Ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για την παρουσία των πολιτών στις κάλπες, προκειμένου να σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση του ελληνικού κράτους.

Η λήξη της τετραετίας αυτής, αν μη τι άλλο, βρίσκει σύσσωμη τη χώρα σε (πολιτικό) αναβρασμό. Πολίτες κουρασμένοι από τα ψέματα, τις πλαστές υποσχέσεις, την πλήρη ανευθυνότητα, την αλαζονεία και την αδιαφορία που εισπράττουν από την κυβέρνηση, ξεχύθηκαν επιτέλους στους δρόμους, ζητώντας τα αυτονόητα. Θα μπορούσε να ειπωθεί με ασφάλεια, πως η σιδηροδρομική τραγωδία στα Τέμπη– σε συνδυασμό με την πλήρη αποποίηση ευθυνών από μεριάς της πολιτείας, καθώς και τις κατάφωρες αδικίες που λαμβάνουν χώρα μπροστά στα μάτια μας– ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Και κατά συνέπεια, εξάντλησε και την εναπομείνασα υπομονή των πολιτών.

Σύμφωνα με έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, το 45% του συνολικού πληθυσμού δεν εμπιστεύεται το πολιτικό σύστημα, ενώ σε ποσοστά 19,2% και 12,5%, φαίνεται πως η δικαιοσύνη και η αστυνομία (αντίστοιχα) δεν έχουν καταφέρει να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών. Το ακόμη πιο σοκαριστικό είναι το γεγονός πως μόλις το 0,6% των Ελλήνων έχει τυφλή εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα. Από μόνα τους, τα νούμερα αυτά αποτελούν ισχυρό επιχείρημα, ώστε να ανοίξει μεμονωμένα ένας δημόσιος διάλογος για την άκρως προβληματική σχέση μεταξύ των πολιτικών και των πολιτών.

Σε αυτό το πλαίσιο και μέσα σ’ ένα κλίμα πλήρους απαξίωσης των δημοκρατικών διαδικασιών, κάλλιστα οι επικείμενες εκλογές θα μπορούσαν να καταλήξουν σε τεράστιο φιάσκο.

«Δεν πάω να ψηφίσω. Όλοι ίδιοι είναι»

Η αγανάκτηση όλων μας είναι κάτι παραπάνω από δικαιολογημένη. Εδώ και χρόνια, η μία κυβέρνηση διαδέχεται την άλλη χωρίς, ωστόσο, να σημειωθούν ουσιώδεις μεταρρυθμίσεις. Τα ρουσφέτια δίνουν και παίρνουν, το κεφάλαιο έχει τη δύναμη να εξαγοράζει ανθρώπινες ψυχές, οι θεσμοί κατακερματίζονται μπροστά στη δύναμη της εξουσίας, ενώ πίσω από τις πομπώδεις εκφράσεις των εχόντων εξουσία κρύβονται καλοστημένες απάτες και επικοινωνιολόγοι που προσπαθούν εις μάτην να φτιάξουν το πολιτικό τους προφίλ με παλιά τερτίπια, τα οποία δεν πείθουν ούτε παιδί νηπιακής ηλικίας.

Υπό αυτό το πρίσμα, είναι απόλυτα κατανοητή η αποστροφή του κόσμου απέναντι στους πολιτικούς και στα όσα πρεσβεύουν. Εντούτοις, αν το καλοσκεφτούμε – όσο αυστηρό κι αν ακουστεί: Κάθε δημοκρατική κοινωνία έχει την κυβέρνηση που επιλέγει, ή καλύτερα, που εκλέγει. Στο τέλος της ημέρας και της κάθε τετραετίας, τα «αφεντικά» που κάνουν κουμάντο και εκλέγουν την επόμενη κυβέρνηση, είναι απλοί πολίτες. Με την ίδια δύναμη που αναδεικνύουν ένα κόμμα, μπορούν να το στείλουν στα τάρταρα.

Γι’ αυτό, άλλωστε, ως δια μαγείας, οι πολιτικοί αποκτούν ένα πνεύμα καλοσύνης και ευσπλαχνίας όταν πλησιάζουν οι εκλογές. Μια κίνηση, η οποία πια είναι εξόφθαλμη και εξαιρετικά απαρχαιωμένη. Δεν ακολουθούνται καν σωστά οι νόρμες μιας επικοινωνιακής εκστρατείας, με το αποτέλεσμα να είναι επιεικώς τραγελαφικό.

Μη χείρον βέλτιστον

Ως εκ τούτου, χρειάζεται να στηρίξουμε με την ψήφο μας το πολιτικό σχήμα που θεωρούμε ικανότερο, ή έστω, λιγότερο καταστροφικό. Δυστυχώς, την Ελλαδίτσα την ταλανίζει εδώ και χρόνια ο δικομματισμός, με αποτέλεσμα να «θάβονται» οι φωνές των μικρότερων (σε απήχηση) κομμάτων. Συνεπώς, οι επιλογές μας στην κάλπη είναι πράγματι περιορισμένες και, ταυτόχρονα, περιοριστικές.

Ποιον να εμπιστευτείς; Αυτόν που μας εξαπάτησε αυτή την τετραετία ή κάποια προηγούμενη; Μαθαίνουν οι πολιτικοί από τα προηγούμενα λάθη τους ή θα βιώσουμε πάλι τις ίδιες τρικυμίες;

«Μη χείρον, βέλτιστον», είναι η απάντηση για όσους αρνούνται να ψηφίσουν επειδή υποστηρίζουν ότι «είναι όλοι ίδιοι». Σίγουρα, τέλειος Πρωθυπουργός –  εκ του αποτελέσματος – δεν έχει καθίσει ακόμα στο χρυσό θρόνο της Ελλάδας. Ωστόσο, σίγουρα, αν τα ζυγίσουμε, θα αντιληφθούμε πως ακόμη κι αν δεν υπήρξαν όλοι υποδείγματα πολιτικών, κάποιος – κατά τα δικά μας δεδομένα – ήταν λιγότερο καταστροφικός.

Όχι, η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα με καταπληκτική ποιότητα ζωής

Οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όντως, προσφέρουν εξαιρετικές προοπτικές τόσο στους μόνιμους κατοίκους τους, όσο και σε όσους αποφασίζουν να ακολουθήσουν το μονοπάτι της μετανάστευσης. Στην Ελλάδα του σήμερα, όπου η ακρίβεια είναι στα ύψη και οι πολιτικοί προσπαθούν (ανεπιτυχώς) να ρίξουν στάχτη στα μάτια των πολιτών με «καλάθια» και υποτυπώδεις αυξήσεις μισθών – που δεν επαρκούν ούτε στο ελάχιστο για μια αξιοπρεπή διαβίωση, σίγουρα δε μιλάμε για μια καταπληκτική ποιότητα ζωής.

Όταν οι αστυνομικοί χτυπούν βάναυσα διαδηλωτές που φωνάζουν για τις αδικοχαμένες ψυχές στα Τέμπη. Όταν πολυμελείς οικογένειες καταλήγουν στο δρόμο, επειδή αδυνατούν να πληρώσουν το δάνειο του σπιτιού τους. Όταν η εκπαίδευση προέρχεται από προσωπικό με ελλιπή κατάρτιση και αδιαφορία ως προς το ενδιαφέρον των μαθητών, κακογραμμένα σχολικά εγχειρίδια και παράλογα εκτενή ύλη.

Από τη στιγμή που, εν έτει 2023, ακόμα δείχνουμε με το χέρι όποιον ξεφεύγει από τα στερεότυπα που ταλανίζουν την κοινωνία. Εγκληματίες καταδικάζονται και αφήνονται ελεύθεροι. Δεν έχει θεσπιστεί ακόμα η σχετική νομοθεσία για τα ίσα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Οι άνθρωποι εργάζονται εξαντλητικά και αμείβονται με ψίχουλα. Ονειρεύονται να δημιουργήσουν κάτι δικό τους, μα η ζοφερή πραγματικότητα έρχεται και τους χαστουκίζει με δύναμη στο πρόσωπο.

Όχι, σε καμία περίπτωση η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα με καταπληκτική ποιότητα ζωής. Και αυτό πρέπει να αλλάξει το συντομότερο. Δεν επιτρέπεται να μας διακατέχει τέτοια προγονολαγνεία ως σύνολο, αλλά να αφήνουμε διαρκώς καμένη γη στις επόμενες γενιές. Ας σταματήσουμε να περηφανευόμαστε, λοιπόν, τόσο για τους αρχαίους προγόνους μας και ας εστιάσουμε στο να κάνουμε περήφανους τους απογόνους μας.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, καθώς και το προφανές επιχείρημα ότι επιβάλλεται να έχουμε θέση στο ποιος μας κυβερνά – διότι για το βιός μας πρόκειται – είναι επιτακτική ανάγκη να ψηφίσουμε. Κάθε ψήφος είναι εξίσου σημαντική και καθοριστική για το μέλλον μιας ολόκληρης χώρας.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα