Μαυρομιχάλη

Αλλάζουν πολλά μέσα σε 5 χρόνια. Καποια για καλό και κάποια για κακό.

Το φετινό καλοκαίρι είναι το 5ο μου στα Εξάρχεια. Το μόνο που με λυπεί είναι ότι δεν ήρθα νωρίτερα. Μία γειτονιά που διατηρούσε αναλλοίωτη αυτή την έννοια. Μικρά συνοικιακά μαγαζιά, βιβλιοπωλεία, καφέ που υπήρχαν πριν από μένα και συνεχίζουν ακάθεκτα. Γείτονες που σε καλημερίζουν, ησυχία, πανικός στον κορονοϊό με ξέφρενα street party, ξανά ησυχία, νέα μαγαζιά, παλιά στέκια και ένα μετρό που κοντοζυγώνει.

Αλλάζουν πολλά μέσα σε 5 χρόνια. Καποια για καλό και κάποια για κακό. Εξαρτάται πάντα από το σημείο που στέκεσαι. Τα τελευταία χρόνια είχαμε συνηθίσει στο να παίρνει τη σκυτάλη μία περιοχή και να γίνεται το hot spot. Ψυρρή, Γκάζι, μετά Πετράλωνα, Παγκράτι. Τώρα ζούμε την καταξίωση των Εξαρχείων και της Κυψέλης, αλλά είναι φυσικό και επόμενο να μην το βλέπουν όλοι το ίδιο. Τώρα που μιλάμε η φάση είναι στη Μαυρομιχάλη. Με σημείο εκκίνησης την Ακαδημίας και τέλος στην Αλεξάνδρας, είναι ο δρόμος που περπατούσαμε στην καραντίνα για να ξεπιαστούμε. Τώρα δεν τολμάς να πας μέχρι τον φούρνο χωρίς σουτιέν. Ξέρεις ότι θα πετύχεις τη μισή Αθήνα.

Καφενεία, all day μαγαζιά για καφέ, φαγητό, κοκτέιλ, νέα μπαρ, βιβλιοπωλεία, λουλουδάδικα, εργαστήρια γλυκών και ένας δρόμος που αναστήθηκε, γέμισε από επιλογές αλλά και από αντιδράσεις. Τα ήδη υψηλά ενοίκια εκτοξεύτηκαν, οι τουρίστες και τα χόστελ αυξήθηκαν και κάποιοι κάτοικοι νιώθουν ότι οι συνθήκες διαβίωσης όλο και δυσκολεύουν.

Φωτογραφία: Δημήτρης Καπάνταης
Φωτογραφία: Δημήτρης Καπάνταης

«Εγώ βρίσκομαι στο ίδιο σημείο εδώ και 35 χρόνια. Έχω σταθερούς πελάτες και δεν έχω καταλάβει κάποια διαφορά», μου λέει ο κύριος που πουλά φρούτα Μαυρομιχάλη και Ναυαρίνου γωνία. Ένα ακόμη μαγαζί που δεν έχει επηρεαστεί από την ξαφνική άνοδο του δρόμου, είναι το «Πανελλήνιον», το καφενείο που σου έχει τραβήξει σίγουρα το μάτι γιατί όλοι παίζουν σκάκι. «Εμάς δεν μας επηρέασαν τα νέα μαγαζιά, αλλά ο κορονοϊός. Έφυγαν από τη ζωή αρκετοί παλιοί πελάτες μας. Ο κόσμος έρχεται καθαρά για να παίξει σκάκι. Ακόμα και οι τουρίστες είναι ενημερωμένοι και μπορεί ξαφνικά να δεις το μαγαζί να γεμίζει» μου λέει ο Γιάννης ο ιδιοκτήτης. Με ενημερώνουν ότι στον ίδιο δρόμο υπήρχε παλιότερα το Mundial, ένα μπιλιαρδάδικο για γνώστες.

Συνεχίζουμε τη βόλτα μας και φτάνουμε στο hot τετράγωνο. Το Warehouse πάντα γεμάτο και ως το πρώτο μαγαζί του δρόμου που έφερε αμέτρητες ετικέτες σε κρασιά, το brunch και το πέρασμα όλης της Αθήνας από τον πεζόδρομο της Βαλτετσίου. Απέναντι, εδώ και 8 χρόνια, η Σουσουράδα ακολουθεί μία παρόμοια λογική με καφέ, πρωινό, εξαιρετικό φαγητό και κοκτέιλ. «Είναι γεγονός ότι έχουν αυξηθεί οι τουρίστες, αλλά δεν έχουμε νιώσει ότι υπάρχει διαφορά στην ποιότητα του κόσμου. Υπάρχουν σίγουρα και οι σταθεροί, που είναι κυρίως της γειτονιάς. Εξάλλου εμείς εδώ ζούσαμε ως φοιτητές, ξέρουμε πολύ καλά την αξία της γειτονιάς και των Εξαρχείων και τη σεβόμαστε. Από την άλλη, είναι φυσικό να υπάρχουν αντιδράσεις γιατί έχει αυξηθεί η κίνηση και το καταλαβαίνω, ως ένα σημείο. Ε τώρα οι επιθέσεις αναρχικών σε πελάτες ή σε εμάς δεν θα αλλάξει κάτι και δεν βοηθά κάπου. Να ξέρεις όμως ότι αυτοί που επιτίθενται δεν είναι Εξαρχειώτες», μου λέει η Μαρία Παπαδοπούλου, ιδιοκτήτρια της Σουσουράδας. 

Φωτογραφία: Δημήτρης Καπάνταης

Το Walk In είναι ένα νέο entry, που όπως είπα και στον Βασίλη Κυρίτση, έναν εκ των ιδιοκτητών, με άγχωσε πολύ μέχρι να ανοίξει, διότι είναι πολύ κοντά στην κρεβατοκάμαρά μου και φοβήθηκα ότι δεν θα ξανακοιμηθώ το καλοκαίρι. «Εμείς κάναμε συμβούλιο με την πολυκατοικία πριν ανοίξουμε γιατί ξέρουμε και τα Εξάρχεια και έχουμε εμπειρία. Νομίζω ότι το πρόβλημα ξεκινά όταν ανοίγουν άνθρωποι που δεν έχουν ιδέα από εστίαση και βλέπουν απλά έναν άδειο χώρο σε έναν hot δρόμο. Όταν σέβεσαι τους ανθρώπους και έχεις να προσφέρεις κάτι ποιοτικό, δεν υπάρχει πρόβλημα». Αφού μιλάμε για ποιότητα, μην τυχόν πας και δεν δοκιμάσεις τις τηγανητές μπάμιες.

Φωτογραφία: Δημήτρης Καπάνταης
Φωτογραφία: Δημήτρης Καπάνταης

Ακριβώς απέναντι, το Miss Tartu αντικαταστάθηκε από το Queen Granny, μία ιρλανδική καταπράσινη μπυραρία, που ανήκει στον Γιάννη Χριστοδουλάκη, που έχει το Frumel, λίγο πιο πέρα. «Το Frumel άνοιξε μετά το Warehouse, συνεπώς ξέρουμε πολύ καλά τη γειτονιά και τους κανόνες της. Για αυτο και με ενδιέφερε πολύ να μονώσω πολύ καλά το Queen Granny. Αν έχουμε μουσική και περάσεις απ’έξω, δεν θα ακούσεις τίποτα». Το τρίγωνο συμπληρώνει το χειροποίητο shoe brand, ESIOT, που υποστηρίζει ότι οι κάτοικοι το υποδέχτηκαν πολύ ζεστά. Μετακόμισε από τη Βουκουρεστίου στη Μαυρομιχάλη και έτσι θα το μάθει περισσότερος κόσμος, συγκριτικά με την προηγούμενη, πιο ελίτ, διεύθυνσή του.

Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν νιώθουν όλοι το ίδιο. Το βιβλιοπωλείο «Ο Πολίτης» έχει καταλάβει τη διαφορά, μέσα στα τελευταία 9 χρόνια που βρίσκεται εκεί. «Μπορεί τότε να ήταν λιγότεροι οι τουρίστες, αλλά γύρω στο 2016 άρχισα να προμηθεύομαι ξενόγλωσσα βιβλία ώστε να βρίσκουν αυτό που ψάχνουν. Τότε είχαμε άλλα προβλήματα ως μαγαζί γιατί έβαζαν συνέχεια φωτιά στο αστυνομικό τμήμα και το ταβάνι μας ήταν συνέχεια μαύρο. Το πρόβλημα τώρα είναι η συνεχής αύξηση του ενοικίου, πράγμα που δεν συμβαίνει προφανώς μόνο στη Μαυρομιχάλη. Πολύ φοβάμαι ότι σε 1-2 χρόνια θα αναγκαστώ να αλλάξω χώρο», αναφέρει ο Δημήτρης Τσουκάτος, ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου και των εκδόσεων Τσουκάτου. 

Φωτογραφία: Δημήτρης Καπάνταης

Το «Πορτατίφ» απέναντι ξεφουρνίζει μυρωδάτα κρουασάν, ενώ ακριβώς δίπλα έχει πλέον το δικό του εργαστήριο παγωτού.

Πέρυσι άνοιξε και «Το Μπαρ», που βρίσκεται μόνο του, αλλά με μια εντυπωσιακή πίσω αυλή και ένα spot για πεντανόστιμα κοκτέιλ. Ο Αντώνης Μπούκας εξάλλου είχε ήδη τη δική του ιστορία στα Εξάρχεια, επομένως ήξερε ποια θα ήταν η ταυτότητα του χώρου του. «Μεγαλώνοντας και περνώντας τα καλοκαίρια μου κυρίως εδώ στη Νεάπολη, πάντα διάλεγα να περπατώ και να κατηφορίζω τη Μαυρομιχάλη. Δεν σου κρύβω ότι με λυπεί που υπάρχουν σημεία της τα οποία ακόμα και σήμερα είναι «άσχημα» και παραμελημένα. Είναι ένας δρόμος με πολύ ωραία κτίρια, τα οποία αν είχαν τη συντήρηση και τη φροντίδα που έπρεπε να είχαν όλα αυτά τα χρόνια από τους ιδιοκτήτες τους, δεν θα περνούσαν τώρα σε χέρια ανθρώπων που δεν έχουν σχέση με την περιοχή και την ιστορία της και που μόνο τους μέλημα είναι το κέδρος. Έτσι είναι και στο κομμάτι με τα εμπορικά μαγαζιά και τον χαμό που γίνεται και ανοίγουν το ένα μετά το άλλο. Δεν υπάρχει συνοχή, καμία αισθητική και τείνει να γίνει μια ετερόκλητη αγορά όπως συνέβη και σε άλλες περιοχές της Αθήνας». 

«Δυστυχώς όλο αυτό έχει αντίκτυπο και σε άλλα κομμάτια (σπίτια, ενοίκια, κλπ) όπου αρκετοί διαλέγουν να εκμεταλλευτούν το hype της περιοχής για να πλουτίσουν χωρίς να παρέχουν ούτε τα αυτονόητα. Θεωρώ όμως ότι υπάρχουν ωραία πρότζεκτ και μαγαζιά τα οποία έχουν χαρακτήρα και πολύ όμορφη αισθητική διατηρώντας και δείχνοντας σεβασμό σε διαχρονικά στοιχεία της περιοχής. Αυτός ήταν κι εμένα ο γνώμονάς μου όταν αποφάσισα να ανοίξω το Μπαρ, να κρατήσω στοιχεία δηλαδή της γειτονιάς, όπως η πινακίδα μας, τα φυτά, κλπ και με έναν νέο τρόπο να παρουσιάσω αυτό που θέλω και να γίνουμε μέρος της». 

Φωτογραφία: Δημήτρης Καπάνταης

Πιο κοντά στην Αλεξάνδρας, παραμένουν ζωντανά ο θερινός κινηματογράφος τα «Παναθήναια», το studio Μαυρομιχάλη και, ο Πειναλέων.

Η άποψη των κατοίκων

Αν είχα ένα ευρώ για κάθε «ψάχνω σπίτι στα Εξάρχεια αλλά βρίσκω ημιυπόγειο με 500 ευρώ» θα ήμουν πάμπλουτη. Όσοι ζούμε εδώ και μιλάμε για τις αλλαγές, ταυτιζόμαστε, ειδικά αν ενοχλούμαστε. Μαγαζιά που έχουμε κάνει στέκια και δεν μπορούμε να δούμε με αντικειμενική ματιά, ενώ το ίδιο μαγαζί μπορεί να μην με ενοχλεί επειδή μένω στον 4ο όροφο αλλά δεν αφήνει τον γείτονά μου να κοιμηθεί, που ζει στον 1ο όροφο. Δεν είναι σίγουρα το ίδιο να σε ενοχλεί ένα μαγαζί, επειδή γίνεται εμπόδιο στη ζωή σου και το μαγαζί που απλώς δεν σου αρέσει αισθητικά ή επειδή το θεωρείς φασέικο. Και από τέτοια στα Εξάρχεια έχουμε πολλά. 

Έχει όμως ενδιαφέρον η γνώμη δύο κατοίκων που είναι ιδιοκτήτες και των οποίων η γνώμη δεν επηρεάζεται από τη σταθερά ανοδική αύξηση των ενοικίων.

Τα αληθινά Εξάρχεια έχουν αληθινούς κατοίκους, που πληρώνουν αληθινά ενοίκια.

Η δημοσιογράφος Όλγα Στέφου μένει στη Μαυρομιχάλη συνολικά εννέα χρόνια. Από το 2010 έως το 2013 κι από το 2018 μέχρι σήμερα. «Το πόσο άλλαξε η γειτονιά από το 2010 είναι μια διαπίστωση εξαιρετικά περιττή. Αλλά το πόσο άλλαξε από το 2018 είναι έγκλημα. Μιλάω σοβαρά: είναι έγκλημα. Στην αρχή ήταν υποψία: τα Εξάρχεια πάνε να γίνουν Κεραμεικός. Αλλά ακριβώς όπως έγινε όντως ο Κεραμεικός, έτσι; Και μαζική αγορά ακινήτων από ανθρώπους που αργότερα θα τα μετέτρεπαν σε Airbnb και πολύ fancy νέα μαγαζιά με κοκτέιλ, περίεργα ονόματα και μπέργκερ από κροκόδειλο και ακριβά ενοίκια για σπίτια – χρέπια και πρέζα στα δρομάκια που δεν έχουν φως τη νύχτα. Καλά, όχι ότι την ημέρα κρυβόταν η πρέζα, αλλά ας πούμε ότι τα κοκτειλαδικα ήταν κλειστά κι ενοχλούσε περισσότερο».

«Να πω αρχικά ότι είμαι ιδιοκτήτρια του σπιτιού μου. Το βρήκα σχεδόν τζάμπα, η δόση του δανείου ήταν ήδη φθηνότερη  από ένα μέσο ενοίκιο το 2018 κι είπα, “καλή ιδέα, Γουάτσον!”.  Όντως ήταν. Αλλά αντικειμενικά παρακολουθώ το gentrification της γειτονιάς από μία θέση a priori προνομιακή. Γιατί κανένας δεν θα με διώξει για να κάνει το σπίτι Airbnb, ούτε θα μου αυξήσει το ενοίκιο κατά 200 ευρώ μέσα σε έναν χρόνο». 

«A propos, μόλις πέρυσι, το διπλανό σε εμένα διαμέρισμα, στα ακριβώς ίδια τετραγωνικά με το δικό μου και με ένα υπνοδωμάτιο που βλέπει στον διάδρομο της πολυκατοικίας (!) πουλήθηκε -κάθεσαι;- στη διπλάσια τιμή από ό,τι αγόρασα το σπίτι μου το 2018. Και θεωρήθηκε, αλήθεια σου λέω, μια περίπου οκ τιμή για σπίτι στη Μαυρομιχάλη και στον τρίτο όροφο πολυκατοικίας. 

Άκου τώρα το καταπληκτικό: το μπαρ κάτω από το μπαλκόνι μου είναι από τα πιο hip μέρη στην Αθήνα του TripAdvisor, αλλά δεν θέλω να γκρινιάξω πολύ, γιατί κάποια στιγμή οι ιδιοκτήτες έσωσαν το σαλόνι μου από τα σπασμένα υδραυλικά του από πάνω διαμερίσματος κι οκ, ευχαριστώ ξερω γω. Έχω να κοιμηθώ δύο χρόνια, αλλά οκ. Ευχαριστώ. Πιο κάτω είναι όλα αυτά τα ακόμη πιο post της μετανεωτερικότητας, ξέρεις, που πας να αγοράσεις έναν βασιλικό στην γλάστρα, παίρνεις κι έναν λάτε από γάλα αρακά. Ειλικρινά, το πρόβλημά μου δεν είναι αισθητικό, όχι κυρίαρχα.

Ούτε πρόκειται για κάποιο gatekeeping των Εξαρχείων από το Σέλας ως την Καλλιδρομίου. 

Το πρόβλημά μου είναι πως όσο ανεβαίνει η τιμή του βασιλικού και του γάλακτος αρακά, ανεβαίνει κι εκατό ευρώ το ενοίκιο στα ισόγεια της γειτονιάς. Και πες τι με νοιάζει εμένα, έχω σπίτι δικό μου. Ε, με νοιάζει. Γιατί μια ζωντανή γειτονιά είναι οι κάτοικοί της, όχι οι θαμώνες της. Γιατί έχει σημασία και να μπορούμε να ζούμε σε μία οικιστική ζώνη που δεν είναι η νέα πιο κουλ περιοχή της αθηναϊκής διασκέδασης. 

Γιατί στα 100 μέτρα από το μπαρ που διασκεδάζεις, είναι ο λόφος του Στρέφη. Που, πρώτον, δόθηκε μάχη να σωθεί και δεύτερον, πέφτουνε κορμιά από την πρέζα. Η Μαυρομιχάλη είναι (ακόμη μία) βιτρίνα των Εξαρχείων. Τα αληθινά Εξάρχεια έχουν αληθινούς κατοίκους, που πληρώνουν αληθινά ενοίκια. Αληθινό πρόβλημα με τις μαφίες της πρέζας κι αληθινό πρόβλημα με τα κομμένα δέντρα της πλατείας, που αντικαταστάθηκαν από λαμαρίνες κι από ΜΑΤ.

Εκτός από τους φοιτητές και τους τουρίστες (εννοώντας ακόμη και τους εγχώριους, αυτούς που μεταναστεύουν κάθε νύχτα από τις δικές τους περιοχές για λίγη πάρα πολύ hype εκτόνωση), τα Εξάρχεια έχουν κανονικούς ανθρώπους. Κατοίκους. Γειτονιά, εν ολίγοις. Και το gentrification για εμάς δεν είναι καθόλου, καθόλου ευχάριστο».

Φωτογραφία: Δημήτρης Καπάνταης

Ο Παναγιώτης Γκανάς, social media manager, ζει στα Εξάρχεια από παιδί και δεν σκοπεύει να φύγει. «H Μαυρομιχάλη, όσα χρόνια τη θυμάμαι, ήταν οδός που φιλοξενούσε εκδοτικούς οίκους, βιβλιοπωλεία, ελάχιστα καφενεία, ένα περίεργο, σχεδόν τρομακτικό ξενοδοχείο το Sudan και ανά διαστήματα γινόταν μια πραγματική γειτονιά, με τον κλασικό φούρνο, τον ηλεκτρολόγο, το συνεργείο. Η αλήθεια είναι ότι περπατώντας την από την αρχή της στην Ακαδημίας ως την Αλεξάνδρας, έβρισκες τα πάντα σε μία ισορροπία. Από σινεμά στα Παναθήναια, μέχρι μπαρ για τις μεγάλες ώρες. Και αυτό νομίζω είναι που πλέον είναι υπό αμφισβήτηση. Η ισορροπία

Η τουριστικοποίηση της Αθήνας δεν έχει αφήσει τη Μαυρομιχάλη χωρίς τα σημάδια της. Τα ζούμε πλέον, «όλα και πολύ». Νέα καταστήματα ξεφυτρώνουν πλέον σε χρόνο ρεκόρ, τουρίστες τρέχουν πάνω-κάτω με τα ροδάκια τους, ενώ οι παλιοί καταστηματάρχες προσπαθούν λαχανιασμένοι να συμβαδίσουν με την εποχή. Γιατί καλός είναι ο τουρισμός, όταν υπάρχει ένα μέτρο και μία κυκλική ροή στα χρήματα που αφήνουν οι ξένοι και στα χρήματα που δαπανά ο ντόπιος στη δική του ζωή. 

Από την άλλη, όλο αυτό έφερε τη Μαυρομιχάλη αλλά και ένα κάρο άλλα στενά των Εξαρχείων, σε κατάσταση θορυβώδους, θεματικού πάρκου. Ο θόρυβος δεν είναι πλέον σποραδικός αλλά είναι το white noise για εμάς τους κατοίκους. Άλλα συνηθίζονται, άλλα όχι. Αυτό που δεν συνηθίζεται βέβαια είναι ορισμένοι καταστηματάρχες που δεν ήρθαν να “μείνουν” μαζί μας, αλλά να μείνουν εις βάρος μας με τα όρια του σεβασμού της περιοχής αλλά και των ανθρώπων να έχουν καταπατηθεί. Δεν αναφέρω ονόματα για έναν λόγο μόνο. Ότι και οι ίδιοι ξέρουν πότε και ποιους ενοχλούν, αλλά μπροστά στο κέρδος και στην αρπαγή του τουριστικού τζακ ποτ, απλά δεν τους νοιάζει».

Φωτογραφία: Δημήτρης Καπάνταης

Όσο για εμένα, που δεν πρόλαβα τα ήρεμα Εξάρχεια, ελπίζω ότι πρόκειται για ένα ακόμη hype που θα κάνει τον κύκλο του, όπως ακριβώς συνέβη με άλλες γειτονιές, και συμβαίνει ταυτόχρονα τώρα στην Κυψέλη. Ότι τα μαγαζιά που πραγματικά σέβονται πρωτίστως τη γειτονιά, δεν έχουν λόγο να κλείσουν. Ότι θα έρθει η στιγμή που ο κόσμος δεν θα δίνει μόνο ραντεβού στη Μαυρομιχάλη, τη Βαλτετσίου και την Ασκληπιού κι εμείς θα βλέπουμε τηλεόραση με ανοιχτή μπαλκονόπορτα, αφού τώρα τα Σάββατα, δεν ακούμε ούτε τη σκέψη μας. 

«Πρέπει να μπει ένα φρένο από τον δήμο για το πόσα χόστελ και Airbnb επιτρέπονται χωροταξικά. Από την άλλη, η αλλαγή στις γειτονιές πάντα θα συμβαίνει. Όταν θα τελειώσει ο χαμός των Εξαρχείων, ελπίζω να επιστρέψει στην ηρεμία και να μην γίνει έρημος τόπος, όπως συνέβη αλλού στην Αθήνα», συμπληρώνει η Μαρία από τη Σουσουράδα και με βρίσκει σύμφωνη. 

Ήμασταν ανέκαθεν μία τουριστική χώρα, αλλά αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί σε βάρος των κατοίκων, που προσπαθούν να ζήσουν μία πανάκριβη ζωή, όταν οι μισθοί αρνούνται να ανέβουν. Όταν νομιμοποιείται η εξαήμερη εργασία αλλά όχι τα Airbnb. Όταν οι τιμές είναι πλέον εξωφρενικές και παίρνεις τον καφέ πακέτο αλλά δεν μπορείς να καθίσεις σε τραπέζι. Ειδικά σε μία γειτονιά που θα χάσει ολοκληρωτικά την ταυτότητά της όταν ανοίξει το μετρό. 

Ελπίζω να μην έχει ήδη συμβεί.

Γνωμούλα;
+1
1
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
1
Νευρίασα
+1
3
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα