Ήταν 20 χρονών, σπούδαζε Μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και παράλληλα, συντόνιζε την εξέγερση μέσα από το Πολυτεχνείο. Ο Σταύρος Λυγερός, δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου «Η εξέγερση του Πολυτεχνείου – Μια ξεχασμένη κατάθεση», μιλά για την εμπειρία του εκείνες τις μέρες, ως μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής στην εξέγερση και ως ένας από τους πρωτεργάτες της κατάληψης.

«Η εξέγερση ήταν μία συλλογική εκτόξευση στον ουρανό της ανιδιοτέλειας, ένας πρωτοφανής οργασμός δημιουργίας, μία έμπρακτη υπέρβαση της αλλοτρίωσης και το ουσιαστικότερο μάθημα Πολιτικής και Ηθικής που θα μπορούσε να πάρει μία γενιά. Στις τρεις εκείνες ημέρες του Νοέμβρη, ο χρόνος απόκτησε μία αφάνταστη πυκνότητα, ενηλικιώνοντας ανήλικους και ενήλικες», γράφει ο Σταύρος Λυγερός

«Η περιβόητη “γενιά του Πολυτεχνείου”, άλλωστε, δεν είναι μόνο όσοι το 1974 επιβιβάσθηκαν στα τρένα των κομμάτων και στη συνέχεια εισήλθαν, περισσότερο ή λιγότερο, στον αστερισμό της επωνυμίας. Είναι κυρίως οι άλλοι, που προτίμησαν το κυνήγι της ουτοπίας, αρνούμενοι τη μίζερη ασφάλεια των μηχανισμών. Είναι όλοι εκείνοι, που γνωρίζοντας την εκτυφλωτική διαύγεια της με προσωπικό κόστος και χωρίς την προσδοκία ανταλλάγματος πολιτικής πράξης, δεν άντεξαν το συγχρωτισμό με το θαμπό παιχνίδι του ποικιλόχρωμου πολιτικαντισμού. Είναι όλοι εκείνοι, που βυθίσθηκαν στην επώδυνη κρίση της αμφισβήτησης, προτιμώντας την περιπέτεια της μοναχικής διαδρομής, που τους έβγαλε στις πιο διαφορετικές ακτές. Είναι όλοι εκείνοι, που με ειρωνική μελαγχολία θα διαβάσουν αυτές τις γραμμές και θα παρακολουθήσουν τις βαρετές επετειακές εκπομπές. Ας είναι επιεικείς».

Το βιβλίο του είχε πρωτοεκδοθεί το 1977, μόλις μια τετραετία μετά την 17η Νοεμβρίου που χαράχτηκε βαθιά στην συνείδηση του ελληνικού λαού. Σήμερα, κυκλοφορεί ξανά από τις εκδόσεις Πατάκη και περιλαμβάνει 50 προσωπικά βιώματα που ενθέτει ο Σταύρος Λυγερός για την συμμετοχή του στη λαϊκή εξέγερση.

Θεωρούσα πως ό,τι είχα να πω, το είχα πει. Μεταπείστηκα, όχι μόνο επειδή κάτι φίλοι με πίεσαν, αλλά διότι κυκλοφόρησαν και κάποια βιβλία, τα οποία θα έλεγα ότι είναι αναντίστοιχα με τα γεγονότα. Αυτό το βιβλίο δεν είναι μόνο μια μεταγραφή από την έκδοση του 1977, έχουν προστεθεί πολλά πράγματα, που δεν έχουν όμως να κάνουν με τα γεγονότα αυτά και αυτά. Δηλαδή, έχω παραθέσει μέσα στη ροή της ανάλυσης του φοιτητικού κινήματος, που ξεκίνησε το 1972 με τις προσφυγές στα πρωτοδικεία για ελεύθερες εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους και κατέληξε το 1973 στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Πρόσθεσα περίπου 50 βιωματικά στοιχεία, από τα πολλά που είχα ζήσει, για να δώσω στο σημερινό αναγνώστη το κλίμα της εποχής. Γιατί το κλίμα της εποχής για εμάς τότε ήταν δεδομένο, γνωστό, αυτονόητο. Αλλά δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι το κατανοεί όλος ο κόσμος.

Ο λόγος που το έκανα, για να έρθουμε στην ουσία, είναι ότι από το 1977 που έχει εκδοθεί, εδώ και πολλές δεκαετίες δηλαδή, δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν. Αναφέρονται τα γεγονότα. Τα γεγονότα έχουν σημασία. Δεν τα αμφισβήτησε ποτέ κανείς και έχουν περάσει από τότε 46 χρόνια. Άρα, έχει ένα τεκμήριο αξιοπιστίας. Οι πρωταγωνιστές, τότε που ήταν και πολύ φρέσκα τα γεγονότα, θα μπορούσαν να τα είχαν αμφισβητήσει. Γιατί έχει συμβεί αλλοίωση της πραγματικότητας στις δεκαετίες που πέρασαν, σε πολύ μεγάλο βαθμό. Πολλοί έγραψαν και είπαν πράγματα που δεν έχουν μεγάλη σχέση με την πραγματικότητα. Είχε βγει μάλιστα ένα βιβλίο μυθοπλασίας που αλλοιώνει τα πραγματικά γεγονότα και ένας φίλος μου έλεγε «αυτό θα μείνει στην ιστορία». Αυτός ήταν ένας λόγος που με έκανε να αλλάξω γνώμη.

Πρέπει να να δούμε πρώτα τι αμφισβητείται. Το ότι συνέβη η εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν είναι ένα μύθος που μπορείς να κατασκευάσεις έτσι απλά. Υπάρχουν φιλμ, φωτογραφίες, μαρτυρίες, όλα αυτά που δεν έχουν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης. Κάποιοι είπαν ότι έγινε η εξέγερση, αλλά δεν υπήρξαν νεκροί. Αυτό το λένε κάποιοι ακροδεξιοί. Υπάρχουν έγγραφα του Αρείου Πάγου, με τα ονόματα και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες σκοτώθηκαν αυτοί ο άνθρωποι, καθώς και κάποιοι άλλοι που δεν μπορούσε να καθοριστεί ότι ο θάνατός τους προέκυψε για λόγους που είχαν να κάνουν με την εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Κάποιοι είπαν ότι δεν υπήρχαν νεκροί μέσα στο Πολυτεχνείο. Κι αυτό είναι ψεύδος, αν και η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι νεκροί είναι έξω από το Πολυτεχνείο. Οι ευρισκόμενοι μέσα στο Πολυτεχνείο δέχονταν πυρά από ελεύθερους σκοπευτές που ήταν στο γειτονικό ξενοδοχείο Ακροπόλ και όχι μόνο. Είχαμε πολλούς τραυματίες. Ήταν δύο νοσοκομειακές αίθουσες γεμάτες μέσα στην σχολή Αρχιτεκτονικής. Κάποιοι από αυτούς είχαν πάει στο νοσοκομείο πέθαναν αργότερα. Αλλά δεν έχει σημασία να κάνουμε διαχωρισμό εντός και εκτός Πολυτεχνείου. 

Όταν τα άρματα μάχης, τα τανκς κατέβηκαν από το Γουδί που ήταν η βάση τους τότε και εμφανίστηκαν στον κόμβο Λεωφόρου Αλεξάνδρας και Κηφισίας, για να φτάσουν στο Πολυτεχνείο, χρειάστηκαν τρεις ώρες. Γιατί έπρεπε να διασχίσουν ένα δρόμο γεμάτο με οδοφράγματα και διαμαρτυρίες. Λοιπόν, πάρα πολλοί σκοτώθηκαν εκτός.

Αυτό που ακούω περισσότερο είναι ότι το Πολυτεχνείο φταίει για ό,τι συνέβη στην Ελλάδα μετά, στις δεκαετίες που ακολούθησαν. Το Πολυτεχνείο είναι πράγματι η πράξη που έθεσε το διδακτορικό καθεστώς σε τροχιά κατάρρευσης. Δυστυχώς, κατέρρευσε προκαλώντας τις τραγωδίες του ξέρουμε, τους νεκρούς, το Πραξικόπημα στην Κύπρο. Αλλά το Πολυτεχνείο δεν ευθύνεται για το τι ακολούθησε. Αυτό που ακολούθησε ήταν μια κοινοβουλευτική δημοκρατία, με ελεύθερες εκλογές. Με πολλά κουσούρια, πράγματι. Αλλά για τα κουσούρια δεν ευθύνεται η εξέγερση.

Αναρωτιέμαι και θέτω το ερώτημα σε όσους με πολύ μεγάλη επιπολαιότητα αποδίδουν ευθύνες στο Πολυτεχνείο, έτσι για κάποιο λόγο, ψυχολογικό μάλλον, να μου πουν: πόσοι πρωθυπουργοί στις κυβερνήσεις που ακολούθησαν από το 1974 μέχρι σήμερα, ανήκουν στη γενιά του Πολυτεχνείου; Κάποιοι έγιναν υπουργοί από εκείνους. Κάποιοι δημοσιογράφοι, όπως εγώ. Όμως στην θέση αυτού που λέμε κυβερνήτη, δηλαδή ο άνθρωπος, ο οποίος πραγματικά χαράζει γραμμές για το πώς θα πάει η χώρα, δεν είχαμε κανέναν.

Πήγαμε από τη γενιά του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στη γενιά του Ανδρέα Παπανδρέου. Μετά, περάσαμε στον Κώστα Σημίτη, φτάσαμε στον Κώστα Καραμανλή, άλλη γενιά, στον Γιώργο Παπανδρέου, στον Αντώνη Σαμαρά και στον Αλέξη Τσίπρα και τώρα, στη γενιά του Μητσοτάκη. Βλέπετε να υπάρχει κάποιος πρωθυπουργός από αυτούς που έπαιξαν ένα κεντρικό ρόλο στην εξέγερση του Πολυτεχνείου; Εγώ δεν βλέπω. 

Από αυτό που ονομάζουμε «γενιά του Πολυτεχνείου», μη νομίζετε, αυτοί που τράβηξαν το κάρο μπροστά, ήταν μερικές χιλιάδες. Κάποιοι έβλεπαν με συμπάθεια το φοιτητικό κίνημα ενάντια στην δικτατορία. Το υποστήριζαν, αλλά δεν έβαζαν πλάτες. Δεν διακινδύνευαν. Γιατί τότε, το να διαδηλώσεις, το να συμμετέχεις στο φοιτητικό κίνημα της εποχής, έβαζες τον εαυτό σου σε κίνδυνο. Σε βασανιστήρια, ταλαιπωρίες κ.λπ. Εμένα με διέγραψαν από το Πανεπιστήμιο. Όχι μόνο εμένα και άλλους. 

Αυτή είναι μια ερώτηση που μου αρέσει. Γιατί όλα αυτά τα χρόνια, εδώ και μισό αιώνα, έχουν γραφτεί πάρα πολλά και έχουν γραφτεί επίσης πολλά για την πολιτική. Ελάχιστα, έως τίποτα δεν έχει γραφτεί, με εξαίρεση το βιβλίο μου που είναι γραμμένο το 1977, που να αναφέρεται στην εσωτερική πτυχή του φοιτητικού κινήματος. Όλοι βλέπουμε την εξωτερική πτυχή, ότι όλοι οι νέοι κινητοποιήθηκαν, κατέλαβαν το Πολυτεχνείο, συγκρούστηκαν με την δικτατορία για Ελευθερία και Δημοκρατία. Κι αυτό είναι υπαρκτό και αληθινό.

Όμως, παράλληλα, υπήρχε μια εσωτερική, ας το πούμε, πάλη πολιτικών επιλογών και πολιτικών γραμμών, για το πώς θα κινηθεί το φοιτητικό κίνημα. Το βιβλίο μου δίνει έμφαση σε αυτό και είναι ίσως το μόνο που βλέπει τα γεγονότα και μέσα από αυτή την οπτική. Αυτό, πιστεύω, είναι ό,τι χρειάζεται για την ιστορική αλήθεια. Πέρα και έξω από αυτό που θα πούμε σε κάποιους μαθητές του σχολείου, η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Έχει και μελανά σημεία. Ναι μεν δεν έχει πολύ νόημα να τα πεις σε ένα παιδί 12, 14, 15 χρονών, αλλά για την ιστορία πρέπει να είναι καταγραμμένο.

Λόγω της πίεσης του φοιτητικού κινήματος, μετά τις καταλήψεις στις αρχές του 1973, το δικτατορικό καθεστώς υποχρεώθηκε να κάνει κάτι για να αντιμετωπίσει την πίεση που υφίστατο από τον κόσμο. Αυτό που έκανε ο δικτάτορας Παπαδόπουλος ήταν να κηρύξει ένα δημοψήφισμα, το οποίο ήταν νόθο, γιατί δεν μπορούσε να είναι ελεύθερο, το οποίο κατήργησε την βασιλεία. Ο βασιλιάς είχε εξοριστεί και κηρύχθηκε δημοκρατία. Όταν λέω δημοκρατία όμως, εννοώ αβασίλευτο καθεστώς, με αυτήν την έννοια. Γίνεται δημοψήφισμα νόθο και βγαίνει με τεράστιο ποσοστό, πρόεδρος της δημοκρατίας, με θητεία 8 ετών και με υπερ-υπερ-υπερ-υπερ-εξουσίες. Βεβαίως, δρομολόγησε τη δημιουργία μιας κυβέρνησης, με τον Μαρκεζίνη, με σκοπό να προκηρύξει εκλογές.

Ήταν ο μεγάλος ελιγμός νομιμοποίησης του καθεστώτος με σκοπό την διαιώνισή του. 

Ακόμα και αν γινόντουσαν εκλογές, αν τα πράγματα είχαν εξελιχθεί ομαλά. Ακόμα και αν ήταν ελεύθερες εκλογές και εκλεγόταν μια κυβέρνηση, αυτή η κυβέρνηση, λόγω των υπερ-εξουσιών του προέδρου Παπαδόπουλου, δεν θα είχε σχεδόν κανένα περιθώριο να κινηθεί ελεύθερα. Ήταν ναρκοθετημένο το έδαφος. Δηλαδή, αν εμείς δεν είχαμε τινάξει στον αέρα με την εξέγερση, εκείνο τον ελιγμό νομιμοποίησης, αυτό που θα είχε συμβεί θα ήταν η Ελλάδα να μην έχει πραγματικό και ελεύθερο δημοκρατικό καθεστώς, πραγματικό κοινοβουλευτισμό. Θα είχαμε ένα κηδεμονευόμενο και ακρωτηριασμένο κοινοβουλευτισμό, κάτι σαν αυτό που έγινε στη Χιλή. 

Να θυμίσω ότι στη Χιλή, ο στρατηγός Αουγκούστο Πινοσέτ που ανέτρεψε τον αριστερό και δημοκρατικά εκλεγμένο πρωθυπουργό και πρόεδρο της χώρας Αλιέντε, το 1973, ξέρετε πόσο έμεινε στην εξουσία; Πέθανε στο κρεβάτι του, δεν πήγε ποτέ φυλακή και έμεινε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην εξουσία μέχρι το 1998. Δηλαδή, 25 χρόνια. Το λέω γιατί κάτι τέτοιο ουσιαστικά είχε δρομολογήσει ο Παπαδόπουλος και κάτι τέτοιο περίπου θα είχαμε κι εμείς, αν η νεολαία δεν έκανε την εξέγερση του Πολυτεχνείου, τινάζοντας στον αέρα αυτόν τον ελιγμό νομιμοποίησης.

Κι όταν λέω «τινάζοντας στον αέρα», μη φανταστείτε ότι είχαμε εκρηκτικά ή όπλα. Δεν ήταν μία στρατιωτική μάχη. Δεν ήταν από τη μία πλευρά ο στρατός και από την άλλη πλευρά, κάποιοι αντάρτες με όπλα. Ήμασταν άοπλοι, παντελώς και άρα, η σύγκρουση ήταν σε ένα ηθικοπολιτικό επίπεδο.

Είναι ενδιαφέρον, γιατί πράγματι το Πολυτεχνείο ρίζωσε στη συνείδηση του ελληνικού λαού. Ορισμένοι στην Αριστερά θεωρούν ότι το Πολυτεχνείο είναι δικό τους. Και κάποιοι στην Δεξιά, έστω κι αν δεν μπορούν να το πουν ευθέως, θεωρούν ότι «δεν μας πολυαρέσει, γιατί είναι αριστερό πράγμα αυτό». Η πραγματικότητα είναι ότι ναι, οι περισσότεροι οι οποίοι συμμετείχαν στην πρωτοπορία, ήταν αριστερόστροφοι. Αυτό όμως δεν σημαίνει τίποτα.

Δεν υπάρχει σε αυτήν την εξέγερση κάτι που να δικαιολογεί τη μονοπώληση του Πολυτεχνείου από την Αριστερά ή από οποιοδήποτε άλλο κόμμα. Είχε ένα χαρακτήρα αντιδικτατορικό, ριζοσπαστικό, με την έννοια της κοινωνικοποίησης του λαού και με προσδοκίες για αξίες, όπως η ελευθερία, η δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη. Αλλά όχι με την έννοια ότι είναι ένα κομμουνιστικό ή δεξιό κίνημα. Υπάρχουν οι αξίες που το όρισαν και με αυτήν την έννοια, δεν μπορεί να το οικειοποιηθεί καμία παράταξη.

Αυτό που έκανε το Πολυτεχνείο να ριζώσει στη συνείδηση και άρα να μην αφήσει περιθώρια σε κανέναν να το αμφισβητήσει παρά μόνο σε κάποιους ακροδεξιούς κύκλους, είναι το εξής: Τι αντιπαρέθεσε απέναντι στη δικτατορία το φοιτητικό κίνημα και η κατάληψη του Πολυτεχνείου; Δεν είχαμε αντιπαραθέσει όπλα. Ήταν, λοιπόν, μια ηθικοπολιτική σύγκρουση. Ήταν η έννοια της θυσίας. Δηλαδή το γεγονός ότι εκείνοι οι νέοι πήραν στους ώμους τους όλη τη χώρα. Λειτούργησε και σαν κολυμπήθρα του Σιλωάμ, γιατί πάρα πολύ μεγάλα κομμάτια του λαού μας είχαν ανεχθεί τη χούντα και το δικτατορικό καθεστώς. 

Το Πολυτεχνείο λοιπόν λειτούργησε σαν κολυμπήθρα του Σιλωάμ. Τους έκανε να ξεπλυθούν από τη στάση ανοχής που είχαν κατά τη διάρκεια της χούντας. Κάποιοι την υποστήριζαν κιόλας, οι περισσότεροι όμως την ανέχτηκαν. Εκείνες τις ώρες, όταν είχαμε απέναντί μας το τανκ, τους καταδρομείς κλπ, οι περισσότεροι από εμάς θεωρούσαμε ότι θα αφήσουμε τα κοκαλάκια μας εκεί. Αυτό ήταν ακριβώς το στοιχείο που κινητοποίησε και τον λαό να γεμίσει όλους τους δρόμους γύρω από τον Πολυτεχνείο.

Μέσα ήταν ασφυκτικά, ήμασταν 30.000 άνθρωποι. Έξω ήταν 400 χιλιάδες ή δεν ξέρει κανείς πόσοι και μάλιστα σε συνθήκες που πράγματι ήταν επικίνδυνες. Για αυτό είχαμε και τόσους νεκρούς έξω.

Πράγματι, από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, έχουμε μία έκρηξη πολιτιστική. Οι νέοι φοιτητές δεν πηγαίναμε μόνο στα αμφιθέατρα και στα εργαστήρια, αλλά πηγαίναμε να δούμε πρωτοποριακό σινεμά στην Αλκυονίδα και στους κινηματογράφους που έφερναν έργα της πρωτοπορίας. Πηγαίναμε σε θεατρικές παραστάσεις. Διαβάζαμε βιβλία και παρακολουθούσαμε τις εκδόσεις, οι οποίες πολλαπλασιάζονταν, με ρυθμό πολυβόλου πραγματικά και έβγαζαν βιβλία και για αριστερή φιλολογία και ιστορικά.

Όλα αυτά διαμόρφωσαν τη συνείδηση εκείνης της γενιάς. Αυτή είναι η πολιτιστική έκρηξη, η οποία είναι πολύ δύσκολο να γίνει σήμερα κατανοητή. Υπήρχε τηλεόραση, αλλά δεν ήταν πειστική για τους νέους. Δεν υπήρχαν τα social media, δεν υπήρχαν ραδιόφωνα που να είναι προοδευτικά. Δεν υπήρχαν διέξοδοι άλλοι. Όλοι η δίψα για κάτι καινούργιο, διαμορφώθηκε στην παιδεία, στις θεατρικές παραστάσεις, το σινεμά, τις μπουάτ και τη μουσική. Δηλαδή, πολιτισμός.

Εκεί χτίστηκαν και σχέσεις που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη συνέχεια. Δηλαδή, διαμόρφωσαν φιλίες, παρέες, οι οποίες ήταν μια βάση για το φοιτητικό κίνημα. Δηλαδή, γνώριζες τον άλλον κάποια χρόνια, έκανες συζητήσεις που σε πρώτη φάση αφορούσαν την τέχνη, το σινεμά, το θέατρο κλπ., αλλά σταδιακά έμπαιναν στα ιδεολογικά και πολιτικά ζητήματα. 

Δεν μπορώ να διαλέξω. Ίσως αυτά που δεν έχω βάλει. Γιατί ανέβαζα όσα μπόρεσα να θυμηθώ. Δεν ήθελα να δώσω ένα ηρωικό χαρακτήρα σε αυτά. Πολλά είναι και πολύ αστεία, μάλιστα. Γιατί το επέλεξα. Δεν ήθελα δηλαδή να περιγράψω κάτι που θα αναδεικνύει τον υποτιθέμενο ηρωισμό μου. Μου φαίνεται ότι η έννοια του ηρωισμού στην πραγματικότητα δεν υφίσταται αφ εαυτής. Δηλαδή, κάνεις ό,τι κάνεις, μέσα σε ένα πλαίσιο, μέσα σε ένα κλίμα.

Μη νομίζετε, οι περισσότεροι από εμάς δεν ήμασταν ατρόμητοι. Ήμασταν νέοι, με τους φόβους μας. Με τις ανησυχίες μας. Με τα προβλήματά μας. Με όλα αυτά που πάντα υπάρχουν. Απλά οι συνθήκες ήθελαν να παίξεις ένα ρόλο εκεί και να συμμετέχεις και να παίξεις και τη ζωή σου εκεί. Και τα αποδέχεσαι.

Αυτή η υπόθεση είναι από τα πολύ μελάνα σημεία του φοιτητικού κινήματος. Γιατί η Πανσπουδαστική Νο. 8, το φύλλο που έβγαζε η φοιτητική οργάνωση του ΚΚΕ σε συνθήκες βαθιάς παρανομίας. Όλοι μας ήμασταν στις τρύπες μας, κρυβόμασταν και όσοι πιάστηκαν, υπέστησαν εκ νέου βασανιστήρια. Πρέπει να σας πω ότι ο Μαυρογένης βρισκόταν στα βουνά της Κρήτης και τον εμφάνισαν ως χαφιέ της ασφάλειας, ως τρομοκράτη.

Μάλιστα, στην διαδήλωση που κάναμε από τη Νομική, όπου είχαμε μια συγκέντρωση το πρωί της Τετάρτης 14 Νοεμβρίου (σ.σ.: η πρώτη μέρα της εξέγερσης) προς το πολυτεχνείο, γιατί μάθαμε ότι γίνονταν επεισόδια. Έγραψε τότε η Πανσπουδαστική ότι ήταν μια «πορεία 300 χουντικών προβοκατόρων». Αυτό είναι από τις χυδαίες παραχαράξεις και βρωμιές, τις οποίες δυστυχώς το ΚΚΕ δεν το έχει ανασκευάσει. 50 χρόνια μετά κάνει τουμπεκί ψιλοκομμένο. Όταν αρχίζει η συζήτηση, δεν μιλάει. Προφανώς γιατί η συζήτηση είναι πολύ βαριά για αυτό το ηθικό έλεγμα. 

Για τον Μαυρογένη, τον οποίο όλοι υποστήριξαν, όταν έπεσε η δικτατορία, έκαναν μια ανακοίνωση και αργότερα και στελέχη που ήταν στα φοιτητικά του ΚΚΕ, κατήγγειλαν την συκοφαντία του. Κι εγώ αναφέρομαι γιατί είναι το μελανότερο κομμάτι εκείνης της περιόδου.

Κάθε επέτειος είναι ένα αφυδατωμένο αντίτυπο του πραγματικού γεγονότος. Από την άλλη δεν μπορείς να πεις όχι στην επέτειο. Γιατί η επέτειος θυμίζει πράγματα, άρα είναι θετικό πράγμα. Τώρα, είναι αναντίστοιχο το φετινό; Ναι, δεν πρωτεύει μια πρωτοβουλία για τα 50 χρόνια από τους παλιούς, όσους είναι εν ζωή. Υπογράφτηκε ένα κείμενο. Θα μου πείτε, θα μπορούσαμε να κάνουμε περισσότερα πράγματα; Ναι, θα μπορούσαμε. Δεν είναι τυχαίο ότι η τέχνη δεν έχει ασχοληθεί πολύ με το Πολυτεχνείο. Δεν έχουμε δει μυθιστορήματα. Δεν έχουμε δει ταινίες για το Πολυτεχνείο.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα