Μετά τα 30 συνειδητοποιείς πως είσαι πιο φθαρτός/-ή, πιο εξουθενωμένος/-η, αλλά και προβληματισμένος/-η από ποτέ. Τα άγχη μίας νέας δεκαετίας.
Τα φουσκωτά μπαλόνια με τους δύο τεράστιους αριθμούς και το hashtag #dirtythirty που πλαισιώνει τις λαμπερές φωτογραφίες του Instagram ενδεχομένως αποτελούν την πιο ειρωνική στιγμή της νιότης ενός ανθρώπου. Η ζωή για τα τους millennials μετά τα 30 κυριαρχείται από άγχος -και εξουθένωση- έναντι ανεμελιάς και πολλών βιολογικών “checkpoints” τα οποία επιτρέπουν και μερικά «λαθάκια», όπως για παράδειγμα την παραγγελία ενός επιπλέον ποτού με την εγγύηση πως το επόμενο πρωί θα ξυπνήσεις χωρίς πονοκέφαλο.
Τι γεμίζει άγχος σήμερα τους σύγχρονους millennials, μετά τα 30;
Το «κυνήγι» της κορυφής
Οι millennials είμαστε οι απότοκοι της ευημερίας με κληρονομιά τη ματαιοδοξία, αλλά και την αυτοκαταστροφή για την επίτευξη ενός μεγάλου στόχου.
Μεγαλώσαμε σαν «άλογα κούρσας». Τόσο τα πολιτισμικά ερεθίσματα που λάβαμε για την υψηλή κοινωνική αξία που έχει η «καριέρα», όσο και η πίεση των γονιών μας για καλύτερους βαθμούς και περισσότερα achievements -πτυχία ξένων γλωσσών από την προεφηβεία, αθλητικές διακρίσεις, πλήθος παραγωγικών δραστηριοτήτων κ.λπ.- συνέβαλαν ώστε οι millennials να αντιλαμβανόμαστε την «αριστεία» σήμερα με έναν πολύ συγκεκριμένο και κλειστό τρόπο. Έτσι, η καριέρα και η κατάκτηση της κορυφής έγινε για πολλούς από εμάς τρόπος ζωής με ό,τι συνέπειες έχει αυτό για την ψυχική υγεία μας μετά τα 30.
Η «χαμένη» ευτυχία των millennials
Το χιούμορ της γενιάς μας είναι αρκετά πιο σκοτεινό απ’ όσο θα περίμενε κανείς από μία γενιά που μεγάλωσε με δημητριακά γεμάτα ζάχαρη, σοκολατούχο γάλα και παιδικά κάθε Σαββατοκύριακο.
Αυτοσαρκαζόμαστε για καταστάσεις όπως η εξουθένωση, η αποτυχία, η ανικανότητά μας να ελέγξουμε τη ζωή μας, η αδυναμία επίτευξης των στόχων και η εκκωφαντική μοναξιά. Κοινό στοιχείο σε όλο αυτό αποτελεί η απώλεια της ευτυχίας που είχαμε σαν παιδιά.
Μεγαλώσαμε με το παραπέτασμα του “happy ending“, ενώ ο κόσμος είναι γεμάτος προκλήσεις και απογοητεύσεις που μας προκαλούν ματαιώσεις. Από τη στιγμή που δεν μπορούμε να δούμε τους εαυτούς μας ως κάτι λιγότερο από τους πρωταγωνιστές των παιδικών, αναζητούμε απαντήσεις όχι από τους γονείς μας, αλλά από υπερεπενδυμένα γνωσιακά υποκατάστατά τους -δηλαδή ψυχολόγους και life coaches– που πιστεύουμε πως μπορούν να μας υποδείξουν έναν τρόπο ζωής για την εύρεση της χαμένης ευτυχίας.
Οι «απαιτητικές» ανθρώπινες σχέσεις
Μετά τα 30, οι ανθρώπινες σχέσεις είναι πολύ πιο περίπλοκες. Οι φιλίες διαμορφώνονται διαφορετικά και αποκτούν νέες και ουσιαστικότερες βάσεις, ενώ όσες στερούνταν αυτών σταδιακά ατονούν, αφήνοντας μία γλυκόπικρη ανάμνηση των ένδοξων φοιτητικών εξόδων.
Από την άλλη πλευρά, οι ερωτικές σχέσεις γίνονται αρκετά πιο περίπλοκες. Μερικοί άνθρωποι διατηρούν ακόμη και μετά τα 30 τον φόβο της δέσμευσης, ενώ άλλοι αναζητούν ένα μοντέλο σχέσης-καταφυγίου από την πραγματικότητα, με ελάχιστες υποχρεώσεις, το οποίο πολλές φορές έρχεται σε αντίθεση με το κοινωνικά αποδεκτό πρότυπο της οικογένειας, των παιδιών και τον γάμου. Έτσι, δεν είναι λίγοι αυτοί που συνεχίζουν την περιδίνησή τους στα dating apps με την ελπίδα να βρουν έναν μη τοξικό άνθρωπο που τους καταλαβαίνει, να κάνουν καλό sex, ταξίδια και να έχουν κοινά γούστα στη διασκέδαση.
Η «πιεστική» δουλειά
Ανεξάρτητα από όσα ακούς από τους άλλους, μετά τα 30 γνωρίζεις ποιος/-α είσαι και τι θες και εργασιακά το διεκδικείς. Δεν είναι τυχαίο πως οι millennials δεν εγκλωβίζονται όπως οι παλαιότερες γενιές σε μία δουλειά, αλλά διεκδικούν πράγματα, υψηλότερες θέσεις και κάνουν ευκολότερα αλλαγές. Είμαστε η γενιά που δεν πιστεύει πως από την πρώτη ή δεύτερη δουλειά θα πάρουμε σύνταξη, όπως οι γονείς και οι παππούδες μας.
Σήμερα το πρόβλημα για τους περισσότερους δεν είναι η φύση και οι απαιτήσεις της ίδιας της δουλειάς, αλλά το γεγονός πως δουλεύουμε σε μη ιδανικές συνθήκες.
Λιγότερα άτομα για οικονομικότερα και πιο «ευέλικτα business models» που βασίζονται στις εξουθενωτικές υπερωρίες, τεράστιες ουρές στους δρόμους και τα ΜΜΜ που δημιουργούν ασφυξία και αποτελούν «νεκρό χρόνο» από την καθημερινότητά μας και -κυρίως για την Ελλάδα- χαμηλοί μισθοί που δεν ανταποκρίνονται στην ποιότητα του έργου που παράγεται.
Ακόμα και μετά τα 30, κάποιοι οραματίζονται τη φυγή στο εξωτερικό, αν όχι φυσικά, τεχνητά μέσω της remote απασχόλησης για κάποια ξένη εταιρεία.
Το «αρνούμενο» σώμα
Το γεγονός πως δεν είμαστε άτρωτοι μετά τα 30 γίνεται αντιληπτό με δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι η ξεχωριστή και τεράστια απόλαυση που λαμβάνουμε πλέον από τον ύπνο και ο δεύτερος με την αλλαγή στον τρόπο ζωής μας.
Ως προς το τελευταίο, αλλάζουμε αρκετές συνήθειες. Μπαίνουμε στη φιλοσοφία του fitness ξεκινώντας γυμναστική ή personal training, τρώμε πιο υγιεινά αγοράζοντας air fryer και ξορκίζοντας τους υδατάνθρακες για χάρη της καθαρής πρωτεΐνης, καλωσορίζουμε την εβδομαδιαία skincare routine, περιορίζουμε τις νυχτερινές εξόδους μας και προσπαθούμε να αποδράσουμε από την αβιώτη πόλη που ονομάζεται Αθήνα με κάθε ευκαιρία.
Όσο όμως και να προσπαθούμε, καταλαβαίνουμε πως το σώμα μας είναι καταδικασμένο να υποκύψει στον χρόνο και η κούραση είναι πιο αισθητή από ποτέ. Τα επιτραπέζια, πλέον, είναι αποδεκτά για μερικά Σαββατόβραδα.
Το «άγχος» των γονιών μας
Καθώς μεγαλώνουμε, συνειδητοποιούμε πως οι γονείς μας είναι πιο εύθραυστοι από ποτέ. Παρά τους ομηρικούς καυγάδες, τις σκληρές διαφωνίες στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και τα συσσωρευμένα βαθιά τραύματα της παιδικής μας ηλικίας που θα πληρώνονται επ’ άπειρον χρυσά στις συνεδρίες, το άγχος για τους γονείς μας κάθε μέρα που περνάει γίνεται ολοένα και πιο έντονο.
Μέσα μας ξέρουμε πως η απώλειά τους είναι η στιγμή της πραγματικής μοναξιάς μας και η παντοτινή απώλεια των όσων νομιμοποιούν την ταυτότητά μας ως παιδιά. Ο θάνατος των γονέων είναι η ουσιαστική ενηλικίωσή μας. Μετά τα 30 αποκτούμε ένα διαφορετικό βλέμμα για τους γονείς και εκεί βρίσκεται και το ενδιαφέρον μας να περάσουμε περισσότερο χρόνο μαζί τους. Γινόμαστε πιο ευαίσθητοι και πιο ευάλωτοι, καθώς πλέον τους καταλαβαίνουμε.