γυναικοκτονία Άγιοι Ανάργυροι

Λέξεις που χάνονται στη φράση: «Χάνομαι, έχει έρθει εδώ», στα τελευταία λόγια της 28χρονης Κυριακής, της οποίας το όνομα θα γίνει σύνθημα, θα γραφτεί σε πλακάτ και πανό, αλλά εκείνη δεν θα το μάθει ποτέ. Η Ελένη Κρεμαστιώτη, μητέρα της Ερατούς, και η Αλεξάνδρα Μάκου, μητέρα της Γαρυφαλλιάς, βλέπουν πλάι στα ονόματα των χαμένων κοριτσιών τους, να προστίθενται κι άλλα. Το «ποτέ ξανά» αλλάζει τόνο στην παραλήγουσα και γίνεται πότε.

Όπως εξηγεί στο Estella η Ελένη Κρεμαστιώτη, τα παιδιά μας για το κράτος είναι απλώς ένας αριθμός. «Η Εραττώ ήταν απλώς το νούμερο 9, ένας αριθμός σε μια από τις υποθέσεις τους. Έκλεισε η υπόθεση τους; Τέλος η Εραττώ μετά. Ακόμα ένας φάκελος σε μια αποθήκη, αυτό είναι τα παιδιά μας. Ένα βαρέλι χωρίς πάτο. Έχουμε φτάσει σε σημείο να περνάει ένας μήνας χωρίς γυναικοκτονία και φαίνεται σαν να έχει πάει κάτι στραβά. Για κάθε γυναικοκτονία που διαβάζω, το ξαναζώ από την αρχή. Για εμάς, οι δολοφόνοι έχουν το ίδιο πρόσωπο. Το να χάσει μια ακόμα γυναίκα τη ζωή της, είναι τραγικό, πόσο μάλλον έξω από ένα αστυνομικό τμήμα. Οπουδήποτε κι αν συνέβαινε θα ήταν πάρα πολύ βαρύ, αλλά είναι πρωτοφανές να πας να ζητήσεις βοήθεια και να σου λένε απλώς “κάνε μήνυση”», αναφέρει. 

Μέσα στο 2022, η κυβέρνηση είχε παρουσιάσει τα panic buttons, ως μια καινοτόμα λύση για να καταπολεμήσει την έμφυλη βία. Δύο χρόνια μετά, η αστυνομία είδε μια γυναίκα να δολοφονείται έξω από το κουβούκλιο, η οποία είχε ακολουθήσει όλα τα βήματα για να σωθεί. Αντί να λάβει την παραμικρή βοήθεια, άκουσε έναν χυδαίο αστυνομικό να την ειρωνεύεται, λέγοντας της ότι τα περιπολικά δεν είναι ταξί, όταν εκείνη ζήτησε να την συνοδεύσουν στο σπίτι της. 

γυναικοκτονίες

ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI

«Τα panic buttons είναι καλά στη θεωρία, υπάρχει πάρα πολύ δουλειά ακόμα, απέχει παρασάγγας, όμως, η θεωρία από την πράξη. Είναι ακόμα πιο λυπηρό ότι τρεις αξιωματικοί υπηρεσίας ήταν γυναίκες, αυτό παραείναι λυπηρό. Θα υιοθετήσω και χειροκροτώ τα λόγια του μπαμπά της κοπέλας, ας σταματήσει η αστυνομία να φυλάει πολιτικούς και επιφανή άτομα κι ας κοιτάξει να κάνει τη δουλειά της. Όλες οι ζωές μετράνε το ίδιο. Να αλλάξουν τους νόμους, να τους κάνουν πιο αυστηρούς. Είναι οδυνηρό, το έχω ζήσει 5 χρόνια στο πετσί μου. Λες και μας τιμωρεί το ίδιο το κράτος, έτσι νιώθουμε, ότι μας βάζει απέναντί του και μας λιθοβολεί.  Ζουν και βασιλεύουν αλλά υποτίθεται βρίσκονται σε δυσμενή κατάσταση».

«Είναι δυνατόν να μας λέει το κράτος αυτή την κουβέντα; Εμείς τους φέραμε σε αυτή την κατάσταση; Εμείς τι είμαστε; Τα παιδιά μας τι είναι; Έχουν αφαιρέσει μια ζωή και έχουν σκοτώσει πόσες ζωές από πίσω. Το μεγαλύτερο κακό το έχει κάνει ο Μπαλάσκας. Μετά τη δολοφονία της Κάρολαιν, είχε πει ότι σε 4-5 χρονάκια θα είναι έξω. Μετά από αυτή την δήλωση έγιναν 33 γυναικοκτονίες, πρωτόδικα θα ακούσαν τα ισόβια, αλλά μετά, σε 4-5 χρονάκια θα είναι έξω. Συνδικαλιστής της αστυνομίας, στο “ναό” της δικαιοσύνης. Η σχολή Μπαλάσκα δολοφονεί. Ένας γυναικοκτόνος δεν έχει σκοτώσει μόνο μια γυναίκα. Έχει σκοτώσει εμένα, τον αδερφό της, τον πατέρα της, τον παππού της, τη γιαγιά της. Ένα μικρό χωριό σε πληθυσμό είμαστε σκοτωμένοι άνθρωποι», εξηγεί η Ελένη Κρεμαστιώτη και συμπληρώνει πως για ό,τι χρειαστεί η οικογένεια της Κυριακής, θα είναι εκεί.

Τον προηγούμενο Απρίλιο, η Ελένη Κρεμαστιώτη και η Αλεξάνδρα Μάκου βρέθηκαν στο γραφείο του πρωθυπουργού, μετά από πρόσκληση του ίδιου.

«Όταν είχαμε πάει στο Μαξίμου πέρσι, στις 24 Απριλίου, είχα πει στον κύριο Μητσοτάκη ότι όταν θεσμοθετούνται οι νόμοι, να έχετε στο μυαλό σας, τους εαυτούς σας. Τι νόμο θα θέλατε αν δολοφονούσε κάποιος το παιδί σας. Γιατί ακούμε τα ισόβια στις έδρες, αφού ξέρουμε ότι δεν είναι. Γιατί δε μας λένε ευθέως, η ζωή του παιδιού σου άξιζε τόσα χρόνια. Θα μείνεις τόσα, γιατί τόσα πρέπει να κάτσεις σύμφωνα με τους νόμους σας. Μια φορά φονιάς, για πάντα φονιάς. Δεν έχουμε σωφρονιστικό σύστημα, έχουμε ένα σύστημα που γεννά δολοφόνους και κάθε είδους παραβατικότητα. Πόσοι βιαστές είναι έξω, πόσοι δουλέμποροι είναι έξω. Ποιον κοροϊδεύουν; Που είναι το κράτος; Ανύπαρκτο. Ηχηρά απών», καταλήγει η Ελένη. Η Αλεξάνδρα Μάκου, μεταφέρει την δική της εικόνα από εκείνη τη συνάντηση.

«Πήγαμε στον κύριο Μητσοτάκη όταν μας κάλεσε και τίποτα, μηδέν εις το πηλίκο. Μας ρώτησε αν θέλει επί προσωπικού να κάνει κάτι για εμάς και του ζήτησα αυτό που λέει εκείνος να το πει το κράτος. Να υπάρχει ένα πλάνο, να απαλύνουν τον πόνο μας. Παιδιά ορφανά στα αζήτητα, γιαγιάδες που έχασαν και τον ρόλο της μάνας και της γιαγιάς. Όλη η οικογένειά μου αυτή τη στιγμή έχει κακοποιηθεί. Η ζωή προχωράει και πρέπει να σταθώ δίπλα τους. Ζούμε μια καθημερινότητα στην οποία ισορροπούμε ανάμεσα σε χαρά και λύπη, δεν φεύγει ποτέ». 

«Χρήματα για να πάω πέντε άτομα σε ψυχολόγο δεν έχω. Θα έπρεπε να υπάρχει ένας κοινωνικός λειτουργός να μας χτυπήσει την πόρτα, δεν ήμουν σε ψυχολογική κατάσταση να πάω η ίδια να τους βρω. Όταν πήγα σε ένα δικηγόρο και του είπα ότι δεν έχω δέκα χιλιάρικα να δώσω στον Κούγια κι ότι χρειάζομαι μια νομική υποστήριξη, μου απάντησαν ότι δε μπορεί το κράτος να παρέχει δωρεάν δικηγόρο και του απαντάω γιατί όμως το δικαιούται ο δολοφόνος και μου λέει ότι εκείνος είναι σε δυσμενή θέση», εξηγεί η Αλεξάνδρα Μάκου, η οποία μέσα από την δολοφονία της Κυριακής, νιώθει το τραύμα της να βαθαίνει.

γυναικοκτονία

ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI

«Σαν να μας ξύνει κάποιος την πληγή, έρχονται εικόνες και μνήμες. Αυτό το “όχι άλλη Γαρυφαλλιά” δεν υπάρχει, κάθε μήνα ακούς και κάτι άλλο. Ο αστυνόμος έπρεπε να πάρει την κοπέλα με το δικό του αυτοκίνητο, όχι απλά το υπηρεσιακό. Δεν υπάρχει τίποτα. Ντρέπομαι και λυπάμαι που ζω σε αυτή την χώρα που τους πειράζει η ροζ σημαία της Γεωργίας Λαλέ, ενώ οι ίδιοι δεν τιμούν ούτε το κράτος, ούτε τίποτα. Τρία χρόνια τώρα νιώθω ντροπή, δεν ξέρω τι να πω στην Γαρυφαλλιά. Πάω στο κοιμητήριο και δεν ξέρω τι να της πω. Να της πω τι, ότι άλλη μια σήμερα, χθες, αύριο. Δε μας ακούει κανείς. Ζητάμε τρία πράγματα, να θεσμοθετηθεί ο όρος γυναικοκτονία, να υπάρχει μια αναγνώριση, ένα νομικό πλαίσιο, το φαινόμενο ότι τις σκοτώνουν επειδή είναι γυναίκες, επειδή θεωρούν την γυναίκα κτήμα τους. Θέλουμε ασφάλεια για τις κοπέλες, φοβάμαι το βράδυ να βγω έξω τη νύχτα».

«Ζητάμε επίσης κοινωνική δικαιοσύνη, δικαίωση για την κοινωνία. Οι γυναικοκτόνοι δεν τιμωρούνται και ας μη μιλήσουμε για σωφρονισμό. Η κοπέλα που πήγε στην αστυνομία ήταν πολύ τολμηρή, φαντάσου τι περνούσε. Επί τρία χρόνια ζητάω από όλους τους δημάρχους να κάνουμε ξενώνες φιλοξενίας. Πόσα εγκαταλελειμμένα κτίρια υπάρχουν, γιατί να μη τα κάνουμε ξενώνες; Θα μπορούσαν να συνοδεύσουν την κοπέλα εκεί, να μη γυρίσει σπίτι της. Κουραστήκαμε να μας λένε να προσέχουμε τι φοράμε, να μην προκαλούμε, να μη βγαίνουμε μόνες μας τη νύχτα έξω. Όταν δεν υπάρχει δικαιοσύνη, πώς ένα θύμα θα πάει να διεκδικήσει την προστασία και τη ζωή του; Αν μου τύχει κάτι δεν θα πάω στην αστυνομία, θα πάω σε φίλους, σε συγγενείς. Με έχουν προσεγγίσει πολλά κορίτσια που κακοποιούνται και όταν πήγα μαζί τους στην αστυνομία μας απάντησαν “να κάνετε μήνυση, αλλά να ξέρετε δεν θα δικαστεί αμέσως και θα φοβάστε περισσότερο”. Νιώθω ότι η αστυνομία οφείλει και πρέπει να προστατεύει τον πολίτη, αλλά αντί γι’ αυτό, προστατεύει τους θύτες και τις κυβερνήσεις. Η αστυνομία λειτουργεί αποτρεπτικά στο να στηρίξει αυτές τις γυναίκες», σημειώνει και μεταφέρει τα λόγια που θα έλεγε στην οικογένεια της Κυριακής.

ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI

«Θέλω να της πω ότι ξέρω πώς νιώθει μέσα της. Είναι άλλο το να λες ότι καταλαβαίνεις πώς νιώθει κάποιος/α κι άλλο να το έχεις περάσει. Στην αρχή έχεις πολύ θυμό και οργή, αισθάνεσαι σα να έχει κοπεί η ζωή σου στη μέση, σαν να είσαι κομμένος άνθρωπος, ένα πόδι, ένα χέρι, και με αυτό καλείσαι να προχωρήσεις, να βρεις τη γαλήνη για να νιώθεις το παιδί που έχασες κοντά σου και να αγωνιστείς για τη δικαίωση του παιδιού σου. Εδώ θα είμαστε και θα μιλάμε κι ας μη βγει τίποτα. Ακούω αυτά που λένε για τη Μαρία Καρυστιανού, ότι αυτή η γυναίκα ήθελε δημοσιότητα. Είναι δυνατόν να ακούγονται τέτοια πράγματα; Μακάρι να μη μας ήξερε κανείς. Όσο κι αν απογοητεύομαι, πάλι θα με δεις εδώ μπροστά, δεν θα τα βάλουμε κάτω. Έστω ένας άνθρωπος να μας ακούσει και να πάει να αγκαλιάσει τη γυναίκα του. Αυτό για εμάς θα είναι κέρδος», αναφέρει.  

Ακόμα κι αν έχει φτάσει στο απόλυτο σκοτάδι, η Αλεξάνδρα Μάκου θα συνεχίσει να μάχεται, όπως εξηγεί. 

«Έχω πιάσει πολύ πάτο, έχω φτάσει στο σκοτάδι. Είμαι περήφανη, όμως, που μέσα από αυτό το σκοτάδι, έχω καταφέρει να βγάλω έξω ένα φως για τα παιδιά μας. Δεν τους ενδιαφέρει να αλλάξουν κάτι. Πρέπει να δουν τι προβλήματα αντιμετωπίζουμε. Ζητήσαμε να μας απαλλάξουν από τα δικαστικά έξοδα και λένε ότι ζητιανεύουμε. Δεν ζητιανεύουμε, τα παιδιά μας πίσω θέλουμε. Έχουμε εφετείο τώρα τον Μάιο και χρειάζονται άλλα δέκα χιλιάρικα, που θα τα βρω; Για να υπερασπιστώ τι; Το αυτονόητο; Βρέθηκα σε μια συζήτηση και μια κοινωνιολόγος είπε ότι οι φονιάδες είναι πολίτες αυτού του κράτους και έχουν δικαιώματα. Αλλά ποιο κράτος θα υπερασπιστεί το δικαίωμα στη ζωή του παιδιού μου; Όσο κι αν απογοητεύομαι, πάλι θα με δεις εδώ μπροστά, δεν θα τα βάλουμε κάτω».

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
2
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
1
Σοκαρίστηκα