Η 3η Δεκεμβρίου είναι η Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Αναπηρία, μια ημέρα που όλοι όσοι θα έπρεπε να έχουν καθημερινή τους προτεραιότητα την ισότιμη αντιμετώπιση όλων των πολιτών, βρίσκουν την ευκαιρία για μεγάλες υποσχέσεις που ευελπιστούν να καλύψουν την τρομερή αδιαφορία και ανεπάρκειά τους. 

Λέξεις όπως η «προσβασιμότητα» γίνονται καραμέλα στο στόμα όσων φέρουν τεράστια ευθύνη για τον αποκλεισμό συνανθρώπων μας, δημιουργώντας ένα πλέγμα εκνευρισμού και ματαίωσης. Τον Δημήτρη Αντωνίου, τον γνωρίζω από παλιά και τον θαυμάζω διαχρονικά για τη δημιουργικότητά του, το χαμόγελό του στα δύσκολα και τις μάχες που επιλέγει να δίνει μέχρι το τέλος. 

Σε αναπηρικό αμαξίδιο από την ηλικία των 16 ετών, μετά από τροχαίο, αντιμετωπίζει την κάθε ημέρα σαν μια νέα πρόκληση που παλεύει να φέρει εις πέρας, σε ένα περιβάλλον που δεν σταματά να βάζει εμπόδια σε όσους διαρκώς τα ξεπερνούν. 

Δημήτρης Αντωνίου

«Το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας, τα λεωφορεία και τα ΚΤΕΛ είναι μη προσβάσιμα».

«Δεν μου είναι, πραγματικά, εύκολο να εξηγήσω πόσο αδιανόητα περιοριστικό είναι να θέλω να ταξιδέψω με αεροπλάνο και μετά να μην ξέρω τι θα κάνω και πώς ακριβώς θα μετακινηθώ».

«Γύρω-γύρω από το αεροδρόμιο; Μέσα-έξω στο λιμάνι; Δεν μπορώ να δω φίλους και συγγενείς σε άλλες πόλεις. Δεν μπορώ να ταξιδέψω για δουλειά. Για ποια προσβασιμότητα, λοιπόν, να μιλήσουμε;».

Ο Δημήτρης ζει στη Θεσσαλονίκη, εκεί που όλοι όπως μου λέει είναι σαν μια μεγάλη «οικογένεια».

«Οι περισσότεροι με παρακολουθούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με ταράζουν στα likes και στα μπράβο, αλλά μία ράμπα δε βάζουν στο κατάστημα τους να ψωνίσω, να μπω για φαγητό ή καφέ».

«Εννιά στους δέκα καταστηματάρχες με εξυπηρετούν στο πεζοδρόμιο και με κερνάνε και μια φιλοφρόνηση για τους αγώνες που δίνω, έτσι για να μην ξεχνιόμαστε. Επιστρατεύω συχνά το χιούμορ, νομίζω είναι το βασικότερο εργαλείο μου. Όσο πιο τραγικό είναι κάτι, τόσο πιο κωμικό φαίνεται. Και μιλάω για συμπεριφορές, αντιλήψεις, υποκρισίες».

«Έχει συμβεί να με προσβάλουν και να με πιάνουν τα γέλια. Αλήθεια. “Να διώχνουμε” κάποιον από θέση στάθμευσης ΑμεΑ που παράνομα το άφησε κάποιος με αλάρμ και να έρχεται να ψάχνει τη ταμπελίτσα μου στο μπαρμπρίζ, νομίζοντας ότι είμαι κάποιος άλλος βολεψάκιας”, που ήθελε να του αρπάξει τη θέση».

«Καθόμουν πίσω κι έβλεπε τον φίλο μου στο τιμόνι. Νόμιζε ότι θέλει να τον ξεγελάσει. Ε, στην αρχή θύμωσα. Έπειτα σιχάθηκα. Τρία λεπτά μετά, όμως, γελούσα με τη ψυχή μου». 

«Το δεύτερο που κάνω, είναι να προσπαθώ να συμβάλλω στην αλλαγή. Είναι γιατρικό και φέρνει και αποτελέσματα. Μιλάω σε μαθητές σχολείων, μιλάω στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δείχνω, αναδεικνύω, αιτούμαι στις υπηρεσίες, ανοίγω κουβέντες με βολεψάκηδες. Γενικά, κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ».

Δημήτρης Αντωνίου

«Εμένα αυτό με ξεπερνάει. Μας έχουν κάνει να λέμε “ευχαριστώ” που φτιάχνουν πέντε ράμπες σε πεζοδρόμια και κοροϊδεύουν τον κόσμο».

«Δεν καταλαβαίνουμε ότι είναι η ρημάδα η δουλειά τους κι ότι θα έπρεπε να απολογούνται που καθυστερούν τόσο, αντί να νιώθουμε πως μας κάνουν χάρη».

«Και οι ανάπηροι αλλά και κάθε ένας πολίτης – είτε ανάπηρος, είτε μη ανάπηρος – πρέπει να μάθει να διεκδικεί, γιατί αλλιώς δεν αλλάζει τίποτα. Να το κάνουμε σωστά κι αποτελεσματικά. Όχι, για να λέμε απλά ότι το κάναμε»

Συζητάμε για τη βαθιά ριζωμένη κουλτούρα υποτίμησης απέναντι στα ανάπηρα σώματα. 

«Οι περισσότεροι άνθρωποι που παραβιάζουν επανειλημμένα τα δικαιώματα και τις ελευθερίες άλλων ανθρώπων φροντίζουν συγχρόνως να εφεύρουν κάποιες δικαιολογίες για να αποφύγουν ή να μετριάσουν τις ενοχές, ώστε τελικά να νιώθουν καλά με τον εαυτό τους».

«Ο καταστηματάρχης πιστεύει πως δεν ενοχλεί κανέναν γιατί από “εκεί” δεν περνάει ποτέ κανένας ανάπηρος. Δεν του περνάει από το μυαλό ότι πολλοί ανάπηροι δεν έχουν όρεξη να μαλώνουν, ούτε να έρχονται σε ακόμη πιο δύσκολη θέση, γι’ αυτό και βλέποντας τα τραπεζοκαθίσματα, ψάχνουν άλλο τρόπο και δεν περνάνε από εκεί».

«Ο καταστηματάρχης ή ο βολεψάκιας που κλείνει τα ράμπα, φρόντισαν να μην περνάει κανένας ανάπηρος από εκεί». 

Δημήτρης Αντωνίου

Ο Δημήτρης κάνει λόγο για την αλαζονεία μιας παρεξηγημένης τελειότητας. «Μιας αψεγάδιαστης κορμοστασιάς» που ντρέπεται κι αυτή με τη σειρά της, γιατί κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως αντάλλαξε χρόνο, χρήμα και ζωή για να πάρει κάτι που είναι στη φύση του να μην είναι ποτέ τέλειο, αλλά να είναι μοναδικό. 

Παράλληλα, δηλώνει αισιόδοξος για τις επόμενες γενιές.

«Για να βρουν όμως αυτές έναν καλύτερο κόσμο, πρέπει εμείς να το φροντίσουμε σήμερα, διεκδικώντας αυτό το καλύτερο αύριο. Αυτός ο αγώνας είναι η μοναδική ρεαλιστική πιθανότητα για εμάς, να γίνει αυτός ο κόσμος ένας ωραίος κόσμος».

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα