Ο δρόμος έχει τη δική του ιστορία. 

Εκεί γεννιούνται όλα, εκεί ζούμε κι εμπνεόμαστε. Τι γίνεται άραγε όταν οι ιστορίες του, συναντούν την τέχνη; 

Η απάντηση είναι μια και μόνο λέξη. 

Επανάσταση. Ο συνδυασμός αυτός είναι ικανός να εγείρει το πάθος, τον ξεσηκωμό, τον προβληματισμό. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το τραγούδι κατά της έμφυλης βίας που τραγούδησαν μετά μουσικής οι μαθήτριες από το Ίλιον, πριν την πορεία με αφορμή την ημέρα της Γυναίκας.

Viral μέσα σε λίγα λεπτά. Αναρωτήθηκε κάνεις, όμως, γιατί; Πολύ απλά γιατί γεννήθηκε στο δρόμο, απευθύνθηκε σε όλους, τραγουδήθηκε από όλους, για όλους. Γιατί εξέφρασε, γιατί ύψωσε ανάστημα. Χωρίς εισιτήριο, χωρίς vip θέσεις, χωρίς dress code. 

Όλο το παραπάνω ενσαρκώνει την ουσία της τέχνης του δρόμου. Γεννά την αισιοδοξία, εκφράζει τα συναισθήματα και εμπνέει.

Από εκεί ξεκινούν η επανάσταση και η αφύπνιση. Εκεί βρίσκεται η έμπνευση, η έκφραση, η δημιουργία, το μοίρασμα. 

Κάποιοι ρομαντικοί, οπλισμένοι με σπρέι, πινέλα, μουσικά όργανα και θάρρος, βγαίνουν στους δρόμους και σκορπούν ένα μήνυμα, μια αισιοδοξία, ένα έναυσμα. Χορεύουν, τραγουδούν, ζωγραφίζουν τη ζωή. Τη ζωή όπως την ξεχάσαμε, τη ζωή όπως θα έπρεπε να είναι. 

Όταν οι ιστορικοί αναζητούν το πνεύμα και το χρώμα μιας εποχής, τις αντιλήψεις και τη νοοτροπία, πρώτα ξεκινούν από την τέχνη. Εκεί βρίσκουν τον παλμό της εκάστοτε κοινωνίας και την αυθεντική καταγραφή. 

Οι δρόμοι τριγύρω είναι γεμάτοι μηνύματα, ζωγραφιές, σκέψεις. 

Τί αναδεικνύουν άραγε για τη δική μας εποχή; Υπάρχει φωνή εκεί έξω που ακούγεται; 

Η απάντηση έρχεται από ένα όνομα. Banksy. Ακόμη κι αν δε σου θυμίζει κάτι, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ένα από τα έργα του να βρίσκεται σε αφίσα στο δωμάτιό σου ή ακόμη και screensaver στο κινητό σου.

Ένας σύγχρονος επαναστάτης, του οποίου η ταυτότητα παραμένει επιμελώς άγνωστη, με φήμες, συνωμοσίες και έρευνες να προσπαθούν να σπάσουν την ανωνυμία του, που ασκεί κριτική και αντιστέκεται, ζωγραφίζοντας στους δρόμους και αρνούμενος να εισπράξει τους καρπούς της τεράστιας πλέον φήμης του. 

Όλοι περιμένουν πώς και πώς ένα επόμενο έργο του και οι φήμες πως ορισμένα από αυτά έχουν πωληθεί σε δημοπρασίες έναντι πολλών εκατομμυρίων, παραμένουν ανεπιβεβαίωτες, ενώ ο ίδιος τις αρνείται. Η οξεία κριτική που δέχεται για τα νοήματα που εμπεριέχουν τα γκραφίτι του εξακολουθούν, καθώς και οι κατηγορίες για βανδαλισμό, χωρίς να τον σταματούν από το να ζητά ειρήνη και ελευθερία μέσα από αυτά.

Ο έντονος αυτός καλλιτέχνης μετράει ήδη 30 χρόνια παρουσίας στους δρόμους με έργα του να έχουν καταστραφεί, κατεδαφιστεί, αποκολληθεί από τοίχους για έκθεση και με την επιρροή του να μη λέει να δείξει σημάδια εξασθένισης. 

Σκέφτεται “έξω από το κουτί” και ο αναρχικός τρόπος δράσης του, εκφράζει το θάρρος που θέλουμε όλοι να βρούμε μέσα μας αλλά και το αίσθημα διαμαρτυρίας που μας κατακλύζει από όλες τις αδικίες, τις οποίες και κατακερματίζει με ένα και μόνο έργο του. Παίρνει ξεκάθαρη θέση σε ζητήματα που αφορούν ολόκληρη την κοινωνία επιλέγοντας πάντα το μέρος την αλήθειας. 

https://www.tiktok.com/@.samboyart/video/6999766294027439366?q=bansky&t=1683106293804

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το έργο του «Napalm».

Ένα έργο – γροθιά στην κουλτούρα του πολέμου και του καπιταλισμού, μια δήλωση ενάντια στην ταλαιπωρία των παιδιών από τα δεινά του κόσμου μας. Επαναφέρει τη βραβευμένη με Pulitzer εικόνα της Phan Thi Kim Phuc, που απαθανατίζει ένα 9χρονο κορίτσι να τρέχει γυμνό και τρομοκρατημένο από την πόλη Trang Bang μετά από βομβαρδισμό της, προσθέτοντας δίπλα του δύο από τα πλέον αναγνωρίσιμα πρόσωπα της αμερικανικής κουλτούρας.

Τον κλόουν των McDonald’s, πάντα χαμογελαστό και τον Mickey Mouse πάντα έτοιμο για το επόμενο θαύμα. Τα δύο αυτά παντοδύναμα πρόσωπα μοιάζουν να αδιαφορούν πλήρως για τον πόνο του μικρού κοριτσιού, στο οποίο ουσιαστικά απευθύνονται. 

Την ίδια αγανάκτησή του για τον πόλεμο και τη βία παρουσιάζει και μέσα από το «Love is in the air», όπου παρουσιάζει μια φιγούρα σε θέση επίθεσης να εκτοξεύει λουλούδια αντί για όπλα και χειροβομβίδες. 

Ειρήνη αντί για πόλεμο λοιπόν και αγάπη αντί για μίσος, με το «Kissing Coppers» να παρουσιάζει δύο αστυνομικούς να φιλιούνται σε μια γειτονιά του Μπράιτον. Μια περιοχή με τη μεγαλύτερη γιορτή υπερηφάνειας του Ηνωμένου Βασιλείου και ευρέως γνωστή για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητά της.

Όλα τα παραπάνω και αμέτρητα άλλα, γεμίζουν δρόμους και τοίχους εμπεριέχοντας νοήματα βαθειά, τρομακτικά και αφυπνιστικά όσο λίγα. Όλα αυτά κρυφά, ανώνυμα, κάποια νύχτα μακριά από αδιάκριτα βλέμματα, σε ξένες ιδιοκτησίες και δημόσιους τοίχους. 

Είναι τελικά βανδαλισμός ή τέχνη και μορφή έκφρασης; 

Είναι το street art κάτι που εμφανίστηκε ξαφνικά; Είναι η ανάγκη του ανθρώπου να αποτυπώνει σε τοίχους προβληματισμούς, εναντίωση και συναισθήματα ένα φαινόμενο της εποχής μας ή προϋπήρχε; Είναι, τελικά, ο Banksy βάνδαλος κι εκπροσωπεί μια υποκουλτούρα που ενθαρρύνει την επανάσταση ή ένας σύγχρονος καλλιτέχνης που αποτυπώνει την  αγανάκτηση μιας ολόκληρης γενιάς;

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. 

Ο όρος “graffiti” χρησιμοποιήθηκε τον 16ο αιώνα για να περιγράψει σκαλισμένα μοτίβα σε προσόψεις σπιτιών κατά την περίοδο της Αναγέννησης και είναι ιταλικής προέλευσης, καθώς έρχεται από τη λέξη “graffiato” που σημαίνει “γρατζουνισμένος”. 

Συνήθιζε να χρησιμοποιείται από αρχαιολόγους κατά τη διάρκεια των μελετών τους σε σπηλιές για τις τοιχογραφίες που ανέλυαν. Τέτοιου είδους ευρήματα είναι ευρέως γνωστά όπως αυτά που προέκυψαν από τοίχους της Πομπηίας, οι οποίοι ήταν γεμάτοι με μηνύματα μιας άλλης εποχής. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι τοίχοι γέμισαν με αντιφασιστικά συνθήματα. 

Κατά τη διάρκεια των 60’s στη Νέα Υόρκη, ακτιβιστές, συμμορίες κι επαναστάτες του δρόμου χρησιμοποίησαν το γκραφίτι για να τοποθετηθούν. Πιο ισχυρά, το κίνημα άνθισε στη Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών και στην Πενσυλβάνια.

Οι New York Times μάλιστα, στην πρώτη κιόλας σελίδα τους, αναφέρονται στους νέους καλλιτέχνες του δρόμου που ξεκινούσαν να εμφανίζονται και συγκεκριμένα στον TAKI 183, εδραιώνοντας έτσι περισσότερο την παρουσία τους. Ο ΤΑΚΙ 183 είναι ο πρώτος καλλιτέχνης γκραφίτι που αναφέρθηκε ποτέ επίσημα, με το ψευδώνυμό του να βγαίνει από το «Dimitraki», καθώς είναι ελληνοαμερικανικής καταγωγής. 

Ακόμη πιο επαναστατική χροιά παίρνει η συγκεκριμένη κουλτούρα όταν αργότερα, το 1989, πριν την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, διαδηλωτές το γέμισαν ολόκληρο με συνθήματα.

Το γκραφίτι επίσης συνδέεται πολύ άμεσα με την κουλτούρα της Hip Hop μουσικής, γνωστής τόσο για τον αντισυμβατικό, επαναστατικό και απελευθερωτικό της χαρακτήρα, αλλά και για την ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής και των προβλημάτων της. Η έντονη επιρροή και απήχησή της, απογείωσαν το graffiti, με όλο και περισσότερους καλλιτέχνες να παίρνουν τα σπρέι στα χέρια. 

Όπως όλα έτσι και αυτό, έγειρε έντονα τη συζήτηση γύρω από την ορθότητά του και την αποδοχή του από την ευρύτερη κοινή γνώμη. 

Ο κόσμος τρομάζει από το ξαφνικό και το αντάρτικο και η τέχνη του γκραφίτι εμπεριέχει και τα δύο, καθώς η μαγεία της κρύβεται στο ότι είναι επαναστατική και δεν υπακούει σε περιορισμούς όπως αυτή της ιδιοκτησίας. 

Η παραβατικότητα αυτή είναι και ο λόγος που ισχυροποιείται τόσο έντονα το μήνυμα που εμπεριέχει και ο λόγος που εμπνέει περισσότερο από μια τέχνη φυλακισμένη σε έναν εκθεσιακό χώρο με εισιτήριο. Ίσως μια τέχνη που δεν απευθύνεται σε όλους να μην έχει τόσο έντονο χαρακτήρα, να μην σπάει το γκρίζο, να μη διακόπτει την ησυχία.

Ίσως όλα τα παραπάνω να είναι αυτά τα οποία ψάχνει η ψυχή μας μέσα από την τέχνη. Ίσως τελικά ο δρόμος θα πρέπει να θεωρείται ένας λευκός καμβάς έτοιμος να αποτυπώσει, πάντα σε σεβασμό προς την ίδια την τέχνη, την ιστορία. 

Ας κλείσουμε όπως ξεκινήσαμε. 

Ο δρόμος έχει τη δική του ιστορία. 

Κάποιος την έγραψε στον τοίχο με μπογιά.

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα