Κάθε μεταχειρισμένο βιβλίο έχει τη δική του ιστορία. Παράλληλα, όμως, πρωταγωνιστεί και σε μία ακόμη: αυτή που λέει πώς το αποκτήσαμε.
Σήμερα ζούμε σε μία εποχή που τα βιβλία είναι πιο εύκολο να αποκτηθούν από ποτέ. Εξειδικευμένα βιβλιοπωλεία, e-shops, αλλά και πλατφόρμες που μας βρίσκουν ή ακόμα χειρότερα (διότι χάνεται η γοητεία της αναζήτησης) μας προτείνουν βιβλία με βάση κάποιο εξατομικευμένο μοντέλο που βασίζεται στις ψηφιακές αναζητήσεις και το ιστορικό των αγορών μας.
Μέσα σε αυτόν τον κόσμο, γεμάτο νέα αγαθά, άραγε τι θέση έχουν τα μεταχειρισμένα βιβλία;
Βιβλίο vs Pixels
Παρά το γεγονός πως οι εκδοτικοί οίκοι εκδίδουν νέα βιβλία ή ανατυπώνουν παλιά και σε ψηφιακή μορφή, τα αρχεία PDF και EPUB αδυνατούν να συγκινήσουν το αναγνωστικό κοινό. Εύκολα στη μεταφορά, καθώς έχουν μηδενικό βάρος και καταλαμβάνουν ελάχιστά MB, προσβάσιμα από διάφορες συσκευές και αθάνατα στον χρόνο και τις κακουχίες, καθώς παρέχουν τη δυνατότητα παραγωγής αντιγράφων και ακόμα και να τα κάνουμε ξανά download.
Παρά τα τόσα πολλά οφέλη της τεχνολογίας σε αντίθεση με άλλους κλάδους και παρά τις προαναγγελίες των ειδικών εδώ και δεκαετίες για το τέλος των φυσικών (ή αναλογικών) μέσων, το έγχαρτο βιβλίο διατηρεί ακόμα πολλούς παραδοσιακούς -και μάλιστα φανατικούς- οπαδούς.
Η απάντηση βρίσκεται στη συναισθηματική σύνδεση που σταδιακά αποκτούμε με το ίδιο το βιβλίο. Δεν μας συγκινεί μονάχα το περιεχόμενο, αλλά και το ίδιο το μέσο, το οποίο αντιμετωπίζεται λιγότερο ως αντικείμενο και περισσότερο ως σώμα. Το βάρος του, η υφή του χαρτιού, η μυρωδιά, το εξώφυλλο, οι ατέλειες κάποιου αντιτύπου, αλλά και η ευθύνη της φροντίδας είναι όλα αυτά που μας συνδέουν με το ίδιο το βιβλίο.
Όλα τα παραπάνω δεν είναι μορφή ρομαντικοποίησης του βιβλίου ως μέσου, αλλά αποτέλεσμα της υλικής διάστασής μας και του τρόπου με τον οποίο οργανώνεται η πληροφορία στο μυαλό μας. Βλέπετε, στη μνήμη μας, εντυπώνεται ευκολότερα και βαθύτερα κάτι που το έχουμε βιώσει εμπλέκοντας περισσότερες από μία αισθήσεις.
Η πραγματική αξία ενός μεταχειρισμένου βιβλίου
Αντιθέτως, με τα τεχνολογικά αγαθά ή τα ρούχα στα οποία κάποιοι αναζητούν την τελευταία τάση, στα βιβλία δεν υπάρχει εξαρτημένη χρονικότητα για το ενδιαφέρον τους. Η αναγνωστική αξία τους έγκειται αποκλειστικά στο περιεχόμενό τους και μονάχα υπό εμπορική σκοπιά, τα αντίτυπα έχουν κάποια σημασία.
Στην περίπτωση των μεταχειρισμένων βιβλίων, τρία είναι τα σημαντικά κριτήρια. Το πρώτο είναι η διαθεσιμότητα, το δεύτερο η έκδοση και το τρίτο η κατάσταση. Κάποια βιβλία λόγω των τριών παραπάνω θεωρούνται σπάνια ή συλλεκτικά. Είναι ιδιαίτερα γοητευτικό κάποιος να συλλέγει βιβλία, αρκεί αυτά να τα αντιμετωπίζει ως τέτοια και όχι ως κάποιο απόκτημα στη συλλογή του. Το παραπάνω μπορεί να γίνει κατανοητό μονάχα από έναν άλλον λάτρη.
Μερικές φορές δημιουργούνται δυσκολίες στον εντοπισμό και την απόκτηση ενός μεταχειρισμένου βιβλίου που έχει χαρακτηριστεί εξαντλημένο ή σπάνιο. Εδώ είναι που ξεκινά και η σχέση μας με το μεταχειρισμένο βιβλίο, δημιουργώντας αυτή τη δεύτερη ιστορία που λέγαμε. Η πρώτη αφορά τον/την ή τους προηγούμενους κατόχους και ενδεχομένως μπορεί να ερμηνευτεί από εμάς ή να γίνει γνωστή κατά την απόκτηση. Πάνω σε αυτό, θα σας αφηγηθώ τρεις δικές μου ιστορίες για τρία αγαπημένα βιβλία προτού υπάρξουν πλατφόρμες όπως το Metabook.
Ο καλός ιατρός
Το πρώτο βιβλίο που χρειάστηκε να αναζητήσω ήταν το «Θεωρίες Συνωμοσίας: Εσωτερισμός Εξτρεμισμός» του Γάλλου κοινωνιολόγου Pierre-Andre Taguieff από τις εκδόσεις Πόλις. Το έψαχνα συστηματικά για δύο χρόνια, καθώς δεν υπήρχε σε κανένα παλαιοβιβλιοπωλείο. Κάποια στιγμή ανακάλυψα στο Facebook κάποιες κοινότητες για μεταχειρισμένα βιβλία και πεπεισμένος πως θα βρω από εκεί τη λύση ξεκίνησα να βάζω αγγελίες. Δυστυχώς δεν υπήρξε κάποια απάντηση.
Η επόμενη σκέψη μου ήταν να ψάξω όσους το είχαν αγοράσει στο παρελθόν. Κάπως έτσι βρέθηκα να στέλνω σε αγνώστους μηνύματα. Ήταν μία αρκετά cringe, ομολογώ, διαδικασία. Παραδόξως οι περισσότεροι απάντησαν. Κάποιοι ευγενικά με άρνηση και κάποιοι άλλοι αρκετά επιθετικά.
Ο μοναδικός άνθρωπος που βρέθηκε και ήταν ελάχιστα πρόθυμος ήταν ένας ιατρός από επαρχία. Όπως μου είπε, το είχε αποκτήσει πριν λίγο καιρό μέσω αυτών των κοινοτήτων, αλλά δεν είχε προλάβει να το διαβάσει. Του εξήγησα πως το χρειάζομαι για την έρευνά μου και για καλή μου τύχη αποφάσισε να μου το πουλήσει και μάλιστα σε καλή τιμή παρά τη σπανιότητά του, καθώς κατάλαβε πως θα μου ήταν πιο χρήσιμο από το να κάθεται στο ράφι του.
Η έμπορος τέχνης
Το δεύτερο βιβλίο που έψαχνα ήταν το «Μυθολογίες – Μάθημα» του Roland Barthes από τις εκδόσεις Κέδρος, αντίστοιχα εξαντλημένο και στα όρια του σπάνιου. Στο εμπόριο έβρισκα αντίτυπα του 1973 από τις εκδόσεις Ράππα που ήταν σε εξαιρετικά κακή κατάσταση. Με αρκετά τηλέφωνα σε παλαιοβιβλιοπωλεία και σχετικούς επαγγελματίες, έπεσα σε μία κυρία, η οποία ήταν έμπορος τέχνης. Όπως μου εξήγησε, μία από τις δραστηριότητές της ήταν και το εμπόριο παλαιών βιβλίων που έρχονταν στην κατοχή της όταν αποκτούσε κάποια ιδιωτική συλλογή.
Το εν λόγω βιβλίο το είχε δει και γνώριζε πως υπάρχει συνεχές ενδιαφέρον, ειδικά από φοιτητές των κοινωνικών σπουδών. Ήταν ιδιαίτερα πρόθυμη να με βοηθήσει, παρά το μικρό κέρδος της, καθώς θα μου το προσέφερε κάτι λιγότερο από την τιμή του, όταν κυκλοφορούσε. Μου είπε να περιμένω μία με δύο εβδομάδες και θα με ειδοποιούσε αν κατάφερνε να το βρει. Συνεπέστατη στον χρόνο της, με κάλεσε και μου ανακοίνωσε πως το βρήκε. Αν θυμάμαι καλά, αυτό θεώρησα πως ήταν το Χριστουγεννιάτικο δώρο μου για εκείνη τη χρονιά.
Ένα μητρικό δώρο στα «λάθος» χέρια (;)
Η τρίτη και τελευταία ιστορία έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Χρειαζόμουν το βιβλίο «Το Εγώ και οι Μηχανισμοί Άμυνας» της Anna Freud από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Όπως φαντάζεστε, ήταν εξαντλημένο και χωρίς ανατύπωση. Όντας για άλλη μία φορά τυχερός, το βρήκα αρκετά εύκολα. Το είχε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο στη Βαρβάκειο. Την ημέρα που είχα κλείσει να το παραλάβω, έπρεπε να βρίσκομαι δυστυχώς σε μία κηδεία.
Με το σχετικό outfit, τέλη Ιουνίου, περπάτησα ανάμεσα σε παστές ρέγκες, ελιές που βρίσκονταν για αιώνες στην άλμη και κάτι κρεμασμένα λουκάνικα αγνώστου προελεύσεως που ήταν ενδεχομένως σκονισμένα από το καυσαέριο. Μπήκα σε μία πολυκατοικία με καγκελόπορτα, από αυτές που λειτουργούν ως σκηνικά για ταινίες τρόμου και ανεβαίνω κάποιους ορόφους. Χτυπώ μία πόρτα και ξαφνικά βρίσκομαι σε έναν παράδεισο γεμάτο βιβλία. Παραλαμβάνω το βιβλίο μου και εξαφανίζομαι για το νεκροταφείο.
Φτάνοντας στο σπίτι μου και ξεκινώντας να διαβάζω το βιβλίο, πέφτω πάνω σε μία αφιέρωση: «31/12/83 – Χαρισμένο στον αγαπημένο μου γυιό. Η μαμά του».

Θα έλεγε κάποιος πως υπάρχει μία έντονη ειρωνεία το συγκεκριμένο βιβλίο μετα-φροϋδικής ψυχανάλυσης να συνοδεύεται από αυτή την αφιέρωση. Από εκείνη τη μέρα σκέφτομαι συχνά τι πήγε λάθος και κατέληξε σε εκείνο το παλαιοβιβλιοπωλείο και έκτοτε βρίσκεται στη δική μου βιβλιοθήκη. Δεν μιλάμε για ένα απλό αντικείμενο, αλλά για κάτι που επενδύθηκε συναισθηματικά.
Ποια ματαίωση του γονέα μπορεί να κρύβεται από πίσω; Πόση καταπίεση ενδεχομένως είχε βιώσει το άτομο; Με τι καρδιά μπόρεσε και το έδωσε προς πώληση; Ζει άραγε ο αρχικός κάτοχος;
Αυτές και πολλές άλλες σκέψεις με κατακλύζουν κάθε φορά που έρχομαι σε οπτική επαφή με αυτό και αναλογίζομαι τι σημαίνουν όλα αυτά για εμένα τελικά και τι αξία έχει μία αφιέρωση.
Πόσο παράδοξο είναι τελικά, ένα αντικείμενο που σχεδιάστηκε για να απαντά σε σύνθετα ερωτήματα, να μένει ταυτόχρονα τόσο σιωπηλό στα πιο απλά;