Λίγο πριν φύγει για τη Γερμανία, απαντά στη Χρύσα Λύκου γιατί καμιά μας δεν πρέπει να φοβάται τις ήττες της.
«Κάθε μέρα έχει μια ιστορία που αξίζει να ειπωθεί, επειδή οι μέρες μας είναι φτιαγμένες από ιστορίες. Οι επιστήμονες λένε ότι είμαστε φτιαγμένοι από μικρά σωματίδια, τα άτομα, αλλά εμένα ένα πουλάκι μου είπε ότι είμαστε φτιαγμένοι από ιστορίες», έγραφε ο Εντουάρντο Γκαλεάνο κι εκείνο το βράδυ της Παρασκευής το τηλέφωνο χτύπησε λίγο πριν τα μεσάνυχτα.
Η Βανέσσα, απ’ την άλλη πλευρά της γραμμής, μού διηγήθηκε ιστορίες που «γρατζουνάνε», αλλά και για πληγές που μας κάνουν, τελικά, πιο δυνατές. Ιστορίες που δεν έχουν πάντα ευτυχισμένο τέλος, όμως είναι κατάδικες μας κι αυτό μοιάζει με νίκη.
Η Βανέσσα, γεννήθηκε δίπλα στη λίμνη, στα μελαγχολικά Γιάννενα. Όπως μου λέει και η ίδια, απ’ την πόλη της Ηπείρου έφυγε αγόρι, στην Αθήνα όμως έφτασε κορίτσι. Το τρανσφοβικό περιβάλλον που μολύνει μέχρι και σήμερα τις ανάσες όλων μας με μίσος, την ανάγκασε να κρύβει ποια είναι και πώς πραγματικά νιώθει για χρόνια. Παντρεύτηκε, απέκτησε με τη σύντροφο της ένα κοριτσάκι και μετά από μια δύσκολη περίοδο κατάφεραν τελικά να χωρίσουν, διατηρώντας σήμερα μια τρυφερή σχέση οι τρεις τους. Η Βανέσσα, ετοιμάζεται να φύγει για τη Γερμανία, κουράστηκε να παλεύει για τα αυτονόητα.
«Δεν φεύγω εγώ από την Ελλάδα. Η Ελλάδα με διώχνει. Πάω, λοιπόν, στη Γερμανία γιατί βαρέθηκα όλες εκείνες τις υποσχέσεις που δεν γίνονται πραγματικότητα παρά τον αδιάκοπο αγώνα. Ξεκίνησα μαθήματα γερμανικών. Δύσκολη αλλά ενδιαφέρουσα γλώσσα, δεν με φοβίζει. Σκέφτομαι ότι τη δεκαετία του ‘50 και του ‘60, άνθρωποι αγράμματοι ξεριζώνονταν απ’ τα χωριά τους και αναζητούσαν μια καλύτερη στη ζωή στη Γερμανία. Έτσι, θα τα καταφέρω κι εγώ».
«Στη Γερμανία, θα δουλέψω ως οδηγός νταλίκας. Νιώθω καλά με αυτή την προοπτική. Μου αρέσουν τα ταξίδια, ο δρόμος να ανοίγεται μπροστά μου. Είμαι άγριο πουλί, δεν μπαίνω σε κλουβιά. Μου λένε ότι πρόκειται για μεγάλο βήμα, όμως η αλήθεια είναι ότι έχω κάνει πολύ μεγαλύτερα. Όταν αποφάσισα να φύγω από τα Γιάννενα και να γίνω εσωτερική μετανάστρια, ήξερα ότι ξεκινάω από το μηδέν. Τρανς γυναίκα, στην αρχή μάλιστα του transition, έφαγα όλη τη σκατίλα που μπορεί κανείς τα φανταστεί. Δεν λέω… θα μου λείψουν οι άνθρωποι που γνώρισα κι είχα την τύχη να αγαπήσω, το βρωμοσύστημά τους όμως τους το χαρίζω».
«Ο φεμινισμός ήταν και παραμένει για μένα το καταφύγιό μου, όπως και το φεμινιστικό κίνημα ο ισχυρότερος σύμμαχος μου σε όλη τη διαδρομή μου μέχρι σήμερα»
«Έχω τη χαρά να είμαι μέλος της φεμινιστικής συλλογικότητας “8η Μάρτη”. Βρισκόμουν στα Γιάννενα όταν η Κατερίνα Σεργίδου, μέλος της συνέλευσης, με πήρε τηλέφωνο και μου πρότεινε να είμαι υποψήφια στις εκλογές με την “Ανυπότακτη Αθήνα”».
«Πρόκειται για μια κίνηση με αριστερό και φεμινιστικό πρόσημο, οπότε και δέχτηκα αμέσως. Σκέφτηκα, παρά την απογοήτευση που με έχει κυριεύσει, ότι είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει εκπροσώπηση των τρανς ατόμων, σε κάθε κομμάτι της κοινωνίας».
«Θεωρώ ότι κάθε άτομο που αποφασίζει να ασχοληθεί με την πολιτική και τις ανισότητες της κοινωνίας, θα πρέπει να διαθέτει ταξική συνείδηση και ενσυναίσθηση. Μια πλούσια τρανς, είναι μια πλούσια τρανς. Το θέμα είναι πόσες πλούσιες τρανς υπάρχουν και πόσες είναι εκείνες που δεν έχουν να φάνε. Υπάρχουν τρανς γυναίκες που εκδίδονται για πέντε ευρώ, μπας και αγοράσουν ένα κομμάτι ψωμί. Είναι δίπλα μας αυτοί οι άνθρωποι, άσχετα αν τους έχουν καταστήσει αόρατους».
«Μπαίνοντας, λοιπόν, στην εκλογική διαδικασία γνώριζα ότι πρόκειται για έναν μικρό συνδυασμό. Οι πιθανότητες να εκλεγώ γνωρίζω πως είναι ελάχιστες. Δεν μπήκα, όμως, σε αυτήν τη διαδικασία με αυτοσκοπό να εκλεγώ, αλλά για να δώσω ξανά τη μάχη της ορατότητας».
«Δεν φυγομάχησα ποτέ, στις μάχες μου ήμουν πάντα παρούσα. Εύχομαι ολόψυχα σε όλα τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα που έχουν βάλει υποψηφιότητα με οποιονδήποτε συνδυασμό να εκλεγούν κι ειδικότερα στα τρανς άτομα. Δεν έχει σημασία αν θα εκλεγώ εγώ».
«Όχι, η Αθήνα δεν είναι μια φιλόξενη πόλη για τα τρανς άτομα, όπως δεν είναι κι Ελλάδα μια χώρα που μας χωρά όλες κι όλους. Διατυμπανίζουμε ότι είμαστε Ευρώπη, τη στιγμή που μόνο το 0,10% του πληθυσμού είμαστε τρανς άτομα και που την ολοκλήρωση της φυλομετάβασης το κράτος τη θεωρεί αισθητική επέμβαση».
«Ενώ αλλάζουμε πλέον τα στοιχεία μας και μέσω του πρωτοκόλλου δέχονται να μας δώσουν ορμόνες, καταλαβαίνοντας προφανώς την αναντιστοιχία του κοινωνικού με το βιολογικό μας φύλο, επιμένουν να θεωρούν αισθητική επέμβαση όταν θέλουμε να ολοκληρώσουμε όλη αυτήν τη διαδικασία; Και μη μου πει κανένας ότι δεν αντέχει το ασφαλιστικό. Όπως είπα, είμαστε μόλις το 0,10%, απ’ το οποίο μάλιστα δεν θέλουν όλα τα άτομα να κάνουν επαναπροσδιορισμό φύλου».
«Θα πω κι άλλο ένα παράδειγμα. Εδώ κι έναν χρόνο ακούμε για το ΛΟΑΤΚΙ+ κέντρο που θα γίνει στην Αθήνα και που φυσικά δεν έχει προχωρήσει, πέρα από τις συνήθεις διαβουλεύσεις. Ο δήμαρχος, φρόντισε βέβαια να το ανακοινώσει στην τελευταία συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου, χωρίς να έχουν δοθεί ξεκάθαρες απαντήσεις για το από πού θα βρεθεί χρηματοδότηση. Έγινε απλά μια προεκλογική ανακοίνωση, χωρίς καμία διαφάνεια. Φρόντισε, όμως, γι’ ακόμη μια φορά να επισημάνει ότι για όλη αυτή την καθυστέρηση φταίνε οι οργανώσεις».
«Τα τρανς αγόρια βρίσκουν πολύ πιο εύκολα την άκρη τους – η πατριαρχία βλέπεις δεν θα μπορούσε να μην έχει εισχωρήσει κι εδώ. Δεν λέω ότι τα τρανς αγόρια λειτουργούν βάσει της πατριαρχίας, αλλά ότι αυτή τα ενσωματώνει πιο εύκολα, ακριβώς επειδή είναι αγόρια. Βέβαια, μη φανταστείς τίποτα φοβερές δουλειές, υπάρχει όμως μια σχετική απορρόφηση.
«Επίσης, στην περίπτωση των τρανς αγοριών δεν υπάρχει το στερεότυπο της πορνείας. Γιατί η πατριαρχία τι λέει; Ότι γίναμε γυναίκες για να εκπορνευτούμε. Έχουμε, δηλαδή κι αυτό να μας ακολουθεί, χωρίς κανείς να ασχοληθεί για το κατά πόσο είναι επιλογή ή ανάγκη για επιβίωση».
«Τα τρανς άτομα, είναι τα πιο κακοποιημένα κοινωνικά. Στην πυραμίδα των ανισοτήτων, κάτω από μια Ελληνίδα τρανς γυναίκα είναι μόνο μια τρανς μετανάστρια. Εδώ, θέλω να αναφερθώ και στη δολοφονία της Άννας και το γεγονός ότι είδαμε την αστυνομία να δίνει ως πληροφορία ότι η Άννα ήταν άντρας. Υπάρχει ένας νεκρός άνθρωπος, που είναι ξεκάθαρα μια τρανς γυναίκα».
«Πώς την χαρακτηρίζεις άντρα; Δεν ντρέπεσαι λίγο; Δεν σέβεσαι ούτε τη μνήμη της; Κακοποίηση μετά θάνατον, απ’ αυτούς που υποτίθεται ότι είναι υπεύθυνοι για την προστασία μας. Κι ακολούθησαν και οι άλλοι. Τι δημοσιογράφος είσαι όταν δεν διασταυρώνεις τα στοιχεία που σου δίνουν»;
«Είχαμε την Άννα φέτος και την Μπαλί πέρυσι που κινήσαμε ολόκληρες διαδικασίες για να μπορέσουμε να τη θάψουμε. Αυτές οι πληγές ανήκουν όχι μόνο στα τρανς άτομα, αλλά και σε όλο το φεμινιστικό κίνημα».
«Τα αγόρια, πρέπει να μάθουν να σέβονται το “όχι”. Θα σου πω μια μικρή ιστορία για να καταλάβεις τι εννοώ. Πήγα πρόσφατα στο Πάπιγκο, να επισκεφτώ τον ξάδερφο μου, ο οποίος έχει δύο παιδάκια. Την ημέρα που γνώρισα τα ανίψια μου, ρώτησα αν θέλουν να τα πάρω αγκαλιά. Ο ένας που απάντησε πως δεν ήθελε. Έκανα στην άκρη, σεβάστηκα το “όχι” του. Αν από μικρά δεν νιώσουν ότι σέβεσαι το “όχι” τους, πώς θα σεβαστούν κι αυτοί αύριο το δικό μας; Εκεί φωλιάζει η κουλτούρα του βιασμού. Ακόμη και το “όχι” του μικρού παιδιού, παραμένει “όχι”».
«Είμαι περήφανη για τις μάχες που έδωσα, γι’ αυτές που κέρδισα κι αυτές που έχασα, χωρίς να πέσω αμαχητί. Ως ακτιβίστρια προσπάθησα με όλες μου τις δυνάμεις για την ισότητα των τρανς ατόμων. Ο λόγος μου δεν εισακούστηκε όσο θα ήθελα, μπορεί όμως να μπήκε ένα λιθαράκι. Προσωπικά, το βιώνω σαν ήττα. Δεν το λέω για κακό! Η λέξη ήττα είναι αρνητικά φορτισμένη, αλλά πολλές φορές με το φόβο της ήττας αποφεύγουμε τους αγώνες. Να δίνουμε τους αγώνες μας κι ας ηττηθούμε».
Οι σπόροι που βάλαμε θα φυτρώσουν και θα ανθίσουν, θα γίνουν αγκαλιά για τις επόμενες γενιές».