Αν πάλι δεν τον γνωρίζεις, τότε συμπυκνώνεται στην απλή φράση που όλοι έχουμε πει, στο πλαίσιο της αγωνίας μας για την τύχη των αγαπημένων μας χαρακτήρων: «Ας δούμε άλλο ένα». Αυτό το «άλλο ένα», λοιπόν, που ποτέ δεν είναι μόνο ένα, αποτελεί φαινόμενο της εποχής μας και αυτό ακριβώς έρχεται να επιβεβαιώσει μία μελέτη στο Journal of Clinical Sleep Medicine.

Σύμφωνα με αυτή τη μελέτη, η οποία διεξήχθη μεταξύ 423 συμμετεχόντων ηλικίας 18-25 ετών, ένα ποσοστό 52% βλέπει καθημερινά από 3 επεισόδια και άνω της αγαπημένης του σειράς, με μέσο όρο τις 3 ώρες και 8 λεπτά, ενώ 8 στους 10 αυτοπροσδιορίστηκαν ως «εθισμένοι». Από αυτό και μόνο μπορούμε να αντιληφθούμε πόση ώρα από τη ζωή μας αφιερώνουμε στους αγαπημένους μας, τηλεοπτικούς χαρακτήρες. Ίσως, εν τέλει, να είναι και περισσότερες από αυτές που αφιερώνουμε σε συγγενείς και φίλους καθημερινά. 

Από την άλλη, σε μία μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Social and Personal Relationships υποστηρίζεται πως χρειάζονται περίπου 50 ώρες για να θεωρήσουμε κάποιον περιστασιακό φίλο μας, ενώ μόλις 90 για να τον θεωρήσουμε πραγματικό. Έτσι, βγάζει ακόμη περισσότερο νόημα το δέσιμο που αναπτύσσουμε με τους τηλεοπτικούς χαρακτήρες, καθώς αν πάρουμε αναλογιστούμε πως μας συντροφεύουν τουλάχιστον 3 ώρες κάθε μέρα, τότε, σε μόλις ένα μήνα συμπληρώνονται οι απαραίτητες ώρες για να τους θεωρήσουμε πραγματικούς φίλους.

Βέβαια, για τους περισσότερους από εμάς που έχουμε εθιστεί σε μία σειρά και τη βλέπουμε σε επανάληψη καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια της ζωής μας, τα 90 λεπτά φαντάζουν «αστεία», καθώς έχουμε επενδύσει αμέτρητες ώρες στο «χτίσιμο» αυτής της σχέσης.  

Μια σχέση που έχει όνομα και δεν είναι τόσο μονόπλευρη, όσο φαντάζει

Οι παρακοινωνικές σχέσεις, όπως αυτές ονομάζονται, που δημιουργούμε με αγαπημένους ήρωες τηλεοπτικών προγραμμάτων βασίζονται κατά πολύ στις κοινές αγωνίες, απογοητεύσεις και συναισθήματα, ακριβώς επειδή μοιάζουν πολύ με τις πραγματικές μας σχέσεις και λόγω των εμπειριών και των αλληλεπιδράσεων που είχαμε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας με άλλους ανθρώπους. 

Ομοίως με τους αγαπημένους μας πρωταγωνιστές, απολυόμαστε, ερωτευόμαστε, χωρίζουμε, φοβόμαστε, νικάμε, γελάμε και αγαπάμε. Και γι΄αυτόν ακριβώς το λόγο, μας είναι τόσο οικείοι και αγαπητοί. Γιατί καθρεφτιζόμαστε μέσα τους και βρίσκουμε την παρηγοριά, την ανακούφιση ή τη συμπαράσταση που ψάχνουμε, μέσα από αυτή την ταύτιση.

Επιπλέον, όσο η σειρά διεισδύει σε μία περσόνα, παρουσιάζονται τα συναισθήματά της, τα εμπόδια που συναντά ή ακόμη και αναφορές από τη ζωή της στο παρελθόν, τόσο πιο εύκολο μας είναι να ταυτιστούμε και να αναπτύξουμε συναισθήματα οικειότητας ή/και αγάπης.

Έτσι υποσυνείδητα, μέσα από την εξέλιξη της αφήγησης, συμπληρώνουμε τα κενά της ιστορίας τους, βασισμένα σε δικές μας εμπειρίες και μέσω αυτού του παραθύρου που δημιουργείται στη σκηνοθετημένη ζωή της συγκεκριμένης περσόνας, αναγνωρίζουμε κομμάτια μας.

Η βαθιά αυτή επιρροή μας κάνει να δενόμαστε τόσο πολύ μαζί τους, σε σημείο να φαντάζουν τόσο αληθινοί ώστε να θρηνούμε πραγματικά για τον χαμό τους στο σενάριο – ή των ηθοποιών που τους υποδύονται στην πραγματικότητα –  αισθανόμενοι πως τους γνωρίζαμε προσωπικά.

Ένας από τους λόγους που οι παρακοινωνικές σχέσεις μοιάζουν τόσο πολύ με τις πραγματικές είναι γιατί, σ’ ένα επίπεδο, μπορούν να θεωρηθούν αμφίδρομες

Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της παρηγοριάς και της ευχαρίστησης που παρέχει ο ρόλος στην ψυχή μας, αλλά και μέσω της ίδιας της τέχνης που διοχετεύει ο ηθοποιός μέσω του ρόλου του. Εν κατακλείδι, οι σχέσεις αυτές αποδεικνύονται πολύ χρήσιμες, καθώς εκτός των άλλων, αποτελούν πηγή έμπνευσης και δύναμης, ιδίως για ένα κοινωνικά αποκλεισμένο ή ακόμη και για ένα αντικοινωνικό άτομο.

Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά και σε αρκετές περιπτώσεις μοναξιάς, οι αγαπημένοι μας χαρακτήρες αποτελούν αποκούμπι και απαραίτητα «φιλαράκια» για την ψυχική μας υγεία. Νιώθουμε πως είναι πραγματικά «εκεί» για εμάς στις δύσκολες στιγμές και αποτελούν ορόσημα εποχών στη ζωή μας και αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού μας. 

Όταν έρθει η ώρα να γραφτεί ο επίλογος, όσο κι αν μας πονάει ο χαμός ή ο αποχωρισμός, βρίσκουμε την παρηγοριά στην αιωνιότητα που παρέχει η τέχνη, κρατώντας όλα όσα μας έδωσε ο εκάστοτε χαρακτήρας βαθιά μέσα στην καρδιά μας.

Κι επειδή ακόμη η πληγή είναι νωπή, αναρωτιέμαι αν «θα μπορούσε να είναι αυτός ο πιο άβολος επίλογος που έχω γράψει ποτέ». Εν πάση περιπτώσει «έχω την τάση να συνεχίσω να μιλάω συνεχώς, μέχρι κάποιος να με σταματήσει». 

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα