gentrification

«Ας αφιερωθεί αυτή η έκδοση σε όλα εκείνα τα παιδιά που μεγάλωσαν σε γειτονιές που δεν αναγνωρίζουν πια, λίγο-πιο πολύ σε εκείνα τα παιδιά που πρωτοπερπάτησαν στους δρόμους των Εξαρχείων και ένιωσαν ελεύθερα, για πρώτη φορά στη ζωή τους. […] Ας αφιερωθεί αυτή η έκδοση σε εκείνα τα παιδιά που οι δρόμοι αυτοί ήταν που τα έκαναν να πιστέψουν και τώρα πια είναι αργά να γυρίσουν πίσω και να αποδεχτούν πως αυτούς τους δρόμους θα τους παραχωρήσουν στους δήμους».

Αυτό είναι ένα απόσπασμα από την εισαγωγή της αρχιτεκτόνισσας και ερευνήτριας Μαρίας Μπουσδέκη, στο βιβλίο της «Gentrification και εκτοπισμός, μια μελέτη και μερικές σκέψεις για το τι συμβαίνει στις γειτονιές μας». Το βιβλίο της το διάβασα στην ατέλειωτη διαδρομή για να φτάσω στο γραφείο με το τρένο, στη στάση του μετρό κι ενώ με είχαν στήσει σε κάποια ραντεβού. Το διάβαζα και κάθε φορά που σήκωνα το βλέμμα απ’ τις σελίδες του, έβλεπα αυτό ακριβώς που περιγράφει, έβλεπα μια πόλη γεμάτη γειτονιές που αλλάζουν βίαια, αδιαφορώντας για τις αναμνήσεις του τότε και τη ζωή μας σήμερα.

Έτσι, της ζήτησα να μιλήσουμε για την έρευνα που έκανε πάνω στο φαινόμενο του gentrification και που στο βιβλίο της παρουσιάζεται σε δύο μέρη: «Το πρώτο μέρος, αφορά το πώς ξεκίνησε το gentrification στο πλαίσιο της ερευνητικής εργασίας που παρέδωσα την περίοδο των προπτυχιακών σπουδών μου, το 2017. Η διαδικασία αυτή συνδέθηκε με την ταυτόχρονη πολιτικοποίησή μου στη σχολή. Μαζί με εκείνους κι εκείνες που συνδικαλιζόμασταν μέσα στους συλλόγους, προσπαθήσαμε μέσα στις γενικές μας συνελεύσεις να θέσουμε ζητήματα χώρου, κάτι που μας επηρέαζε άμεσα, μιας και οι εργασίες που μας δίνονταν τότε, αφορούσαν πραγματικούς τόπους οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις ήταν προς ανάπλαση, ενώ παράλληλα είχαν μια ζώσα ιστορία».

Ήταν τότε που αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε και σε πιο συλλογικό επίπεδο ότι οι σχεδιασμοί που υπάρχουν για τον χώρο, δεν είναι ουδέτεροι. Για μένα, αυτή η συνειδητοποίηση με έκανε να ανακαλύψω αυτό που με ενδιέφερε να ασχοληθώ στη σχολή. Ξεκίνησα να ερευνώ όσα σχετίζονται με το gentrification, μια περίοδο –το 2017– που δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουμε ακόμη τέτοια παραδείγματα στην Ελλάδα, γι’ αυτό και το πρώτο μέρος επικεντρώνεται περισσότερο σε μια βιβλιογραφική μελέτη, αντλώντας παραδείγματα απ’ τη δεκαετία του ‘70 και του ‘80, στη Νέα Υόρκη». 

Η Μαρία μου εξηγεί ότι το δεύτερο μέρος του βιβλίου, γράφτηκε όταν αποφάσισε μαζί με τις εκδόσεις Δυσήνιος Τύπος να το εκδώσουν, καθώς έκριναν σημαντική την αποτύπωση της επικαιρότητας και το τι συμβαίνει αυτήν τη στιγμή στο κέντρο της Αθήνας.

Στιγμιότυπο από την παρουσίαση του βιβλίου στην Πάτρα

«Σήμερα, μπορούμε να μιλάμε ξεκάθαρα για gentrification στην Αθήνα, διαπιστώνοντας πολλά κοινά στον τρόπο παρουσίας του τη δεκαετία του ‘70 όπου κι εμφανίζεται. Έτσι, μπορούμε να εντοπίσουμε πολλές κοινές γραμμές, για το πώς το gentrification ξεκινά, στις περισσότερες περιπτώσεις, από την κρατική υποβάθμιση μιας περιοχής, την οποία διαδέχεται μια μεταβατική περίοδος με σταδιακή αύξηση ενοικίων κι ανάπτυξη του χρηματομεσιτικού κεφαλαίου και που σταδιακά, μέσω της κρατικής παρέμβασης, έρχεται ο πλήρης εκτοπισμός και οι μεγάλες κρατικές αναπλάσεις. Αυτά, λοιπόν, που εντοπίζουμε στη Νέα Υόρκη το 1970-1980, τα παρατηρούμε και στην Αθήνα του 2024, όπου σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, εντοπίζουμε περισσότερο ένα τουριστικό gentrification». 

Το τουριστικό gentrification, εμφανίζεται στην Αθήνα τα χρόνια της οικονομικής κρίσης μου λέει η Μαρία, με σχεδιασμούς που προϋπήρχαν απ’ το κράτος προκειμένου να αναπτυχθεί τουριστικά το κέντρο της Αθήνας

 «Πρόκειται για μια περίοδο που τόσο στην Αθήνα, όσο και σε άλλες πόλεις της Νότιας Ευρώπης, ο τουρισμός είναι ο βασικός παράγοντας ανάπτυξης, με το τουριστικό gentrification να έρχεται στην πραγματικότητα να αντικαταστήσει την έλλειψη της τοπικής διοίκησης μέσω της αγοραστικής δύναμης των επισκεπτών». 

Αφροαμερικανοί που περιμένουν σε μια ούρα έξω από μια υπηρεσία παροχής βοήθειας/Πηγή

Τη ρωτάω γιατί πουθενά στο βιβλίο της δεν αναγράφει το φαινόμενο του gentrification, με κάποια ελληνική απόδοση

«Ένας βασικός λόγος που χρησιμοποιώ τον όρο gentrification κι όχι λέξεις όπως ο “εξευγενισμός”,  είναι γιατί δεν υπάρχει ελληνική απόδοση η οποία να εμπεριέχει το ταξικό πρόσημο του gentrification, που αφορά τον εκτοπισμό και την καταστολή, δομικά στοιχεία των διαδικασιών του. Το gentrification, δεν είναι μόνο κομμάτι ανάπτυξης και κεντρικών αναπλάσεων, είναι αλληλένδετο με τη διαδικασία της στοχευμένης υποβάθμισης μιας περιοχής. Όταν εκκινούμε, λοιπόν, απ’ το στάδιο της δήθεν νέας πνοής κι ανάπτυξης, αυτό που ικανοποιείται, είναι η κυρίαρχη ρητορική που συσκοτίζει το κομμάτι της καταστολής και του εκτοπισμού». 

«Σήμερα που μιλάμε, υπάρχει το σχέδιο για τη μετακίνηση όλων των υπουργείων στο πάρκο ΠΥΡΚΑΛ, στον Υμηττό. Με τον τρόπο αυτό, θα εξασφαλιστεί ένα κτιριακό απόθεμα στο κέντρο της Αθήνας, έρμαιο προς εκμετάλλευση. Παράλληλα, έχουν μια πολιτική απομάκρυνσης των πανεπιστημιακών χώρων που ακόμη βρίσκονται στο κέντρο. Μπορεί να μην υπάρχει ακόμη σαφής σχεδιασμός, στον δημόσιο λόγο όμως συχνά ειπώνεται ότι πρέπει όλοι οι χώροι του κέντρου να μετακινηθούν προς την Πανεπιστημιούπολη, στου Ζωγράφου. Στόχος τους είναι να μετακινηθεί ο ντόπιος πληθυσμός που κινείται και ζει στο κέντρο, όπως συμβαίνει στην Ευρώπη, με ανθρώπους να μένουν περιφερειακά του κέντρου, με πανάκριβα ενοίκια σε ένα δωμάτιο με τρεις συγκατοίκους». 

Μιλάμε για τα Εξάρχεια, ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα καταστολής κι εκτοπισμού, που φυσικά δεν είναι το μόνο

«Η γκετοποίηση περιοχών, είναι μια στοχευμένη πρακτική, η οποία καταγράφεται ως η πρώτη φάση του gentrification. Και τι εννοώ στοχευμένη; Το να μεταφέρονται οι πιάτσες ναρκωτικών από εδώ κι από εκεί ή το να στοιβάζονται οι μετανάστες σε συγκεκριμένες περιοχές, αυτό προφανώς και γίνεται με την ανοχή και την καθοδήγηση των θεσμών, της αστυνομίας και του ίδιου του κράτους».

«Στην Αθήνα, οι σχεδιασμοί που υπάρχουν φαίνεται να θέλουν να εξαφανιστούν οι ντόπιοι από το πεδίο του κέντρου, μετατρέποντας το σε έρμαιο προς τουριστική χρήση κι εκμετάλλευση. Στα Εξάρχεια, μια ιδιαίτερη περιοχή –εξαιτίας της θέσης τους και των νοημάτων που εμπεριέχουν– έρχεται να κουμπώσει στο σχέδιο τουριστικοποίησης και της καταστολής τους. Πάντα υπήρχε ένας κατασταλτικός σχεδιασμός για τη συγκεκριμένη γειτονιά, απλά σήμερα γίνεται πιο επισταμένα, προς πάσα κατεύθυνση και σε κάθε επίπεδο. Είναι βασικό ότι μιλάμε για μια περιοχή που έχει γεννήσει αγώνες κι έχει καθοριστεί απ’ αυτούς, εμπεριέχει, με λίγα λόγια, όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που μπορούν δυνητικά να αποτελέσουν κίνδυνο για τη θωράκιση της εξουσίας». 

Με τη Μαρία μοιραζόμαστε ιστορίες για την κοινή και πιο αγαπημένη μας γειτονιά, για όσα τελικά γίναμε χάρη σε αυτήν, για εκείνες κι εκείνους εξακολουθούν να παλεύουν στα σπλάχνα της

«Είναι εμβληματικοί οι αγώνες που δίνονται στα Εξάρχεια, η αντίσταση σε όλα τα μέτωπα, όλα αυτά τα χρόνια. Θεωρώ ότι έχει σημασία να μην αναφερόμαστε μόνο στο σήμερα, μιας κι αγώνες ενάντια στο gentrification υπάρχουν στην περιοχή εδώ και δέκα χρόνια. Ο αγώνας ενάντια στις ναρκομαφίες, ήταν ένας αγώνας ενάντια στο gentrification από ανθρώπους που είχαν τη διορατικότητα να αντιληφθούν τι συνέβαινε τότε στα Εξάρχεια (2015-2019)». 

«Η συγκινητική στάση των αγωνιστών/τριων, των κατοίκων και των θαμώνων απέναντι σε όλους αυτούς τους σχεδιασμούς με την ανοχή της αστυνομίας, πιάνουν το νήμα για να μπορούν σήμερα να ξεπηδάνε σημαντικοί αγώνες για το Λόφο Στρέφη και για το Μετρό στα Εξαρχείων. Ακόμα και η εγκατάσταση του εργοταξίου στην πλατεία, δεν έγινε αμαχητί κι αυτό όχι απλά δεν είναι λίγο, αλλά είναι ό,τι καλύτερο έχουμε και μπορούμε να κάνουμε. Οι κάτοικοι και οι αγωνιστές/-τριες των Εξαρχείων, τοποθετούν στο επίκεντρο ένα πρόβλημα που υπάρχει σε όλη την Αθήνα». 

Η κουβέντα μας φτάνει στα τουριστικά tour που κατακλύζουν πλέον τη γειτονιά των Εξαρχείων

«Πρόσφατα βρέθηκα στο Βερολίνο. Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι πως οτιδήποτε κινηματικό, έχει μετατραπεί σε τουριστικό αξιοθέατο. Αυτό ταιριάζει εντελώς με αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στα Εξάρχεια και που έχει ξεκινήσει από το 2017, όταν  οι συγκρούσεις με την αστυνομία κάθε Παρασκευή και Σάββατο, πλασάρονταν από πλατφόρμες σαν μια εμπειρία που μπορείς να ζήσεις. Το προηγούμενο διάστημα είδαμε και το Sweet Anarchy, tour στα μνημεία των πεσόντων απ’ τον κοινωνικό και ταξικό πόλεμο. Σκέφτομαι συχνά ότι το μνημείο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και του Μιχάλη Καλτεζά, μπορεί να είναι μια φωτογραφία μέσα στο κινητό ενός τουρίστα, πλάι σε αυτή του Παρθενώνα και της Ακρόπολης. Υπάρχει, λοιπόν, μια σειρά από επίπεδα το καθένα εκ των οποίων στοχεύει σε ένα συγκεκριμένο πράγμα, που έρχεται και κουμπώνει στο να χάσει η περιοχή τα νοήματά της κι όσα μπορούν να γεννήσουν νέες αντιστάσεις». 

Από το εξώφυλλο του βιβλίου

Τη ρωτάω αν πιστεύει ότι υπάρχει τρόπος να ανασταλεί αυτή η λαίλαπα του gentrification και μου αναφέρει πως το μεγάλο αυτό ερώτημα προκύπτει και στις παρουσιάσεις του βιβλίου της

«Την απάντηση θα τη δώσουν τα κινήματα, είναι άλλωστε τα μόνα αρμόδια. Στις περιπτώσεις που αναφέρω μέσα στο βιβλίο, είναι σημαντικό ότι υπάρχουν μαζικές κινητοποιήσεις που βάζουν φρένο. Επαναλαμβάνω ότι δεν είναι λίγο να μαθαίνει η γειτονιά κι ο κόσμος ότι μέσα από τη συλλογικοποίηση μπορεί να βάλει αναχώματα». 

Στιγμιότυπο από την παρουσίαση του βιβλίου στα Εξάρχεια

Η πρώτη παρουσίαση του βιβλίου της Μαρίας έγινε στην πλατεία Εξαρχείων, στις 6 Απρίλη

 «Ήταν μια μέρα αφότου ανακοινώθηκε η επέκταση του εργοταξίου. Ήταν μια πάρα πολύ συγκινητική στιγμή για μένα. Όλη μου η εφηβεία ήταν σε αυτήν τη γειτονιά. Ήθελα πολύ να γίνει στο μέρος αυτό, σύντροφοι και συντρόφισσες αρχίσαμε να μοιραζόμαστε ιστορίες που έχουν περάσει πια 15 χρόνια από τότε. Ήταν η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου. Όλα όσα λέω και σκέφτομαι, συνοψίζονται στην αφιέρωση του βιβλίου, για το πώς ζήσαμε μικρά παιδιά στα Εξάρχεια και πώς είναι τώρα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που είπα στην καλύτερή μου φίλη τότε ότι θέλω να με πάει στα Εξάρχεια. Ήμουν 14 χρονών κι ανέβαινα τη Θεμιστοκλέους. Ήταν η πρώτη φορά που κατάλαβα πώς είναι να νιώθεις την ελευθερία».

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
4
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα