Μισό αιώνα από την εξέγερση και το «Εδώ Πολυτεχνείο», θυμόμαστε διαχρονικά τραγούδια που μας συγκινούν και τα έχουμε ταυτίσει με την επέτειο που έχει ριζώσει στην συνείδηση του λαού. Ο αγώνας κατά της Χούντας, το φοιτητικό κίνημα και η τέχνη γίνονται ένα στα τραγούδια αυτά που μας μεταφέρουν ατόφιο το αγωνιστικό κλίμα της εποχής. 

Το Πολυτεχνείο ζει. Οι στίχοι και οι μελωδίες των τραγουδιών μας θυμίζουν την εξέγερση του Πολυτεχνείου πριν 50 χρόνια και ζωντανεύουν τις μνήμες. 

«Αυτό που έκανε το Πολυτεχνείο να ριζώσει στη συνείδηση και άρα να μην αφήσει περιθώρια σε κανέναν να το αμφισβητήσει παρά μόνο σε κάποιους ακροδεξιούς κύκλους, είναι το εξής: Τι αντιπαρέθεσε απέναντι στη δικτατορία το φοιτητικό κίνημα και η κατάληψη του Πολυτεχνείου; Δεν είχαμε αντιπαραθέσει όπλα. Ήταν, λοιπόν, μια ηθικοπολιτική σύγκρουση. Ήταν η έννοια της θυσίας. Δηλαδή το γεγονός ότι εκείνοι οι νέοι πήραν στους ώμους τους όλη τη χώρα. Λειτούργησε και σαν κολυμπήθρα του Σιλωάμ, γιατί πάρα πολύ μεγάλα κομμάτια του λαού μας είχαν ανεχθεί τη χούντα και το δικτατορικό καθεστώς» δηλώνει ο Σταύρος Λυγερός στο Estella

Από «Το Ακορντεόν» όπου «φασιστικά καμιόνια στάθηκαν στη μάντρα και μια ριπή σταμάτησε τ’ ακορντεόν» και το «ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία», μέχρι το «Γελαστό Παιδί», ας ξαναθυμηθούμε τα τραγούδια που έχουμε χιλιοτραγουδήσει και ακούγονται διαχρονικά κάθε χρόνο στις 17 Νοέμβρη

Στο άλμπουμ «Τα τραγούδια του δρόμου» (1974) εμπεριέχεται το αλησμόνητο «Ακορντεόν» σε στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη. Είχε γραφτεί για τη γερμανική κατοχή και ο πρωταρχικός στίχος μιλούσε για «γερμανικά καμιόνια», τα οποία έγιναν «φασιστικά» σε μια εποχή ευαισθητοποίησης κατά της Χούντας.

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε γύρω στο 1965, αλλά η λογοκρισία δεν επέτρεψε να ηχογραφηθεί παρά μόνο μετά τη μεταπολίτευση. Το παρουσίαζε και ο ίδιος ο Μάνος Λοΐζος στις συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη, στις οποίες συμμετείχε μαζί με τον Λεοντή. 

Αρχικά, το τραγούδι αυτό ήταν γνωστό μόνο στις επαναστάσεις της Κρήτης, όπως του Αρκαδίου και της Θέρισου. Ωστόσο, μετά την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα το 1913, άρχισε να χρησιμοποιείται πανελλαδικά, σε διάφορα γεγονότα, από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέχρι και την εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Αυτό το κρητικό ριζίτικο τραγούδι το έχει σημαδέψει με την ερμηνεία του ο Νίκος Ξυλούρης.

Το κομμάτι λέγεται ότι γράφτηκε με μια κιθάρα σε ένα στέκι που μαζεύονταν καλλιτέχνες στο Κολωνάκι και όπως λέει η στιχουργός Κωστούλα Μητροπούλου: «Ξέραμε και δεν ξέραμε τι ακριβώς είχαμε φτιάξει. Μπορεί και να πιστεύαμε πως ήταν ένα τραγούδι δικό μας μόνο, ένα τραγούδι για την αδικημένη, σαστισμένη γενιά μας, που δεν ήξερε τι ήταν ο πόλεμος και που την περίμενε στο δρόμο μια δικτατορία». Ένα τραγούδι για το Πολυτεχνείο.

Η μουσική είναι του Μάνου Λοΐζου και η πρώτη εκτέλεση της Σούλας Μπιρμπίλη.

Τους στίχους έχει γράψει ο μεγάλος ποιητής της Αριστεράς, Γιάννης Ρίτσος και η σύνθεση είναι του Μίκη Θεοδωράκη. Το κομμάτι «Όταν Σφίγγουν το Χέρι» είναι μέρος του άλμπουμ «Ρωμιοσύνη».

Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είχε πει για τη Ρωμιοσύνη: «Ο Θεοδωράκης στις πρώτες πρόβες μού έλεγε: Λίγο αν προσέξεις στις πρόβες, θα τα καταφέρεις, Γρηγόρη. Το έργο αυτό απευθύνεται σε όλους τους Έλληνες. Μιλάει για το τι έχει τραβήξει η Ελλάδα. Τότε που κόβανε στο γόνατο το κριθαρένιο τους καρβέλι, που μπαίνανε στα σίδερα και στη φωτιά, που γέμιζαν τα κανόνια μόνο με την καρδιά τους».

«Το σφαγείο» του Μίκη Θεοδωράκη, γνωστό και ως το «μεσημέρι», είναι μέρος του έργου του άλμπουμ «Τα τραγούδια του Ανδρέα», τα οποία είναι στη μνήμη του αγωνιστή του αντιδικτατορικού αγώνα, Ανδρέα Λεντάκη.

Το κομμάτι αυτό αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα και στα βασανιστήρια που υποβάλλονταν τόσο ο μουσικοσυνθέτης, τον οποίο είχαν τοποθετήσει σε κελί κοντά σε χώρους βασανισμού, όσο και τα βασανιστήρια που είχε υποστεί ο ίδιος ο Ανδρέας Λεντάκης στο κτήριο της Ασφάλειας της Μπουμπουλίνας.

«Το γελαστό παιδί» είναι μελοποιημένο ποίημα του Μπρένταν Μπίαν, τους στίχους του οποίου μετέφρασε ο Βασίλης Ρώτας και τη μουσική έγραψε ο Μίκης Θεοδωράκης. 

Αφηγείται τον θάνατο του Μάικλ Κόλινς, ενός εκ των ηγετών του ΙΡΑ. Το τραγούδι προοριζόταν να πλαισιώσει το θεατρικό έργο του Μπίαν «Ένας όμηρος» που ανέβηκε στο Κυκλικό Θέατρο του Λεωνίδα Τριβιζά την άνοιξη του 1962. Το τραγούδι έγινε γνωστό με την ερμηνεία της Μαρίας Φαραντούρη.

Μετά την πτώση της Χούντας ο στίχος άλλαξε σε «σκοτώσαν οι φασίστες το γελαστό παιδί»

Στις 30 Σεπτεμβρίου του 1974, ο Αντώνης Καλογιάννης συμμετείχε μαζί με μια μεγάλη ομάδα τραγουδιστών και ηθοποιών στη συναυλία που πραγματοποιήθηκε στο Καλλιμάρμαρο για συμπαράσταση στον αγώνα των Κυπρίων. Εκεί τραγούδησε και το «Είμαστε δυο» από «Τα τραγούδια του Ανδρέα» του Μίκη Θεοδωράκη.

Από το άλμπουμ «Τα τραγούδια του δρόμου» του Μάνου Λοΐζου σε στίχους Κωστούλας Μητροπούλου.

Στον στίχο «Το εμβατήριο που του ‘μαθαν να λέει, είναι μονότονο και του ‘ρχεται να κλαίει» θα έλεγε κανονικά το «φασιστικό», όμως επειδή το τραγούδι γράφτηκε επί δικτατορίας και υπήρχε λογοκρισία, η στιχουργός αναγκάστηκε να το διορθώσει και να το κάνει «μονότονο».

Το κομμάτι εντούτοις δεν πήρε άδεια εεπειδή λογοκρίθηκε και δεν βγήκε σε δίσκο μαζί με το «Δρόμο» τις χρονιές ’64 – ’65.

Η μουσική είναι του Σταύρου Ξαρχάκου και οι στίχοι του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Ανέβηκε πρώτη φορά στο θεατρικό έργο «Το Μεγάλο μας τσίρκο», τον Ιούνιο του 1973 στο θέατρο Αθήναιον, με πρωταγωνιστές τη Τζένη Καρέζη, τον Κώστα Καζάκο, τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο, τον Χρήστο Καλαβρούζο και τον Τίμο Περλέγκα.

Ερμηνευτής των τραγουδιών ο Νίκος Ξυλούρης. Οι παραστάσεις διακόπηκαν βίαια από τη Χούντα τον Οκτώβριο του 1973, λίγο πριν την εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Ανέβηκε όμως ξανά το καλοκαίρι του 1974, με την προσθήκη του τραγουδιού «Το προσκύνημα» στο φινάλε, το οποίο αφιερώθηκε στους νεκρούς της νύχτας του Πολυτεχνείου.

Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό τραγούδι για το Πολυτεχνείο, τη μουσική και ερμηνεία του οποίου έχει αναλάβει ο Μίκης Θεοδωράκης, με τη συνοδεία της Μαρίας Φαραντούρη. Οι στίχοι είναι γραμμένοι από τον Αλέκο Παναγούλη.

Λένε ότι το έγραψε ο Παναγούλης στις φυλακές του Μπογιατίου, όπου βρισκόταν και βασανιζόταν καθημερινά για την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου το 1968. Συμπεριλαμβάνεται στον δίσκο «Τραγούδια του Αγώνα».

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα