουλος, εκ μέρους της Διεθνούς Αμνηστίας στην Ελλάδα.

Ο Ανδρέας Μίχος, είναι αντιρρησίας συνείδησης και μέλος του «Συνδέσμου Αντιρρησιών Συνείδησης»

«Η αντίρρηση συνείδησης είναι μια πράξη που έχει καθαρό πολιτικό και κοινωνικό πρόσημο. Ξεκινά από τις πεποιθήσεις εκείνες του ατόμου που έχουν να κάνουν με το πώς αντιλαμβάνεται τη ζωή, τον κόσμο, τη σχέση του με τους άλλους ανθρώπους. Όταν το άτομο αυτό βρεθεί απέναντι στην υποχρεωτικότητα της στράτευσης, οφείλει να σηκώσει το ανάστημα του και να προτάξει δημόσια την άρνηση του». 

Ο Ανδρέας μου αναφέρει ότι η άρνηση στράτευσης στην Ελλάδα και η αντίρρηση συνείδησης ξεκινά από παλιά, με την πρώτη καταγραφή να αφορά τον αντιρρησία Θερσίτη στην Ιλιάδα, ο οποίος δήλωσε στους Αχαιούς ότι δεν γίνεται να πολεμάνε εκείνοι, για να παίρνει ο Αγαμέμνονας τον πλούτο των Τρώων. Αποτέλεσμα της στάσης του αυτής, ήταν να εκτελεστεί.

«Στους νεότερους χρόνους, λίγο μετά το 1821, το ελληνικό κράτος αναπτύσσεται και επεκτείνεται σε εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έτσι, βασίζεται σε ευρωπαϊκά πρότυπα στρατού κι από άτακτες ομάδες οπλαρχηγών, περνάει στην οργάνωση τακτικού στρατού. Η ανάγκη για ανθρώπους που θα στελεχώσουν το σώμα αυτό, οδηγεί το 1825 στην μερική υποχρεωτική στράτευση με κλήρο, ενώ το 1880 έχουμε την καθολική υποχρεωτική στράτευση όλων των ανδρών άνω των 18 ετών. Όσο, δηλαδή, αυξάνονταν οι ανάγκες σε δυναμικό, καθώς η χώρα επέκτεινε τα σύνορά της, τόσο αυστηροποιούταν ο νόμος, περιλαμβάνοντας όλο και περισσότερους ανθρώπους. Αυτό που διαπιστώνεται, επίσης, είναι ότι το μεγάλο κίνημα λιποταξίας, εντοπίζεται κυρίως στη Μικρασιατική Εκστρατεία, γεγονός που εξηγείται από την εξάντληση που είχε προκαλέσει στους ανθρώπους ο πόλεμος», μου εξηγεί ο Ανδρέας σε μια αναδρομή της στρατιωτικής κυριαρχίας στη χώρα.

Η κουβέντα μας φτάνει στα χρόνια της Δικτατορίας, όπου φανερώθηκε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τι είναι διατεθειμένος να κάνει ο στρατός

«Μετά τη Χούντα και με τις διαδικασίες που υπάρχουν στον ευρύτερο χώρο των κινημάτων, μπαίνει στο προσκήνιο ένας αντιμιλιταριστικός λόγος, απέναντι στον ελληνικό στρατό. Άμεσα, μέσα σε νεολαίες κομμάτων του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ, δημιουργούνται επιτροπές ενάντια στους πολέμους που γινόντουσαν τότε. Παράλληλα, στον χώρο της οικολογίας και του αναρχισμού, προκύπτουν ομάδες που ξεκινάν να συγγράφουν το εμβληματικό για εμάς περιοδικό “ΑΡΝΟΥΜΑΙ” και το “Χωρίς Παραλλαγή”. Παράλληλα, εκείνη την περίοδο, ο Μιχάλης Μαραγκάκης σε συνέδριο της ΚΕΑΔΕΑ του ΠΑΣΟΚ, αρνείται δημόσια τη στράτευση. Αυτή του η επιλογή τον οδήγησε στη φυλακή και σε απεργίες πείνας, καταφέρνοντας όμως ένα ράγισμα στο αυστηρό κατεστημένο του ελληνικού στρατού, ανοίγοντας τον δρόμο για τη θέσπιση ενός διαφορετικού θεσμού υπηρεσίας στα κοινά, την κοινωνική εναλλακτική υπηρεσία». 

Με τον Ανδρέα αναφερόμαστε διαρκώς την έννοια του στρατού, του ζητάω λοιπόν να μου περιγράψει τι σημαίνει για εκείνον

«Πρόκειται για έναν θεσμό βίας κι εξουσίας, που σκοπό έχει να παγιώσει την κυριαρχία των λίγων, έναντι των πολλών. Ένας θεσμός που είναι έτοιμος να καταστείλει απεργίες, να διδάξει πρότυπα φτιάχνοντας δικές του αξίες, να παγιώσει και να διασπείρει τον σεξισμό αμβλύνοντας τις όποιες διαφορές έχουμε οι άνθρωποι μεταξύ μας. Ο στρατός θέλει να μας ομογενοποιήσει, να στερηθούμε τη βασική μας ενσυναίσθηση και δυνητικά σε μια επόμενη πιθανή σύγκρουση, να είμαστε εμείς που θα δολοφονήσουμε έναν άλλον άνθρωπο. Όλα αυτά, φυσικά, για τα συμφέροντα μιας μειοψηφίας που απολαμβάνει το μέγιστο των προνομίων, ενώ σπάνια λογοδοτεί για τις πράξεις της».

«Ο στρατός είναι ό,τι πιο κοντά μπορούμε να σκεφτούμε σε φυλακή, ένας εγκλεισμός που απώτερο σκοπό έχει να διαμορφώσει συνειδήσεις βίας και κυριαρχίας. Δεν νομίζω ότι θα βρεθεί κάποιος/-α να διαφωνήσει ότι αν δεν υπήρχε ο στρατός και όλες αυτές οι δαπάνες που χορηγούνται διαρκώς για “ασφάλεια”, δεν θα συνέβαιναν πόλεμοι. Τα πρώτα θύματα του πολέμου, πέρα από τους ανθρώπους που είναι στο μέτωπο, είναι τα παιδιά και οι γυναίκες. Αυτοί κουβαλάνε το φορτίο της σύρραξης. Για μένα, λοιπόν, το να είναι κανείς αντιρρησίας συνείδησης είναι άμεσα συνδεδεμένο με τον τρόπο που στέκεται απέναντι στους αμάχους». 

Τον ρωτάω την άποψή του για τη στρατιωτική απαλλαγή που προσφέρει το Ι5

«Δυστυχώς για μένα, το κράτος άνοιξε τη δικλείδα του Ι5, με το οποίο χαρακτηρίζει κάθε χρόνο αρκετές χιλιάδες στρατεύσιμους, οι οποίοι, με μια σειρά τεχνασμάτων, καταφέρνουν να διαφύγουν απ’ τη στράτευση. Η ενέργεια αυτή, όμως, δεν αφήνει καμία κουλτούρα αγώνα, δεν δημιουργεί καμία πηγή αντίστασης. Το κράτος, θα μπορούσε να λειτουργήσει με έναν 100% επαγγελματικό στρατό, ωστόσο δεν το κάνει γιατί, όπως είπαμε, αυτό που αποζητά να δημιουργήσει συνειδήσεις. Ο μόνος τρόπος και χώρος, λοιπόν, για να αντισταθώ σε αυτό, είναι ανοίγοντας την κουβέντα στη δημόσια σφαίρα». 

Καθ’ όλη τη διάρκεια της κουβέντας με τον Ανδρέα, έχω την ευκαιρία να διαπιστώσω ότι δεν είχε ούτε έχει το παραμικρό διλημμα για την απόφασή του να μην καταταχθεί στον στρατό

«Ήταν 24 Φλεβάρη όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Εκείνη την ημέρα, έχοντας λήξει τα πράγματα μέσα μου πήγα στην στρατολογία, επικαλέστηκα τον νόμο 3421/2005 και δήλωσα περήφανα αντιρρησίας συνείδησης. Με παρέπεμψαν για ιατρικές εξετάσεις σε στρατιωτικό νοσοκομείο και, στη συνέχεια, για μια συνέντευξη από την Επιτροπή Ελέγχου συνείδησης, όπως τη λέμε εμείς. Η συγκεκριμένη επιτροπή αποτελείται από πανεπιστημιακούς ανωτέρων ιδρυμάτων (νομικοί, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι) και δύο αξιωματικούς του στρατού. Με λίγα λόγια, η επιτροπή αυτή γνωμοδοτεί αν κάποιος είναι ή όχι αντιρρησίας συνείδησης».

«Καταλαβαίνουμε όλες κι όλοι τη γελοιότητα αυτού του πράγματος που συμβαίνει, έτσι; Θέλουν να κρίνουν τη συνείδηση των ανθρώπων, γιατί το κράτος θέλει να θωρακίσει κι άλλο τον μηχανισμό του. Η συγκεκριμένη επιτροπή, λοιπόν, είναι υπεύθυνη για τα πολύ χαμηλά ποσοστά αναγνώρισης ειδικά στους ιδεολογικούς αντιρρησίες, τη στιγμή που οι θρησκευτικοί αντιρρησίες καταφέρνουν να περνάν με θετικές γνωμοδοτήσεις στο 97%. Το κράτος φοβάται τους αποφασισμένους ανθρώπους, αυτούς που στέκονται απέναντι στον στρατό και δημιουργεί αντικίνητρα για όσους σκέφτονται τον δικό μας δρόμο».

Ο Ανδρέας, πέρασε όλη αυτήν τη διαδικασία φτάνοντας σε αυτό που ο νομοθέτης έχει προβλέψει σε αντιστάθμισμα μιας ένοπλης στρατιωτικής θητείας. Όσοι, δηλαδή, δηλώνουν αντιρρησίες συνείδησης να τελούν μια προσαυξημένη θητεία σε φορείς του δημοσίου. Μια διαδικασία που, όπως λέει ο ίδιος, δεν είναι καθόλου εύκολη. 

«Σε στέλνουν να υπηρετήσεις για 15 μήνες σε κάποιον φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, μακριά από τον τόπο καταγωγής και κατοικίας σου. Εγώ, για παράδειγμα, προέρχομαι από την Κοζάνη και τα Γρεβενά και το κράτος θέλησε να με εκδικηθεί, στέλνοντας με σε ταχυδρομείο στη Σπάρτη. Δουλεύουμε πέντε ημέρες 8ωρο, με δύο εναλλακτικές. Η μία αφορά τα 223.53 ευρώ το μήνα που μας δίνουν για την εργασία μας, με όλα τα έξοδα της καθημερινότητας δικά μας (ενοίκιο, φαγητό, κλ.π). Η άλλη εναλλακτική, παρέχει στους αντιρρησίες στέγη και τρία γεύματα την ημέρα, τους “κόβει”, όμως, τα 223,53 το μήνα. Πιστεύω ότι όλα αυτά μας συμβαίνουν γιατί είμαστε λίγοι. Ένα πιο μαζικό αντιμιλιταριστικό αντιρρησιακό κίνημα, θα μπορούσε να θέσει καλύτερους όρους, καταφέρνοντας καταδίκες της Ελλάδας στο εξωτερικό. Πρέπει να αρχίσουμε να μιλάμε για το γεγονός ότι ένας άνθρωπος που επιλέγει να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο με έναν άλλο τρόπο, τιμωρείται απ’ το κράτος».

«Θέλω να πω όμως και κάτι ακόμη. Με έστειλαν στη Σπάρτη για να με τιμωρήσουν, όμως δεν τους βγήκε. Αυτούς του 15 μήνες εκεί, έκανα νέους φίλους, δέθηκα με την τοπική κοινωνία και έφτιαξα έναν κύκλο που ήξεραν καλά τι έκανα κι έμαθαν απ’ αυτό κι εκείνοι. Αυτή την περίοδο της ζωής μου τη μετέτρεψα σε ευκαιρία, κατάφερα να παρουσιάσω έναν άλλον τρόπο ζωής που είναι εφικτός παρά τις δυσκολίες. Κέρδισα να μην μπορώ να περιγράψω με λόγια την αίσθηση ελευθερίας που νιώθω σήμερα». 

Τον ρωτάω για τις διαφορές που έχει η δική του απόφαση με αυτή που ακολουθούν οι ολικοί αρνητές στράτευσης

«Η διαφορά μας είναι ότι εκείνοι αρνούνται την παροχή μιας κοινωνικής θητείας και, γενικότερα, οποιαδήποτε συνδιαλλαγή με το κράτος, το οποίο, με τη σειρά του, τους επιφυλάσσει διοικητικά πρόστιμα ύψους 6.000  ευρώ για κάθε περίοδο ανυποταξίας. Πρόκειται για κάτι που μπορεί να ξεκινήσει στην ηλικία των 18 και να τελειώσει κάπου στα 45, μπορεί και με πέντε ή και παραπάνω καταδίκες ανά έτος. Ουσιαστικά, το κράτος μεταφέρει την πίεση από τις πολυετείς φυλακίσεις ολικών αρνητών, στο κομμάτι ενός εξοντωτικού διοικητικού προστίμου με το οποίο μπορεί να σου πάρει ένα ακίνητο, ένα αυτοκίνητο, το μισθό σου κι άλλα περιουσιακά στοιχεία. Οδηγούνται σε στρατοδικεία, απομεινάρια μιας σκοτεινής εποχής. Άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν την ιδιότητα του στρατιωτικού, δικάζονται και απολογούνται σε στρατοδικεία τα οποία νομικά είναι αρμόδια να κρίνουν ανθρώπους που είναι εντός του στρατεύματος. Στέκομαι απόλυτα αλληλέγγυος απέναντί τους, δεν θεωρώ ότι οι αγώνες μας διαχωρίζονται». 

Ο Ανδρέας νιώθει τυχερός που γνωρίζει την πρώτη γενιά που αντιστάθηκε στην υποχρεωτική στράτευση, τον Μιχάλη Μαραγκάκη, τον Λάζαρο Πετρομελίδη –ο οποίος έχει δικαστεί και καταδικαστεί παράνομα, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό δικαστήριο απ΄ την Ελλάδα 15 φορές– τα αδέρφια Μακρή, τον Σπύρο Ψύχα, τον Δημήτρη Σωτηρόπουλο και την Αλεξία Τσούνη, η οποία χρόνια τρέχει μαζί με τους αντιρρησίες συνείδησης δίνοντας φωνή μέσα από τη Διεθνή Αμνηστία, για ορατότητα. 

«Θα ήθελα να ευχαριστήσω για τη συντροφικότητα, τις στιγμές γέλιου και προβληματισμού τα παιδιά που ζήσαμε και δουλέψαμε μαζί στη Σπάρτη. Τους φίλους που με φιλοξένησαν και μοιραστήκαμε τις σκέψεις και τις ιδέες μας, τη Μ. και τη Χ. Δεν θα μπορούσα να αντικρίζω τον εαυτό μου αν είχα πάρει έναν άλλο δρόμο. Αυτούς τους θεσμούς μόνο εμείς μπορούμε να τους αμφισβητήσουμε και να τους αλλάξουμε, να περπατήσουμε προς την ελευθερία και την ειρήνη. Τα λέμε εκεί όπου οι άνθρωποι ονειρεύονται έναν κόσμο πιο δίκαιο και πιο όμορφο, χωρίς κράτη, εξουσία και πατρίδες».

Links: 

https://www.facebook.com/antirrisies.gr

https://antirrisies.gr/

Εικόνες: Από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
3
Αγαπώ
+1
1
Σοκαρίστηκα