Ονομάζεται χοντροφοβία, είναι η αόρατη πληγή που κακοφορμίζει όλον τον χειμώνα και ανοίγει κάθε φορά που η θερμοκρασία ανεβαίνει και τα ρούχα μας γίνονται πιο ελαφριά.
Καθώς το καλοκαίρι φτάνει στο τέλος του, κρατάω ζωντανά στη μνήμη μου πολλά στιγμιότυπα από τις καλοκαιρινές συνεδρίες στο γραφείο. Ως διαιτολόγος, έρχομαι κάθε καλοκαίρι σε επαφή με μία πραγματικότητα που υποδεικνύει ότι για πολλούς από εμάς, αυτή η εποχή συνοδεύεται και από μια σκοτεινή πλευρά, που συνήθως αποσιωπάται.
Η χοντροφοβία δεν είναι απλά ένας όρος που εμφανίστηκε ξαφνικά. Είναι η διαρκής πίεση που νιώθουν πολλά υπέρβαρα άτομα να συμμορφωθούν με τα κυρίαρχα πρότυπα ομορφιάς, τα οποία υπαγορεύουν ότι μόνο τα αδύνατα σώματα αξίζουν την άνευ όρων αποδοχή. Είναι εκείνη η ματιά που σε σκανάρει και σε ζυγίζει, η φωνή που σχολιάζει, το βλέμμα που αποφεύγει ή κοιτάει επίμονα.
Γιατί, όμως, οι άνθρωποι φοβούνται τόσο πολύ το πάχος και τι κρύβει αυτή η υποβόσκουσα επιθετικότητα που εξαπολύουν με κάθε ευκαιρία στα υπέρβαρα άτομα;
Η χοντροφοβία δείχνει τον φόβο που πολλές φορές μετατρέπεται σε μίσος για τα μεγαλύτερα σώματα. Ο φόβος αυτός έχει τις ρίζες του στα πρότυπα ομορφιάς αλλά και σε μία βαθιά υπαρξιακή ανησυχία: Τον φόβο της υγείας και του θανάτου. Η παχυσαρκία έχει συνδεθεί τόσο άμεσα με την ασθένεια που πολλές φορές οι άνθρωποι προβάλλουν τους φόβους για τα δικά τους σώματα πάνω σε οποιονδήποτε δεν έχει ένα “αρκετά αδύνατο σώμα“! Στα μάτια μου φαντάζει σαν αόρατο βάρος που κουβαλάμε καθημερινά, πολλές φορές βαρύτερο κι από αυτό του σώματός μας. Καλούμαστε καθημερινά να επιβιώσουμε σε έναν κόσμο απορριπτικό, βουτηγμένοι στην ντροπή. Όση προσπάθεια κι αν έχει γίνει ώστε οι άνθρωποι να έχουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των σωμάτων τους τελικά τα λογικά άλματα, οι γενικεύσεις και οι στερεοτυπίες μοιάζουν πάντα να κερδίζουν!
Φέτος το καλοκαίρι, όπως και κάθε καλοκαίρι, η χοντροφοβία έμοιαζε να είναι πανταχού παρούσα. Ήταν εκεί όταν τα social media γέμισαν με challenges αδυνατίσματος για το πολυπόθητο “bikini body” Ήταν εκεί σε κάθε επιστροφή στο πατρικό όπου άγνωστοι, συγγενείς και γείτονες μετά το “καλωσήρθες” ζύγισαν με το βλέμμα τους τα κορμιά μας για να μας ενημερώσουν αν και πόσο παχύναμε. Ήταν εκεί στις παραλίες, όπου κάποιοι από εμάς διστάζαμε να βγάλουμε την πετσέτα μας, φοβούμενοι τις κρυφές ματιές ή τα σχόλια. Ήταν εκεί σε όλα τα memes που κυκλοφορούσαν σαρκάζοντας τα μεγαλύτερα σώματα, βάζοντας τα δίπλα σε φώκιες και φάλαινες, γελοιοποιώντας τα, κακοποιώντας τα με αέρα χιούμορ και σάτιρας.
Το βαθιά πληγωτικό στην ιστορία της χοντροφοβίας είναι ότι το ίδιο το σύνολο που απορρίπτει τα άτομα και δημιουργεί άφταστα πρότυπα, είναι σε μεγάλο μέρος εκείνο που ευθύνεται για την αυξημένη παχυσαρκία. Όταν μονίμως νιώθεις ότι δεν “χωράς”, όταν απορρίπτεσαι, όταν ποτέ δεν είσαι αρκετό, όταν το φαγητό παύει να είναι θρέψη και απόλαυση και η σχέση σου μαζί του κλονίζεται, η υπερβαρότητα είναι απλώς το αποτέλεσμα. Είναι το ίδιο το περιβάλλον που σπέρνει την παχυσαρκία, εκείνο που έπειτα κακοποιεί τους παχύσαρκους. Είναι το ίδιο σύστημα που δημιουργεί τα πρότυπα που ύστερα πλουτίζει από την βιομηχανία του fitness. Οι ίδιοι άνθρωποι που φωνάζουν ότι πρόκειται για θέμα υγείας είναι εκείνοι που, αντί να αφήσουν χώρο να βοηθηθεί όποιος το έχει ανάγκη, περιθωριοποιούν και δακτυλοδεικτούν όσα δεν αντέχει η κρίση τους.
Το να σταματήσουν τα σώματά μας να στιγματίζονται, δεν είναι μόνο δικαίωμα –είναι αναγκαιότητα για να υπάρξει ισοτιμία. Η χοντροφοβία είναι ένα κοινωνικό κατασκεύασμα που μπορούμε και πρέπει να ξεπεράσουμε εκπαιδεύοντας τους εαυτούς μας, διαβάζοντας, ανοίγοντας ψυχικά ώστε να χωρέσουμε τους φόβους και τις ανησυχίες μας πριν μετατραπούν σε μίσος.
Μπορεί το φετινό καλοκαίρι να έφτασε στο τέλος του, αλλά ο αγώνας κατά της χοντροφοβίας θα συνεχιστεί. Κάθε φορά που κάποιος από εμάς τολμά να φορέσει το μαγιό του χωρίς ντροπή, κάθε φορά που μιλάμε ανοιχτά για το πώς μας κάνει να αισθανόμαστε η πίεση των προτύπων ομορφιάς, με κάθε όριο που βάζουμε στα σχόλια τρίτων, κάνουμε ένα βήμα προς την ατομική μας ελευθερία.