Στην ελληνόφωνη ποίηση, λίγοι στίχοι μας έχουν αγγίξει όσο αυτοί του Κώστα Καρυωτάκη.

Ο ποιητής που αναφέρθηκε με μοναδική γλαφυρότητα στα ζητήματα της μοναξιάς και του θανάτου, εκείνος που φρόντισε να ρίξει ένα «πέπλο μυστηρίου» γύρω από την αυτοκτονία του, σε ηλικία μόλις 32 ετών. Δικηγόρος στο επάγγελμα αλλά διορισμένος σε θέσεις του δημοσίου, λόγω έλλειψης πελατών, σε πολλές περιπτώσεις. Αν και επέλεγε συχνά τον αγοραίο έρωτα, το 1922, βρέθηκε στο διάβα του η Μαρία Πολυδούρη, με την οποία είχαν ένα φλογερό, αλλά σύντομο ειδύλλιο. Και ενώ η Πολυδούρη ονειρευόταν το γάμο, ο Καρυωτάκης την απέρριψε λόγω του ότι ο ίδιος νοσούσε από σύφιλη, μια ανίατη τότε ασθένεια που συνεπαγόταν, παράλληλα, κοινωνική κατακραυγή.

Υπήρξε συνδικαλιστής και αντιδραστικός, χαρακτηριστικά που πυροδότησαν τις δυσμενείς μεταθέσεις του από τα μεγάλα αστικά κέντρα σε περιφερειακές πόλεις.

Ο «καρυωτακισμός» στη σύγχρονη κοινωνία

Παρ’ όλο που ο Κώστας Καρυωτάκης γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου του 1896, η επιρροή του ακόμα και στη σύγχρονη εποχή είναι κάτι παραπάνω από ορατή. Και το πιο εντυπωσιακό δε, είναι ότι δεν εντοπίζεται αποκλειστικά και μόνο στη λογοτεχνία και την ποίηση, αλλά και στην πολιτική, το θέατρο, το κινηματογράφο κ.ά. Ειδικότερα, όπως έχει αναφέρει, μεταξύ άλλων, αναφορικά με το φαινόμενο αυτό ο Τζιόβας: «Συνδυάζοντας υπαρξιακό άγχος, ποιητική αυτό-αναφορικότητα και κοινωνική καταγγελία ο Καρυωτάκης λειτούργησε ως το κατεξοχήν πρότυπο αλλά και αίνιγμα […]».

Εντούτοις, στα μετέπειτα χρόνια ο Καρυωτάκης χαρακτηρίστηκε ως «κοινωνικός ποιητής», ακριβώς επειδή αναφέρεται στη σχέση ανάμεσα στο ποιητή και την κοινωνική εξουσία – εκτός από την κοινωνία αυτή καθαυτή. Έτσι, λοιπόν, ο «καρυωτακισμός» αφορμάται από την ποίηση στο αρχικό του στάδιο, όμως έπειτα δύναται να επεκταθεί στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ένας μέσος πολίτης, ο οποίος καλείται να επιβιώσει σε μία κοινωνία, γεμάτη διακρίσεις και ανισότητες, όπου κυριαρχούν τα μεγάλα συμφέροντα.

Στην εποχή της πληροφορίας και του διαδικτύου, οι προαναφερθείσες έννοιες τείνουν να αναπαράγονται, αλόγιστα ή μη, για χάρη εντυπωσιασμού ή με στόχο την ευαισθητοποίηση. Ωστόσο, σίγουρα δεν αποτελούν είδηση για όσους έχουν επαφή με τον «καρυωτακισμό» και άλλες, αντίστοιχες τάσεις. Αυτό που διαφοροποίησε σε τόσο μεγάλο βαθμό το ποιητικό έργο του Κώστα Καρυωτάκη ήταν αυτή η προσωπική του αντίσταση μέσα σ’ ένα κλίμα κοινωνικής διάψευσης και αποξένωσης, βρίσκοντας πρόσφορο έδαφος να «φωλιάσει» στη συλλογική συνείδηση κάθε γενιάς που μάχεται με τους δικούς της δαίμονες και τα δικά της προσωπικά ή κοινωνικά αδιέξοδα.

Ας δούμε ποιοι στίχοι του Κώστα Καρυωτάκη παρέμειναν ανεξίτηλοι στην πάροδο του χρόνου και εκφράζουν πολλούς εξ ημών.

Μια διαχρονική ποίηση που ανταποκρίνεται σε σύγχρονα προβλήματα

Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα

«Έχω κάτι σπασμένα φτερά.

Δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε

το καλοκαίρι αυτό.

Για ποιαν ανέλπιστη χαρά,

για ποιες αγάπες,

για ποιο ταξίδι ονειρευτό»

Κι αν έσβησε σαν ίσκιος

«Κι αν έθαψα την ίδια τη ζωή μου

βαθιά μέσα στον πόνο που πονώ

καθάρια πως ταράζεται η ψυχή μου

σα βλέπω το μεγάλο ουρανό»

Ανδρείκελα

«Σαν να μην ήρθαμε ποτέ σ’ αυτήν εδώ τη γη,

σα να μένουμε ακόμα στην ανυπαρξία.

Σκοτάδι γύρω κι ούτε μια μαρμαρυγή.

Άνθρωποι στων άλλων μόνο τη φαντασία»

Σε παλαιό συμφοιτητή

«Δε θα ‘ρθω πια στον τόπο που η πατρίδα μου

τον έδωκε το γιόρτασμα της νιότης,

παρά περαστικός, με την ελπίδα μου,

με τ’ όνειρο που εσβήστη, ταξιδιώτης»

Υποθήκαι

«Οταν οι άνθρωποι θέλουν να πονείς,

μπορούνε με χίλιους τρόπους.

Ρίξε το όπλο και σωριάσου πρηνής

όταν ακούσεις ανθρώπους» 

Ποια θέληση Θεού μας κυβερνάει

«Χωρίς πίστη κι αγάπη, χωρίς έρμα,

εγίναμε το λάφυρο του ανέμου

που αναστρέφει το πέλαγος. Θα βρούμε

τουλάχιστον το βυθό της αβύσσου;»

Θέλω να φύγω πια

«Θέλω να φύγω πια από δω, θέλω να φύγω πέρα,

σε κάποιο τόπο αγνώριστο και νέο,

θέλω να γίνω μια χρυσή σκόνη μες στον αιθέρα,

απλό στοιχείο, ελεύθερο, γενναίο»

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
1
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα