Διονύσιος Σολωμός

Από τις ιταλικές ποιητικές επιρροές, μέχρι τη δημιουργία ποιητικού σχήματος με στοιχεία λαϊκής παράδοσης και την έμπνευση του εθνικού ύμνου, ο Διονύσιος Σολωμός υμνούσε, με κάθε τρόπο, το αναφαίρετο δικαίωμα στην ελευθερία.

Με αφορμή τη σημερινή επέτειο της γέννησής του, λοιπόν, ταξιδεύουμε στα άδυτα της πολυτάραχης ζωής του.

Από τη Ζάκυνθο στην Ιταλία

Ο Διονύσιος Σολωμός γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1798. Ήταν γιος του κόντε Νικόλαου Σολωμού, με καταγωγή από την Κρήτη, και της τότε υπηρέτριας (και μετέπειτα δεύτερης συζύγου του), Αγγελική Νίκλη, η οποία πιθανότατα προερχόταν από τη Μάνη. Μέχρι το 1808, έζησε στη Ζάκυνθο, υπό την επίβλεψη του δασκάλου του, Αβά Σάντο Ρόσι, πρόσφυγα ιταλικής καταγωγής. Εντούτοις, ο επικείμενος θάνατος του πατέρα του, σε συνδυασμό με την άμεση γαμήλια ένωση της μητέρας του με τον Μανόλη Λεονταράκη και τις υφιστάμενες παραδόσεις των ευγενών από τα Επτάνησα, ώθησε τον τότε κηδεμόνα του, Διονύσιο Μεσσαλά, να τον στείλει στην Ιταλία για σπουδές.

Έτσι, λοιπόν, ο Σολωμός βρέθηκε αρχικά στο λύκειο της Αγίας Αικατερίνης στη Βενετία, για να συνειδητοποιήσει ότι αδυνατεί να προσαρμοστεί στην πειθαρχία αυτού το σχολείου και να ταξιδέψει, τελικά, με το δάσκαλό του στην Κρεμόνα. Το 1817, ήταν πια πτυχιούχος Νομικής από το Πανεπιστήμιο της Παβίας, ενώ ήδη είχε αντλήσει έντονα στοιχεία της ιταλικής λογοτεχνίας και μιλούσε άπταιστα την ιταλική γλώσσα. Σταδιακά, το λογοτεχνικό του ενδιαφέρον εφαρμόστηκε στο χαρτί. Τα πρώτα ποιήματα που φέρουν την υπογραφή του στα Ιταλικά, ήταν τα εξής: «Ode per la prima messa» και «La distruzione di Gerusalemme». Ακόμη, η συναναστροφή του με γνωστά ιταλικά ονόματα του πνευματικού κόσμου (Μαντσόνι, Μόντι), καθώς επίσης και με τις ιδέες του γαλλικού διαφωτισμού, ενίσχυσαν την ποιητική του ταυτότητα, με αποτέλεσμα να εξελίσσεται σε ικανότατο γλωσσοπλάστη.

Από την ιταλική ματιά, στα λαϊκά άσματα

Το 1818, ο Σολωμός επέστρεψε στα πάτρια εδάφη της Ζακύνθου και ενεπλάκη με ποιητικούς κύκλους, συνάπτοντας φιλικούς δεσμούς με έτερους λογοτέχνες, όπως ο Αντώνιος Μάτεσης, ο Γεώργιος Τερτσέτης και ο Νικόλαος Λούντζης. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα, αναδύθηκε η επιθυμία να συρράψει την ποιητική του αδεία με το ελληνικό λαϊκό στοιχείο. Σε αυτό το πλαίσιο, άρχισε να μελετά συστηματικά τα δημοτικά τραγούδια, τους προσολωμικούς ποιητές και τα κρητικά δημώδη, λόγω του ότι αποτελούσαν εξαιρετικές πηγές λογοτεχνικού ενδιαφέροντος στη δημοτική. Ως απότοκο, έργα της εν λόγω περιόδου είναι, μεταξύ άλλων: «Ξανθούλα», «Τα δύο αδέρφια», «Η τρελή μάνα» κ.ά.

Ο εθνικός ύμνος και η διεθνής ακτινοβολία

Το Μάιο του του 1823, ολοκληρώθηκε το ποίημα «Ύμνος εις την Ελευθερίαν», για τη συγγραφή του οποίου πηγή έμπνευσης αποτέλεσε η Ελληνική Επανάσταση του 1821, με τη φήμη του Διονύσιου Σολωμού να ξεπερνά κατά πολύ τα ασφυκτικά όρια της Ζακύνθου, αλλά και της Ελλάδας. Το ποίημα αυτό επρόκειτο να ηχεί στα βάθη των αιώνων ως ο εθνικός ύμνος Ελλάδας και Κύπρου, έτσι όπως μελοποιήθηκε από τον Νικόλαο Μάντζαρο.

Ακολούθως, ο ποιητής εντρύφησε περισσότερο στην ελληνική γλώσσα και προσπάθησε να απαγκιστρωθεί από την ευκολία του αυτοσχεδιασμού, αναζητώντας συνθετότερες μορφές ποίησης. Η στροφή του αυτή ενσωματώθηκε στα μετέπειτα έργα του: «Η Καταστροφή των Ψαρών», «Ο Διάλογος», «Η Γυναίκα της Ζάκυνθος» κ.λπ.

Οι οικογενειακές προστριβές που «μάτωσαν» τον ψυχισμό του

Το 1828, έπειτα από διαμάχες με τον αδερφό του, Δημήτριο, για οικονομικά και κληρονομικά ζητήματα, ο Διονύσιος Σολωμός μετέβη στην Κέρκυρα, όπου θα του προσφερόταν ένα βαθύτατα πνευματικό περιβάλλον, καθώς επίσης και ένα καταφύγιο απομόνωσης, ιδανικό για τον μονήρη και ιδιότροπο χαρακτήρα του. Τότε, ήρθε σε επαφή με τη γερμανική ρομαντική φιλοσοφία και ποίηση, μελετώντας έργα του Goethe και του Schiller, χωρίς όμως να επηρεαστεί σημαντικά σε λογοτεχνικό επίπεδο.

Πέντε χρόνια αργότερα, το 1833 έμελλε να ξεκινήσει μια εξαιρετικά δυσοίωνη περίοδος για τον ποιητή, καθώς κλήθηκε να αντιμετωπίσει στα δικαστικά έδρανα τον ετεροθαλή αδερφό του, Ιωάννη Λεονταράκη, λόγω του ότι διεκδικούσε μερίδα της πατρικής περιουσίας. Μπορεί η δικαστική απόφαση να ήταν ευνοϊκή, αλλά το τραύμα που υπέστη ψυχικά ο Διονύσιος τόσο από τη στάση του ετεροθαλή αδερφού του, όσο και από της μητέρας του (την οποία υπεραγαπούσε), παρέμεινε ανεξίτηλο μέχρι το τέλος της ζωής του.

Η δικαστική αυτή περιπέτεια δεν στάθηκε ικανή να ανακόψει την έμπνευσή του, βέβαια, οπότε μετράμε μια σειρά από ημιτελή ποιήματα: «Ο Κρητικός», «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», «Ο Πορφύρας».

Ο επίλογος και η αιώνια δόξα

Από το 1851, ο ποιητής αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία λειτούργησαν επικουρικά στο να γίνει ακόμη πιο δύστροπος και ιδιόρρυθμος. Αποκόπηκε από φιλικά του πρόσωπα, ενώ, μετά την τρίτη εγκεφαλική συμφόρηση που υπέστη, το 1856, σταμάτησε να βγαίνει από το σπίτι. Άφησε την τελευταία του πνοή στις 9 Φεβρουαρίου του 1857, μια ημέρα που θα αναγνωριζόταν αργότερα ως Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας. Αφότου γνωστοποιήθηκε ο θάνατός του, ανεστάλη η λειτουργία του θεάτρου Κέρκυρας, τέθηκαν σε παύση οι εργασίες της Ιονίου Βουλής και ανακηρύχθηκε πένθος.

Μέχρι και σήμερα, ο Διονύσιος Σολωμός είναι ευρύτερα γνωστός ως ο εθνικός μας ποιητής και ο πατέρας της δημοτικής, ενώ τα ημιτελή ποιήματά του εξακολουθούν να απασχολούν τους μελετητές και τους φιλολόγους που εξερευνούν μέχρι σήμερα εις βάθος τον τρόπο γραφής και τις στοχευμένες (ή μη) διακοπές στον ποιητικό του λόγο.

Ένα απόφθεγμά του, συμπυκνώνει συνολικά την ανάγκη του για γλωσσικές στιχομυθίες το δικαίωμα της ελευθερίας: «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;»

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
1
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα