Μία ανάσα πριν το φθινόπωρο και λίγες μέρες μετά την καθιερωμένη, μαζική έξοδο των εκδρομέων του καλοκαιριού, είναι ίσως η καταλληλότερη στιγμή να αναρωτηθούμε σχετικά την οπτική που έχουμε για την άδεια από τη δουλειά και την ακατανίκητη διάθεσή μας να αράξουμε σε μία αιώρα, σε κάποια παραλία.
Η προσμονή για το πού και το πότε θα κάνουμε διακοπές, αναδεικνύουν και την πηγαία ανάγκη για ξεκούραση, η οποία, καθολικά, μας προτρέπει να σταματήσουμε για λίγες μέρες ό,τι κάνουμε και να κινήσουμε για θάλασσες, βουνά και εξοχές. Ωστόσο, το χρονικό πλαίσιο που διαθέτουμε, ένα φαινομενικό μερίδιο ανταμοιβής για τον κόπο μας, απορρέει από τον γενικότερο τρόπο ζωής και αναζητούμε επίμονα τη χαλάρωση και τη διασκέδαση που μας λείπει.
Εννοείται, δημιουργούμε αναμνήσεις και αποκτούμε εμπειρίες, αλλά η τάση μας αυτή και η εκδήλωσή της, έχει γεννηθεί μέσα από τις εργασιακές στερεοτυπικές βάσεις στο ευρύτερο πεδίο της μάζας και παραμένει προσαρμοσμένη πλήρως με τη θορυβώδη καθημερινότητά μας. Το πιο εύκολο θα ήταν να πούμε πως απλά χρειαζόμαστε παραπάνω ημέρες άδεια ή ότι ο σκοπός μας θα μπορούσε να είναι μία καλύτερη ανακατανομή των εκδρομών μέσα στο χρόνο, αλλά ο δρόμος της πραγματικής ανεμελιάς είναι πολύ καλά κρυμμένος.
Ο σύγχρονος τρόπος ζωής
Έχει τεθεί ως κανονικότητα και έχουμε συμφωνήσει άτυπα σε αυτό, όλο το χρόνο να βρισκόμαστε μέσα σε έναν κύκλο υποχρεώσεων και να δουλεύουμε, με μικρές περιόδους χαλάρωσης. Ο χαρακτήρας του παραθερισμού, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, έχει πολύ συγκεκριμένα σχήματα και, για το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού, οι βασικότερες και μεγαλύτερες σε διάρκεια διακοπές γίνονται το καλοκαίρι.
Η κλασική άδεια, αρχές με μέσα Αυγούστου, στο απόγειο της σεζόν, που η Αθήνα αδειάζει (υπέροχο) και όλοι φεύγουν – λες και κάτι τους κυνηγάει και θέλουν να ξεφύγουν. Μία μαζικότητα που παίρνει τα χαρακτηριστικά του επιβεβλημένου, σαν ένας άγραφος κανόνας να υπαγορεύει στο σύνολο, ότι: «Tώρα είναι η ώρα να ξεκουραστείς, να περάσεις καλά, τώρα που πάνε όλοι. Αφού έτσι κάνουν, έτσι είναι το σωστό».
Για να μη φανούμε μεμψίμοιροι, δεν υπονοούμε πως δε περνάμε καλά στα νησιά και τις παραλίες, αντίθετα δε χορταίνουμε και αυτό σημαίνει, κατά κάποιο τρόπο, πως ίσως κάτι δεν κάνουμε σωστά. Εκτός αν δεχτούμε απλά ότι έτσι είναι τα πράγματα. Η ξεκούραση και η ανεμελιά της εποχής είναι προκαθορισμένη απόλυτα από τον σύγχρονο τρόπο ζωής, στριμωγμένη σε συγκεκριμένα χρονικά καλούπια και τρόπους διασκέδασης για την πλειοψηφία.
Το κλισέ “πάμε κάπου να ξεδώσουμε” κρύβει μέσα του όλο το βάρος των ευθυνών και τη φασαρία της ρουτίνας. Είτε πας για ποτό κάθε βράδυ και γυρνάς στο νησί για εξερεύνηση, είτε επιλέγεις μία ερημική παραλία, στη γωνία περιμένει το εφήμερο της κατάστασης, ενώ η πίεση της υπόλοιπης χρονιάς σε κατευθύνει για να βρεις αυτό που σου λείπει.
Αλλά, μήπως κάτι έχουμε χάσει και δε λείπει απλά;
Αρκούν λίγες μέρες στον ήλιο;
Αν το καλοκαίρι είναι που “ηρεμούμε”, αυτό δε σημαίνει, αυτόματα, πως όλη την υπόλοιπη περίοδο είμαστε πιεσμένοι; Θα μου πειτε: “Γνωστό το έργο και τι να κάνουμε;”
Εναποθέτουμε όλη μας την καλή διάθεση και, κατά κάποιο τρόπο, βάζουμε τα δυνατά μας για να προετοιμαστούμε. Εάν αυτό είναι χαλάρωση, όμως, όλο το υπόλοιπο τι είναι; Είναι το τίμημα των ανθρώπων που δουλεύουν σκληρά και δικαιούνται διακοπές μία φορά το χρόνο;
Λέγοντας αλήθειες, όταν θα επιστρέψεις στη ρουτίνα, δεν έχεις όρεξη για δουλειά, βρίσκεσαι πάλι στα ίδια, τα λεφτά εξαντλήθηκαν στις διακοπές, οι λογαριασμοί σε περιμένουν και ενώ αναπολείς το ραχάτι και τις βόλτες, καταλαβαίνεις πως δεν ξεκουράστηκες όσο χρειαζόσουν. Η ανάγκη για διακοπές, είναι η έλλειψη της ζωής που δε ζούμε. Με μία ηθικοπλαστική που πείθει πως έτσι είναι η πραγματικότητα και πρέπει να λες και «ευχαριστώ», όσο ο κόσμος συνεχίζει να λειτουργεί με αυτό τον τρόπο.
Μοιάζει λίγο μίζερο και κακοφτιαγμένο το σκηνικό, αλλά δεν είναι το ζήτημα οι διακοπές στην πραγματικότητα, αλλά κάτι ανώτερο. Η αναζήτηση της ηρεμίας μέσα στην τρέλα της εποχής.
Μέσα από το πρίσμα της πραγματικής ζωής
Σε μία πιο “πραγματική” ζωή – και όχι αυτή του τάγματος των μηχανοκίνητων ανθρώπων – οι διακοπές θα ήταν κάτι ανούσιο, καθώς δε θα υπήρχε αυτή η ανάγκη. Σε έναν άλλο τρόπο διαβίωσης που δε θα χρειαζόταν να “διακόπτουμε” ό,τι κάνουμε επειδή δε μας ευχαριστεί. Υπό αυτό το πρίσμα, διαφαίνεται μία προσπάθεια να γίνει πιο βιώσιμη η ζωή μας και να ζούμε κάθε στιγμή μας εναρμονισμένοι με ένα υγιές κοινωνικό και εργασιακό σύνολο, καθώς επίσης και με ένα φυσικό περιβάλλον πιο ελεύθερο, γεμάτο δραστηριότητες που αγαπάμε μαζί με τους ανθρώπους μας.
Με τον στοχασμό για το πώς και πού ξοδεύουμε το χρόνο μας, επενδύοντας στις υποχρεώσεις και όχι στην ευημερία, δεν υπονοούμε ότι οι καλοκαιρινές διακοπές είναι κάτι αρνητικό. Εντούτοις, αυτό που χρειαζόμαστε πραγματικά είναι μια ολοκληρωτική αναδιοργάνωση των συνθηκών και των ζωών μας, ώστε να είμαστε όλο το χρόνο ευχαριστημένοι και ξεκούραστοι με ό,τι κάνουμε – και όχι μόνο λίγες μέρες κάθε χρόνο.