Ο υπερτουρισμός αύξησε τις τιμές και πλέον μία ξαπλώστρα κοστίζει όσο μία έξοδος. Γιατί οι βουτιές στη θάλασσα έχουν καταλήξει να είναι μία premium εμπειρία;

Η ακρίβεια έχει καθιερωθεί ως ένα από τα πιο πολυσυζητημένα θέματα των millennials, αλλά και της Gen-Z. Ανάμεσα στους διάφορους προβληματισμούς για τα δυσβάσταχτα ενοίκια και το supermarket, όπου σπάνια μία γρήγορη επίσκεψη ενός ατόμου κοστίζει λιγότερο από 20€, πλέον έχει προστεθεί το κομμάτι των διακοπών και των μπάνιων.

Παραδοσιακά τα Σαββατοκύριακα είναι οι μέρες που οι περισσότεροι ξεχύνονται στις παραλίες και αφήνουν απλά κάτω από τον καυτό ήλιο τον καημό μίας εξαιρετικά απαιτητικής Δευτέρας που τους περιμένει. Πλέον αυτή η μικρή απόδραση έχει οδηγηθεί στο να θεωρείται μία premium εμπειρία.

Τι άλλαξε στην Αθήνα;

Η ανέμελη καλοκαιρινή Αθήνα με τα θερινά σινεμά να παίζουν τα «Φτηνά Τσιγάρα», τις βόλτες με κοκτέιλ στο χέρι και το χαλαρό φλερτ πλέον έχουν δώσει τη θέση τους σε μία νέα πραγματικότητα όπου ορδές αγχωμένων τουριστών κατακλύζουν κάθε σημείο της πόλης. 

Μία βόλτα στο ιστορικό κέντρο αρκεί για να έρθει κάποιος αντιμέτωπος με τον πλήρη εξευγενισμό (gentrification) της περιοχής. Πλήθος από θεματικά μαγαζιά -γνωστά ως tourist traps– που είναι ασφυχτικά γεμάτα, trendy ξενοδοχεία στα πιο απίθανα σημεία, παρατημένα ηλεκτρικά πατίνια και μία εμπορική αγορά που έχει πεθάνει προ πολλού.

Φτηνά Τσιγάρα On Tour – ftinatsigara.gr

Ο υπερτουρισμός έχει πνίξει την πόλη και συγχρόνως έχει οδηγήσει στην αύξηση των τιμών. Πλέον η εμπειρία ενός χαλαρού ούζου με φίλους έχει τουριστικοποιηθεί και ο κατάλογος αναγράφει τιμές που θυμίζουν περισσότερο τα premium single malts, παρά ένα εγχώριο απόσταγμα. Η αλλαγή αντίληψης για τη διασκέδαση δεν περιορίζεται όμως στην πιο τουριστική, πλέον, ζώνη της Αθήνας, αλλά έχει επιβληθεί γενικότερα.

Τα μπάνια της ελίτ

Ο παραπάνω μεσότιτλος είναι παράφραση από τη γνωστή φράση «τα μπάνια του λαού» και αντιπροσωπεύει το καθεστώς που έχει επικρατήσει πλέον σε πολλές παραλίες της Αττικής και όχι μόνο.

Εδώ και χρόνια υπάρχουν παραλίες στις οποίες πληρώνεις για να μπεις. Παλιότερα σε κάποιες συμπεριλαμβανόταν το σετ της ξαπλώστρας και η ομπρέλα και μπορούσε να θεωρηθεί value for money. Αυτό φυσικά έχει αλλάξει προ πολλού και πλέον η είσοδος έχει αυξηθεί, ενώ υπάρχει επιπλέον χρέωση αν δεν θες να αποκτήσεις εγκαύματα και μελάνωμα.

Αυτό που προκαλεί εντύπωση, όμως, είναι οι τιμές: για αρκετές παραλίες το κόστος είναι όσο μία βραδινή έξοδος. Στην πράξη, αυτό που έχει γίνει δεν είναι η προσθήκη κάποιας ιδιαίτερης παροχής, αλλά η αντίληψη πως το μπάνιο εκεί είναι μέρος της συμβολικής κατανάλωσης. Παράλληλα, σε πολλές παραλίες σε όλη την Ελλάδα έχει υιοθετηθεί ένα σύστημα που θυμίζει λίγο πολύ νυχτερινό κέντρο, καθώς υπάρχει διαφορετική διατίμηση ανάλογα με το πόσο κοντά βρίσκεται η ξαπλώστρα στη θάλασσα.

Βουτιά ή μία άλλη εμπειρία;

Το παράδοξο είναι πως πέρα από τους τουρίστες, θα δεις πλήθος καθημερινών ανθρώπων σε αυτές τις παραλίες. Άλλοι από ανάγκη επειδή είναι σχετικά κοντά και υπάρχει εύκολη πρόσβαση, οπότε και αποδέχονται να πληρώσουν «χρυσή» τη βουτιά και άλλοι διότι θέλουν να είναι κομμάτι αυτής της συμβολικής κατανάλωσης, ώστε να διαμοιραστούν μέσω των stories τους πως έχουν την οικονομική δυνατότητα να βρίσκονται εκεί. Πρόκειται για μία διάσταση αυτού που περιγράφεται ως «νεοπλουτισμός» και συνδέεται άμεσα με την καλλιέργεια μίας ψευδούς δημόσιας εικόνας, όπως κάνουν πολλοί influencers.

Στην πράξη όμως το να πληρώσεις 30€, 40€ ή ακόμα και πάνω από 100€ για να πας παραλία με ένα beach bar που παίζει μουσική, δεν το λες και την καλύτερη δυνατή επένδυση στο κομμάτι του experience. Με αυτά τα χρήματα μπορείς να πας σε μία συναυλία, να φας σε ένα καλό εστιατόριο, να ζήσεις μία έντονη νυχτερινή συγκίνηση ή ακόμα και να αγοράσεις ένα εισιτήριο για το εξωτερικό. Φυσικά, υπάρχει και η επιλογή να πας για ψώνια στο supermarket, να βάλεις βενζίνη ή να πληρώσεις μία άλλη καθημερινή υποχρέωση, αλλά δεν ακούγεται τόσο fancy για να κάνουμε τη σύγκριση.

Μιζεραμπιλισμός ή κάτι άλλο;

Ο μιζεραμπιλισμός αποτελεί έναν όρο που είδαμε να κάνει την εμφάνισή του στην ελληνική δημόσια σφαίρα στα χρόνια της κρίσης, για να περιγράψει τον οικονομικό και αξιακό πεσιμισμό διάφορων ομάδων που φετιχοποιούσαν τη φτώχεια. Οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες όμως έχουν αλλάξει και πλέον το να μιλάς για την ακρίβεια δεν σε κάνει οπαδό μίας διαιρετικής τομής «μνημόνιο – αντιμνημόνιο», αλλά περιγράφει μία νέα πραγματικότητα. Η αύξηση των τιμών, ακόμα και στα πιο απλά πράγματα τα οποία κάποτε θεωρούνταν δεδομένα, δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως απόρροια μόνο του πληθωρισμού και της αδύναμης ελληνικής οικονομίας

Στην πράξη είναι μία μορφή εκμετάλλευσης όχι μόνο των τουριστών, οι οποίοι σταθερά πιστεύουμε από τη δεκαετία του 1970 πως είναι «Κροίσοι» και προσπαθούμε να τους υπερχρεώσουμε με κάθε πιθανό τρόπο με ένα μέτριο τουριστικό προϊόν, αλλά ολόκληρου του συνόλου. 

Το γεγονός πως μία μέση οικογένεια που θα πάρει το αμάξι στις φετινές διακοπές της χρειάζεται κάτι λιγότερο από έναν βασικό μισθό, δηλαδή περίπου 500€-600€, μόνο για τα ακτοπλοϊκά, λέει πολλά για το πώς το «ελληνικό καλοκαίρι» είναι ένα πολύ ακριβό προϊόν. Σε αυτό ας συμπεριλάβουμε πως το ταξίδι δεν θα γίνει με κάποιο υπερσύγχρονο καράβι, αλλά με ένα όχημα που πλέει υπερφορτωμένο για πάνω από μία δεκαετία – στην καλύτερη των περιπτώσεων- στις ελληνικές θάλασσες και κάθε χρόνο υποβαθμίζεται.

Ο υπερτουρισμός εξαντλεί ταχύτατα τους πόρους, έχει έντονο οικολογικό και αστικό αποτύπωμα και αναδιαμορφώνει την κοινωνική πραγματικότητα. Όμως οι κακές επιχειρηματικές πρακτικές είναι πιο επιζήμιες. Η εικόνα από την παραλία Θαψά της Εύβοιας, όπου κυριολεκτικά «βούλιαξε» από σκηνές, είναι μία διαφορετική διάσταση των δύο παραπάνω.

Αν σκεφτούμε πως οι αναλυτές θεωρούν πως οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου δεν θα είναι πλέον τουριστικοί προορισμοί μέχρι το τέλος του αιώνα λόγω της κλιματικής κρίσης, στην Ελλάδα αυτό μπορεί να συμβεί πολύ πιο σύντομα λόγω των εξαιρετικά ακριβών υπηρεσιών και την αντίληψη πως πελάτες πρέπει να είναι μόνο οι ελίτ.

Καλού κακού, το «μοντέλο της Μυκόνου», δηλαδή ένας οικονομικός προστατευτικός θόλος, δεν μπορεί να λειτουργήσει για όλη την Ελλάδα. Το πρόβλημα δεν είναι οι λίγες ακριβές ξαπλώστρες, αλλά το γεγονός πως όλα γίνονται χωρίς έναν μακροχρόνιο στρατηγικό σχεδιασμό και πλήρως αρρύθμιστα, σε σημείο που σταδιακά αλλοιώνεται η όλη εμπειρία του «ελληνικού καλοκαιριού» και στο τέλος θα είναι σαν ένα brand με πολύ κακή φήμη που ούτε εμείς οι ίδιοι δεν θα το θέλουμε, καθώς θα μοιάζει με απομίμηση.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
1
Νευρίασα
+1
4
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα